29/03/2024

Bloomberg: Το μέλλον της Deutsche Bank μοιάζει περισσότερο με της Fannie Mae, παρά με της Lehman

Του Aaron Brown

Είναι δύσκολο να θυμηθούμε την τελευταία φορά που ακούσαμε καλά νέα για τη Deutsche Bank AG. Πρόστιμα και ποινικές διώξεις. Σχέδια αναδιάρθρωσης με απολύσεις και διαγραφές χρέους, που δεν φαίνεται να λειτουργούν. Ζημιές. Διαμάχες στην ανώτερη ομάδα διοίκησης. Υποβάθμιση της πιστοληπτικής ικανότητας και νέα χαμηλά για την τιμή της μετοχής. Προστέθηκε στη λίστα των προβληματικών τραπεζών των Η.Π.Α. Μόνο τρεις από τους 33 αναλυτές μετοχών που παρακολουθούν τη γερμανική τράπεζα διατηρούν θετική στάση για τη μετοχή , σύμφωνα με στοιχεία που συνέταξε το Bloomberg.

Δεν είναι περίεργο που υπάρχει αυξημένος φόβος ότι κάποιο κακό συμβάν θα καταστρέψει εντελώς την αξιοπιστία της Deutsche Bank, οδηγώντας στην κατάρρευσή της και σε μια χρηματοπιστωτική κρίση τύπου 2008, ακριβώς όπως η χρεοκοπία της Lehman Brothers Holdings Inc. πυροδότησε μια παγκόσμια οικονομική “λαίλαπα”.

Αλλά η Deutsche Bank δεν είναι Lehman. Τα βασικά προβλήματα της Lehman ήταν οι κακές μακροπρόθεσμες επενδύσεις και η επισφαλής χρηματοδότηση. Οι πρόσφατες υποβαθμίσεις της πιστοληπτικής ικανότητας της Deutsche Bank δεν οφείλονταν στην απομείωση των περιουσιακών στοιχείων, αλλά στο ότι χάνει χρήματα και δεν έχει σαφή πορεία προς την κερδοφορία. Σε αντίθεση με την Lehman, η Deutsche Bank έχει μια σταθερή και διαφοροποιημένη βάση χρηματοδότησης. Οποιοσδήποτε κίνδυνος ενεργητικού που απειλούσε τη φερεγγυότητα της Deutsche Bank θα έπληττε τις περισσότερες άλλες μεγάλες τράπεζες, πριν από την ίδια. Το κόστος για την ασφάλιση του χρέους της Lehman ήταν στις 580 μονάδες βάσης έξι μήνες πριν χρεοκοπήσει. Είναι μόνο στις 150 μονάδες βάσης για την Deutsche Bank.

Ο ρόλος της Deutsche Bank στην επόμενη οικονομική κρίση θα μπορούσε να είναι περισσότερο σαν της Fannie Mae ή της Freddie Mac. Τον Ιούλιο του 2008, λίγους μήνες πριν από την κατάρρευση της Lehman, οι ΗΠΑ άρχισαν τη διαδικασία που θα οδηγούσε τελικά στην εξαγορά των δύο oργανισμών των ΗΠΑ που παρέχουν πιστώσεις υπό κρατική εγγύηση (GSEs). Οι οργανισμοί, που εγγυήθηκαν για στεγαστικά δάνεια, υπέστησαν ζημίες καθώς τα ποσοστά αθέτησης υποθηκών αυξήθηκαν και τα ποσοστά ανάκτησης μειώθηκαν. Οι ζημίες προκάλεσαν την πτώση των τιμών των μετοχών τους, οδηγώντας τους επενδυτές να μην εμπιστεύονται τις εγγυήσεις των GSEs. Αυτό δυσκόλεψε τη σύναψη ενυπόθηκων δανείων, πράγμα που σήμανε την πτώση των τιμών των κατοικιών, γεγονός που χειροτέρεψε τα πάντα. Η κυβέρνηση ανέλαβε τα ηνία των GSEs για να αποκαταστήσει την εμπιστοσύνη στις εγγυήσεις τους. Ήταν σχεδόν τρία χρόνια από την εμφάνιση σοβαρών προβλημάτων στους GSEs που οδήγησαν στη διάσωσή τους.

