Η τέλεια πορεία της Τουρκίας προς την απολυταρχία
του Marc Pierini
Carnegie Europe
Οι επόμενες προεδρικές και βουλευτικές εκλογές της Τουρκίας, που είχαν αρχικά προγραμματιστεί για τις 3 Νοεμβρίου 2019, έχουν έρθει πιο νωρίς, στις 24 Ιουνίου 2018. Η τελευταία εκλογική κίνηση του προέδρου Erdogan δείχνει την αποφασιστικότητά του να εξασφαλίσει άλλη μία νίκη στις κάλπες. Ενσωματώνει μια πολιτική στρατηγική επιβίωσης, όπου όλα τα μέσα είναι απαραίτητα για την κατάληψη και διατήρηση της απόλυτης εξουσίας.
Στον απόηχο του ιδιαίτερα αμφισβητούμενου συνταγματικού δημοψηφίσματος τον Απρίλιο του 2017 και του υπέρ-προεδρικού συστήματος που εισήγαγε, έχουν τεθεί τέσσερις προϋποθέσεις τις τελευταίες εβδομάδες για την εκλογική αναμέτρηση.
Πρώτον, η μεταρρύθμιση του εκλογικού νόμου της Τουρκίας έχει δώσει μεγαλύτερο έλεγχο στους κυβερνητικούς αξιωματούχους έναντι των κομματικών εκπροσώπων. Επιπλέον, η συνήθης διπλή “σφράγιση” της κάλπης από τις τοπικές εκλογικές επιτροπές, δεν θα είναι πλέον απαραίτητη, αφαιρώντας ως εκ τούτου μια ουσιαστική εξασφάλιση έναντι απάτης.
Δεύτερον, παράλληλα, η κατάσταση έκτακτης ανάγκης της χώρας έχει μόλις παραταθεί για έβδομη φορά από τον Ιούλιο του 2016, δίνοντας (μεταξύ άλλων) εξουσία στους κυβερνώντες να ελέγχουν τις προεκλογικές εκστρατείες, επιτρέποντας (ή όχι) τις συγκεντρώσεις και την μετακίνηση των καλπών της τελευταίας στιγμής, για λόγους ασφαλείας. Η κατάσταση είναι βέβαιο ότι θα ευνοήσει τον σημερινό συνασπισμό, όπως έκανε το δημοψήφισμα του 2017.
Τρίτον, η φυλάκιση βουλευτών, δημάρχων και στελεχών του Λαϊκού Δημοκρατικού Κόμματος (HDP) -ή η αφαίρεση της βουλευτικής ιδιότητας από τους βουλευτές τους- διαλύει το HDP απομακρύνοντας τις καλύτερες φωνές από το πολιτικό σκηνικό. Ο Osman Baydemir, ένας από τους εξέχοντες Κούρδους βουλευτές, μόλις εκδιώχθηκε από τη βουλή και ως εκ τούτου δεν θα είναι υποψήφιος.
Τέλος, κάποιες ευνοϊκές πωλήσεις ομίλων ΜΜΕ σε φιλικές προς την κυβέρνηση επιχειρήσεις (ο όμιλος Dogan για παράδειγμα, μόλις άλλαξε χέρια), διευρύνει τον έλεγχο της κυβέρνησης στον Τύπο.
Με αυτές τις σταθερές βάσεις, η τακτική απόφαση για πρόωρες εκλογές κατά 16 μήνες, περιλαμβάνει πολλαπλά οφέλη.
Η διεξαγωγή των προεδρικών και βουλευτικών εκλογών πριν από τις δημοτικές -είναι προγραμματισμένες για το Μάρτιο του 2019- θα αποτρέψει τις αντιδράσεις από την προβλεπόμενη απώλεια δήμων όπως της Σμύρνης, της Άγκυρας και πιθανώς ακόμη και της Κωνσταντινούπολης. Ομοίως, η διεξαγωγή εκλογών πριν από την εκτιμώμενη κατάρρευση των αποθεματικών της κεντρικής τράπεζας και πριν από τις επικείμενες κυρώσεις των ΗΠΑ εναντίον της Halkbank ως αποτέλεσμα της υπόθεσης Zarrab, που περιλαμβάνει και κάποιους εκ των στενότερων συμμάχων του Erdogan, θα βοηθήσει ώστε να αποφευχθούν οι αρνητικές πολιτικές συνέπειες.
Μια άλλη “προφύλαξη” περιλαμβάνει τον χαρακτηρισμό όλων των μη θετικών οικονομικών ειδήσεων ως συνωμοσίες, μια τακτική που τέθηκε σε εφαρμογή από την Άγκυρα, ιδιαίτερα σε σχέση με την υπόθεση Zarrab, αλλά επίσης και σε θέματα “ρουτίνας”, όπως όταν οι οίκοι αξιολόγησης, οι διεθνείς τράπεζες ή η ισοτιμία της λίρας επηρεάζουν αρνητικά την τουρκική οικονομία.
Ταυτόχρονα, η τουρκική ηγεσία ακολουθεί ένα εθνικιστικό κύμα μετά την δημοφιλή στρατιωτική εισβολή στην επαρχία Αφρ΄ίν στη Βόρεια Συρία. Επιπλέον, υπήρξαν αρκετά πρόσφατα περιστατικά με ξένες δυνάμεις, όπως η κράτηση Αμερικανικών πολιτών ως ομήρους στην Τουρκία και η εκτόξευση απειλών εναντίον της Ελλάδας σε σχέση με εδαφικές διαφωνίες στο Αιγαίο.
