Η κυβέρνηση Ζάεφ σε ριψοκίνδυνους ελιγμούς
Του Κώστα Ράπτη
Όσο πλησιάζει η Κυριακή, ημέρα διεξαγωγής του δημοψηφίσματος στην πΓΔΜ, τόσο περισσότερο αναδεικνύονται οι αντιφάσεις των πολιτικών δυνάμεων της γειτονικής χώρας.
Και αν αυτό ήταν ήδη φανερό σε σχέση με το VMRO-DPMNE της αξιωματικής αντιπολίτευσης, πλέον γίνεται σαφές και για την κυβερνητική πλειοψηφία.
Τα μηνύματα σε σχέση με τις διαθέσεις προσέλευσης των ψηφοφόρων είναι προφανώς ανησυχητικά για τους κρατούντες, ειδάλλως δεν θα είχε κρίνει σκόπιμο ο Υπουργός Εξωτερικών Νικόλα Ντιμιτρόφ να υπενθυμίσει ότι η διαδικασία της συνταγματικής αναθεώρησης που προβλέπει η Συμφωνία των Πρεσπών αποτελεί έργο του κοινοβουλίου, στο οποίο και επιστρέφει η πρωτοβουλία των κινήσεων μετά το δημοψήφισμα, είτε αυτό καταστεί έγκυρο είτε όχι.
Άλλωστε ο χαρακτήρας του δημοψηφίσματος είναι γνωμοδοτικός και η πραγματική χρησιμότητα του έγκειται στην πολιτική νομιμοποίηση που θα προσφέρει σε όσους βουλευτές συμπράξουν στην συνταγματική αναθεώρηση – και χρειάζονται για αυτό δέκα περισσότεροι από όσους διαθέτει η κυβερνητική πλειοψηφία.
Η χθεσινή τοποθέτηση Ντιμιτρόφ μπορεί να λειτουργεί κατευναστικά προς το διεθνές ακροατήριο, προεξοφλώντας την υλοποίηση της συμφωνίας των Πρεσπών ακόμη και σε περίπτωση “ατυχήματος” στην κάλπη, ωστόσο φαίνεται πως κρίθηκε ηττοπαθής – εξ ού και ο Ζόραν Ζάεφ έκρινε αναγκαίο μέσα στην ίδια ημέρα να λυγίσει το ραβδί προς την άλλη πλευρά.
“Αν στο δημοψήφισμα προκύψει ότι η πλειοψηφία των πολιτών είναι έστω και για μία ψήφο αντίθετη, τότε το κοινοβούλιο και εγώ προσωπικά θα ακυρώσουμε τη συμφωνία των Πρεσπών” δήλωσε χαρακτηριστικά ο πρωθυπουργός της πΓΔΜ, τονίζοντας ότι είναι η επιλογή των ψηφοφόρων που θα κατευθύνει και τα πολιτικά κόμματα.
Αν πάντως κάτι απειλεί τον Ζάεφ, δεν είναι τόσο το ενδεχόμενο επικράτησης του “όχι” (με δεδομένο τον διασκορπισμό των αντιπολιτευόμενων στις επιλογές της αρνητικής ψήφου και της αποχής), παρά μάλλον η ακύρωση του δημοψηφίσματος λόγω μη προσέλευσης του 50% των εγγεγραμμένων – δεδομένης άλλωστε και της απουσίας μεγάλου αριθμού ψηφοφόρων που έχουν μεταναστεύσει μόνιμα ή προσωρινά.
Όπως άλλωστε το VMRO-DPMNE επέλεξε τη γραμμή της “ψήφου κατά συνείδηση” προκειμένου να διαφυλάξει την ενότητα του την επόμενη μέρα, έτσι τώρα και ο Ζάεφ εμφανίζεται πρόθυμος να ακυρώσει Συμφωνία των Πρεσπών, διερμηνεύοντας το αντίστοιχο μήνυμα του εκλογικού σώματος, προκειμένου να αποκρούσει τις εκκλήσεις για διεξαγωγή πρόωρων εκλογών, όπως ήδη ζητά η αντιπολίτευση σε περίπτωση “αποδοκιμασίας” στο δημοψήφισμα των κυβερνητικών επιλογών.
Όλα αυτά συμβαίνουν την ώρα που ο προσκείμενος στην αντιπολίτευση Πρόεδρος της Δημοκρατίας Γκιόργκι Ιβάνοφ, ο οποίος έχει ξεκαθαρίσει ότι δεν θα ψηφίσει την Κυριακή, εκπροσωπεί τη χώρα του στην Γενική Συνέλευση των Ηνωμένων Εθνών, όπου αναμένεται την Πέμπτη να εκφωνήσει εμπρηστική ομιλία. Ήδη ο Υφυπουργός Εξωτερικών που τον συνοδεύει καταγγέλλει μέσω… Facebook ότι ο πρόεδρος δεν έχει καμία συνεργασία με την λοιπή κυβερνητική αντιπροσωπεία.
Την ίδια στιγμή, ένα νέο σημείο τριβής στο εσωτερικό της πλειοψηφίας προκύπτει σε σχέση με την διαδικασία που θα ακολουθηθεί κατά την συνταγματική αναθεώρηση. Ο πρωθυπουργός εκφράζει την άποψη ότι οι προβλεπόμενες από τη Συμφωνία των Πρεσπών αλλαγές στην ονομασία, στο προοίμιο του Συντάγματος και στα άρθρα 3 (περί απαραβίαστου των συνόρων) και 49 (περί διασποράς) μπορούν να συμπτυχθούν σε μία και μόνη τροπολογία, αν και παραδέχεται ότι τον τελικό λόγο θα έχουν οι ειδικοί στα νομικά θέματα.
Από την άλλη πλευρά, η υπουργός Άμυνας Ραντμίλα Σεκερίνσκα υποστηρίζει ότι η διατύπωση της συνταγματικής αναθεώρησης δεν μπορεί να καθοριστεί πριν από το δημοψήφισμα και ότι το κοινοβούλιο θα πρέπει να ακολουθήσει μίαν “απολύτως διαφανή” διαδικασία. Σε κάθε περίπτωση, τονίζει, η αναφορά στο “μακεδονικό έθνος” δεν πρόκειται να απαλειφθεί από το προοίμιο.
Η παγίδα για την Αθήνα είναι προφανής.