11/12/2024

H μη λύση της κρίσης στη Λιβύη

libya_3_map

Γράφει ο Πολυδεύκης

Ειδικός Συνεργάτης του Geopolitics and Daily News

Μετά την ανακατάληψη της Σύρτης πολλοί εκτίμησαν ότι το τέλος του εμφύλιου παραλογισμού στη Λιβύη πλησιάζει. Ωστόσο, είναι αµφίβολο κατά πόσο αυτό µπορούμε να το πιστέψουµε, δεδομένων των προβλημάτων ασφαλείας που συνεχίζουν να υφίστανται, καθώς και της αμφισβήτησης των εξουσιών μεταξύ των σημαντικότερων διεκδικητών της διακυβέρνησης της χώρας.

 Η κύρια αιτία της ανασφάλειας στη χώρα παραμένει η ανεξέλεγκτη κυκλοφορία όπλων. Μεταξύ των υπευθύνων των βιαιοπραγιών είναι μία µερίδα της πρώην Κυβέρνησης του KHALIFA AL- GHWELL, που ανήκει στο κίνημα «FAJR LIBYA», καθώς και παράγοντες που έχουν προσωπικές φιλοδοξίες. Η επίσημη κυβέρνηση της Λιβύης αποφάσισε πρόσφατα τη δημιουργία ενός Σώµατος Προεδρικής Φρουράς για να καταπολεµήσει την ανασφάλεια, παρόμοιο με τη χωροφυλακή που υπάρχει στη Γαλλία ή στην Αλγερία. Κύριος ρόλος αυτής της Προεδρικής Φρουράς θα είναι η προστασία των κρατικών θεσμών, της έδρας της Κυβέρνησης και του Προεδρικού Συμβουλίου. Αυτό από μόνο του δείχνει ότι ο βαθύτερος φόβος που επικρατεί στη Λιβύη αυτή τη στιγµή είναι η διενέργεια ενός τρίτου πραξικοπήματος, έξι χρόνια µετά την πτώση Qaddafi.

H εν λόγω Προεδρική Φρουρά διαθέτει Διοικητή, ωστόσο δε διαθέτει επαρκή στελέχωση. Στόχος είναι να τοποθετηθούν 6.000-10.000 φρουροί, ωστόσο, το πρόβληµα είναι ο οπλισμός τους, δείχνοντας πόσο αργά και πρόχειρα προχωρούν οι εξελίξεις στη χώρα. Τη στιγµή που απαιτείται ειδικός εξοπλισµός για το εν λόγω Σώµα, η Λιβύη εξακολουθεί να είναι υπό καθεστώς εμπάργκο όπλων, αναζητώντας φόρμουλα εξαίρεσης στο Σ.Α. του ΟΗΕ ειδικά για την Προεδρική Φρουρά.

Ακόμα και αν καταφέρει η Λιβύη να βρει τους επόμενους μήνες λύση στο πρόβλημα του εξοπλισμού, η στελέχωση της Προεδρικής Φρουράς θα παραµένει ένα δύσκολο εγχείρημα. Οι άντρες που απαιτούνται οφείλουν να διαθέτουν μία σχετική εμπειρία και ως εκ τούτου τα μέλη των πολιτοφυλακών που πολέµησαν εναντίον των τζιχαντιστών αποτελούν την καλύτερη πηγή έμψυχου υλικού. Ωστόσο η ένταξη ολόκληρων οµάδων κρίνεται ως εξαιρετικά επικίνδυνη, με αποτέλεσμα να αναζητείται η , υπό προύποθέσεις, ατομική ένταξη. Όλοι οι εθνοφρουροί προβλέπεται να λάβουν κοινή εκπαίδευση, η οποία δύναται να γίνει µε χώρες-εταίρους όπως η Γαλλία, αλλά με το παρόν καθεστώς η αναζήτηση μεμονωμένων αγωνιστών έως τον αριθμό των 6000 είναι µία χρονοβόρα διαδικασία.

