Η «Διακήρυξη Μπάλφουρ»
2 Νοεμβρίου 1917: Ενώ η εξέγερση κατά των Οθωμανών εξελίσσεται νικηφόρα για τους Άραβες που ονειρεύονται ανεξαρτησία, ο βρετανός υπουργός Εξωτερικών, Άρθουρ Τζέιμς Μπάλφουρ, αποστέλλει μία επιστολή στον ηγέτη της εβραϊκής κοινότητας της Μεγάλης Βρετανίας, Λόρδο Ρότσιλντ, ζητώντας να τη διαβιβάσει στη Διεθνή Σιωνιστική Ομοσπονδία.
Πρόκειται για τη «Διακήρυξη Μπάλφουρ», όπως θα μείνει στην ιστορία, με την οποία δίδεται η υπόσχεση για την εγκαθίδρυση μιας «εβραϊκής πατρίδας» στην Παλαιστίνη, με σεβασμό στα δικαιώματα των λαών που ζουν ήδη στην περιοχή. Ως αντάλλαγμα, η εβραϊκή κοινότητα καλείται να ενθαρρύνει τις ΗΠΑ να εισέλθουν στον Α’ Παγκόσμιο Πόλεμο.
Οι συζητήσεις που προηγήθηκαν της Διακήρυξης είχαν να κάνουν με τις λεπτομέρειες στη διατύπωση. Η φράση «εβραϊκή πατρίδα» χρησιμοποιήθηκε εσκεμμένα αντί της λέξης «πολιτεία», μιας και το επίσημο Λονδίνο δεν παραδέχτηκε ποτέ ότι στόχος του ήταν η δημιουργία ενός εβραϊκού κράτους. Επιπλέον, η αλλαγή μιας πρόθεσης οροθετούσε αυτή την πατρίδα μέσα στην Παλαιστίνη προς αποφυγής του εποικισμού όλης της περιοχής, ενώ στο τελικό κείμενο προστέθηκε και η αναφορά στα δικαιώματα των μη εβραϊκών κοινοτήτων.
Όλες αυτές οι αλλαγές ήταν αποτέλεσμα πιέσεων ενός αντι-σιωνιστή εβραίου και υπουργού της ινδικής κυβέρνησης, του Έντουιν Σάμιουελ Μοντάγκου, που πίστευε ότι η Διακήρυξη Μπάλφουρ στην αρχική της μορφή θα ενίσχυε τους αντισημιτικούς διωγμούς.
Η επιστολή περιελήφθη τρία χρόνια αργότερα στη Συνθήκη των Σεβρών, με την οποία διαμοιράστηκαν τα ιμάτια της πάλαι ποτέ κραταιάς Οθωμανικής Αυτοκρατορίας. Η Μ. Βρετανία πήρε υπό την εντολή της τα εδάφη της Παλαιστίνης, κατόπιν αποφάσεως της Κοινωνίας των Εθνών. Οι Εβραίοι της Διασποράς ενθαρρύνθηκαν να μεταναστεύσουν κατά χιλιάδες στη «Γη της Επαγγελίας» και των προγόνων τους, προς μεγάλη αντίδραση των ντόπιων Αράβων.
Η πληθυσμιακή ισορροπία της περιοχής άρχισε να διαταράσσεται, η απελευθερωτική για τους Εβραίους -τρομοκρατική για τους Άραβες- οργάνωση «Χαγκάνα» ανέλαβε δράση και οι Βρετανοί «ένιπταν τας χείρας τους», όταν δεν υποστήριζαν το εβραϊκό στοιχείο. Έτσι φθάσαμε στο 1948, όταν δημιουργήθηκε το κράτος του Ισραήλ σε παλαιστινιακά εδάφη.
Ιστορικό πλαίσιο:
Στα τέλη του 1915, η Γαλλία και η Βρετανία συζητούν έναν διαμοιρασμό των αραβικών εδαφών της Οθωμανικής αυτοκρατορίας. Παράλληλα βρετανοί απεσταλμένοι διαπραγματεύονται με τον Χουσεΐν, σαρίφη της Μέκκας, τον οποίο δελεάζουν με το όνειρο της αραβικής ανεξαρτησίας.
Το 1916, ο βρετανός σερ Μαρκ Σάικς και ο γάλλος Φρανσουά Ζορζ-Πικό αποφασίζουν να θέσουν την Παλαιστίνη υπό διεθνή διοίκηση στο πλαίσιο ενός μελλοντικού διαμοιρασμού, μεταξύ των χωρών τους, των αραβικών επαρχιών της Οθωμανικής αυτοκρατορίας.
