Η Μάχη στα Δερβενάκια
Μία από τις σημαντικότερες μάχες του αγώνα της Ανεξαρτησίας, στην οποία διαφάνηκε η στρατηγική ιδιοφυΐα του Θεόδωρου Κολοκοτρώνη.
Η Μάχη των Δερβενακίων, γνωστή και ως Νίλα του Δράμαλη, ήταν μία από τις σημαντικότερες μάχες που πραγματοποιήθηκαν κατά την Ελληνική Επανάσταση του 1821, με νικηφόρα έκβαση για τους Έλληνεςκαι μεγάλη καταστροφή των οθωμανικών δυνάμεων υπό τον αρχιστράτηγο Μαχμούτ πασά Δράμαλη. Η μάχη αυτή δόθηκε στις 26 Ιουλίου 1822, σε δύο από τα τέσσερα μικρά ορεινά περάσματα (δερβενάκια), μεταξύ Κορίνθου και κοιλάδας Άργους, εξ ου και η ονομασία της. Άλλο αποτέλεσμα της μάχης αυτής ήταν η ενίσχυση της φήμης του Θεόδωρου Κολοκοτρώνη, η οποία φόβισε τους τότε πολιτικούς αντιπάλους του.
Στις αρχές Ιουλίου του 1822, ένας νέος κίνδυνος ανεφάνη για την Επανάσταση, με την κάθοδο στην Πελοπόννησο ισχυρής τουρκικής δύναμης υπό τον ικανότατο Μαχμούτ Πασά, γνωστότερο ως Δράμαλη. Ο Σουλτάνος, σε πλεονεκτική θέση μετά την εξολόθρευση του Αλή Πασά, είχε στρέψει την προσοχή του στους επαναστατημένους Έλληνες. Χωρίς να συναντήσει την παραμικρή αντίσταση στην Ανατολική Στερεά Ελλάδα, ο Δράμαλης με 25.000 άνδρες προέλασε ταχύτατα και στις 6 Ιουλίου στρατοπέδευσε στην Κόρινθο. Βασικός του στόχος ήταν η ανακατάληψη της Τριπολιτσάς και η κατάπνιξη της Επανάστασης στον Μοριά με τη βοήθεια του στόλου, που θα κατέπλεε στον Αργολικό Κόλπο.
Παρακούοντας τους τοπικούς τούρκους ηγέτες, οι οποίοι τον συμβούλευσαν να κάνει ορμητήριό του την Κόρινθο κι έχοντας μεγάλη εμπιστοσύνη στις δυνάμεις του, ο Δράμαλης διέταξε τον στρατό του να προελάσει προς το Ναύπλιο για να λύσει την πολιορκία του. Αφού κατέλαβε τον Ακροκόρινθο, έφθασε ανενόχλητος στο Άργος και στρατοπέδευσε έξω από την πόλη στις 12 Ιουλίου. Οι επαναστάτες πιάστηκαν στον ύπνο και δεν μπόρεσαν να υπερασπίσουν τα μεταξύ Κορίνθου και Άργους στενά, από τα οποία διήλθε η τουρκική στρατιά.
Μόλις μαθεύτηκε ότι ο Δράμαλης με τον στρατό του πλησιάζει στο Άργος, επικράτησε μεγάλη σύγχυση στους Έλληνες, ιδιαίτερα μάλιστα όταν πληροφορήθηκαν τη λύση της πολιορκίας του Ναυπλίου. Κυβέρνηση και βουλευτές αναχώρησαν πανικόβλητοι από το Άργος για τους Μύλους και από εκεί στα πλοία.
Τη δύσκολη αυτή στιγμή όρθωσε το ανάστημά του ο Θεόδωρος Κολοκοτρώνης. Μέσα σε ελάχιστο χρόνο κήρυξε πανστρατιά, ενώ με δραστήρια μέτρα και συντονισμένες ενέργειες κατόρθωσε να περιορίσει τον στρατό του Δράμαλη στην Αργολίδα και να ματαιώσει την πορεία του προς την Τριπολιτσά. Τα μέτρα του Κολοκοτρώνη εστιάστηκαν στην κατάληψη στρατηγικών θέσεων στην Αργολίδα (κυριότερη απ’ όλες ήταν η Λάρισα, η αρχαία Ακρόπολη του Άργους) και στην τακτική της «καμμένης γης» που εφάρμοσε, δημιουργώντας οξύ επισιτιστικό πρόβλημα στους εισβολείς.