Ακόμα και η οικονοµία της Λιβύης διαθέτει βασικά γραφειοκρατικά κωλύµατα που δεν επιτρέπουν την οµαλή λειτουργία του κράτους. Πριν από την επανάσταση, το κράτος παρήγαγε 1.6 εκατ. βαρέλια αργού πετρελαίου ημερησίως. Ο συγκεκριμένος αριθµός είχε μειωθεί στα 100.000 βαρέλια και στην παρούσα φάση, µετά την απελευθέρωση των πετρελαϊκών σταθμών, η παραγωγή ανήλθε στα 700.000 βαρέλια ημερησίως. Η εθνική πετρελαϊκή εταιρεία «NOC» πουλάει το πετρέλαιο και οι πόροι κατατίθενται απευθείας στον λογαριασμό της στην Κεντρική Τράπεζα της Τρίπολης.

Το Προεδρικό Συµβούλιο χρειάζεται αυτά τα χρήματα για να λειτουργήσει, ωστόσο σε αυτό το σηµείο υπεισέρχεται το πρόβληµα πρόσβασης στους εν λόγω πόρους, το οποίο προκύπτει από τις εγγυήτριες, για την ασφάλεια της Λιβύης, Δυνάμεις. Τα χρήματα του πετρελαίου οφείλουν να πηγαίνουν σε ένα κρατικό ταµείο και όχι απευθείας στα κρατικά ταμεία. Ήταν απαραίτητο επομένως να ψηφισθούν νέες διατάξεις, ωστόσο η Βουλή των Αντιπροσώπων είναι εκείνη που πρέπει να επικυρώσει τον προϋπολογισμό και αυτή δεν συνεδριάζει πλέον.

Αρκετές Διεθνείς συνεδριάσεις, από το Λονδίνο ως τη Ρώμη, το ΔΝΤ, η Παγκόσμια Τράπεζα και χώρες-εταίροι της Λιβύης επέτρεψαν εν τέλει να ξεπερασθεί αυτό το κώλυµα. Κατ’ εξαίρεση, το Προεδρικό Συµβούλιο θα μπορέσει να επικυρώσει τον προϋπολογισμό του 2017, ο οποίος ανέρχεται στα $ 37.5 δισ., ωστόσο αυτό δεν εξασφαλίζει την οικονοµική επιβίωση της Λιβύης, αφού ενδέχεται το ίδιο πρόβλημα να εµφανιστεί και στο µέλλον.

Επίσης στον εν λόγω προϋπολογισμό υπάρχει έλλειμμα $11 δισ., µεταξύ των εκτιµώµενων εισοδημάτων και των δαπανών. Η λύση που αυτή τη στιγμή εκφράζεται από επίσημους θεσμούς της Λιβύης μοιάζει με ευχολόγιο, αφού στηρίζεται στην αύξηση της τιμής του βαρελιού ή την αύξηση της πετρελαϊκής παραγωγής, η οποία όµως είναι αµφίβολη, λόγω των εγχώριων δυνατοτήτων που πλησιάζουν σε επίπεδα κορεσμού.

Η Διεθνής Κοινότητα ήλπιζε πως η Συμφωνία της Skhirat θα χρησίµευε ως οδικός χάρτης για τη συμφιλίωση της Λιβύης. Ωστόσο παρέβλεψε το γεγονός ότι η εφαρμογή της απαιτούσε συµµετοχή στις διαβουλεύσεις όλων των εµπλεκοµένων! Επί παραδείγµατι ο επικεφαλής του Προεδρικού Συμβουλίου και της Κυβέρνησης Εθνικής Ενότητας, F. EL SARAJ, δεν διαπραγματεύθηκε τη Συµφωνία. Το κείμενο προβλέπει μία εθνική συναίνεση, η οποία θα πρέπει να είναι η απόλυτη προτεραιότητα, αλλά η οποία ερμηνεύεται διαφορετικά από τις εμπλεκόμενες πλευρές.

Ο Πρόεδρος της Βουλής των Αντιπροσώπων που εδρεύει στο Tobruk, A. SALEH, o οποίος απαίτησε αρχικά να διευρυνθούν στα 9 τα µέλη του Προεδρικού Συμβουλίου για να διαθέτει περισσότερους εκπροσώπους, ζητά πλέον να περιορισθεί ο αριθμός αυτός. Οι αποφάσεις πρέπει να ληφθούν ομόφωνα και τούτο αποτελεί πρόβληµα καθώς παραλύει το Προεδρικό Συμβούλιο.

