Το πρόβλημα του ονοματολογικού ζητήματος και η αποτροπή της κακής λύσης του
Αντώνης Αντωνιάδης
Συγγραφέας
Σε προηγούμενο άρθρο μου αναφέρθηκα στο όνομα που θα μπορούσαν να προτείνουν οι Έλληνες προς τους Σκοπιανούς και να επιμείνουν σ’ αυτό μέχρι να τους πείσουν ότι είναι η καταλληλότερη και πιο εποικοδομητική λύση του ονοματολογικού προβλήματος. Το όνομα Staroslovenje (Παλαιοσλοβενία) θεωρώ ότι είναι το μοναδικό που σέβεται το εθνικό συναίσθημα των Σκοπιανών, αλλά και εκείνο που αποσοβεί τους όποιους πολεμικούς κινδύνους αναμεταξύ μας. Συμπτωματικά, μάλιστα, μερικές ημέρες μετά τη δημοσίευση του άρθρου η Ορθόδοξη Εκκλησία των Σκοπιανών ήρθε σε συνεννόηση με το Πατριαρχείο Κωνσταντινούπολης για να μετονομαστεί από «Μακεδονική» σε αρχιεπισκοπή της Αχρίδας, της πόλης που θεωρείται το λίκνο των Σταροσλοβένων.
Χωρίς καμία διάθεση πρόβλεψης, αλλά εξετάζοντας και αναλύοντας το ζήτημα αντικειμενικά και λογικά, θεωρώ ότι ο κάθε σκεπτόμενος πολίτης και των δυο κρατών μπορεί να αντιληφθεί εύκολα ότι η οποιαδήποτε ονομασία που θα περιλαμβάνει τον όρο Μακεδονία δεν αποτελεί λύση, αλλά θα είναι η αιτία και ο παράγοντας αποσταθεροποίησης όχι μόνο μεταξύ μας, αλλά και των υπολοίπων κρατών της βαλκανικής χερσονήσου κι όχι μόνο.
Δεν χρειάζεται να αναζητήσουμε πληροφορίες σε συνωμοτικά σενάρια και καταστροφολογικές-πολεμικές υποθέσεις, ούτε να είμαστε γνώστες της Ιστορίας και της Κοινωνικής Ψυχολογίας ώστε να καταλάβουμε ότι τόσο οι Έλληνες όσο και οι Σκοπιανοί, ενδεχομένως με την παρότρυνση κάποιων άλλων ή λόγω των συνθηκών που θα επικρατούν σε κάποια μελλοντική στιγμή, υπάρχει μεγάλη πιθανότητα να γίνουν και οι μεν και οι δε υποχείρια και πιόνια στα γεωπολιτικά σχέδια μεγάλων κρατών και συμφερόντων. Άλλωστε το ίδιο το πρόβλημα του ονόματος ξεκίνησε με τις γεωπολιτικές βλέψεις των Ρώσων προς τα Βαλκάνια, οι οποίοι χρησιμοποίησαν αρχικά τους Βούλγαρους και κατόπιν τους Σέρβους ώστε να τις επιτύχουν. Οι Σλάβικες μειονότητες που ζούσαν στην περιοχή έγιναν θύματα του βουλγάρικου εθνικισμού, ο οποίος μ’ ένα πολύχρονο σχέδιο βουλγαροποίησε πολλές και διαφορετικές εθνότητες, ενώ λόγω της αποτυχίας του τελικά να τις ενσωματώσει όλες, άφησε αρκετά ζητήματα ανοιχτά, όπως για παράδειγμα εκτός των Σκοπιανών, οι οποίοι επέμεναν στη διαφοροποίησή τους από τους Βούλγαρους με το όνομα «Μακεδόνες», των Σαρακατσάνων, των Πομάκων, αλλά και άλλων.
Οι Σκοπιανοί γνωρίζουν τη σλάβικη καταγωγή τους, θεωρούν τον εαυτό τους συγγενικό προς τους Σέρβους και τους Βούλγαρους, αλλά διαφοροποιούνται και από τους δυο με τον όρο «Μακεδόνες», ο οποίος τους φέρνει σε σύγκρουση με εμάς, όχι μόνο λόγο παραποίησης και διαστρέβλωσης της Ιστορίας, αλλά και των επεκτατικών τους βλέψεων, οι οποίες έχουν παραμείνει από την εποχή του μεγαλοϊδεατισμού των Βουλγάρων.