Αναφορικά με την ΕΕ, αξίζει ν σημειώσουμε ότι οι εκλογές στην Τουρκία στις 24 Ιουνίου, είναι ακριβώς τέσσερις ημέρες πριν από τη συνεδρίαση του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου που είναι προγραμματισμένο να εξάγει συμπεράσματα από την πολύ αρνητική έκθεση για την Τουρκία που δημοσίευσε η Κομισιόν τον Απρίλιο. Μια νίκη στον πρώτο γύρο για τον Erdogan, θα καθιστούσε παρωχημένη οποιαδήποτε κριτική από τις Βρυξέλλες για την άσχημη κατάσταση του κράτους δικαίου στην Τουρκία -και ίσως να ενθάρρυνε κάποιους ηγέτες της ΕΕ να χαιρετίσουν τη νίκη του. Στην περίπτωση μιας νίκης στον β΄ γύρο, η θέση του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου θα χρησιμοποιηθεί από τον Erdogan στην προεκλογική του εκστρατεία, ως ένα επιχείρημα είτε υπέρ είτε κατά, αναλόγως με τον τόνο του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου.
Σε ό,τι αφορά την εξωτερική πολιτική, η Άγκυρα είναι πιθανό να καταβάλει κάθε προσπάθεια μέχρι το τέλος του Ιουνίου, για να παρουσιάσει τον πρόεδρο Erdogan ως τον αναντικατάστατο συνομιλητή της Δύσης -και ταυτόχρονα ως στενό σύμμαχο της Ρωσίας.Στο πλαίσιο αυτό, πιθανές συναντήσεις ή συνομιλίες με τους Macron, Merkel και Putin, θα εξυπηρετήσουν αυτό το σκοπό.
Ας ελπίσουμε ότι η επικρατούσα εθνικιστική αφήγηση δεν θα οδηγήσει σε επεισόδια με τον Αμερικανικό στρατό στη Συρία, σε επεισόδια στο Αιγαίο ή ανοιχτά της Κύπρου, ή σε επεισόδια εις βάρος Τούρκων πολιτών που ζουν στην ΕΕ όταν πάνε να ψηφίσουν στους τοπικούς εκλογικούς σταθμούς, κυρίως στην Αυστρία, στη Γερμανία και στην Ολλανδία.
Αυτή η αξιολόγηση παρουσιάζει μια πολύ ζοφερή εικόνα της τουρκικής πολιτικής αρχιτεκτονικής και των οικονομικών της προοπτικών. Επίσης προωθεί μια τεταμένη μελλοντική σχέση με τη Δύση. Αλλά τα πράγματα θα μπορούσαν να γίνουν ακόμη χειρότερα εάν διαπιστωθεί απάτη κατά τη διάρκεια των προεδρικών εκλογών. Οι διεθνείς παρατηρητές αναμφισβήτητα θα έχουν ένα δύσκολο έργο με την παρακολούθηση των αποτελεσμάτων.
Τελικά, η απόφαση να διεξαχθούν πιο νωρίς οι προεδρικές εκλογές, εγείρει ένα σημαντικό ερώτημα: μπορεί να συναντήσει αντίπαλο μια τόσο προσεκτικά σχεδιασμένη πορεία προς μια νίκη του Erdogan; Ένα από τα εναλλακτικά σενάρια κατέρρευσε όταν ο πρώην πρόεδρος Abdullah Gul ανακοίνωσε στις 28 Απριλίου ότι δεν θα είναι υποψήφιος για πρόεδρος.
Ωστόσο, η πιθανότητα ενός απολυταρχικού αποτελέσματος έχει προκαλέσει καινοτόμες πολιτικές τακτικές γύρω από το σλόγκαν “οτιδήποτε εκτός του Erdogan”. Έχουν λάβει δύο διαφορετικές μορφές.
Για τις προεδρικές εκλογές, ο τωρινός πρόεδρος Erdogan και ηγέτης του Κόμματος Δικαιοσύνη και Ανάπτυξη (ΑΚΡ) έχει τη στήριξη του Εθνικιστικού Κινήματος (ΜΗΡ) και του Κόμματος Μεγάλη ΕΝότητα (ΒΒΡ).ν Τα κόμματα της αντιπολίτευσης έχουν επιλέξει να παρουσιάσουν ξεχωριστούς υποψήφιους -ο Muharrem Ince για το Ρεπουμπλικανικό κόμμα (CHP), η Meral Aksener για το Καλό Κόμμα, ο Selahattin Demirtas για το HDP, ο Temel Karamollaoglu για το Κόμμα της Ευτυχίας (SP)- με την ελπίδα να αποτρέψουν τον τωρινό πρόεδρο να κερδίσει στον πρώτο γύρο. Στο δεύτερο γύρο θα συμμετέχουν οι υποψήφιοι που έλαβαν τον υψηλότερο αριθμό των ψήφων στον πρώτο γύρο.
Για τις βουλευτικές εκλογές, οι ψηφοφόροι έχουν μια επιλογή μεταξύ δύο πανίσχυρων συνδυασμών. Ο ένας αποτελείται από το ΑΚΡ, το ΜΗΡ και το ΒΒΡ. Ο άλλος συνασπισμός αποτελείται από το CHP, το Καλό Κόμμα, το HDP, το SP και το μικρότερο Δημοκρατικό Κόμμα (DP).
Δεδομένης μιας τόσο έντονης μάχης, η δημοκρατία της Τουρκίας είτε θα χρειαστεί μια μακρά περίοδο ανάκαμψης ή θα αντικατασταθεί από ένα σύστημα εξουσίας του ενός. Η απάντηση βρίσκεται στα χέρια των πολιτών της χώρας και μόνο σε αυτά.