06/10/2024

Ο δρόμος προς τη συνάντηση Τραμπ-Πούτιν

Του Κώστα Ράπτη

Ούτε κατάρρευση, ούτε ενσωμάτωση: η προεδρία του Ντόναλντ Τραμπ μοιάζει να έχει εισέλθει σε ένα στάδιο ταχείας υλοποίησης όλης της ατζέντας την οποία ο ένοικος του Λευκού Οίκου έχει περιγράψει ήδη πριν από την εκλογή του. Η δρομολόγηση των εμπορικών πολέμων, η επιτάχυνση της κατασκευής τείχους στα σύνορα με το Μεξικό, η επικύρωση του “αντιμουσουλμανικού διατάγματος” από το Ανώτατο Δικαστήριο, η αναμενόμενη δημοσιοποίηση του σχεδίου Τραμπ για το Μεσανατολικό, αποτελούν χαρακτηριστικούς δείκτες. Όμως η συνάντηση Πούτιν-Τραμπ στον σχεδιασμό της οποίας αποβλέπει η μετάβαση σήμερα του Συμβούλου Εθνικής Ασφαλείας Τζον Μπόλτον στη Μόσχα, αποτελεί το βήμα εκείνο με τον ισχυρότερο συμβολισμό.

Το ότι ο Τραμπ αισθάνεται πλέον ασφαλής να ξεδιπλώσει εκείνη την πτυχή της πολιτικής του για την οποία είχε υποχρεωθεί προηγουμένως να υποχωρήσει επιδεικτικά, εικονογραφεί την αλλαγή των συσχετισμών εντός της Ουάσιγκτον, καθώς η έρευνα για το λεγόμενο Russiagate απέτυχε να οδηγηθεί σε ενδιαφέροντα ευρήματα και να θωρακίσει την ίδια της την αξιοπιστία.

Άλλωστε, η πρόσφατη επιτυχημένη συνάντηση με τον Κιμ Γιονγκ Ουν (που πραγματοποιήθηκε παρά τις αντιρρήσεις των περισσότερων συμβούλων του Αμερικανού προέδρου) έχει καταστήσει περισσότερο αποδεκτό το ιδιόμορφο διαπραγματευτικό στυλ του Τραμπ, αλλά και έχει εξ αντανακλάσεως νομιμοποιήσει εκ νέου τον Πούτιν ως συνομιλητή. Αν ο ηγέτης των ΗΠΑ δικαιούται να συνομιλεί με τον επικεφαλής ενός περίκλειστου “κράτους-ταραξία”, είναι αδιανόητο το να αποφεύγει τον ηγέτη της δεύτερης μεγαλύτερης πυρηνικής δύναμης.

Διόλου τυχαία, οι πρόοδοι στο ρωσικό εξοπλιστικό πρόγραμμα τις οποίες γνωστοποίησε ο Πούτιν στο ετήσιο διάγγελμά την 1η Μαρτίου, έχουν αποκαταστήσει τη στρατηγική ισορροπία και έχουν ασφαλώς δώσει στην αμερικανική πλευρά πολλά κίνητρα για άνοιγμα των διαύλων επικοινωνίας.

Η συνάντηση Πούτιν-Τραμπ αναμένεται να πραγματοποιηθεί σε ουδέτερο έδαφος (πλέον γίνεται λόγος για το Ελσίνκι, ενώ προηγουμένως φημολογούνταν ότι θα επιλεγεί η Βιέννη) εντός του Ιουλίου – πιθανότατα αμέσως μετά την Σύνοδο Κορυφής του ΝΑΤΟ, διότι το αντίστροφο θα είχε βαρύτατο συμβολισμό για τους Συμμάχους. Το προηγούμενο της συνάντησης με τον Κιμ μας προϊδεάζει για μία συνάντηση “γνωριμίας”, η οποία χωρίς να στηρίζεται στην συνήθη εξαντλητική προετοιμασία, θα αποβλέπει στην αλλαγή του διεθνούς κλίματος μέσω της άμεσης επαφής των ενδιαφερομένων, καταλήγοντας σε ένα “μινιμαλιστικό” κείμενο αποφάσεων.

