06/10/2024

Stratfor: Το πραγματικό στοίχημα των εκλογών στην Τουρκία

Η οικονομική αστάθεια και ο συνασπισμός των αντιπολιτευτικών κομμάτων θέτουν σε κίνδυνο την επανεκλογή Ερντογάν. Ποια όπλα μπορεί να επιστρατεύσει ο Τούρκος πρόεδρος. Γιατί σε κάθε περίπτωση η επόμενη ημέρα θα είναι δύσκολη για τη χώρα.

Οι Τούρκοι ψηφοφόροι πρόκειται να εκλέξουν τον ισχυρότερο ηγέτη στη σύγχρονη ιστορία της χώρας. Θα προσέλθουν στις κάλπες την προσεχή Κυριακή 24 Ιουνίου, σχεδόν ενάμιση χρόνο πριν από το προγραμματισμένο, για πρώτη φορά από τότε που ψηφίστηκε μια σειρά συνταγματικών αναθεωρήσεωνπέρυσι για τη διεύρυνση των εξουσιών της προεδρίας. Την ίδια ώρα, θα ψηφίσουν για τους βουλευτές του διευρυμένου κοινοβουλίου.

Για τον νυν πρόεδρο Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν -ο οποίος, μαζί με τον κυβερνών κόμμα της Δικαιοσύνης και Ανάπτυξης (AKP), σχεδίασε τις αναθεωρήσεις του συντάγματος-, το στοίχημα των επερχόμενων εκλογών είναι μεγάλο. Αν κερδίσει, θα αναλάβει την ουσιαστικά χωρίς έλεγχο εξουσία της νέας εκτελεστικής προεδρίας, στην οποία θα μπορούσε να παραμείνει για την επόμενη δεκαετία. Αν, από την άλλη πλευρά, τα οικονομικά προβλήματα της Τουρκίας και οι υποψήφιοι της αντιπολίτευσης καταφέρουν να «τραβήξουν» αρκετές ψήφους από την πλευρά του Ερντογάν, τότε ένας από τους αντιπάλους του θα μπορούσε να καταλάβει την ενισχυμένη θέση του προέδρου. Όπως και να έχει, η χώρα θα αντιμετωπίσει τα ίδια προβλήματα και τις ίδιες επιτακτικές ανάγκες.

Οικονομικές κρίσεις από το παρελθόν

Το AKP, που έχει ισλαμιστικές ρίζες, «σάρωσε» στις βουλευτικές εκλογές του 2002, εκθρονίζοντας διάφορα θεσμικά κόμματα. Η νίκη του οφείλεται σε δύο παράγοντες. Πρώτον, η πολυετής οικονομική κρίση είχε υπονομεύσει τη νομιμότητα του κυβερνώντος συνασπισμού στα μάτια πολλών ψηφοφόρων. Δεύτερον, ο εκλογικός νόμος της Τουρκίας απαιτεί τα κόμματα να συγκεντρώνουν τουλάχιστον το 10% των ψήφων, προκειμένου να εισέλθουν στη βουλή. Τα κόμματα που δεν συγκεντρώνουν το ποσοστό αυτό χάνουν τις ψήφους που έλαβαν, οι οποίες μοιράζονται αναλογικά στα κόμματα εκείνα που έπιασαν ή υπερέβησαν το απαιτούμενο 10%. Ο κανόνας του 10% έδωσε τη δυνατότητα στο AKP να εξασφαλίσει άνετη πλειοψηφία στη Βουλή το 2002 -και σε κάθε μετέπειτα βουλευτική εκλογική αναμέτρηση- χωρίς να έχει ποτέ μια σημαντική λαϊκή εντολή.