Όμως η Βρετανία δεν περιορίζεται σε αυτή τη διεθνοποίηση ακόμη κι αν αποκτά τον άμεσο έλεγχο των λιμανιών της Χάιφα και του Αγίου Ιωάννη της Άκρας. Θέλει να κατευθύνει προς όφελός της τις σιωνιστικές φιλοδοξίες και θεωρεί πως η αναγνώριση μιας «εβραϊκής εθνικής εστίας» μπορεί να την εξυπηρετεί προκειμένου να διασφαλίσει τα συμφέροντά της στη Μέση Ανατολή.
Από την πλευρά του, το σιωνιστικό κίνημα ξεκινά διαπραγματεύσεις με τη βρετανική κυβέρνηση. Το βοηθά ο διορισμός στο Φόρεϊν Όφις, στα τέλη του 1916, του Άρθουρ Μπάλφουρ, που βλέπει με συμπάθεια την εβραϊκή υπόθεση.
Στις 2 Νοεμβρίου 1917 λοιπόν, ο Άρθουρ Μπάλφουρ απευθύνει στον λόρδο Γουόλτερ Ρόθτσιλιντ, ύπατο εκπρόσωπο της βρετανικής εβραϊκής κοινότητας, δακτυλογραφημένη επιστολή εγκεκριμένη από το υπουργικό συμβούλιο, με την οποία του ζητά να γνωστοποιήσει στη σιωνιστική Ομοσπονδία πως:
«Η κυβέρνηση της Αυτού Μεγαλειότητας είναι ευνοϊκά διακείμενη στην ίδρυση στην Παλαιστίνη μιας εθνικής εστίας για τον εβραϊκό λαό και θα καταβάλει κάθε προσπάθεια προκειμένου να διευκολύνει την πραγματοποίηση αυτού του σκοπού, νοουμένου ότι τίποτα δεν θα γίνει που να μπορεί να πλήξει τα πολιτικά και θρησκευτικά δικαιώματα των μη εβραϊκών κοινοτήτων στην Παλαιστίνη, ή τα δικαιώματα και το πολιτικό καθεστώς που απολαμβάνουν οι Εβραίοι στις υπόλοιπες χώρες».
Αυτή η απλή φράση αποτελεί μια μεγάλη νίκη για τον Χάιμ Βάιτσμαν, επικεφαλής των σιωνιστών της Βρετανίας και μελλοντικό πρώτο πρόεδρο του Ισραήλ, ο οποίος κατηύθυνε όλες τις προσπάθειές του προς την επίτευξη αυτού του σκοπού.
Στη Μέση Ανατολή, οι Άραβες ποτέ δεν ρωτήθηκαν για τη διακήρυξη αυτή ούτε καν ενημερώθηκαν για την ύπαρξή της. Κι όμως, το 1917 οι Εβραίοι αποτελούσαν αποτελούσαν μόλις το 7% του πληθυσμού της Παλαιστίνης.
Οι πρώτες διαδηλώσεις κατά της διακήρυξης Μπάλφουρ πραγματοποιούνται τον Φεβρουάριο του 1920 στην Ιερουσαλήμ, στη Γιάφα και στη Χάιφα.
Η γέννηση του κράτους του Ισραήλ
Τον Απρίλιο του 1920, η διάσκεψη του Σαν Ρέμο αναθέτει στο Λονδίνο την εντολή για την Παλαιστίνη.
Σύμφωνα με το κείμενο της εντολής αυτής, που εγκρίθηκε οριστικά το 1922 από την Κοινωνία των Εθνών, η Βρετανία «θα αναλάβει την ευθύνη να δημιουργήσει στη χώρα μια πολιτική, διοικητική και οικονομική κατάσταση που θα εξασφαλίσει τγην εγκαθίδρυση μιας εθνικής εστίας για τον εβραϊκό λαό». Είναι μια τεράστια επιτυχία για τους σιωνιστές.
Από το 1936 έως το 1939, το Λονδίνο προσκρούει στη μεγάλη αραβική εξέγερση.
Με την άνοδο του ναζισμού και μετά το Ολοκαύτωμα στη διάρκεια του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου, η εβραϊκή μετανάστευση στην Παλαιστίνη αποκτά αξιοσημείωτη έκταση. Μυστικές ένοπλες σιωνιστικές ομάδες επιταχύνουν την πίεση.
Τον Νοέμβριο του 1947, ο ΟΗΕ εγκρίνει ένα σχέδιο διαμοιρασμού της Παλαιστίνης σε δύο κράτη, ένα εβραϊκό και ένα αραβικό, και η Ιερουσαλήμ τίθεται υπό διεθνή έλεγχο.
Στις 14 Μαΐου του 1948, ο Νταβίντ Μπεν Γκουριόν ανακηρύσσει την ίδρυση του κράτους του Ισραήλ αμέσως μετά το τέλος της βρετανικής εντολής στην Παλαιστίνη.
πηγές: sansimera.gr, in.gr