Ο Καύκασος δεν είναι πλέον απλώς η γειτονιά της Ρωσίας
Του Thomas De Waal
Carnegie Europe
Τι θα φέρει το 2019 στην μετασοβιετική γειτονιά της Ανατολικής Ευρώπης;
Το 2018 έληξε με ένα ανησυχητικό συμβάν στην Αζοφική Θάλασσα, με έναν de facto αποκλεισμό από τη Ρωσία και με ό,τι ισοδυναμεί με μια πράξη ρωσικής πειρατείας κατά της ουκρανικής ναυτιλίας. Κανένας δεν μπορεί να πει τι θα σημαίνει αυτή η κρίση για τη νέα χρονιά. Θα περιοριστεί αυτή η επιθετικότητα σε ρωσικούς στόχους μέσα και γύρω στην Αζοφική Θάλασσα; Σηματοδοτεί μια νέα προσπάθεια αποσταθεροποίησης της Ουκρανίας συνολικά στη διάρκεια της προεκλογικής περιόδου; Ή προμηνύει κάτι κακό για τους άλλους γείτονες της Ρωσίας επίσης; Ίσως δεν ξέρουν ούτε οι ίδιοι στο Κρεμλίνο.
Αλλά αξίζει να κάνουμε ένα βήμα πίσω, διαχωρίζοντας τις ειδήσεις από τις μακροπρόθεσμες τάσεις, και κάνοντας έναν γρήγορο έλεγχο των δυνατοτήτων και φιλοδοξιών της Ρωσίας στη γειτονιά της έναντι των άλλων κρατών. Αυτό είναι δύσκολο να γίνει για τους Ουκρανούς, των οποίων οι συμπατριώτες ακόμη πεθαίνουν στην πρώτη γραμμή στα ανατολικά της χώρας. Άλλα μετασοβιετικά κράτη ωστόσο θα πρέπει να είναι ικανά για πιο ψύχραιμο προβληματισμό.
Σκεφτείτε το Νότιο Καύκασο. Κατά την επικαιροποίηση της νέας έκδοσης του βιβλίου μου “Ο Καύκασος: Μια εισαγωγή”, με ένα νέο κεφάλαιο σχεδόν μετά από μια δεκαετία, ένα θέμα ξεχώρισε: η κληρονομιά της Σοβιετικής Ένωσης σταδιακά φεύγει από την περιοχή, μαζί με την επιρροή της Ρωσίας. Η χρήση της ρωσικής γλώσσας μειώνεται (τα δύο τρία του Αζερμπαϊτζάν τώρα κάνουν λόγο για βασική μόνο γνώση της γλώσσας). Η τηλεθέαση της ρωσικής τηλεόρασης έχει μειωθεί κατακόρυφα. Οι εθνικοί Ρώσοι αποτελούν όχι περισσότερο από το 2%-3% στον πληθυσμό αυτών των τριών χωρών.
Η Ρωσία από μόνη της εξακολουθεί να είναι ο πιο ισχυρός γείτονας για την Αρμενία, το Αζερμπαϊτζάν και τη Γεωργία, αλλά όλο και περισσότερο, είναι μία από τους πολλούς. Οι δημοσιογράφοι θα πρέπει να σταματήσουν να αποκαλούν αυτές τις χώρες “ρωσική γειτονιά”, πόσο μάλλον “ρωσική αυλή”. Ο Νότιος Καύκασος είναι μια περιοχή από μόνη της. Εάν είναι γειτονιά, είναι ταυτόχρονα πολλές: όχι μόνο της Ρωσίας, αλλά της Ευρωπαϊκής Ένωσης και (ξανά) του Ιράν και της Τουρκίας. Οι ΗΠΑ είναι εκεί -μια διεθνής κοινοπραξία, συμπεριλαμβανομένων δύο αμερικανικών εταιρειών, έχει ξεκινήσει να κατασκευάζει ένα λιμάνι βαθέων υδάτων στην Ανάκλια, στις ακτές της Μαύρης Θάλασσας της Γεωργίας. Και η Κίνα, η οποία βλέπει την περιοχή ως διαδρομή διέλευσης για την Πρωτοβουλία Belt and Road, αποτελεί πλέον έναν σημαντικό εμπορικό εταίρο.
Η Ρωσία εξακολουθεί να έχει μια στρατιωτική βάση στην Αρμενία. Επίσης, παραβιάζοντας το διεθνές δίκαιο, διατηρεί στρατό 7.000 στην Αμπχαζία και στη Νότια Οσσετία. Αυτά τα δύο μέρη, είναι η εξαίρεση του κανόνα. Εκτός των συγκρούσεων το 1992-1993, απομακρύνθηκαν ακόμη περισσότερο από τη Γεωργία από τον πόλεμο του 2008, ο οποίος εκτόπισε άλλους 15.000 Γεωργιανούς από τις εστίες τους στη Νότια Οσετία. Η απομόνωσή τους από την Τιφλίδα έχει αυξηθεί. Τον τελευταίο χρόνο, τα περισσότερα σημεία διέλευσης έκλεισαν στα σύνορα του ποταμού Enguri με την Αμπχαζία. Οι Ρώσοι και οι κάτοικοι της Νότιας Οσετία έχουν προκλητικά μετακινήσει τον συνοριακό φράκτη στη Νότια Οσετία αρκετές φορές, μέσα σε ελεγχομένη από τη Γεωργία περιοχή, λίγα μέτρα τη φορά.
