Η Πολωνία έχει διαβεί το Ρουβίκωνα
του Piotr Buras
European Council on Foreign Relations
Η πολιτική χρονιά της Πολωνίας τελείωσε με ένα διπλό πλήγμα. Η Κομισιόν ενεργοποίησε το άρθρο 7.1 της Συνθήκης της ΕΕ και ζήτησε από το Συμβούλιο να διαπιστώσει ότι “υπάρχει ξεκάθαρος κίνδυνος σοβαρής παραβίασης” των ευρωπαϊκών αξιών από την Πολωνία. Λίγο αργότερα ο Πολωνός πρόεδρος Andrzej Duda αντέδρασε στην απόφαση των Βρυξελλών, διακηρύσσοντας ότι θα υπογράψει τη μεταρρύθμιση του δικαστικού συστήματος η οποία θεωρείται αντισυνταγματική και ήταν ένας από τους βασικούς λόγους για την απόφαση της Κομισιόν.
Η ανακοίνωση που έγινε από τον Duda ήταν μια προφανής εκδήλωση της αποφασιστικότητας της Πολωνίας να αντιμετωπίσει τις εξωτερικές πιέσεις και της μη τήρησης του κανονισμού της Συνθήκης που προβλέπει η Κομισιόν. Κορυφαίοι πολιτικοί του κυβερνώντος κόμματος PiS τόνισαν ότι η Κομισιόν υπερβαίνει την εντολή της, ότι η διαδικασία είναι παράνομη και ότι οι κατηγορίες εναντίον της Πολωνίας είναι πολιτικά υποκινούμενες.
Όπως έχει το αφήγημα, η Βαρσοβία τιμωρείται επειδή υπερασπίστηκε την κυριαρχία της με το να αρνηθεί να δεχθεί πρόσφυγες. Η απόφαση να υπογράψει τα αμφιλεγόμενα νομοσχέδια είναι πιθανό ότι θα κλείσει κάθε πόρτα συμβιβασμού για αυτό το ζήτημα. Αυτή η επιλογή παρέμεινε ανοικτή από την Κομισιόν, κάτι που ουσιαστικά έδινε στην Πολωνία άλλους τρεις μήνες να βρεθεί μία λύση. Αλλά τώρα φαίνεται ότι δεν θα έχουν μείνει πολλά να συζητηθούν όταν συναντηθεί ο πρωθυπουργός Mateusz Morawiecki με τον Jean-Claude Juncker τον Ιανουάριο του 2018.
Οι ειδικοί εκτιμούν πως το Άρθρο 7 θα έχει καταστροφικές επιδράσεις στη θέση της Πολωνίας στην ΕΕ, αλλά η αλήθεια είναι πως αυτό έχει αποδυναμωθεί εδώ και καιρό. Η απόφαση της Κομισιόν υπογραμμίζει παρά προκαλεί αυτή τη διαδικασία. Πραγματικά, ο αντίκτυπος του τι συνέβη στο τέλος Δεκεμβρίου, θα έχει περισσότερη σημασία για την εγχώρια πολιτική.
Η ολοκλήρωση της δικαστικής μεταρρύθμισης ουσιαστικά αποχαιρετά το σύστημα διάκρισης εξουσιών όπως αυτό εφαρμόζεται από τις περισσότερες σύγχρονες ελεύθερες δημοκρατίες. Έχοντας προχωρήσει χωρίς να σέβεται το κράτος δικαίου (η μείωση της θητείας των δικαστών του Ανώτατου Δικαστηρίου παραβιάζει το Σύνταγμα), δίνει στην εκτελεστική εξουσία το δικαίωμα να διορίζει και να ελέγχει δικαστές.
Ο πρόεδρος Duda, ο οποίος άσκησε βέτο στη μεταρρύθμιση του δικαστικού συστήματος το περασμένο καλοκαίρι, επανέρχεται τώρα στη γραμμή του κόμματός του και υπογράφει τη μεταρρύθμιση. Και ο νέος πρωθυπουργός Morawiecki ίσως είναι ένας οικονομικός εκσυγχρονιστής, αλλά είναι ένας ανελεύθερος σκληροπυρηνικός όταν πρόκειται για δημόσιους θεσμούς.
Αναλαμβάνοντας τον έλεγχο του συνταγματικού δικαστηρίου, τα δημόσια ΜΜΕ, τον έλεγχο του δικαστικού συστήματος και πιθανώς σύντομα της Εθνικής Εκλογικής Επιτροπής, το PiS έχει αφαιρέσει όλες τις δικλείδες ασφαλείας από το πολιτικό σύστημα. Είναι ασαφές το που θα οδηγήσει αυτή η συγκέντρωση εξουσιών. Είναι ακόμη νωρίς να μιλήσουμε για ένα αυταρχικό σύστημα. Αλλά ο έλεγχος που ασκεί το PiS στη χώρα είναι σφιχτός, και η αποφασιστικότητά του να συνεχίσει ξεκάθαρη.
