Τι σημαίνει ο Trump για την Ευρώπη
Της Judy Dempsey
Carnegie Europe
Η Ευρώπη αυτό τον χρόνο θα είναι σε κατάσταση διάσπασης της προσοχής.
Είτε πρόκειται για το Brexit, τις εκλογές για το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, το ποιος θα αναλάβει την ηγεσία των θεσμικών οργάνων της ΕΕ ή ποια πολιτικά κόμματα θα κερδίσουν στις περιφερειακές εκλογές στη Γερμανία, όλα είναι περισπασμοί.
Και αυτό συμβαίνει διότι αγνοούν την μεγαλύτερη, πιο σημαντική εικόνα που εκτυλίσσεται μεταξύ της Ευρώπης και των ΗΠΑ. Η μετά τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο διατλαντική σχέση πλησιάζει στο τέλος της.
Ο πρόεδρος Donald Trump τον οποίο οι περισσότεροι Ευρωπαίοι ηγέτες χλευάζουν και κοροϊδεύουν, σαν να ήταν υπεύθυνος ο ίδιος για τα δεινά και τις αδυναμίες της Ευρώπης, έχει ρίξει το γάντι στους συμμάχους της Αμερικής. Αλλά είναι απρόθυμοι να απαντήσουν διότι αυτό θα σήμαινε ότι αποδέχονται την πραγματικότητα και την ευθύνη.
Η πραγματικότητα είναι ότι οι εγγυήσεις ασφάλειας τις οποίες οι ΗΠΑ επέκτειναν στην Ευρώπη, και με τη σειρά τους καθόρισαν τον τρόπο με τον οποίο η μετά το 1945 πολιτική κατέστησε την Ευρώπη εξαρτημένη από την προστασία της Αμερικής, τελειώνουν.
Η ομπρέλα ασφαλείας συνοδευόταν με την αμερικανική χρηματοπιστωτική, πολιτική και οικονομική στήριξη για να σταθεί η Δυτική Ευρώπη ξανά στα πόδια της, μετά από την τρομακτική καταστροφή που προκάλεσε η ναζιστική Γερμανία. Ναι, ήταν προς το συμφέρον της Αμερικής να έχει ένα προπύργιο στη Δυτική Ευρώπη έναντι της κομμουνιστικής Ανατολής και της Σοβιετικής ένωσης. Ήταν επίσης προς όφελος της Αμερικής να έχει ένα μέρος της ηπείρου να ζει σε ειρήνη, έχοντας δώσει τέλος σε αιώνες διαμαχών.
Εν ολίγοις, οι ΗΠΑ ήταν ζωτικής σημασίας για την οικοδόμηση της σημερινής Ευρωπαϊκής Ένωσης. Η ασφάλεια, η ειρήνη και η ευημερία της Ευρώπης δεν θα συνέβαιναν χωρίς την υποστήριξη της Ουάσιγκτον. Μετά από την κατάρρευση του τείχους του Βερολίνου το Νοέμβριο του 1989, μια Ευρώπη ενωμένη και ελεύθερη, έγινε το “σύνθημα” διαδοχικών αμερικανικών κυβερνήσεων.
Ωστόσο, αυτός ο στόχος αμφισβητείται τώρα από το Brexit καθώς και από διάφορα λαϊκιστικά κινήματα ανά την Ευρώπη. Έχουν τη δυναμική όχι απλώς να αποδυναμώσουν την Ευρώπη, αλλά χωρίς στρατηγική πρόβλεψη και ισχυρή ηγεσία της ΕΕ, θα μπορούσαν να οδηγήσουν στην σταδιακή αποσύνθεση της Ευρώπης, η οποία θα μπορούσε να πλήξει περαιτέρω τη διατλαντική σχέση και να αποδυναμώσει την Δύση.
Το γεγονός ότι το Brexit και λαϊκιστικά κινήματα μπορούν να προκαλέσουν τέτοια ζημιά, δείχνει πως οι Ευρωπαίοι ηγέτες έχουν αποτύχει να προετοιμαστούν για μια εποχή μετά τη διατλαντική σχέση. Έχουν πάρει την αμερικανική ηγετική θέση και τις εγγυήσεις ασφάλειας, για δεδομένο. Υπέθεσαν ότι η μετά το 1945 αρχιτεκτονική πολυμερών θεσμών, αξιών και της δημοκρατίας, ήταν μόνιμες.