Ο Δράμαλης φθάνοντας με 30.000 άνδρες (εκ των οποίων οι 24.000 ήταν πολεμιστές)του στο Άργος στις 12 Ιουλίου αντελήφθη την ερήμωση του κάμπου πλην όμως αποφάσισε να στρατοπεδεύσει προκειμένου να καταλάβει την ακρόπολη (Λάρισσα), μη θέλοντας στη πορεία του για Τρίπολη ν΄ αφήσει πίσω του εχθρικές εστίες. Στην απόφαση αυτή συνέβαλε και το γεγονός ότι το κάστρο Λάρισσα ήταν και το πρώτο κατά τη κάθοδό του στην Πελοπόννησο που πρόβαλε αντίσταση, κάνοντάς τον να πιστέψει ότι σ΄ αυτό οι Αργείοι έχουν αποθηκεύσει τις περιουσίες τους καθώς και πολλά τρόφιμα. Έτσι ξεκίνησε από την επομένη η πολιορκία του κάστρου.
Ο Δράμαλης δεν μπορούσε να προχωρήσει προς την Τριπολιτσά χωρίς να έχει εξασφαλισμένα τα νώτα του. Έχασε πολύτιμο χρόνο με την πολυήμερη πολιορκία του φρουρίου του Άργους και οι άνδρες του εγκλωβίστηκαν εκεί, έχοντας εξαντλήσει τα αποθέματα τροφών τους και χωρίς να έχουν δυνατότητα ανεφοδιασμού. Μέρα με τη μέρα όμως ο οθωμανικός άρχισε να αντιμετωπίζει σοβαρά επισιτιστικά προβλήματα. Επιπλέον, το καλοκαίρι του 1822 ήταν ιδιαίτερα θερμό, την άνοιξη υπήρξαν λίγες βροχοπτώσεις και τα περισσότερα πηγάδια και ρέματα γύρω από το Άργος είχαν στερέψει. Συνειδητοποιώντας τη δύσκολη κατάσταση, ο Δράμαλης αποφάσισε να επιστρέψει στην Κόρινθο, ελπίζοντας σε βοήθεια από τον Χουρσίτ Πασά της Λάρισας, τον Γιουσούφ Πασά της Πάτρας ή από τον στόλο.
Το σχέδιο υποχώρησης του Δράμαλη έγινε αντιληπτό από τον Κολοκοτρώνη και παρά τις διαφωνίες των προκρίτων, έσπευσε να καταλάβει τις στενές διαβάσεις που οδηγούσαν από το Άργος στην Κόρινθο, με 2.500 άνδρες. Δεν θα άφηνε για δεύτερη φορά τις στενωπούς αφύλακτες, όπως είχε γίνει κατά την προέλαση του Δράμαλη.
Στις 20 Ιουλίου οι Μύλοι Αργολίδας αποτελούσαν το στρατηγείο των Ελλήνων αγωνιστών πέριξ των οποίων είχαν συρρεύσει τα ελληνικά σώματα ατάκτων. Στο συμβούλιο που ακολούθησε, ο Κολοκοτρώνης πρότεινε να περικυκλώσουν τους Τούρκους και έτσι αποφασίστηκε ο εγκλωβισμός του εχθρού στην αργολικό κάμπο, με αποκλεισμό των στενών των Δερβενακίων και ισχυρή άμυνα του Αχλαδόκαμπου και των Μύλων. Παράλληλα αποφασίστηκε ο απεγκλωβισμός των πολιορκημένων του κάστρου Λάρισα, οι οποίοι είχαν αρχίσει να υποφέρουν από ελλείψεις σε τρόφιμα και νερό. Άλλωστε ο αντικειμενικός σκοπός, για τον οποίο είχαν εγκλειστεί, είχε πετύχει απόλυτα με την καθήλωση του Δράμαλη στο Άργος, δίνοντας τον απαιτούμενο χρόνο στρατολόγησης και συγκέντρωσης των ελληνικών στρατευμάτων. Έτσι το βράδυ της 23ης Ιουλίου διατάχθηκαν κάποια τμήματα να προσβάλουν απ΄ όλες τις πλευρές τον χώρο. Μέσα στη νυκτερινή εκείνη ταραχή ειδοποιημένοι κατάλληλα οι πολιορκημένοι εξήλθαν ανενόχλητοι και ενώθηκαν με τα υπόλοιπα ελληνικά τμήματα.