Όπως και οι GSEs, μια κατάρρευση της Deutsche Bank πιθανώς θα είναι “σε αργή κίνηση”. Διαθέτει 124 δισ. ευρώ “ικανότητα απορρόφησης συνόλου ζημιών” ή TLAC, που αποτελείται βασικά από τίτλους μετοχών και ομολογιών, που η εταιρεία έχει το δικαίωμα να μετατρέψει σε ίδια κεφάλαια σε περίπτωση  κρίσης. Το ποσό είναι περίπου 50% πάνω από το ρυθμιστικό ελάχιστο. Αλλά η αγοραία αξία αυτών των τίτλων είναι πολύ χαμηλότερη, και πιθανώς κάπως κάτω από το ρυθμιστικό ελάχιστο. Αυτό δεν αποτελεί άμεσο πρόβλημα, αφού το ρυθμιστικό ελάχιστο δεν βασίζεται στην αγοραία αξία.

Αλλά με την πάροδο του χρόνου, οι ζημιές θα διαβρώσουν την ικανότητα TLAC, καθώς θα ωριμάσει το χρέος. Τα ρυθμιστικά ελάχιστα προβλέπεται να αυξηθούν. Καθώς η TLAC της Deutsche Bank πλησιάζει το ρυθμιστικό της όριο, η αγοραία αξία των εγγυήσεων TLAC πέφτει, διότι η μετατροπή του χρέους σε μετοχικό κεφάλαιο θα μειώσει σοβαρά την αξία του χρέους. Η Deutsche Bank μπορεί να προσπαθήσει να ξεφύγει με την έκδοση νέων μετοχών και χρέους TLAC, αλλά θα δυσκολευτεί να βρει αγοραστές. Μπορεί να αρχίσει να έχει κερδοφορία, αλλά φαίνεται ότι δυσκολεύεται  να το κάνει αυτό. Ή θα μπορούσε να πουλήσει περιουσιακά στοιχεία, αλλά όσο περισσότερα προβλήματα συναντά, τόσο χαμηλότερες θα είναι οι τιμές εκκίνησης για αυτά τα περιουσιακά στοιχεία και οι απώλειες από πωλήσεις περιουσιακών στοιχείων διαβρώνουν τα κεφάλαια.

Η γερμανική κυβέρνηση αρνείται ότι θα διασώσει τη Deutsche Bank, αλλά δεν γνωρίζω κανέναν που να την πιστεύει. Η τράπεζα είναι πιθανώς πιο σημαντική για τη γερμανική οικονομία από ό,τι οι GSEs για τις ΗΠΑ. Επιπλέον, θα ήταν μια ακαταμάχητη οικονομική συμφωνία. Μετά την “εξολόθρευση” των επενδυτών σε TLAC και τη χρήση των χρημάτων στον ισολογισμό της Deutsche Bank, η κυβέρνηση θα αποκτήσει τις δραστηριότητες της τράπεζας και τα μακροπρόθεσμα περιουσιακά στοιχεία για ένα μικρό μέρος της λογιστικής τους αξίας. Χωρίς τους φόβους των επενδυτών για την κατάρρευση της εταιρείας και το μεγάλο βάρος των τραπεζικών ρυθμίσεων, τα περιουσιακά αυτά στοιχεία θα μπορούσαν πιθανώς να πωληθούν με κέρδος αρκετών εκατοντάδων εκατομμυρίων ευρώ.

Η γερμανική κρατική αξιοπιστία δεν θα πληγεί από τη διάσωση της Deutsche Bank, αλλά θα καθιστούσε δύσκολο το να αποτραπεί να διασώσουν άλλες χώρες της ευρωζώνης τις τράπεζές τους ή η Γερμανία να επεκτείνει την υποστήριξη που θα χρειαζόταν η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα για να εμποδίσει την αθέτηση πληρωμών χρέους στην ευρωζώνη. Και αν η γερμανική κυβέρνηση όντως άφηνε τη Deutsche Bank να χρεοκοπήσει, οι συνέπειες θα μπορούσαν να είναι ακόμη πιο σοβαρές.

Η Deutsche Bank δεν θα είναι η σπίθα που θα μετατρέψει την επόμενη οικονομική ύφεση σε κρίση, αλλά αν δεν μπορέσει να αρχίσει να προσφέρει περισσότερα καλά νέα στους επενδυτές, σε σύγκριση με τα δυσμενή, θα αποτελέσει ένα μεγάλο “κούτσουρο” που θα καεί στην “πυρκαγιά” που ξεκίνησε αλλού.

capital.gr 

Facebooktwitterredditpinterestlinkedinmail
Geopolitics & Daily News Copyrights Reserved 2024