Οι πολιτικές του Trump, όσο και αν απωθούν τους Ευρωπαίους, έχουν δείξει ότι η ΕΕ στο σύνολό της δεν έχει προτείνει στρατηγικές πολιτικές ούτε έχει καταλήξει σε λύσεις για την αντιμετώπιση των ισχυρισμών του Trump ότι οι Ευρωπαίοι είναι τσαμπατζήδες. Εάν το έκαναν, τότε αυτή η πλευρά του Ατλαντικού θα είχε πάρει σοβαρά την άμυνα, την ασφάλεια και την εξωτερική της πολιτική.
Ως έχει, το ιστορικό για την αμυντική και την εξωτερική πολιτική είναι απογοητευτικό. Στα ευρωπαϊκά μέλη του ΝΑΤΟ αρέσει να πείθουν τους εαυτούς τους ότι το να ξοδέψουν περισσότερα για την άμυνα θα πείσει με τη σειρά του τον Trump ότι οι σύμμαχοι της Αμερικής αναλαμβάνουν το βάρος τους. Αυτό δεν θα είναι αρκετό.
Αφήνοντας κατά μέρους το γεγονός ότι υπάρχει υπερβολική πληρότητα σε ό,τι αφορά τον στρατιωτικό εξοπλισμό και πολύ λίγη διαλειτουργικότητα, ιο Ευρωπαίοι στο σύνολό τους δεν διεξάγουν συλλογική άμυνα. Δεν ασκούν σκληρή εξουσία. Τα μέλη της ΕΕ δεν μπορούν καν να δημιουργήσουν μια δύναμη ασφάλειας για να προστατεύσουν τα εξωτερικά σύνορα της Ένωσης, κάτι που είναι απαραίτητο για τη βιωσιμότητα του Συστήματος Σένγκεν.
Περαιτέρω, όταν ο Trump ανακοίνωσε ότι επρόκειτο να αποσύρει τα αμερικανικά στρατεύματα από τη Συρία, οι Ευρωπαίοι αντέδρασαν έντονα. Ισχυρίστηκαν δικαίως ότι οι κουρδικές δυνάμεις στη Συρία, τις οποίες είχαν υποστηρίξει οι ΗΠΑ, θα αφηνόταν στο έλεος της Τουρκίας, για να μην αναφέρουμε το γεγονός ότι το μέλλον της Συρίας θα είχε εξάρτηση από τη Μόσχα, την Άγκυρα και το Ιράν, τους τρεις βασικούς παίκτες σε αυτή την πλευρά της Μέσης Ανατολής.
Ωστόσο, που ήταν η Ευρώπη σε όλο τον πόλεμο της Συρίας; Εάν η Ευρώπη πιστεύει τόσο πολύ στον ρόλο της διπλωματίας και της ήπιας δύναμης (η οποία απαιτεί σκληρή δύναμη για να δώσει και στις δύο την οποιαδήποτε σημασία), δεν ήταν εμφανές στη Συρία ή για το ζήτημα αυτό, στην υπόλοιπη Μέση Ανατολή.
Και ενώ η ΕΕ επαίνεσε τον εαυτό της για το ότι έβαλε την Τεχεράνη να υπογράψει μια συμφωνία που θα περιορίζει τις φιλοδοξίες της για την ανάπτυξη πυρηνικών όπλων, δεν άσκησε καμία επιρροή στις κραυγαλέες φιλοδοξίες του Ιράν στη Συρία ή στις απειλές έναντι του Ισραήλ. Και καθώς οι Ευρωπαίοι έχουν ασκήσει κριτική στην φιλοϊσραηλινή στάση του Trump, δεν είχαν απολύτως καμία επίδραση στην αναβίωση ό,τι έχει απομείνει από την ειρηνευτική διαδικασία ή για το θέμα αυτό, τη λύση των δύο κρατών.
Στην ουσία, όσο και αν οι Ευρωπαίοι μισούν την εξωτερική πολιτική των ΗΠΑ, δεν έχουν βάλει άλλες επιλογές στο τραπέζι. Αυτή είναι μια πραγματική αδυναμία όταν πρόκειται να αντιμετωπίσουν την Ουάσιγκτον. Και ενώ η ΕΕ μοιάζει όλο και περισσότερο εσωστρεφής, τα κράτη-μέλη φαίνονται απρόθυμα να κατανοήσουν πως το Brexit και ο Trump είναι συμπτώματα του τέλους της μετά το 1945 εποχής. Εάν ο Trump προκαλεί τους Ευρωπαίους να δράσουν, αυτό δεν πρόκειται να συμβεί το 2019.