Στις 26 Ιουλίου ο Δράμαλης αποφάσισε να επιστρέψει προσωρινά στην Κόρινθο και κινήθηκε προς τα Δερβενάκια, στενό που ενώνει την αργολική με την κορινθιακή πεδιάδα. Η βασική διάβαση, με βάση το σχέδιο του Θ. Κολοκοτρώνη, φυλαγόταν από τον Αντώνη Κολοκοτρώνη και περίπου 1.500 άντρες.
Παράλληλα ο Θ. Κολοκοτρώνης είχε τοποθετήσει τον Πλαπούτα με περίπου 800 άντρες στο Σχινοχώρι για να φυλάει τη βορειοδυτική έξοδο της Αργολίδας προς τη Στυμφαλία, και τους Νικηταρά – Παπαφλέσσα στο Στεφάνι και στo Αγιονόρι, με άλλους 800 άντρες για να φυλάξουν την τρίτη διάβαση προς την Κλένια.
Την προηγουμένη της μάχης, ο Κολοκοτρώνης ανέβηκε στη στέγη ενός σπιτιού και εμψύχωσε τους μαχητές με μια ομιλία που διασώζει ο Φωτάκος. Άρχισε λέγοντας “Έλληνες, σήμερα εγεννήθημεν και σήμερα θα πεθάνωμεν δια την σωτηρίαν της πατρίδος μας και δια την εδικήν μας” και συνέχισε:
- “Σήμερα ο καθείς από εμάς θα καταδιώκη πολλούς, θα πάρητε λάφυρα πολλά και θησαυρούς του Αλή Πασιά θα τους μοιράζετε με το φέσι τα φλωριά, όπου τα έχουν οι Τούρκοι, είναι χρήματα χριστιανικά. Τα είχεν ο τύραννος της Ηπείρου παρμένα από τους αδελφούς μας. Ο Άγιος Θεός μας τα έστειλε και είναι κελεπούρι δικό μας. Αύριον αυτήν την στιγμήν θα σας ιδώ όλους με τ’ άρματα των Τούρκων, με τ’ άλογά τους, λαμπροφορεμένους με τα ρούχα τους. Ο Θεός είναι με ημάς να μή σας μέλλη τίποτε, …
Στις 26 Ιουλίου 1822 στα στενά των Δερβενακίων, κοντά στη Νεμέα, οι Τούρκοι υπέστησαν δεινή ήττα, χάνοντας πάνω από 3.000 άνδρες. Στη μάχη εκτός του Κολοκοτρώνη διακρίθηκαν ο Δημήτριος Υψηλάντης, ο Παπαφλέσσας και ιδιαιτέρως ο Νικήτας Σταματελόπουλος, γνωστότερος ως Νικηταράς, που έλαβε το προσωνύμιο Τουρκοφάγος Ο Δράμαλης και οι εναπομείναντες άνδρες του προσπάθησαν να διαφύγουν την επομένη από την κλεισούρα του Αγιονορίου. Όμως, ο Νικηταράς, ο Υψηλάντης και ο Παπαφλέσσας ήταν κι εκεί για να προκαλέσουν νέες βαριές απώλειες στον Δράμαλη στις 28 Ιουλίου.
Ο υπερήφανος στρατηλάτης, που είχε αρκετές συμπάθειες μεταξύ των ελλήνων οπλαρχηγών για το ήπιο του χαρακτήρος του και τις ικανότητές του, ήταν ένα ανθρώπινο ράκος, αναλογιζόμενος τις συνέπειες από την οργή του Σουλτάνου. Με τα υπολείμματα του στρατού του έφθασε στην Κόρινθο, όπου στα τέλη Οκτωβρίου πέθανε από την απογοήτευσή του. Ο θριαμβευτής Κολοκοτρώνης ανακηρύχθηκε από την Κυβέρνηση Αρχιστράτηγος της Πελοποννήσου, κατ’ απαίτηση των οπλαρχηγών. Η Επανάσταση όχι μόνο είχε διασωθεί, αλλά είχε αποκτήσει ισχυρά θεμέλια, χάρη στο σχέδιο και την τακτική του Γέρου του Μοριά.
Σύντομα η καταστροφή του Δράμαλη έγινε τραγούδι και θρύλος σε πολλά δημώδη ελληνικά τραγούδια:
Της Ρούμελης οι Μπέηδες και του Μωριά οι λεβέντες
Στο Ντερβενάκι κείτονται κορμιά δίχως κεφάλια…
Η καταστροφή της στρατιάς του Δράμαλη ολοκληρώθηκε στη μάχη του Αγιονορίου, στις 28 Ιουλίου 1822. Έτσι, ο Θεόδωρος Κολοκοτρώνης στάθηκε ο οργανωτής και κύριος αυτουργός αυτής της νίκης που έσωσε την Επανάσταση και εξασφάλισε την ελευθερία στη νεότερη Ελλάδα.
