FT: Η κόντρα ΗΠΑ-Ρωσίας και το μέλλον της Συρίας
Οι βομβαρδισμοί της περασμένης εβδομάδας δεν θα αλλάξουν την πορεία του πολέμου. Η φθίνουσα ισχύς των ΗΠΑ στη Μέση Ανατολή και η αναξιοπιστία Τραμπ. Ο κίνδυνος ευρύτερης σύγκρουσης στην περιοχή.
«Αποστολή εξετελέσθη» ήταν το λακωνικό, κοινότυπο, μήνυμα του Ντόναλντ Τραμπ, μετά τις πυραυλικές επιθέσεις στη Συρία την προηγούμενη εβδομάδα. Αλλά είναι δύσκολο να προσδιορίσει κανείς την «αποστολή» της Αμερικής στη Συρία, πόσο μάλλον να την εκπληρώσει.
Υπάρχουν τουλάχιστον πέντε ζητήματα που πρέπει να εξετάσουν οι αξιωματούχοι. Το πρώτο και πιο ειδικό είναι η χρήση χημικών όπλων. Το δεύτερο είναι το μέλλον της ίδιας της Συρίας. Το τρίτο είναι το μέλλον της ευρύτερης Μέσης Ανατολής. Το τέταρτο είναι η Ρωσία. Το πέμπτο είναι η θέση των ΗΠΑ ως της μοναδικής υπερδύναμης του πλανήτη.
Επισήμως, η επέμβαση στην Συρία αφορούσε μόνο το πρώτο ζήτημα, τα χημικά όπλα. Είναι χαρακτηριστικό το πόσο στενά προσδιορισμένη ήταν η αποστολή. Οι επιθέσεις είχαν σαν στόχο να στείλουν ένα μήνυμα για την αποφασιστικότητα και την σημασία της Δύσης, ελαχιστοποιώντας ταυτόχρονα τον κίνδυνο εμπλοκής σε έναν ευρύτερο πόλεμο.
Αυτό το αντιφατικό μήνυμα σημαίνει πως κανένα από τα ευρύτερα ζητήματα στην Συρία δεν πρόκειται να επιλυθεί σύντομα. Ο πόλεμος θα συνεχιστεί, με όλες τις φρικιαστικές ανθρωπιστικές συνέπειες. Ο κίνδυνος να κλιμακωθεί σε μια πιο ευρεία σύγκρουση παραμένει.
Υπάρχει κάτι το ιδιόμορφο στην εμμονή της Δύσης για τα χημικά όπλα. Εκατοντάδες χιλιάδες άνθρωποι έχουν πεθάνει στη Συρία. Ελάχιστοι από αυτούς ήταν θύματα επίθεσης με χημικά όπλα. Μήπως τελικά το μήνυμα είναι πως δεν πειράζει αν σκοτώνονται Σύροι, αρκεί να μην γίνεται με ένα συγκεκριμένο είδος όπλου; Υπάρχει ο κίνδυνος ο πρόεδρος Μπασάρ αλ Άσαντ να καταλήξει σε αυτό το συμπέρασμα.
Το επιχείρημα πως τα χημικά όπλα απαιτούν ειδική μεταχείριση βασίζεται στο ότι απαγορεύονται από τις διεθνείς συνθήκες. Αν η απαγόρευση αυτή αγνοηθεί, οι πόλεμοι θα μπορούσαν να λάβουν τρομακτικές διαστάσεις. Η διεθνής απαγόρευση της χρήσης χημικών όπλων είναι ένας από τους κανόνες που συγκροτούν το «διεθνές σύστημα κανόνων» που η Δύση δηλώνει αποφασισμένη να προστατεύσει.
Αλλά ακόμα και αν τα χημικά όπλα πρέπει όντως να αντιμετωπίζονται ως κάτι πιο σημαντικό από τις υπόλοιπες φρικαλεότητες που έχουν χρησιμοποιηθεί στη Συρία – τους θαλάμους βασανιστηρίων, τις βόμβες-βαρέλι και τα συμβατικά πυροβόλα όπλα – δεν είναι ξεκάθαρο κατά πόσον η στρατιωτική δράση αυτού του Σαββατοκύριακου θα σταματήσει την χρήση τους. Οι επιθέσεις τις κυβέρνησης Τραμπ την προηγούμενη χρονιά δεν κατάφεραν να πετύχουν τον στόχο αυτό.
Όσον αφορά το δεύτερο ζήτημα, το μέλλον της Συρίας, η πολιτική των ΗΠΑ δημιουργεί ακόμα μεγαλύτερη σύγχυση από ότι κατά την προεδρία του Μπαράκ Ομπάμα. Ο κ. Τραμπ υποστήριζε ότι ο μόνος σημαντικός στόχος είναι η ήττα του ISIS. Μόλις μερικές ημέρες πριν την επίθεση με χημικά όπλα, ο πρόεδρος μέχρι που ανακοίνωσε ότι θέλει ν αποχωρήσουν από τη Συρία όλοι οι Αμερικανοί στρατιώτες. Λίγες ημέρες αργότερα, έδωσε την έγκριση για στρατιωτική επίθεση.