Η μελλοντική μορφή της ευρωπαϊκής πολιτικής της Πολωνίας θα καθοριστεί από το πώς θα αντιδράσουν οι πολιτικοί και οι πολίτες της Πολωνίας στη νέα πραγματικότητα μετά από την ενεργοποίηση του Άρθρου 7. Η κρατική προπαγάνδα παρουσιάζει την απόφαση που έλαβε η Κομισιόν ως μια εχθρική πράξη. Θα δώσει τροφή στην αφήγηση για το ότι η Πολωνία είναι ένα φρούριο που πολιορκείται και για το ότι η Δύση για άλλη μία φορά προδίδει την Πολωνία. Η συζήτηση για το “εμείς” και “αυτοί” είναι συνηθισμένη.
Η απόφαση που ελήφθη στις Βρυξέλλες τοποθετεί την Ευρώπη στο επίκεντρο της έντονα πολωμένης πολιτικής της Πολωνίας: αυτό φέρνει ευκαιρίες όπως και ρίσκα. Ο αντί-ευρωπαϊσμός δεν είναι τόσο συνηθισμένος στους πολίτες, και η αντιπολίτευση μπορεί να κινητοποιήσει εκείνους τους ψηφοφόρους που φοβούνται για τις αρνητικές επιδράσεις της τρέχουσας κόντρας, προς ένα ψυχολογικό “Polexit”. Αλλά η γλώσσα του κυρίαρχου κράτους είναι ένα πολύ δυνατό εργαλείο στην εποχή των αβεβαιοτήτων και των ισχυρών ταυτοτήτων. Ιδιαίτερα από τη στιγμή που η ελκυστικότητα της Ευρωπαϊκής Ένωσης δεν είναι τόσο ισχυρή όσο ήταν κάποτε.
Η αντίληψη ότι η ΕΕ πηγαίνει σε μια κατεύθυνση η οποία είναι σε αντίθεση με τα πολωνικά συμφέροντα κερδίζει έδαφος για λόγους πέρα από την “παρέμβασή” της στις δικαστικές μεταρρυθμίσεις. Οι προγραμματισμένες μεταρρυθμίσεις της ευρωζώνης θα περιθωριοποιήσουν ακόμη περισσότερο εκείνους, όπως την Πολωνία, που είναι εκτός του πυρήνα του ενιαίου νομίσματος και το Brexit θα αποδυναμώσει επιπλέον τη θέση της. Η PESCO θεωρείται στην Πολωνία ως ένα μέσο για την προώθηση των γαλλικών συμφερόντων και ενδεχομένως ότι υπονομεύει ακόμη και τη συλλογική άμυνα του ΝΑΤΟ. Το μεταναστευτικό ζήτημα εξοστρακίζει τη Βαρσοβία.
Σε ό,τι αφορά την ενιαία αγορά, η αύξηση του προστατευτισμού στη Δυτική Ευρώπη (με το πλαίσιο ενός αγώνα ενάντια στο κοινωνικό dumping) απειλεί να μειώσει την οικονομική σύγκλιση της Πολωνίας με τη Δύση. Για να μην αναφέρουμε τον επόμενο προϋπολογισμό της ΕΕ: θα είναι μικρότερος, πιο δύσκολο να αξιοποιηθεί και λιγότερο εστιασμένος στη συνοχή. Αυτές δεν είναι καλές προϋποθέσεις για μια θετική στάση προς την ΕΕ.
Καθώς με το Άρθρο 7 έχει γίνει η διάβαση του Ρουβίκωνα και η ανελεύθερη μεταμόρφωση έχει σε μεγάλο βαθμό ολοκληρωθεί, τα Χριστούγεννα αυτά ήταν μαύρα για όλους εκείνους που ενδιαφέρονται για τις φιλελεύθερες και ευρωπαϊκές αξίες στην Πολωνία. Αλλά το 2018 προσφέρει ακόμη μια ευκαιρία -ίσως την τελευταία- ώστε να ανακοπεί η πορεία της Πολωνίας μακριά από την ΕΕ και την κοινότητα των δυτικών αξιών.
Διαβάστε επίσης ανάλυση του think tank Carnegie Europe:
Η Δύση έχει σημασία για την Πολωνία