Μαχμούτ Δράμαλης Πασάς
Ανώτατος Οθωμανός αξιωματούχος, αλβανικής καταγωγής, που κατατροπώθηκε από τον Θεόδωρο Κολοκοτρώνη στη μάχη των Δερβενακίων (26-28 Ιουλίου 1822).
Ο Μαχμούτ Δράμαλης Πασάς (Mahmud Dramali Pasha) γεννήθηκε το 1780 στη Δράμα, εξ ου και το προσωνύμιο Δράμαλης, με το οποίο είναι γνωστός. Γόνος διακεκριμένης μουσουλμανικής οικογένειας της πόλης, με διασυνδέσεις στο σουλτανικό περιβάλλον, ανατράφηκε στο περιβάλλον των ανακτόρων του σουλτάνου Σελίμ Γ’. Εκπαιδεύτηκε σε στρατιωτικές σχολές και συμμετείχε σε εκστρατείες του Οθωμανικού στρατού στα Βαλκάνια και την Αίγυπτο.
Ήταν ριψοκίνδυνος και ανδρείος, αλλά χωρίς στρατηγικές ικανότητες. Τον διέκρινε φιλοχρηματία και απάνθρωπη σκληρότητα (Κόκκινος), ενώ άλλοι ιστορικοί (Δ. Λουλές) τον χαρακτηρίζουν πράο και συνετό. Με την εύνοια τής μητέρας του σουλτάνου Μαχμούτ Β’ έγινε πασάς τής Δράμας, το 1808, όταν πέθανε ο πατέρας του Σαλίχ, που υπηρετούσε εκεί ως δερέμπεης (τοπάρχης διορισμένος από την Πύλη).
Το 1820 διορίστηκε βαλής (κυβερνήτης) της Λάρισας και βοήθησε τον Χουρσίτ Πασά στον πόλεμο κατά του Αλή Πασά, ενώ έπνιξε στο αίμα τα επαναστατικά κινήματα του Πηλίου και των Αγράφων. Μετά την εξόντωση του Αλή και τον παραμερισμό του Χουρσίτ (1822), ο Δράμαλης διορίστηκε βαλής της Πελοποννήσου (Μόρα Βαλεσί) με βαθμό βεζίρη και ανέλαβε να συγκροτήσει στρατιωτικό σώμα, που θα κατέπνιγε την Ελληνική Επανάσταση.
Θεόδωρος Κολοκοτρώνης
Ηγετική μορφή της Ελληνικής Επανάστασης, που έδρασε στην Πελοπόννησο και εξ αυτού του λόγου είναι γνωστός και ως «Γέρος του Μωριά».
Ο Θεόδωρος Κολοκοτρώνης γεννήθηκε «εις τα 1770, Απριλίου 3, την Δευτέρα της Λαμπρής… εις ένα βουνό, εις ένα δέντρο αποκάτω, εις την παλαιάν Μεσσηνίαν, ονομαζόμενον Ραμαβούνι», όπως αναφέρει στα Απομνημονεύματά του. Ήταν γιος του κλεφτοκαπετάνιου Κωνσταντή Κολοκοτρώνη (1747-1780) από το Λιμποβίσι Αρκαδίας και της Γεωργίτσας Κωτσάκη, κόρης προεστού από την Αλωνίσταινα Αρκαδίας. Η οικογένεια των Κολοκοτρωναίων από το 16ο αιώνα, που εμφανίζεται στο προσκήνιο της ιστορίας, βρίσκεται σε αδιάκοπο πόλεμο με τους Τούρκους. Μονάχα από το 1762 έως το 1806, 70 Κολοκοτρωναίοι εξοντώθηκαν από τους κατακτητές.
Το 1780, ήταν 10 ετών, όταν ο πατέρας του σκοτώθηκε από τους Τούρκους, ένα γεγονός που σημάδεψε τη ζωή του. Στα 17 του έγινε οπλαρχηγός του Λεονταρίου και στα 20 του νυμφεύτηκε την κόρη του τοπικού προεστού Αικατερίνη Καρούσου. Το 1806, κατά τη διάρκεια του μεγάλου διωγμού των κλεφτών από τους κατακτητές, κατόρθωσε να διασωθεί και να καταφύγει στη Ζάκυνθο, όπου κατατάχθηκε στον αγγλικό στρατό κι έφθασε μέχρι το βαθμό του ταγματάρχη. Το 1818 μυήθηκε στη Φιλική Εταιρεία και στις αρχές του 1821 αποβιβάστηκε στη Μάνη για να λάβει μέρος στον επικείμενο Αγώνα.