Η Βουλή των Αντιπροσώπων διόρισε Α/Γ ΕΕΘΑ τον ΚΗ. HAFTAR, ωστόσο εκείνος αρνείται να εργασθεί κάτω από µία πολιτική Αρχή, εποφθαλμιώντας την απόλυτη εξουσία στη χώρα, μέσω μίας στρατιωτικής, δικτατορικής διακυβέρνησης. Άλλωστε καθημερινά διαφαίνεται πως ο HAFTAR επιχειρεί κατά τρόπο τέτοιο ώστε να αντικαταστήσει τον πρώην φίλο του και µετέπειτα άσπονδο εχθρό του, QADDAFI. O Α/Γ ΕΕΘΑ πρέπει να είναι ο Πρόεδρος του Προεδρικού Συµβουλίου.

Το άλλο θέμα συζήτησης είναι το status του αρχηγού κράτους. Ο Πρόεδρος του Κοινοβουλίου, Α. SALEH, θα ήθελε να επωφεληθεί από αυτό το status και τούτο είναι αδύνατο δεδομένης της διάκρισης των εξουσιών. Ο AL SARAJ είναι εκείνος που πρέπει να αναλάβει αυτόν τον ρόλο μέχρι τη διεξαγωγή Προεδρικών Εκλογών ή Γενικών Εκλογών, ωστόσο οι τρεις αυτές συνιστώσες μοιάζουν να λειτουργούν οπορτουνιστικά για τη διεύρυνση των εξουσιών τους και είναι αμφίβολο αν οι µεταξύ τους συζητήσεις θα οδηγήσουν σε μία κοινά αποδεκτή φόρμουλα.

Η Λιβύη ζει σε μία εποχή που η πολιτική ηγεσία οφείλει να συνασπίσει την κοινωνία γύρω από ένα κοινό σκοπό. Είναι έκδηλο στη χώρα πως υπάρχει έλλειψη εµπιστοσύνης απέναντι στις εξωτερικές δυνάµεις, γεγονός που διαφαίνεται και στην επιμονή της επίσηµης λιβυκής κυβέρνησης για αποκλειστική δραστηριοποίηση εγχώριων δυνάµεων στην καταπολέμηση της τρομοκρατίας. Ωστόσο, όπως οι ίδιοι οι Λίβυοι υποστηρίζουν, το IS στη χώρα αποτελείται κατά κύριο λόγο από σουνίτες που προέρχονται από το Σουδάν, την Τυνησία και την Αίγυπτο. Αυτό εγείρει σημαντικά ερωτηµατικά για τους γεωπολιτικούς συσχετισμούς της Λιβύης στην περιφέρειά της και τον τρόπο που αυτοί θα συνδυαστούν µε το τοπικό σουνιτικό στοιχείο της χώρας.

Η πλέον επισφαλής και ανησυχητική κατάσταση σήμερα είναι η αντιπαράθεση μεταξύ των Δυνάμεων της Misrata και εκείνων του Στρατάρχη HAFTAR. To Προεδρικό Συµβούλιο αρνήθηκε να στηρίξει αυτές τις αντιπαραθέσεις, οι οποίες ωστόσο ενισχύονται από φύλαρχους και πολιτικούς ηγέτες, καθώς και από παρεμβάσεις του εξωτερικού.

Την ίδια στιγμή ο Λίβυος Στγος Κ. HAFTAR επισκέφθηκε το ρωσικό αεροπλανοφόρο «KUZNETSOV» σε μία κίνηση που καταδεικνύει το ενδιαφέρον της Μόσχας να διαδραματίσει σηµαντικό ρόλο στην ευρύτερη περιοχή, µετά τη ρωσική επέμβαση στη Συρία. Ο Κ. HAFTAR συνιστά ένα «σηµαίνον πρόσωπο» για τις ομάδες της ανατολικής Λιβύης, ο οποίος ενθαρρύνει τις εθνικές φιλοδοξίες, ενώ η νέα προσέγγισή του με τη Ρωσία συμπίπτει χρονικά με τη στιγμή που η υποστηριζόμενη ,από τη Δύση, Κυβέρνηση της Λιβύης βυθίζεται για άλλη μια φορά στην κρίση.

