Γεωθρησκεία
Γράφει ο Νίκος Τοπούζης
Η εξωτερική πολιτική, η διπλωματία, οι διεθνείς σχέσεις είναι έννοιες που συνεχώς εξελίσσονται. Στην πραγματικότητα τρέχουν με γεωμετρικούς ρυθμούς και πολύ συχνά, σοβαροί αναλυτές έχουν πέσει έξω στις προβλέψεις τους.
Με βάση αυτή την αρχή, οι ασκούντες εξωτερική πολιτική ενός κράτους δεν θα πρέπει ποτέ να αρκούνται σε παθητική στάση ή να προσπαθούν να μείνουν απλώς θεατές των εξελίξεων «παίζοντας άμυνα». Ο ρυθμός των διεθνών εξελίξεων είναι πάντοτε μεταβαλλόμενος. Κανένα κράτος, κανένα think tank ή ίδρυμα στρατηγικών μελετών δεν μπορεί να σαφήνεια να εγγυηθεί πότε θα πραγματοποιηθεί κάποια μεγάλη μεταβολή στους παγκόσμιους συσχετισμούς. Πρόσφατο παράδειγμα η αποτυχία όλων σχεδόν των δυτικών διπλωματών και μελετητών να προβλέψουν την θεαματική προσέγγιση Ιράν-ΗΠΑ.
Η Εξωτερική Πολιτική της Ελλάδος πρέπει επιτέλους να αποκτήσει κεντρικό στρατηγικό σχεδιασμό και να απογαλακτιστεί από το αφηρημένο «ανήκουμεν εις την Δύση» του Κ.Καραμανλή. Η εμμονική πλέον προσήλωση μας στους στόχους και τις επιδιώξεις της Ευρωπαϊκής Ένωσης έχει καταντήσει επικίνδυνη για την ίδια την Πατρίδα. Επικίνδυνη λόγω της αξιοσημείωτης παθητικότητας και στωικότητας που την διέπει. Δεν λέω να αποχωρίσουμε από την ΕΕ, απλά θα πρέπει να αποκτήσουμε ξανά ανεξάρτητη Εξ.Πολιτική που να έχει ως κεντρικό σκοπό την υπεράσπιση των δικαίων του Ελληνισμού. Μια πολιτική που δεν θα πρέπει να λάβει την έγκριση των Βρυξελλών.
Η Ελλάδα, με την γεωστρατηγική θέση που κατέχει, θα πρέπει οπωσδήποτε να μεταβάλλει την ποιότητα της ασκούσης διπλωματίας της από παθητική σε ενεργητική. Να ψάξει να βρει και νέες συμμαχίες, συνεννοήσεις, στρατηγικές συμπράξεις με κράτη όπου μπορούν να βρεθούν κοινοί τόποι συμφέροντος. Το ΣΥΜΦΕΡΟΝ και η ΙΣΧΥΣ είναι οι μοναδικές έννοιες που έχουν σημασία στις διεθνείς σχέσεις, κανένα κράτος δεν κατάφερε ποτέ να ξεφύγει από την ανελέητη Θουκυδίδεια λογική και πραγματικότητα.
Από τους πρώτους μήνες των Μνημονίων και την ηθελημένη εκ μέρους της ΕΕ απομείωσης της κρατικής ισχύος της Ελλάδος, μεμονωμένα άτομα ή/και οργανώσεις ή πολιτικοί φορείς ξεκίνησαν να αναρωτιούνται που θα μπορούσε η Ελλάδα να βρει νέους συμμάχους. Ο ακραίος νεοφιλελευθερισμός, ο επιβαλλόμενος πολυπολιτισμός αλλά και η φασίζουσα μορφή της παγκοσμιοποίησης που συντελείται, θα ωθήσει και άλλα έθνη/κράτη να αναθεωρήσουν τις παραδοσιακές τους σχέσεις τόσο με την ΕΕ (Γερμανία) όσο και με άλλους, υπερεθνικούς, οργανισμούς (ΔΝΤ, ΟΗΕ κτλ). Το Έθνος/Κράτος ως συστατικό στοιχείο οργάνωσης των λαών δεν έχει και δεν μπορεί ακόμη να καταργηθεί. Και δεν δύναται να καταργηθεί με τα αντιδημοκρατικά μέσα του σήμερα, χωρίς δηλαδή την ευρεία συναίνεση των πολιτών τους.
