Τουρκία και νεο-οθωμανισμός
Τουρκία και νεο-οθωμανισμός
Ο Ερντογάν φαντασιώνεται το παρελθόν της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας
Γράφει η Γιώτα Χουλιάρα
Φεβρουάριο του 1997, ένα χρόνο περίπου μετά την Κρίση των Ιμίων, και ενώ στον πρωθυπουργικό θώκο της Τουρκίας βρίσκεται ο Νετσμετίν Ερμπακάν, πραγματοποιείται το τέταρτο στρατιωτικό πραξικόπημα στη χώρα.
Αιτία ήταν η ανοικτή δυσαρέσκεια των στρατιωτικών κύκλων στον ισλαμικό προσανατολισμό, που προωθούσε το κόμμα της «Ευημερίας» του Ερμπακάν, η οποία και οδήγησε στην πτώση του τελευταίου. Ο Ερμπακάν μοιραζόταν την εξουσία από το 1996 με την Τανσού Τσιλέρ, που κατείχε την θέση της Αντιπροέδρου της Κυβέρνησης και της Υπουργού Εξωτερικών. Η Τσιλέρ ήταν πρωθυπουργός της χώρας από το 1993 ως το 1996 και είχε κατηγορηθεί για ευρεία διαφθορά. Εξετάστηκε πολλές φορές από το τουρκικό Κοινοβούλιο για τις κατηγορίες αυτές, αλλά τελικά απαλλάχθηκε από όλες, καθώς τίποτε δεν μπόρεσε να αποδειχθεί. Δεξαμενές σκέψης και παρατηρητήρια, τόσο στη γειτονική χώρα, όσο και στην Ευρώπη, πιστεύουν ότι η σκανδαλολογία της περιόδου εκείνης αποτέλεσε το εφαλτήριο της ανόδου των ισλαμιστών στην εξουσία.
Τούρκοι πολιτικοί και αναλυτές χαρακτήρισαν το συγκεκριμένο πραξικόπημα ως το «Βελούδινο Πραξικόπημα», επειδή δεν έγινε χρήση βίας και γρήγορα η εξουσία παραδόθηκε σε νέο κυβερνητικό συνασπισμό υπό τον Μεσούτ Γιλμάζ, που διορίστηκε από τον τότε Τούρκο πρόεδρο Σουλεϊμάν Ντεμιρέλ. Ένας από τους Τούρκους στρατηγούς, που είχε συμμετάσχει στο πραξικόπημα, ο Τσεβίκ Μπιρ, είχε δηλώσει τότε: «Στην Τουρκία έχουμε έναν γάμο μεταξύ Ισλάμ και Δημοκρατίας. Το παιδί του είναι η κοσμικότητα. Τώρα το παιδί έχει αρρωστήσει. Ο στρατός είναι ο γιατρός που θα σώσει το παιδί. » Προφανώς σε μια προσπάθεια να εξηγήσει γιατί ο στρατός έκανε επέμβαση στα πολιτικά δρώμενα της χώρας,
Το κόμμα του Ερμπακάν διαλύθηκε και στον ίδιο απαγορεύτηκε να πολιτευθεί στο εξής, απόφαση που τηρήθηκε ως το θάνατό του το 2011.
Ποιος ήταν ο Νετσμετίν Ερμπακάν
Ο Νετσμεττίν Ερμπακάν γεννήθηκε στη Σινώπη στις 29 Οκτωβρίου 1926. Διετέλεσε τρεις φορές αντιπρόεδρος της Τουρκίας σε κυβερνήσεις συνασπισμού αλλά και πρωθυπουργός της χώρας.
Καταγόταν από γνωστή οικογένεια της Κοζάν, περιοχής των Αδάνων. Ξεκίνησε το σχολείο στην Καισάρεια, αλλά ολοκλήρωσε την φοίτησή του στην Τραπεζούντα, εξαιτίας του εκεί διορισμού του πατέρα του. Αποφοίτησε από το Λύκειο Αρρένων στην Κωνσταντινούπολη και κατόπιν φοίτησε στο Τεχνικό Πανεπιστήμιο της Κωνσταντινουπόλεως (Τμήμα Μηχανολόγων), από όπου αποφοίτησε το 1948. Ο Ερμπακάν υπήρξε πιστός μουσουλμάνος. Η πίστη του στο Ισλάμ τον οδήγησε στην προσπάθεια για άνοιγμα τζαμιού στην Σχολή κατά τα φοιτητικά του χρόνια. Μετά την αποφοίτησή του από την ίδια σχολή, έγινε βοηθός στην Έδρα των Μηχανών.