Είναι λοιπόν λογικό οι ορθολογιστές πολίτες και των δυο κρατών να διακρίνουν ξεκάθαρα ότι η ονομασία που θα περιέχει τον όρο Μακεδονία δεν προσφέρει κάποια ειρηνική λύση, αλλά στην ουσία θα παραμείνει το αιχμηρό αγκάθι αναμεταξύ μας, το οποίο οποιαδήποτε στιγμή στο μέλλον και αναλόγως των συμφερόντων, θα μπορεί να σταθεί η αιτία για μεγάλα αιματηρά προβλήματα. Αυτά τα προβλήματα αυτή τη στιγμή μπορεί να φαίνονται μακρινά και πιθανόν μη πραγματοποιήσιμα, ωστόσο η ίδια η Ιστορία της Ανθρωπότητας μας δείχνει και μας φανερώνει ότι αυτό που σήμερα φαντάζει ακραίο και απίστευτο, αύριο μπορεί να είναι το ζωντανό και φλέγον παρόν. Έχει συμβεί αμέτρητες φορές στο παρελθόν και θα συνεχίσει να συμβαίνει στο μέλλον λόγω της φύσης των ανθρώπων, αλλά και των ομάδων που οι ίδιοι δημιουργούν.
Ο αρρωστημένος εθνικισμός δεν εξαλείφτηκε από τα κράτη των Βαλκανίων, σε κάποια μάλιστα απ’ αυτά δεν υφέρπει καν, αλλά βρίσκεται στη φανερή ατζέντα των πολιτικάντηδων, αλλά και στα όνειρα των λαών τους. Οπότε ως υπεύθυνοι πολίτες, αλλά και σκεπτόμενοι άνθρωποι δεν μπορούμε να εφησυχάζουμε με τις όποιες πρόσκαιρες και πρόχειρες λύσεις προτείνουν οι πολιτικοί που έχουμε εκλέξει. Για παράδειγμα, ενώ το πρόβλημα της ονομασίας υπόβοσκε πολλές δεκαετίες πριν τη διάλυση της Γιουγκοσλαβίας και τελικά εμφανίστηκε κανονικά με τη διάλυσή της, δεν δόθηκε και δεν διεκδικήθηκε λύση. Από την πλευρά μας αφεθήκαμε άσκεφτα στις «καλές» διαθέσεις των «συμμάχων» μας, οι οποίοι παντού και πάντα ενδιαφέρονται μόνο για τα δικά τους συμφέροντα. Αυτό δεν συμβαίνει μόνο σ’ εμάς, ούτε και είναι χαρακτηριστικό της μοίρας της Ελλάδας, αλλά όπως έγραψε ο Θουκυδίδης πάντοτε οι μικροί κι ανίσχυροι ακολουθούν τις διαταγές και τις προτάσεις των ισχυρών.
Κατά συνέπεια και με δεδομένο ότι αυτό συμβαίνει πάντα, οι μικροί να υποκύπτουν στις προθέσεις των μεγάλων, συν του ότι γνωρίζουμε τους κύκλους που κάνει η Ιστορία, με την ακμή και παρακμή των εθνοτήτων, αλλά και με το δεδομένο της υπογεννητικότητας και της γήρανσης του πληθυσμού της Ελλάδας, το αύριο φαντάζει δυσοίωνο. Για να απομακρύνουμε τουλάχιστον έναν κίνδυνο, όχι μόνο από εμάς, αλλά και από τους υπόλοιπους λαούς των Βαλκανίων, χρειάζεται να σταθούμε υπεύθυνοι πολίτες, συνετοί και γνωστικοί, απέναντι στους ίδιους μας τους πολιτικούς, οι οποίοι για πολλούς και διάφορους λόγους, προσωπικούς, ιδεολογικούς και άλλους, αποζητούν συνήθως μια εύκολη και συμφέρουσα κομματικά λύση.
Ναι, βρισκόμαστε υπό πίεση. Ναι, είμαστε το απλό πιόνι στη σκακιέρα των μεγάλων κρατών. Ναι, είμαστε στο παραπέντε, αλλά όλα αυτά δεν σημαίνουν τίποτα μπροστά στο μέλλον των παιδιών μας, τόσο για εμάς όσο και για τους Σκοπιανούς.
Το ζήτημα λοιπόν δεν είναι εθνικιστικό, όπως θέλει να το παρουσιάζει η προπαγάνδα ένθεν και ένθεν, (είναι εθνικιστικό εφόσον παραμένουμε στην επιφάνεια και τους θεατρινισμούς των λαοπλάνων πολιτικάντηδων), δεν είναι καν ψηφοθηρικό, ασχέτως που πολλοί από τους συμπατριώτες μας πέφτουν και στις δυο παγίδες, όπως και το μεγαλύτερο ποσοστό των Σκοπιανών, αλλά στην ουσία του είναι ξεκάθαρα της ειρηνικής και ομαλής συνύπαρξης και της αποφυγής του να γίνουμε στο μέλλον οι πολεμικές μαριονέτες στα συμφέροντα ξένων δυνάμεων.
Η ονομασία Staroslovenje χρειάζεται να επικοινωνηθεί και να προταθεί, επιβάλλεται εκ των συνθηκών και της λογικής, εάν θέλουμε να έχουμε ένα ειρηνικό αύριο.