Μετά τις εκλογές του 2002, το AKP και ο Ερντογάν αρίστευσαν στην εκμετάλλευση των πολιτικών ατυχιών και λαθών των άλλων, δημιουργώντας πολιτικές συμμαχίες από ανάγκη, και στη συνέχεια απορρίπτοντας τις συμφωνίες που δεν τους ήταν πλέον επωφελείς. Το 2014, για παράδειγμα, το AKP «έσπασε» τη συμμαχία του με τους Ισλαμιστές Γκιουλενιστές -μια συμμαχία που είχε αποδειχθεί κρίσιμης σημασίας για τις επιτυχίες του στις αρχές της δεκαετίας του 2000- και αργότερα τους κατηγόρησε για την απόπειρα πραξικοπήματος του 2016. Το κυβερνών κόμμα στράφηκε στη συνέχεια στο Κόμμα του Εθνικιστικού Κινήματος(MHP), προκειμένου να βρει στήριξη για το πακέτο της συνταγματικής αναθεώρησης το 2017. Ως αποτέλεσμα αυτής της ευκαιριακής συμμαχίας, το AKP έχει τώρα μεγαλύτερη στήριξη από ποτέ.

Όμως, δεν συμφωνούν όλοι με το AKP. Για παράδειγμα, οι Κούρδοι, οι οποίοι απαρτίζουν περίπου το 20% του πληθυσμού της Τουρκίας, γενικά «τα έχουν σπάσει» με το κυβερνών κόμμα από τότε που αυτό στράφηκε εναντίον τους τη δεκαετία του 2010, καθώς αυξανόταν η δυναμική του κουρδικού αυτονομιστικού κινήματος.

Ιστορικά, το AKP στηριζόταν στην εξασφάλιση του 4-5% των κουρδικών ψήφων, προκειμένου να μπορέσει να κερδίσει, όμως το κόμμα ίσως έχει χάσει κάποια από αυτή τη στήριξη. Επιπλέον, πολλοί ψηφοφόροι είναι δυσαρεστημένοι με την πρόσφατη υποχώρηση της τουρκικής οικονομίας. Η αξία της τουρκικής λίρας έχει διολισθήσει σε ιστορικά χαμηλά σε σχέση με το δολάριο και το ευρώ, ο πληθωρισμός είναι υψηλός και οι προσπάθειες του προέδρου να επηρεάσει τη νομισματική πολιτική έχουν «παγώσει» τους διεθνείς επενδυτές.

Αν και το AKP ψηφίστηκε στην αρχή προκειμένου να βγάλει τη χώρα από τις οικονομικές αναταράξεις, ωστόσο το τουρκικό εκλογικό σώμα ίσως να μην είναι πρόθυμο να δώσει στο κυβερνών κόμμα μια ακόμα ευκαιρία να διορθώσει την οικονομία.

 

Μια ενωμένη αντιπολίτευση

Επιπλέον, η συνήθως διχασμένη αντιπολίτευση της Τουρκίας έχει συνασπιστεί ενόψει των επερχόμενων εκλογών και θα μπορούσε να αποτρέψει μια ακόμα ανάληψη της εξουσίας από το AKP με ισχνή πλειοψηφία.

Τρία κύρια αντιπολιτευτικά κόμματα της Τουρκίας, το CHP, το Iyi (Καλό Κόμμα) και το Ισλαμιστικό Κόμμα της Ευτυχίας, έχουν ενωθεί σε μια συμμαχία που βασίζεται σε κάτι περισσότερο από μια κοινή βούληση για απομάκρυνση του Ερντογάν. Και οι πλατφόρμες και οι ιδεολογίες των κομμάτων αυτών είναι αρκετά διαφορετικές, ώστε να έχουν την ευκαιρία να επιτύχουν αυτόν τον στόχο.