Στη συνέχεια, η πορεία του υπήρξε λαμπρή. Εκπόνησε το διδακτορικό του στο Πολυτεχνείο Άαχεν στην τότε Ομοσπονδιακή Δημοκρατία της Γερμανίας, όπου στάλθηκε το 1951 από το Πανεπιστήμιο. Συνεργάστηκε με τον Δρ Schmidt στο ερευνητικό κέντρο DVL, έκανε έρευνα για τον γερμανικό στρατό,και πήρε το διδακτορικό του. Το 1954, σε ηλικία 27 ετών, έγινε Αναπληρωτής Καθηγητής στο Τεχνικό Πανεπιστήμιο της Κωνσταντινούπολης. Επισκέφτηκε τα εργοστάσια Deutz της Δυτικής Γερμανίας, προκειμένου να πραγματοποιήσει έρευνα. Υπηρέτησε ως αρχιμηχανικός στην έρευνα για την ανάπτυξη των αρμάτων μάχης Leopard (1951-1954). Υπηρέτησε στον στρατό από το 1954 έως το 1955 και κατόπιν επέστρεψε στο πανεπιστήμιο. Ίδρυσε την εταιρεία Gümüş Motor, στο εργοστάσιο της οποίας κατασκευάστηκε ο πρώτος τουρκικής παραγωγής κινητήρας. Το 1965 έγινε καθηγητής.
Το 1967 εξελέγη Γενικός Γραμματεύς του T.O.B.B. ( Ένωση Εμπορικών και Βιομηχανικών Επιμελητηρίων και των Χρηματιστηρίων Τουρκίας). Την ίδια χρονιά παντρεύτηκε την Νερμίν Ερμπακάν. Κατά τη διάρκεια της θητείας του ως Γενικός Γραμματεύς του T.O.B.B. επέδειξε προστατευτική στάση προς τους εμπόρους και βιομηχάνους της Ανατολίας, με την υποστήριξη των οποίων τον επόμενο χρόνο εξελέγη πρόεδρος, αλλά παύθηκε με την αιτιολογία ότι υπήρξαν παρατυπίες κατά την εκλογή.
Στις εκλογές του 1969 Νετσμεττίν Ερμπακάν κατήλθε ως ανεξάρτητος και εξελέγη βουλευτής Ικονίου, αφού ο αρχηγός του Κόμματος της Δικαιοσύνης Σουλεϊμάν Ντεμιρέλ έθεσε βέτο για την υποψηφιότητά του με το δικό του κόμμα. Το 1970 ίδρυσε το Κόμμα Εθνικής Τάξεως , το οποίο μετά το πραξικόπημα του 1971 τέθηκε εκτός νόμου (1972) από το Συνταγματικό Δικαστήριο με πρόφαση την αντίθεσή του προς τις αρχές του Κεμαλισμού. Το 1973 ίδρυσε το Κόμμα Εθνικής Σωτηρίας μαζί με στελέχη του Κόμματος Εθνικής Τάξεως, το οποίο στις εκλογές του ιδίου έτους εισήλθε στην βουλή εξασφαλίζοντας το 11,8% των ψήφων και εκλέγοντας 48 βουλευτές. Μετά τις εκλογές το συνέδριο του κόμματος εξέλεξε τον Ερμπακάν αρχηγό.
Ο Ερμπακάν συνελήφθη στις 12 Σεπτεμβρίου 1980 και κρατήθηκε για ένα διάστημα στο Μακρονήσι στη Σμύρνη. Στις 15 Οκτωβρίου του ιδίου έτους συνελήφθη μαζί με άλλα 21 μέλη του κόμματός του με την κατηγορία της δράσεως εναντίον της εκκοσμικεύσεωςς του κράτους (μία από τις αρχές του κεμαλισμού) . Αφέθηκε ελεύθερος στις 24 Ιουλίου 1981 και αθωώθηκε.Σύμφωνα με το Σύνταγμα του 1982 του απαγορεύτηκε για 10 χρόνια η ενασχόληση με την πολιτική. Εν τούτοις, επέστρεψε στην πολιτική μετά το δημοψήφισμα του 1987.
