Στροφή ή εναλλαγή;
Γράφει ο Γιώργος Καπόπουλος
Στην Ιταλία η αρχική επιλογή της ανάθεσης του υπουργείου Οικονομικών στον κύριο «σχέδιο Β» Σαβόνα προκάλεσε συναγερμό στις Βρυξέλλες και στο Βερολίνο, αλλά και νευρικότητα στις αγορές, και οδήγησε σε τετραήμερη πολιτική κρίση.
Στην Ισπανία ο Σάντσεθ με την επιλογή της μέχρι χθες διευθύντριας Προϋπολογισμών της Κομισιόν Νάντια Καλβίνο έδωσε το στίγμα της σταθερότητας και της συνέχειας.
Αν θέλαμε να μείνουμε στην πρώτη όψη της επικαιρότητας, θα μπορούσαμε να φωτίσουμε την αλλαγή φρουράς στην κυβέρνηση της Ισπανίας ως αντίστιξη στον σχηματισμό της υπό τον Κόντε κυβέρνησης της Ιταλίας.
Οπαδός της στροφής
Μια πιο προσεκτική ματιά πέρα από το διαφορετικό προφίλ της κρίσης στη Ρώμη και στη Μαδρίτη αναδεικνύει τον Σάντσεθ ως σαφή οπαδό μιας στροφής στην κυβερνητική διαχείριση εδώ και τουλάχιστον δύο χρόνια, από την επαύριον των επαναληπτικών εκλογών στην Ισπανία τον Ιούνιο του 2016 που δεν έδωσαν αυτοδύναμη κοινοβουλευτική πλειοψηφία, όπως ούτε οι εκλογές του Δεκεμβρίου του 2015.
Ο Σάντσεθ, παρά τη μη ύπαρξη προϋποθέσεων για προγραμματική και κυβερνητική σύγκλιση με τους κινηματικούς Podemos, απέκλεισε εξαρχής όχι μόνο τη συνεργασία με το Λαϊκό Κόμμα του Ραχόι αλλά ακόμη και την ανοχή μιας κυβέρνησης μειοψηφίας, με τους Σοσιαλιστές να απέχουν από την ψηφοφορία παροχής εμπιστοσύνης στην κυβέρνηση.
Χρειάστηκε εσωκομματικό πραξικόπημα στην Κεντρική Επιτροπή των Σοσιαλιστών με πρωταγωνιστές τους πρώην πρωθυπουργούς Γκονζάλεθ και Θαπατέρο για να εξαναγκαστεί σε παραίτηση ο Σάντσεθ και να εγκριθεί στη συνέχεια η συγκρότηση κυβέρνησης μειοψηφίας από τον Ραχόι.
Ο Σάντσεθ πήρε την εκδίκησή του τον Ιούνιο του 2017, όταν η ψήφος της κομματικής βάσης τον έφερε ξανά στην ηγεσία των Σοσιαλιστών. Τότε, στην προσπάθειά του να παρατείνει την παραμονή του στην εξουσία, ο Ραχόι δραματοποίησε σκόπιμα την πρόθεση της κυβέρνησης Πουτζντεμόν στη Βαρκελώνη να κινηθεί προς μονομερή διακήρυξη ανεξαρτησίας της Καταλονίας, μια επιλογή που δεν στηριζόταν από την πλειοψηφία των πολιτών της αυτόνομης περιοχής.
Έτσι, οι βαριές καταδίκες για διαφθορά ηγετικών στελεχών του Λαϊκού Κόμματος ενεργοποίησαν μια προ πολλού προαποφασισμένη επιλογή του Σάντσεθ να καταθέσει πρόταση μομφής και να αναλάβει την πρωθυπουργία με τη δέσμευση για συνολική και βαρύνουσα διόρθωση των κοινωνικών παρενεργειών της σκληρής πολιτικής λιτότητας που εφάρμοσε ο Ραχόι από τον Νοέμβριο του 2011 και μετά.