Στις 23 Μαρτίου του 1821 συμμετείχε στο υπό τον Πετρόμπεη Μαυρομιχάλη στρατιωτικό σώμα που κατέλαβε την Καλαμάτα, σηματοδοτώντας την έναρξη της Ελληνικής Επανάστασης. Αμέσως μετά έβαλε σκοπό να καταλάβει την Τριπολιτσά, το διοικητικό κέντρο των Οθωμανών στον Μωριά, γιατί αλλιώτικα δεν θα μπορούσε να επικρατήσει η επανάσταση, όπως πίστευε. Η νίκη των Ελλήνων στο Βαλτέτσι (13 Μαΐου 1821) και η άλωση της Τριπολιτσάς (23 Σεπτεμβρίου1821), που οφείλονται αποκλειστικά και μόνο στον Κολοκοτρώνη, τον επέβαλαν ως αρχηγό του επαναστατικού στρατού της Πελοποννήσου.
Στη μάχη των Δερβενακίων (26 – 28 Ιουλίου 1822), όπου καταστράφηκε ο στρατός του Δράμαλη, αναδείχθηκε η στρατηγική του ιδιοφυΐα και η κυβέρνηση Κουντουριώτη τον διόρισε αρχιστράτηγο των επαναστατικών δυνάμεων. Η ίδια, όμως, κυβέρνηση θα τον φυλακίσει στην Ύδρα, κατά τη διάρκεια των εμφύλιων συρράξεων των ετών 1823 και 1824, όπου είχε πρωταγωνιστικό ρόλο. Θα τον απελευθερώσει τον Μάιο του 1825, όταν ο Ιμπραήμ απειλούσε να καταστείλει την επανάσταση και θα του αναθέσει εκ νέου την αρχιστρατηγία του Αγώνα. Μετρ του κλεφτοπολέμου και της «καμμένης γης», θα κατορθώνει να κρατήσει ζωντανή την επανάσταση μέχρι τη Ναυμαχία του Ναβαρίνου (7 Οκτωβρίου 1827).
Μετά την απελευθέρωση συντάχθηκε με τον Ιωάννη Καποδίστρια κι έγινε ένα από τα επιφανή στελέχη του Ρωσικού Κόμματος. Κατά τη διάρκεια της Αντιβασιλείας διώχθηκε ως αντιβασιλικός και καταδικάσθηκε σε θάνατο τον Μάιο του 1834. Μετά την ενηλικίωσή του, ο Όθωνας του χάρισε την ποινή, τον διόρισε σύμβουλο της Επικρατείας και τον ονόμασε αντιστράτηγο.
Τα τελευταία χρόνια της ζωής του, ο Κολοκοτρώνης τα πέρασε στην Αθήνα με την ερωμένη του Μαργαρίτα Βελισσάρη (η σύζυγός του είχε πεθάνει το 1820), στο ιδιόκτητο σπίτι του, στη γωνία των σημερινών οδών Κολοκοτρώνη και Λέκκα. Την ίδια περίοδο υπαγόρευσε στον Γεώργιο Τερτσέτη τα απομνημονεύματά του, που κυκλοφόρησαν το 1851 με τον τίτλο «Διήγησις συμβάντων της ελληνικής φυλής από τα 1770 έως τα 1836» και τα οποία αποτελούν πολύτιμη πηγή για την Ελληνική Επανάσταση.
Ο Θεόδωρος Κολοκοτρώνης πέθανε από εγκεφαλικό επεισόδιο στις 4 Φεβρουαρίου του 1843, λίγο μετά την επιστροφή στο σπίτι του από δεξίωση στα Ανάκτορα. Από τον γάμο του με την Αικατερίνη Καρούσου απέκτησε τέσσερα παιδιά: τον Πάνο (1798-1824), τον Γενναίο (1806- 1868), τον Κολλίνο (1810-1848) και την Ελένη, ενώ από τη σχέση του με τη Μαργαρίτα Βελισσάρη τον Παναγιωτάκη (1836-1893), τον οποίο αναγνώρισε με τη διαθήκη του.
Geopolitics Editorial Team
πηγή:sansimera.gr
Wikipedia