Το Καλό Κόμμα, που ιδρύθηκε από αποστάτες του MHP, προσφέρει μια βιώσιμη εναλλακτική για τους εθνικιστές ψηφοφόρους που είναι δυσαρεστημένοι με τη σχέση του MHP με το κόμμα του Ερντογάν. Εν τω μεταξύ, το παλαιότερο πολιτικό κόμμα της Τουρκίας, το CHP, θα βρει στήριξη από την παραδοσιακή του βάση των κοσμικών, φιλελεύθερων αστών ψηφοφόρων -οι οποίοι είναι ισχυροί επικριτές του προέδρου.

Τέλος, το Κόμμα της Ευτυχίας, αν και μικρό, αντιπροσωπεύει την ίδια ισλαμιστική ιδεολογία στην οποία βασίζεται το AKP, δίνοντας στους θρησκευόμενους ψηφοφόρους που αντιτίθενται στον Ερντογάν μια ελκυστική εναλλακτική. Μαζί με τις διακριτές εκλογικές τους βάσεις, και τα τρία κόμματα θα «φλερτάρουν» και για την ψήφο των Κούρδων, ελπίζοντας να μη δώσουν στον Ερντογάν την απλή πλειοψηφία που χρειάζεται για να κερδίσει τις εκλογές από τον πρώτο γύρο.

Το βασικό «έπαθλο» είναι η προεδρία, όμως δεν είναι το μόνο που «παίζεται» στις εκλογές της 24ης Ιουνίου. Σημασία έχει και το κοινοβούλιο. Αν ο Ερντογάν κερδίσει την εκτελεστική προεδρία, το νομοθετικό σώμα θα μπορεί να ελέγξει κάπως την εξουσία του, όμως δεν θα έχει την εξουσία να απορρίψει τα προεδρικά διατάγματα. Κανένα από τα τρία κόμματα του αντιπολιτευτικού συνασπισμού δεν θα εξασφαλίσει την πλειοψηφία, όμως μαζί θα μπορούσαν να αμφισβητήσουν το AKP στη Βουλή. Με αρκετές ψήφους, η αντιπολίτευση θα μπορούσε ακόμα και να προσπαθήσει να συγκεντρώσει την πλειοψηφία των δύο τρίτων που απαιτείται για να ανατραπούν οι συνταγματικές αναθεωρήσεις του 2017 (κάτι που όμως θεωρείται απίθανο).

Τα πλεονεκτήματα της εξουσίας

Αν η αντιπολίτευση πετύχει τον στόχο της στις προεδρικές εκλογές, τότε οι Τούρκοι θα επιστρέψουν στις κάλπες για έναν δεύτερο γύρο εκλογών στις 8 Ιουλίου. Ο δεύτερος γύρος δεν είναι το ιδανικό σενάριο για τον Ερντογάν, όμως ούτε θα μπορούσε να εγγυηθεί νίκη της αντιπολίτευσης.

Οι τρεις υποψήφιοι της βασικής αντιπολίτευσης -η Μεράλ Ακσενέρ του Καλού Κόμματος, ο Τεμέλ Καραμολάογλου του Κόμματος της Ευτυχίας και ο Μουχαρέμ Ιντσέ του CHP- έχουν «χτίσει» τις πλατφόρμες τους γύρω από υποσχέσεις για αποκατάσταση της οικονομίας, να «πάρουν πίσω» τις υπερεξουσίες της προεδρίας και να αποκαταστήσουν τα δικαιώματα που έχει διαβρώσει ο νυν πρόεδρος. Ένας παράγοντας που γέρνει την πλάστιγγα υπέρ του Ερντογάν, όμως, είναι η αίσθηση αβεβαιότητας και ανασφάλειας στην Τουρκία. Ο Ερντογάν από καιρό έχει πάρει θέση ως ο λαϊκιστής πατριάρχης με τα μοναδικά προσόντα να επιλύσει πολλά από τα προβλήματα της Τουρκίας, και θα εκμεταλλευτεί προς όφελός του στην κάλπη τους φόβους των ψηφοφόρων.