Η πραγματικότητα ωστόσο παραμένει πως οι ΗΠΑ και οι σύμμαχοι τους δεν θα καταβάλλουν συντονισμένες προσπάθειες για να ρίξουν τον κ. Άσαντ. Κατανοούν τους στρατιωτικούς κινδύνους που ενέχει μια δυτική επέμβαση και φοβούνται ότι το καθεστώς Άσαντ μπορεί να αντικατασταθεί από κάτι χειρότερο.
To αποτέλεσμα είναι πως η πορεία του πολέμου στην Συρία δύσκολα θα αλλάξει, με την συριακή κυβέρνηση να ανακτά με την στήριξη της Ρωσίας και του Ιράν τον έλεγχο της χώρας.
Μια νίκη της συριακής κυβέρνησης μπορεί τουλάχιστον να οδηγήσει στο τέλος του πολέμου. Αλλά αρκετές τοπικές δυνάμεις είναι δυσαρεστημένες με τον διαφαινόμενο πολιτικό συμβιβασμό, κάτι που σημαίνει ότι θα συνεχίσουν να στηρίζουν αντάρες ή θα παρέμβουν οι ίδιες.
Ειδικότερα, το Ισραήλ και η Σαουδική Αραβία έχουν ανησυχήσει από την αυξανόμενη επιρροή του Ιράν στη Συρία. Την περασμένη εβδομάδα, το Ισραήλ βομβάρδισε μια ιρανική βάση εντός της Συρίας. Εν τω μεταξύ, η τουρκική κυβέρνηση είναι αποφασισμένη να αποτρέψει την δημιουργία ενός κουρδικού θύλακα στο συριακό έδαφος. Από την στιγμή που οι Κούρδοι είναι σημαντικοί Αμερικανοί σύμμαχοι, αυτό έχει οδηγήσει σε μια σύγκρουση των Τούρκων με κουρδικές δυνάμεις που στηρίζονται από τις ΗΠΑ. Όλα αυτά τα αντικρουόμενα τοπικά συμφέροντα σημαίνουν πως δεν θα υπάρξει σύντομα ειρήνη στη Συρία.
Η επέμβαση της Ρωσίας εκ μέρους της κυβέρνησης Άσαντ έχει επίσης αυξήσει τις πιθανότητες μιας σύγκρουσης ανάμεσα σε αμερικανικές και ρωσικές δυνάμεις. Λίγο πριν τις επιθέσεις των ΗΠΑ στη Συρία, η ρωσική τηλεόραση εξέδωσε καταστροφολογικές προειδοποιήσεις για το ενδεχόμενο ενός πυρηνικού πολέμου. Όπως αποδείχθηκε, οι επιθέσεις των ΗΠΑ, της Βρετανίας και της Γαλλίας ήταν προσεκτικά σχεδιασμένες για να ελαχιστοποιήσουν την πιθανότητα να σκοτωθούν Ρώσσοι.
Σε κάθε περίπτωση, είναι ξεκάθαρο πως οι εντάσεις ανάμεσα στη Ρωσία και στη Δύση κλιμακώνονται και υψηλόβαθμοι αξιωματούχοι της Δύσης αναμένουν πως τα πράγματα θα γίνουν χειρότερα τους ερχόμενους μήνες. Ωστόσο, δεδομένου του κινδύνου μιας κανονικής στρατιωτικής σύγκρουσης, οι ΗΠΑ και οι σύμμαχοι τους θα προσπαθήσουν να μην κάνουν τη Συρία το κεντρικό μέτωπο σε οποιαδήποτε κόντρα με το Κρεμλίνο.
Αντίθετα, οι προσπάθειες της Δύσης θα συνεχίσουν να εστιάζουν σε οικονομικές κυρώσεις σαν και αυτές που επέφεραν μεγάλο πλήγμα στο ρούβλι και στη ρωσική χρηματιστηριακή αγορά την προηγούμενη εβδομάδα.
Η μάχη με τη Ρωσία υπογραμμίζει τον βαθμό στον οποίο η Συρία έχει μετατραπεί σε ένα κρίσιμο τεστ για την ισχύ των ΗΠΑ. Η αποτυχία του κ. Ομπάμα να διαφυλάξει την κόκκινη γραμμή για την χρήση χημικών όπλων στη Συρία ερμηνεύτηκε σε όλο τον κόσμο ως μια ένδειξη της υποχώρησης της Αμερικής. Είναι εν μέρει για το λόγο αυτό που το κατεστημένο της Ουάσιγκτον ήθελε να δει την κυβέρνηση Τραμπ να αναλαμβάνει δράση τη φορά αυτή.
Αλλά καθώς θα γίνεται ξεκάθαρο πως οι πυραυλικές επιθέσεις αυτού του Σαββατοκύριακου έκαναν ελάχιστα για να αλλάξουν την πορεία του συριακού πολέμου, τόσο θα ξεθωριάζει η συμβολική τους σημασία.
Εν τω μεταξύ, υπάρχουν πολλές ενδείξεις πως η Αμερική του κ. Τραμπ είναι ένας απρόβλεπτος και χαοτικός εταίρος. Ένας βομβαρδισμός της Συρίας κατά τη διάρκεια ενός Σαββατοκύριακου δεν μπορεί να το αλλάξει αυτό, ούτε και την αίσθηση πως φθίνει η ισχύς των ΗΠΑ στη Μέση Ανατολή.