Αχ, βρε Μίκη!
Γράφει ο Αντώνης Παπαγιαννίδης
Ο πάντα πρωτεϊκός Μίκης Θεοδωράκης τα κατάφερε – για μιαν ακόμη φορά – να φέρει σε απόγνωση φίλους και εχθρούς, να ανακατέψει την τράπουλα, να «μιλήσει». Bρέθηκε να κανοναρχάει το (αληθινά μεγάλο: ας σταματήσουν οι αντεγκλήσεις και οι τερατολογίες και οι υποτιμήσεις σχετικά με τις χιλιάδες και τις μυριάδες, ας μαζέψουν οι τοπογράφοι τα όργανά τους και οι τηλεσκηνοθέτες τις συγκρίσεις τους με πλάνα ημερών αρχαίων…) συλλαλητήριο του Συντάγματος. Όχι ακριβώς όπως το είχαν φαντασθεί οι διοργανωτές, πάντως άβολα για τους ασκούντες πολιτική υπό συνθήκες 2018. Ακουσε o Μίκης την βουή του πλήθους, είδε μέχρι και ιεράρχες να του φιλούν το χέρι…
Η αλήθεια είναι ότι την παραμονή δεν του έριξαν απλώς μπογιές στο σπίτι, στην Ακρόπολη απέναντι. Του έγραψαν και το εξαιρετικά πικρό – οι πιο φίλοι θα το θεώρησαν και τρυφερό υπό μιαν έννοια – «Η ιστορία σου ξεκινάει από το βουνό, καταλήγει στον εθνικό βούρκο της Πλ. Συντάγματος». Προφανώς τον πέτυχε εκεί που πονάει. Γι αυτό και ξεκίνησε – πάντα Μίκης – με το «Καλοί μου Έλληνες, αδέρφια μου… φασίστες, ναζιστές, τρομοκράτες, τραμπούκοι». (Εδώ η πλατεία έβγαλε έναν ήχο ξαφνιάσματος) «Θα μάθατε ασφαλώς ότι οι πατριώτες που μας κυβερνούν και τα βαποράκια τους, οι αριστεριστές…» (Εδώ ξεκίνησε ένα μουρμουρητό) «… μάζευαν υπογραφές και χθες έριξαν μπογιές στο σπίτι μου. Για να με εμποδίσουν να μιλήσω μπροστά σ’ εσένα κυρίαρχε λαέ». (Προσγειώθηκε, βέβαια, σε γιούχα στήριξης).
Από κει και πέρα, τι άφησε πίσω το συλλαλητήριο του Συντάγματος «μετά τον Μίκη»; Μιαν έκκληση για υποχώρηση της θεωρούμενης εθνικής γραμμής από την διατύπωση του Βουκουρεστίου/2008 («ναι σε σύνθετη ονομασία με γεωγραφικό προσδιορισμό, erga omnes» ) στην προηγηθείσα την εποχή των συλλαλητηρίων του 1992 και της συνακόλουθης σύσκεψης των πολιτικών αρχηγών («Η Ελλάδα θα αναγνωρίσει το ανεξάρτητο Κράτος των Σκοπίων, με την αυτονόητη διευκρίνηση στο όνομα του Κράτους αυτού δεν υπάρχει η λέξη Μακεδονία». Αναφορές/αναλύσεις σύμφωνα με την οποία οι παραχωρήσεις της Κυβέρνησης Ζάεφ αποτελούν «κουτοπονηρίες». ενώ αν υπάρξει υποχώρηση της Ελλάδας για το όνομα «είναι σαν να ανοίγουμε διάπλατα τα σύνορά μας σε αυτούς που μας απειλούν ανοιχτά». Κάπου εκεί, προσέθεσε και μια γεωπολιτική προσέγγιση, περί σαλαμοποίησης των Βαλκανίων.
Πάντως, μετά από έναν λιγάκι σκολιό συλλογισμό σχετικά με το «τι να κάνουμε» (που θάλεγε και ο μακαρίτης ο Λένιν), η λειτουργική κατάληξή του ήταν ότι «την ευθύνη των αποφάσεων δεν είναι ορθό να την επωμισθεί μόνη της η οποιαδήποτε Κυβέρνηση[…] ούτε ακόμη και η ίδια η Βουλή». Ενώ λοιπόν έκανε θέμα το ότι δεν θα χρειαζόταν δημοψήφισμα καθώς «η θέση του Ελληνικού λαού είναι αρκετά σαφής, σταθερή και αυτονόητη», κατέληξε ότι αν η όποια Κυβέρνηση προχωρήσει θα πρέπει οι βουλευτές να προκαλέσουν συζήτηση στην Βουλή και να υπερψηφίσουν αίτημα … για δημοψήφισμα.
Το κλείσιμο του Μίκη – «η Μακεδονία είναι μια και ήταν, είναι και θα είναι πάντα Ελληνική» – ήταν αναμενόμενο. Όπως και η προκαταβολική άμυνά του με την διάκριση πατριωτισμού από εθνικισμό και με την ατάκα «ανεξάρτητα από τις όποιες διαφωνιες μας, είμαστε όλοι πατριώτες». Βέβαια, λίγο νωρίτερα είχε κρίνει επάναγκες να δηλώσει πατριώτης διεθνιστής, μαχόμενος όμως τον φασισμό «σε όλες του τις μορφές και προπαντός στην πιο πολύ απατηλή και επικίνδυνη μορφή, την αριστερόστροφη» – διατύπωση που ασφαλώς του φέρνει ένα ενθουσιώδες κοινό αλλ’ όπως και να το κάνουμε, λιγάκι σαν να υιοθέτησε την άποψη των υποστηρικτών των άλλοτε βασανιστών του.
Πάντως ο Μίκης θα είναι ο Μίκης.
kontra news