ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΑΝΗΣΥΧΙΑ ΓΙΑ ΤΗ ΣΤΑΣΗ ΤΩΝ ΗΠΑ
Γράφει ο Αλέξανδρος Τάρκας*
Η προσδοκία στήριξης έναντι των τουρκικών προκλήσεων έχει αναζωπυρώσει τις συζητήσεις ως προς τη δράση του αμερικανικού παράγοντα
Η αυξανόμενη ένταση στο Αιγαίο, στην Κύπρο και -πλέον- στον Εβρο και η δικαιολογημένη προσδοκία της ελληνικής κυβέρνησης και των πολιτών για στήριξη και παροχή εγγυήσεων ασφαλείας από το ΝΑΤΟ, την Ε.Ε. και τις Ηνωμένες Πολιτείες έναντι της Τουρκίας έχουν αναζωπυρώσει τις συζητήσεις ως προς το τι πιστεύουν και πώς θα δράσουν οι σύμμαχοι και εταίροι.
Μαζί, όμως, με την πραγματική διάσταση του προβλήματος σεβασμού του Διεθνούς Δικαίου, της προστασίας των ανατολικών συνόρων της Ευρώπης και της συνοχής της νότιας πτέρυγας του ΝΑΤΟ αναπαράγεται, ως συνήθως, η ελληνική συνωμοσιολογία, ειδικά για τη στάση του αμερικανικού παράγοντα. Το φαινόμενο δεν είναι νέο. Η αρνητικότατη στάση του υπουργού Εξωτερικών των ΗΠΑ Χένρι Κίσιντζερ στο Κυπριακό, το 1974, διογκώθηκε αργότερα με ανύπαρκτες «δηλώσεις» του για πλήγματα κατά του Ελληνισμού παντού, ενώ κανείς δεν θυμάται ούτε αξιοποίησε τις αυθεντικές δηλώσεις του, το 1993, υπέρ της ελληνικότητας της Μακεδονίας. Κάτι παρόμοιο συνέβη στα τέλη της δεκαετίας του ’70 με τον ελλαδικό και τον κυπριακό ενθουσιασμό για τις προεκλογικές υποσχέσεις του προέδρου Κάρτερ, οι οποίες αντιστράφηκαν με την άρση του εμπάργκο πώλησης όπλων στην Τουρκία και τη ρήξη με την ομογένεια και τον Κ. Καραμανλή.
Τον Ιούνιο του 1993 αποδόθηκαν στον τότε υπουργό Εξωτερικών Γουόρεν Κρίστοφερ μαντικές ικανότητες και παρασκηνιακές διεργασίες ανατροπής της κυβέρνησης, όταν, έπειτα από συνάντηση με τον Κ. Μητσοτάκη στη Βουλιαγμένη, αναφέρθηκε δημόσια στην πιθανότητα πρόωρων εκλογών. Το αληθές είναι ότι όλοι τότε συζητούσαν για εκλογές και την αδυναμία του πρωθυπουργού έναντι της εσωκομματικής «καραμανλικής» αντιπολίτευσης (Εβερτ, Δήμας, Κανελλόπουλος) και της αντίστοιχης «σαμαρικής».
Επιπλέον, όταν οι Ελληνες διπλωμάτες απαίτησαν την ανασκευή της δήλωσης, ο βοηθός υπουργός Εξωτερικών Οξμαν και ο εκπρόσωπος του Στέιτ Ντιπάρτμεντ Μακέρι απάντησαν ότι το θέμα ετέθη από τον ίδιο τον πρωθυπουργό. Εχει, επίσης, δημοσιευθεί τηλεγράφημα της πρεσβείας, της ίδιας εποχής, που χαρακτήριζε τον Κ. Μητσοτάκη «Απόστολο» των διμερών σχέσεων, που έπρεπε να στηριχθεί.
Το 2018 ο πρώτος νέος μύθος που οικοδομείται βασίζεται στη δήλωση του πρέσβη Τζέφρι Πάιατ, στις 30 Ιανουαρίου στον Σκάι, περί φόβου του για ατύχημα στο Αιγαίο. Μόλις δύο εβδομάδες αργότερα εμβολίστηκε το σκάφος του Λιμενικού Σώματος από τουρκικό και το ερώτημα «δαιμονοποίησης» είναι πώς το «γνώριζε»!