Στις 28 Ιουνίου 1996, ο Ερμπακάν ανέλαβε πρωθυπουργός στην κυβέρνηση συνασπισμού του Κόμματος Ευημερίας και του Κόμματος Ορθού Δρόμου της Τανσού Τσιλέρ. Η κυβέρνηση αυτή άντεξε ένα χρόνο. Την χαριστική βολή της έδωσε το «Βελούδινο Πραξικόπημα». Έπειτα από μία διαδικασία φθοράς, κατά την οποία παραιτήθηκαν από το κόμμα τους πολλοί βουλευτές του Κόμματος του Ορθού Δρόμου, με αποτέλεσμα να χάσει την πλειοψηφία η κυβέρνηση στη Βουλή, ο Ερμπακάν παραιτήθηκε στις 18 Ιουνίου 1997.
Τον Ιανουάριο του 1998 το Συνταγματικό Δικαστήριο έθεσε εκτός νόμου του Κόμμα της Ευημερίας και επέβαλε πενταετή απαγόρευση ανάμειξης στην πολιτική στον Ερμπακάν. Το τελευταίο αντικαταστάθηκε από το Κόμμα της Αρετής , το οποίο όμως τέθηκε εκτός νόμου το 2001, έπειτα από δίκη που κράτησε σχεδόν δύο χρόνια.Μετά τη διάσπαση του χώρου του πολιτικού Ισλάμ το 2001, η «ανανεωτική πτέρυγα» (με πιο κοσμικό και φιλοδυτικό προσανατολισμό) συνέστησε το κυβερνών σήμερα (2012) Κόμμα Δικαιοσύνης και Ανάπτυξης, ενώ οι πιστοί στον Ερμπακάν ίδρυσαν το Κόμμα της Ευτυχίας. Τον Μάιο του 2003 ο Ερμπακάν εξελέγη ηγέτης του κόμματος αυτού. Τον επόμενο χρόνο όμως αναγκάστηκε να παραιτηθεί λόγω καταδικαστικής απόφασης του Συνταγματικού Δικαστηρίου
Το 2008 ο Ερμπακάν κατηγορήθηκε από Δικαστήριο της Άγκυρας για πλαστογράφηση εγγράφων με σκοπό την υπεξαίρεση από το κράτος ενός μεγάλου χρηματικού ποσού και ετέθη υπό κατ’ οίκον περιορισμό για 11 μήνες. Ο Ερμπακάν πέθανε στην Άγκυρα στις 27 Φεβρουαρίου 2011 και ετάφη στην Κωνσταντινούπολη.
Ο Νετσμεττίν Ερμπακάν ήδη από το 1969 διαμόρφωσε σε μανιφέστο την λεγόμενη «Εθνική Άποψη», ένα μείγμα αντιδυτικής, εθνικιστικής και ισλαμικής ιδεολογίας. Το 1973 δήλωσε χαρακτηριστικά ότι το κόμμα του ήταν αντίθετο στην σύνδεση της Τουρκίας με την τότε Ε.Ο.Κ., ενώ η τουρκική συμμετοχή στο Ν.Α.Τ.Ο. δεν αποτελούσε για την χώρα παρά μία βαριά οικονομική επιβάρυνση. Εξέφρασε επίσης φιλοαραβικές και αντιισραηλινές θέσεις. Οι πολιτικές ιδέες του επηρέασαν πολλούς από τους σημερινούς κορυφαίους πολιτικούς της Τουρκίας. Ο σημερινός πρόεδρος της Τουρκίας, Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν θεωρείται ως ο κυριότερος «πολιτικός απόγονος» του ισλαμιστή Ερμπακάν.