Ο Σάντσεθ, λοιπόν, είναι αποφασισμένος για μια κυβερνητική διαχείριση σοβαρών διορθωτικών κινήσεων που θα έχουν τη στήριξη ή έστω την ανοχή των Podemos σε πρώτη τουλάχιστον φάση.
Δυναμική αλλαγής
Ο Σάντσεθ γνωρίζει πολύ καλά ότι αν η κυβερνητική αλλαγή στη Μαδρίτη έδινε το στίγμα μιας εναλλαγής στη διαχείριση στην εξουσία, τότε θα ενίσχυε διαρροές προς τους Podemos, μια εξέλιξη που θα πριμοδοτούσε μια συνολική ανατροπή στο πολιτικό σκηνικό της Ισπανίας.
Μια δυναμική αλλαγής που ήδη είναι ορατή στις πρόσφατες δημοσκοπήσεις, με πρώτη δύναμη τους φιλελεύθερους Ciudadanos, δεύτερη τους Σοσιαλιστές, τρίτη τους Podemos και τέταρτη το Λαϊκό Κόμμα.
Το παραπάνω στοίχημα είναι δύσκολο, καθώς το ζητούμενο δεν είναι μόνο η ενίσχυση του Σοσιαλιστικού Κόμματος, που θα πιέζεται από τα δεξιά από τους Ciudadanos και από τα αριστερά από τους Podemos.
Αν θεωρήσουμε την πολυδιάσπαση της πολιτικής σκηνής δεδομένη, το ερώτημα είναι αν η Ισπανία θα αποκτήσει κουλτούρα κυβερνήσεων συνεργασίας ή θα αναζητήσει μια νέα δικομματική σταθερότητα.
Σε κάθε περίπτωση, η περίοδος αστάθειας στην οποία εισήλθε η χώρα μετά την πρώτη τετραετία Ραχόι, την περίοδο 2011-2015, δεν δείχνει να τερματίζεται σύντομα.
Ακόμη κι αν οι διορθωτικές, κοινωνικού χαρακτήρα κινήσεις του Σάντσεθ αποδώσουν και εξαντληθεί η τετραετία μέχρι τον Ιούνιο του 2020, η Ισπανία θα έχει διανύσει μια κοινοβουλευτική θητεία με δύο διαδοχικές κυβερνήσεις μειοψηφίας.
Συνεργασίες και δοκιμασίες
Σε ό,τι αφορά τους ευρωπαϊκούς συσχετισμούς, λογικά η κυβέρνηση Σάντσεθ θα αναζητήσει στενή συνεργασία με την κυβέρνηση Μακρόν, ενώ θα έχει κάθε λόγο να προωθήσει την εμβάθυνση της συνεργασίας των χωρών του Νότου της Ευρωζώνης.
Πρώτη κρίσιμη δοκιμασία η σύνοδος κορυφής της Ε.Ε. στα τέλη Ιουνίου. Θα επιλέξει ο Σάντσεθ σαφή διαφοροποίηση εξαρχής, όπως μάλλον θα το πράξει η κυβέρνηση Κόντε στην Ιταλία, ή θα προτιμήσει χαμηλούς τόνους, ώστε να προωθήσει απερίσπαστος από εξωτερικές πιέσεις τις διορθωτικές κινήσεις για τις οποίες έχει δεσμευτεί;
Δεύτερη δοκιμασία η Καταλονία, όπου η σκληρή πολιτική Ραχόι έχει πριμοδοτήσει πολιτικά και εκλογικά τους οπαδούς της ανεξαρτησίας.
Ο Σάντσεθ δεν έχει άλλη επιλογή παρά μια διευρυμένη αυτονομία, η οποία έχει το ρίσκο να προκαλέσει ταυτόχρονο πολιτικό κόστος και στην Καταλονία ως ανεπαρκής λύση και στην υπόλοιπη Ισπανία ως επικίνδυνη υποχώρηση.