Η πραγματικότητα είναι ότι η δήλωση Πάιατ ήταν θετική, καθώς η Αθήνα προβάλλει την πιθανότητα ατυχήματος, λόγω της τουρκικής προκλητικότητας, επί σειρά ετών και επί όλων των κυβερνήσεων. Ο πρωθυπουργός Αλ. Τσίπρας και ο υπουργός Εξωτερικών Ν. Κοτζιάς παρέδωσαν αναλυτικό πίνακα των τουρκικών παραβιάσεων και προκλήσεων στον αντιπρόεδρο των ΗΠΑ Μάικλ Πενς, τον περασμένο Οκτώβριο, λίγο μετά τη «δύσκολη» συνάντησή τους με τον πρόεδρο Ντ. Τραμπ.
Ο δεύτερος μύθος της εποχής είναι «ουδέτερος» για τα ελληνικά συμφέροντα και ξεκίνησε από τη δημοσιοποίηση, εκ μέρους του κ. Πάιατ, της μετάβασής του στην Αγκυρα στα μέσα Φεβρουαρίου. Η είδηση μεγαλοποιήθηκε σαν αποστολή εσπευσμένης στήριξης του υπουργού Εξωτερικών Ρεξ Τίλερσον στις συνομιλίες με τον ομόλογό του Μ. Τσαβούσογλου και τον πρόεδρο Ρ. Τ. Ερντογάν. Λόγος της μετάβασης, ωστόσο, ήταν η συμμετοχή σε προγραμματισμένη σύσκεψη όλων των πρεσβευτών των ΗΠΑ στις χώρες της ευρύτερης περιοχής, η οποία πραγματοποιήθηκε στην τουρκική πρωτεύουσα με την ευκαιρία τής εκεί παρουσίας του πολιτικού προϊσταμένου τους. Το ίδιο συνέβη και σε άλλες περιοχές, όπου μετέβη ο κ. Τίλερσον πρόσφατα, ενώ στο παρελθόν ήταν τακτικές, στην αρχή κάθε έτους, οι συναντήσεις των Αμερικανών πρεσβευτών στην Αθήνα, στη Λευκωσία και την Αγκυρα για εκτίμηση της κατάστασης και συντονισμό τους.
Ο τρίτος μύθος είναι αρνητικός και οικοδομείται μετά τις δηλώσεις Πάιατ στο Φόρουμ των Δελφών, ότι δεν ανησυχεί πολύ για «γεωπολιτικούς κινδύνους με τη μεγάλη στρατηγική έννοια». Δυστυχώς, παρά την ωραιοποίηση της δήλωσης από την κυβερνητική πλευρά, η αμερικανική εκτίμηση δεν λαμβάνει υπόψη τις νέες ισορροπίες στα Βαλκάνια και στη ΝΑ Μεσόγειο.
Ενώ η Αθήνα τονίζει την τουρκική απειλή, η Ουάσινγκτον απαντά με χλιαρό ως αρνητικό τρόπο: πρώτον, στα Ιμια, για τα οποία δεν αναγνωρίζει ευθέως ελληνική κυριαρχία, οπότε -σε περίπτωση οξείας κρίσης και διαπραγματεύσεων- η πλάστιγγα ίσως γείρει προς το απόλυτο «γκριζάρισμα» των δύο βραχονησίδων, όπως και άλλων νησίδων που η Τουρκία θεωρεί «γκρίζες ζώνες».
Δεύτερον, ως προς τους κυπριακούς υδρογονάνθρακες, η υποβάθμιση των γεωπολιτικών κινδύνων δείχνει, εμμέσως πλην σαφώς, την πρόθεση εξεύρεσης μέσης (;) λύσης με προστασία των συμφερόντων της ExxonMobil, αλλά με τρόπο που δεν θα μεταφράζεται σε υπεράσπιση των κυριαρχικών δικαιωμάτων της Μεγαλονήσου. Αναμενόμενο, ασφαλώς, αφού απόλυτη προτεραιότητα των ΗΠΑ είναι «να μη χαθεί η Τουρκία για τη Δύση» (και ούτε την Ελλάδα τη συμφέρει να χαθεί), αλλά το κόστος της πολιτικής αυτής δεν πρέπει να πληρώσουν η Αθήνα και η Λευκωσία.
*Εκδότης του περιοδικού «Αμυνα & Διπλωματία» και σύμβουλος ξένων εταιριών μελέτης επιχειρηματικού ρίσκου για τη ΝΑ Ευρώπη