Ο νεο-οθωμανός Ερντογάν
Οι προκλητικές δηλώσεις του Τούρκου προέδρου Ερντογάν απέναντι στην Ελλάδα αλλά και την Δύση γενικότερα, έχουν ως ρίζα την προσπάθεια του για αναβίωση της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας υπό το πρίσμα του νεο-οθωμανισμού. Η Οθωμανική Αυτοκρατορία που ονειρεύεται η Άγκυρα στο αποκορύφωμά της, είχε υπό τον έλεγχό της τα Βαλκάνια, το μεγαλύτερο μέρος από τη σημερινή Μέση Ανατολή, μεγάλο μέρος από τη Βόρεια Αφρική και τον Καύκασο. Η νεο-οθωμανική εξωτερική πολιτική ενθαρρύνει την αυξημένη εμπλοκή και επιρροή της Τουρκίας σ’ αυτές τις περιοχές σε αντίθεση με την κεμαλική εξωτερική πολιτική που συνήθως έκλινε προς τη Δύση και οι νεο-Οθωμανοί την θεωρούν ως υπαίτια της αποξένωσης της Τουρκίας με τους ισλαμιστές γείτονές της στην περιοχή.
Αν και ο Αχμέτ Νταβούτογλου, πρώην Υπουργός Εξωτερικών της Τουρκίας και «αρχιτέκτονας»της νέας εξωτερικής πολιτικής της χώρας, απέρριψε τον όρο «νεο-οθωμανισμός» για να περιγράψει τη πολιτική της λέγοντας πως «Η Τουρκική Δημοκρατία είναι ένα σύγχρονο έθνος-κράτος και είναι ισότιμη με τις χώρες της περιοχής. Μπορούμε να οικοδομήσουμε τις διπλωματικές μας σχέσεις στη βάση της ισότητας με κάθε μεγάλη ή μικρή χώρα που στο παρελθόν ήταν στην οθωμανική επικράτεια. Αυτό επιβάλλει η σύγχρονη διπλωματία.» Όμως, ο Ερντογάν έχει αντίθετη άποψη. στις προεκλογικές εκστρατείες του από το 2014 κιόλας, έχει χρησιμοποιήσει συνθήματα όπως Osmanlı torunu (απόγονοι των Οθωμανών) και πριν ένα χρόνο δεν δίστασε να μεταμορφώσει το υπάρχον κοινοβουλευτικό σύστημα σε ένα προεδρικό σύστημα με ισχυρές εξουσίες συγκεντρωμένες σε ένα πρόσωπο, παρόμοιο με το σύστημα της Οθωμανικής περιόδου.
Σε μια προσπάθεια να ενσωματώσει τα απαραίτητα στοιχεία εθνικισμού ώστε να μπορέσει να υπερισχύσει του κεμαλισμού, ο Ερντογάν συμμάχησε πρόσφατα με τον Ντεβλέτ Μπαχτσελί, αρχηγό του Κόμματος της Εθνικιστικής Δράσης, στο οποίο ανήκει και η εθνικιστική οργάνωση των Γκρίζων Λύκων που φαντασιώνεται μια Τουρκική Αυτοκρατορία, ενώ είναι γνωστοί για τις τρομοκρατικές τους δράσεις. Χαρακτηριστικά θυμίζουμε πως μέλη των Γκρίζων Λύκων συμμετείχαν στη δολοφονία του Τάσου Ισαάκ το 1996.
Ο Ερντογάν προκειμένου να δελεάσει τον Μπαχτελί για κοινή εκλογική κάθοδο του υποσχέθηκε την ποινικοποίηση της μοιχείας, κάτι που επιθυμεί η πτέρυγα των σκληροπυρηνικών ψηφοφόρων του καθώς και άλλες επιχειρήσεις όπως αυτή του τουρκικού στρατού στον κουρδικό θύλακα του Αφρίν, στη Συρία.
Οι τρομακτικές εικόνες των Τούρκων στην Αφρίν που, ως νέοι φανατικοί του Ισλάμ, έσπαγαν και άρπαζαν ό,τι έβρισκαν σε συνδυασμό με τις διώξεις που έχει εξαπολύσει ο Τούρκος πρόεδρος στο εσωτερικό της χώρας, παρουσιάζουν ανάγλυφα το μέλλον της Τουρκίας: την επιστροφή στο σκοτεινό παρελθόν.