Ακούω άναρθρες κραυγές αλλά και εμπεριστατωμένες απόψεις για συνεργασία ή συμμαχία με κράτη κολοσσούς και πως μια αναβάθμιση των σχέσεων μαζί τους θα μπορούσε να βοηθήσει την Ελλάδα. Συμφωνώ πως οι ΗΠΑ, η Ρωσία αλλά και η Κίνα ή η Ινδία έχουν βασικά γεωπολιτικά, οικονομικά κ.α πλεονεκτήματα έναντι της καχεκτικής και
γερασμένης πλέον ΕΕ. Αλλά η συμμαχία μεταξύ δύο ανισοδύναμων κρατών οδηγεί, με μαθηματική ακρίβεια, πάντα σε υποτέλεια του λιγότερου ισχυρού. Θέλουμε απλώς να αλλάξουμε «αφεντικό» ή να διαμορφώσουμε μια εξωτερική πολιτική που θα δώσει νέα πνοή και θα ανοίξει νέους ορίζοντες ; Ακόμη ένα ερώτημα. Εν όψει της κολοσσιαίας γεωστρατηγικής στροφής των ΗΠΑ, το λεγόμενο Pivot to Asia, πόσο ρεαλιστικό είναι να αποτελέσουμε σημαντικό σύμμαχο για κάποιες από αυτές τις υπερδυνάμεις; Δεν υπαινίσσομαι να μην κάνουμε ανοίγματα προς αυτές τις παγκόσμιες δυνάμεις, θα ήταν αφελές ως και επικίνδυνο να μην κάνουμε. Απλά τονίζω πως δεν θα πρέπει να περιμένουμε θεαματικά αποτελέσματα ούτε να βασίσουμε την συνέχιση της Ελλάδος με στέρεα βήματα στον 21ο αιώνα με τέτοιες αβάσιμες προσδοκίες.
Ο ρεαλισμός θα πρέπει να αποτελεί βασική αρχή χάραξης της Εξωτερικής Πολιτικής ενός κράτους . Η Ελλάδα ως μικρό προς μεσαίο μέγεθος στο διεθνές στερέωμα έχει περιορισμένους πόρους για την πραγμάτωση των στρατηγικών της σχεδιασμών. Οι πόροι αυτοί περιορίστηκαν περισσότερο εξαιτίας δύο σημαντικών γεγονότων. Πρώτο γεγονός η εκδίωξη από την Ελληνική σημαία, χάριν του λαϊκισμού, του τεράστιου ελληνόκτητου στόλου. Δεύτερο γεγονός η επιβολή των Μνημονίων. Δεν θα ήθελα στο παρόν να αναλύσω αυτά τα δύο θέματα. Ο ρεαλισμός λοιπόν ορίζει πως θα πρέπει η Ελλάδα να προσδιορίσει τους άμεσους ρεαλιστικούς στόχους της και να διαθέσει με σύνεση τους περιορισμένους αυτούς πόρους ως προς την πραγμάτωση των στόχων αυτών.
Ο ρεαλιστικότερος στόχος της Ελληνικής Εξωτερικής πολιτικής δεν είναι άλλος από την ανάκτηση του ρόλου της ως δύναμη σταθερότητας τόσο στα Βαλκάνια, όσο και στην Ανατολική Μεσόγειο. Θα πρέπει να δώσουμε ώθηση στο λεγόμενο regionalism, να κοιτάξουμε δηλαδή τα συμφέροντα μας και τα κοινά συμφέροντα με γειτονικά κράτη και να τα αξιοποιήσουμε αναλόγως. Ήδη με Κύπρο (αν και θεωρώ την μεγαλόνησο ως αναπόσπαστο κομμάτι της Ελληνικής Εξωτερικής Πολιτικής), Αίγυπτο και Ισραήλ αναπτύσσουμε σχέσεις που αναλώνονται όμως μόνο ως στρατηγική σύμπραξη εξόρυξης του φυσικού αερίου της λεκάνης της Αν.Μεσογείου. Αυτή η σύμπραξη γίνεται πράξη κυρίως χάρις πρωτοβουλιών πρώτα του Ισραήλ με την Κύπρο και μετά με τις πρωτοβουλίες του νέου ισχυρού άντρα της Αιγύπτου Αλ-Σίσι. Όσο και αν συμφωνώ με τις εξελίξεις αυτές, δεν μπορώ παρά να παρατηρήσω πως και πάλι ακολουθούμε τις εξελίξεις, πάλι κρατούμε παθητική στάση στην άσκηση της Εξωτερικής μας Πολιτικής.
Πως θα μπορέσουμε όμως να προσεγγίσουμε τις γειτονικές χώρες; Ποιο το στοιχείο που μπορούμε να αξιοποιήσουμε ώστε να πάρει πάλι εμπρός η διπλωματία μας και να βγούμε από το τέλμα των Μνημονίων; Τι κοινό έχουμε με τις όμορες χώρες, κυρίως των Βαλκανίων; Φυσικά την Ορθοδοξία.
Ο αγαπημένος μου όρος τα τελευταία τρία χρόνια δεν είναι άλλος από τη «ΓΕΩΘΡΗΣΚΕΙΑ».
Η αξιοποίηση των κοινών πολιτιστικών καταβολών αλλά και η κατάδειξη στις βαλκανικές χώρες την αναγκαιότητας δημιουργίας μιας, άτυπης στην αρχή, Βαλκανικής λίγκας. Σερβία και Ρουμανία έχουν μεγάλο όφελος από μία τέτοια κίνηση, μεγαλύτερο από την Ελλάδα. Αυτός είναι και ο λόγος που μια τέτοια αρχική συνεννόηση θα είχε επιτυχία. Μια συμμαχία έχει τόση αξία για εσένα, όση αξία έχεις εσύ για τους συμμάχους σου είπε ένας στοχαστής
κάποτε και είχε δίκιο. Σε αυτή τη συνεννόηση θα μπορεί αργότερα να ενταχθεί και το Μαυροβούνιο αλλά και η Βουλγαρία, παρά το αρνητικό ιστορικό της.