Η ρωσική κυριαρχία σε αυτές τις περιοχές έρχεται με κόστος ωστόσο. Αν και έχουν την τάση να μην το φωνάζουν, πολλοί νέοι Γεωργιανοί δεν ενδιαφέρονται καθόλου για το ενδεχόμενο επανένωσης με τις δύο αποσχισθείσες περιοχές. Καθώς είναι de facto χαμένες, το καλό είναι ότι η οικονομική ενσωμάτωση της Γεωργίας με την ΕΕ και η στρατιωτική εταιρική σχέση με τις ΗΠΑ, μπορεί να προχωρήσουν πιο γρήγορα. Οι παρατεταμένες συγκρούσεις δεν μπορούν πλέον να αποτελούν μια δικαιολογία -είτε στο εσωτερικό είτε στη Δύση- για την επίτευξη εσωτερικής προόδου.
Η Αρμενία είναι ένα ακόμη πιο εντυπωσιακό παράδειγμα. Ένας στενός σύμμαχος της Ρωσίας, στρατιωτικά και πολιτικά, οικονομικά εξαρτώμενη από τη Μόσχα για την ενέργεια και τις υποδομές, κατόρθωσε παρόλα αυτά να αποβάλλει το παλαιό καθεστώς του το 2018. Πολλοί δυτικοί παρατηρητές εξεπλάγησαν που η Ρωσία δεν παρενέβη στην “Βελούδινη Επανάσταση” για να σώσει ένα φιλικό καθεστώς, αλλά στην πραγματικότητα είχε πολύ μικρή μόχλευση για να το κάνει. Στις 9 Δεκεμβρίου, ο ηγέτης της επανάστασης, Nikol Pashinyan, ολοκλήρωσε το τελικό στάδιο της εντυπωσιακής νίκης του, με μια θεαματική νίκη στις κοινοβουλευτικές εκλογές της χώρας. Οι εκλογές σηματοδότησαν, μεταξύ άλλων, μια απόρριψη της στενής ευθυγράμμισης με τη Ρωσία. Ένα από τα δύο κόμματα της αντιπολίτευσης που μπήκαν στη Βουλή, το Bright Armenia, χαρακτηρίζεται μάλιστα φιλοευρωπαϊκό.
Ο Pashinyan δεν είναι ακριβώς αντι-Ρώσος -ή μάλλον, είναι μόνο καθώς μιλάει για τις ευρωπαϊκές αξίες και τη δημοκρατία. Το θέμα είναι ότι, στα 43 του, είναι χωρίς το σοβιετικό υπόβαθρο των προκατόχων του. Για να παραθέσω έναν Αρμένιο αναλυτή, είναι της γενιάς που δεν είναι τόσο πολύ σοβιετική, αντί-σοβιετική ή φιλό-σοβιετική, αλλά απλώς μη σοβιετική. Ο πρωθυπουργός της Γεωργίας, Mamuka Bakhtadze, ο οποίος είναι μόλις 36 ετών, εμπίπτει στην ίδια κατηγορία.
Η εξελισσόμενη “μετά-ρωσική” ταυτότητα στον Νότιο Καύκασο δεν αποτελεί μεγάλη παρηγοριά για την Ουκρανία, η οποία παραμένει μοναδικά ευάλωτη στην Ρωσία, ακόμη και καθώς δυσκολεύεται με τον σχηματισμό της δικής της νέας ταυτότητας.
Αυτό που δείχνει είναι ότι κάθε μια από τις τρεις χώρες του Νότιου Καυκάσου έχει βρει έναν τρόπο για να διαχειρίζεται τη σχέση της με τη Ρωσία. Εάν οι ίδιοι οι ηγέτες δεν κάνουν κάτι ανόητο για να αποξενώσουν τους πληθυσμούς τους και δεν πάνε σε πόλεμο ο ένας με τον άλλο (δείτε την Αρμενία και το Αζερμπαϊτζάν), έχουν καλές πιθανότητες να βγάλουν το 2019 χωρίς μια σύγκρουση με τη Ρωσία. Εκεί που το Κρεμλίνο έχει περισσότερες πιθανότητες να χειραγωγήσει τα πράγματα, εάν επιλέξει να το κάνει, είναι με την εκμετάλλευση της διαφθοράς των ελίτ για τη διατήρηση της επιρροής του.
Αυτές οι τάσεις δεν αποτελούν το ραντάρ της ρωσικής μηχανής προπαγάνδας. Είναι απολύτως αποδεκτές για τα πιο ρεαλιστικά ρωσικά εκλογικά σώματα, όπως η επιχειρηματική κοινότητα που εργάζεται στην περιοχή -ή πραγματικά οι δεκάδες χιλιάδες Ρώσων τουριστών που επισκέπτονται κάθε χρόνο.
Είναι μια αργή διαδικασία, αλλά βλέπουμε τρεις χώρες οι οποίες, παρόλα τα ελαττώματά τους, έχουν γίνει λειτουργικά κράτη και περισσότερο ή λιγότερο αυτόνομοι διεθνείς παράγοντες. Απέχουν πολύ από το να γίνουν Ελβετία, αλλά είναι επίσης και ένα εκατομμύριο μίλια μακριά από τα φτωχά, κατεστραμμένα από τις διαμάχες μέρη που ήταν όλες στη δεκαετία του 1990. Τα εσωτερικά προβλήματα όπως η διαφθορά, η φτώχεια και η μετανάστευση, είναι τα πιο σοβαρά ζητήματα. Αυτά τουλάχιστον, είναι προβλήματα τα οποία οι κυβερνήσεις έχουν τη δύναμη να φτιάξουν μόνες τους και για τα οποία ο λαός μπορεί να τις θεωρήσει υπόλογες. Καλή χρονιά!