Η στήριξη της Μόσχας θα μπορούσε αναμφίβολα να ενισχύσει τον HAFTAR στο παιχνίδι εξουσίας στην Τρίπολη -κίνηση που πιθανόν θα τροφοδοτήσει συγκρούσεις και θα αποτελέσει σημαντικό πλήγμα για την Κυβέρνηση Εθνικής Ενότητας στη Λιβύη. Την ίδια στιγμή, όπως προαναφέρθηκε, ο λίβυος Στγος λειτουργεί ως κακέκτυπο του QADDAFI, προσπαθώντας να βρει τον καλύτερο δυνατό σύµμαχο για την αρπαγή της εξουσίας.

Οι χώρες της Δύσης θεωρούν ότι η Κυβέρνηση Εθνικής Ενότητας (GNA) αποτελεί την καλύτερη λύση για έξοδο της χώρας από την κρίση και το καθεστώς αναρχίας. Εντούτοις, οι πολλαπλές διασπάσεις έχουν αποδυναµώσει την «GNA» στην πρωτεύουσα και έχουν ενισχύσει τον Λίβυο Στγό στα ανατολικά, όπου χαίρει και της υποστήριξης από τους ξένους συμµάχους στον αγώνα κατά της τροµοκρατίας. Εξάλλου, ο Λίβυος Στγός διατηρεί καλές σχέσεις με τα ΗΑΕ και την Αίγυπτο και έχει προσεκτικά καλλιεργήσει στενές σχέσεις µε τη Ρωσία, επισκεπτόμενος τη Μόσχα δύο φορές το περασμένο έτος, προκειμένου να ζητήσει τη συνδρομή της στον αγώνα κατά της τρομοκρατίας.

Η επίσκεψή του στο ρωσικό αεροπλανοφόρο (Ναύαρχος KUZNETSOV) στη Μεσόγειο συνιστά ολοφάνερη επίδειξη της υποστήριξης της Μόσχας. Τα ρωσικά ΜΜΕ έδειξαν πλάνα από τη σύσκεψη του HAFTAR µε τον Ρώσο ΥΠΑΜ, S. SHOIGU, με κεντρικό θέμα τον αγώνα για την καταπολέµηση της τροµοκρατίας -σταθερή επιδίωξη της Ρωσίας στην εκστρατεία της στη Συρία. Οι σύμβουλοι του HAFTAR αρνήθηκαν να σχολιάσουν την επίσκεψη στο ρωσικό αεροπλανοφόρο και τη σηµασία της για τις σχέσεις Λιβύης-Μόσχας. Ωστόσο είναι βέβαιο ότι, μετά την επέµβαση στη Συρία, η Ρωσία θεωρεί τη Λιβύη ιδανικό τρόπο για να θεμελιώσει την παρουσία της στη Μ. Ανατολή.

Η Συρία δεν είναι αρκετή για τη Μόσχα, η οποία χρειάζεται µια ακόµη χώρα στην ευρύτερη περιοχή της Μ. Ανατολής και η Λιβύη συνιστά µια εύκολη λύση. Βρίσκεται σε κατάσταση χάους και πάντα μπορεί να ισχυρισθεί κάποιος ότι η Ρωσία βοηθά στην καταπολέμηση της τρομοκρατίας, ενώ γεωστρατηγικά η χώρα ελέγχει ολόκληρη τη νότια Μεσόγειο και τη Β. Αφρική. Υπό αυτή την έννοια δεν αποκλείεται ο Ρώσος Πρόεδρος, V. PUTIN, να επιδιώξει να αποκαταστήσει τη ρωσική επιρροή στη Λιβύη, επαναλαµβάνοντας τη σοβιετική πολιτική και μάλιστα µε τη σύμφωνη γνώµη του D. TRUMP, σε μία κίνηση διαµοίρασης της περιοχής για τον έλεγχο της ισλαµικής τροµοκρατίας.

Facebooktwitterredditpinterestlinkedinmail
Don`t copy text!