Ένα άρθρο είναι δυστυχώς πολύ μικρό για να μπορέσω να αναλύσω διεξοδικά τις παραμέτρους, τις δυνατότητες αλλά και τις λεπτομέρειες δημιουργίας της λίγκας.
Είναι δόκιμη όμως η ΓΕΩΘΡΗΣΚΕΙΑ, η εκκλησιαστική διπλωματία με κρατική μορφή, στα υπόλοιπα κράτη της Ανατολικής Μεσογείου, τη μουσουλμανική δηλαδή Μ.Ανατολή; Η άποψη μου είναι ΑΠΟΛΥΤΩΣ ΝΑΙ. Οι Άραβες δεν νιώθουν καμία απειλή από τον Ελληνισμό και την Ορθοδοξία. Γνωρίζουν πως από τη μάχη του Ιερομύακα (Yarmouk) μέχρι και την πτώση της Κωνσταντινούπολης, οι Έλληνες και οι ανατολικοί χριστιανοί βρισκόταν πάντα σε άμυνα. Οι περισσότεροι μουσουλμάνοι άραβες, σουνίτες και σιίτες, ζουν αρμονικά με τους χριστιανούς ομοεθνείς τους. Μόνο τα τελευταία χρόνια τα στίφη των ισλαμοφασιστών απειλούν τους χριστιανούς της περιοχής. Είναι όμως οι ίδιοι ισλαμοφασίστες που σφαγιάζουν κυρίως ομόθρησκους τους μουσουλμάνους.
Οι Χριστιανικοί πληθυσμοί στη Μ.Ανατολή από την άλλη όχι μόνο δεν νιώθουν απειλή από την Ελλάδα, αλλά νιώθουν και οικεία μαζί της. Όποιο δόγμα και αν ασπάζονται, νιώθουν εγγύτερα στην ανατολική χριστιανοσύνη που εκφράζεται περισσότερο από την Ελληνορθοδοξία παρά από την Παπική εξουσία. Χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι το εξαιρετικό βιβλίο του Μαρωνίτη Άραβα εκ Λιβάνου συγγραφέα Αμίν Μααλούφ ΟΙ ΣΤΑΥΡΟΦΟΡΙΕΣ ΑΠΟ ΤΗ ΣΚΟΠΙΑ ΤΩΝ ΑΡΑΒΩΝ. Σε αυτό το βιβλίο ο κ.Μααλούφ καταδεικνύει τα αίσχη, τις λεηλασίες και τις πρωτοφανείς βιαιότητες των δυτικών/σταυροφόρων έναντι των μουσουλμάνων. Να υπενθυμίσω πως οι Μαρωνίτες είναι χριστιανοί της Ανατολής που δέχονται, όμως, τον Πάπα ως προκαθήμενο τους. Αντίθετα, ο συγγραφέας δεν στιγματίζει καθόλου το Βυζάντιο, ούτε προσάπτει κάτι στους Έλληνες της εποχής των Σταυροφοριών, πως θα μπορούσε άλλωστε. Τα ίδια θα μπορούσα να πω και για τους Κόπτες της Αιγύπτου, καθώς έχω προσωπική εμπειρία, αλλά θα μακρηγορήσω….
Η Γεωθρησκεία αποτελεί αυτή τη στιγμή τη ρεαλιστικότερη εκδοχή ασφαλούς άσκησης ενεργητικής Εξωτερικής Πολιτικής της Ελλάδος. Είναι καιρός να αφήσουμε τους δογματισμούς, τις ιδεολογίες ή τις καταβολές μας ο καθένας, και να δούμε τι είναι αυτό που πραγματικά μπορεί να αυξήσει την διαπραγματευτική ισχύ της χώρας μας τα επόμενα χρόνια. Τι είναι αυτό που μπορεί δηλαδή να λειτουργήσει. Μια θεαματική βελτίωση των σχέσεων μας με τη «γειτονιά», Βαλκάνια δηλαδή και Μέση Ανατολή, θα αυξήσει τη γεωπολιτική σημασία της Ελλάδος ακόμη και για τις υπερδυνάμεις του μέλλοντος. Τότε και μόνο τότε θα μπορούμε να κάνουμε κάποιο σοβαρό άνοιγμα στις ΗΠΑ, την Κίνα ή την Ινδία.
Το παρόν άρθρο το έγραψα αφού διάβασα το εξαιρετικό βιβλίο του Έλληνα ΥΠΕΞ κ.Κοτζιά. Αν και διαφωνώ σε πολλά σημεία, το προτείνω ανεπιφύλακτα στους φίλους μου. Είναι μια σοβαρή μελέτη που εμπεριέχει στρατηγικό όραμα για την Ελλάδα.