Μπορούμε εύκολα να φανταστούμε ποια είναι τα σημεία στα οποία κυρίως θα επικεντρώσουν οι δύο ηγέτες: οι συνομιλίες για τον έλεγχο των εξοπλισμών θα είναι ένα από αυτά, όπως και η κατάσταση στη Συρία, όπου έστω και από ατύχημα, ένα θερμό επεισόδιο ανάμεσα σε αμερικανικές και ρωσικές δυνάμεις είναι πιθανό ανά πάσα στιγμή.

Υπενθυμίζεται ότι στις 8 Ιουνίου οι αρχηγοί των Γενικών Επιτελείων των ΗΠΑ Τζόζεφ Ντάνφορντ και της Ρωσίας Βαλέρι Γκερασίμοφ είχαν ακριβώς στο Ελσίνκι εξάωρη συνάντηση. Οι πολιτικές ηγεσίες μοιάζει να ακολουθούν με διαφορά φάσης έναν δρόμο που ήδη άνοιξαν οι στρατηγοί.

Η Ουκρανία, όπου απειλείται αναζωπύρωση της ένοπλης αντιπαράθεσης, επίσης βρίσκεται ψηλά στην ατζέντα. Εάν ωστόσο ο Τραμπ τρέφει ελπίδες να παζαρέψει με τον Πούτιν την εγκατάλειψη των ρωσόφωνων αυτονομιστών από τη Μόσχα με ανταλλάγματα σε άλλα πεδία, μάλλον θα απογοητευτεί: η ουκρανική “επένδυση” της ρωσικής πλευράς είναι πολύ μεγάλη.

Στην πραγματικότητα, το άνοιγμα του Τραμπ προς την Ρωσία αποκτά νέα σημασία στο φόντο των εμπορικών πολέμων τους οποίους μόλις δρομολόγησε ο Αμερικανός πρόεδρος. Η ενίσχυση των τριβών με το Πεκίνο φέρνει και πάλι στο προσκήνιο την κισσιγκεριανή ιδέα ότι η Ουάσιγκτον θα πρέπει να χρησιμοποιεί ως μοχλό τη μία ευρασιατική δύναμη (Ρωσία ή Κίνα) έναντι της άλλης, παρά να τις ανταγωνίζεται ταυτοχρόνως, ρίχνοντας τη μία στην “αγκαλιά” της άλλης.

Παράλληλα, το σοκ της ρωσοαμερικανικής επαναπροσέγγισης θα είναι μεγάλο για τους Ευρωπαίους, οι οποίοι είχαν ήδη την ευκαιρία στη Σύνοδο της G7 να ακούσουν τον Τραμπ να υποστηρίζει την επιστροφή στο σχήμα της G8 και εκθέτει την άποψη ότι η προσάρτηση της Κριμαίας στη Ρωσία είναι μη αντιστρεπτή.

Το σοκ είναι δύο φορές μεγαλύτερο για την Βρετανία, η οποία τροφοδότησε δια τον υπηρεσιών της το Russiagate και αναστάτωσε τη διεθνή σκηνή με τη σκοτεινή “υπόθεση Σκριπάλ”. Έκθετη όμως μένει και η Γερμανία η οποία πρωταγωνιστεί στην τελετουργική ανά εξάμηνο ανανέωση των ευρωπαϊκών κυρώσεων κατά των ΗΠΑ (την ώρα βέβαια που υπεραμύνεται των εθνικών της συμφερόντων στην κατασκευή στου αγωγού φυσικού αερίου NordStream2).

Αντίθετα, τυχόν συνεννόηση των Πούτιν και Τραμπ θα διευκολύνει τον Τούρκο ηγέτη Ταγίπ Ερντογάν στο να συνεχίσει να ελίσσεται για κάποιο χρόνο ακόμη ανάμεσα στις ατλαντικές του δεσμεύσεις και το νέο ρωσικό του φλερτ, χωρίς να αντιμετωπίζει ανυπέρβλητα διλήμματα.

 

Capital.gr 

Facebooktwitterredditpinterestlinkedinmail
Geopolitics & Daily News Copyrights Reserved 2024