Θα χρησιμοποιήσει επίσης και άλλα εργαλεία που έχουν ο ίδιος και το κόμμα του στη διάθεσή τους για να βελτιώσουν τις πιθανότητες νίκης. Το AKP έχει περάσει τα χρόνια που βρίσκεται στην εξουσία περιχαρακώνοντας τον εαυτό του στα μέσα ενημέρωσης, στο δικαστικό σύστημα και στον στρατό της χώρας. Επιπλέον, η απόπειρα πραξικοπήματος έδωσε στον Ερντογάν και στο κόμμα του μια πρόφαση για διώξεις των πολιτικών τους αντιπάλων και για επιβολή κατάστασης έκτακτης ανάγκης. Στην περίπτωση που η ψήφος είναι τόσο αμφίρροπη ώστε να ζητηθεί ανακαταμέτρηση, το AKP θα μπορούσε να χρησιμοποιήσει την κατάσταση έκτακτης ανάγκης για να «καταπνίξει» τους υποστηρικτές της αντιπολίτευσης.

Το AKP θα μπορούσε ακόμα και να γυρίσει προς όφελός του μια ήττα στον πρώτο γύρο, πλέκοντάς την στο εθνικιστικό του αφήγημα. Για παράδειγμα, ο Ερντογάν θα μπορούσε να επιρρίψει ευθύνες για το αποτέλεσμα στις ξένες δυνάμεις, όπως η Ευρωπαϊκή Ένωση, που απαγόρευσαν στον πρόεδρο να κάνει προεκλογική εκστρατεία στην Ευρώπη, όπου ζουν περισσότεροι από 3 εκατομμύρια Τούρκοι ψηφοφόροι. (Έχει ήδη κατηγορήσει τους ξένους traders ότι αυτοί είναι η πραγματική πηγή των οικονομικών προβλημάτων της χώρας).

Τέτοιοι ισχυρισμοί θα βλάψουν τις σχέσεις της Τουρκίας με τον υπόλοιπο κόσμο, ασχέτως του αποτελέσματος των εκλογών. Και αν το AKP μπορέσει να κερδίσει στις εκλογές με ύποπτα μέσα, τότε θα βλαφθεί ακόμα περισσότερο η φήμη της χώρας στην Ευρωπαϊκή Ένωση. Με την πάροδο του χρόνου, οι βαθύτερες εντάσεις με την Ευρωπαϊκή Ένωση θα σπρώξουν την Τουρκία στην «αγκαλιά» συμμάχων όπως η Ρωσία και θα την αποξενώσουν από συμμάχους όπως οι ΗΠΑ.

Η αντιμετώπιση των σχέσεων αυτών και των άλλων διαρκών επιτακτικών αναγκών της Τουρκίας θα «πέσει στους ώμους» του νικητή, όταν οριστικοποιηθούν οι ψήφοι. Η επόμενη κυβέρνηση θα αντιμετωπίσει την ανάγκη διασφάλισης των νότιων συνόρων και διατήρησης των δεσμών με κρίσιμης σημασίας συμμάχους για την οικονομία και την ασφάλεια, όπως είναι η Ευρώπη, οι ΗΠΑ και η Ρωσία.

Τα θέματα αυτά, μαζί με την οικονομική στασιμότητα της Τουρκίας, θα αποτελέσουν μια τρομερή πρόκληση για τον επόμενο πρόεδρο, είτε αυτός είναι ο Ερντογάν είτε κάποιος από τους αντιπάλους του. Αν και οι επερχόμενες εκλογές αποτελούν μια αιχμή για τη δημοκρατία της Τουρκίας, οι εκλογές δεν θα αλλάξουν τις ταραχώδεις σχέσεις της χώρας με τους συμμάχους, ούτε τις προσπάθειές της να εδραιώσει την περιφερειακή της επιρροή.

Πηγή:Euro2day.gr 

Facebooktwitterredditpinterestlinkedinmail
Geopolitics & Daily News Copyrights Reserved 2024