Ο Ερντογάν «δεν δικαιούται να ομιλεί» για το Ισραήλ
Γράφει ο Γιώργος Λυκοκάπης
Δεν έχει τέλος η ρητορική αντιπαράθεση ανάμεσα στην Τουρκία και στο Ισραήλ. Ο Τούρκος πρόεδρος εξαπέλυσε μύδρους κατηγοριών εις βάρος του Ισραηλινού πρωθυπουργού. Μιλώντας σε προεκλογική του συγκέντρωση, ο Ταγίπ Ερντογάν χαρακτήρισε τον Μπέντζαμιν Νετανιάχου «τύραννο» και «σφαγέα παιδιών Παλαιστινίων».
Είχε προηγηθεί μία εμπρηστική ανακοίνωση του συμβούλου του Τούρκου προέδρου Ιμπραχήμ Καλίν. Η ανακοίνωση, σχεδόν προβοκατόρικα, κατηγορούσε το κράτος του Ισραήλ για «ρατσισμό». Προβοκατόρικα γιατί πιθανότατα αυτό που ακριβώς επεδίωκε ήταν να προκαλέσει την αντίδραση του Ισραηλινού πρωθυπουργού.
Ο Μπέντζαμιν Νετανιάχου σήκωσε αμέσως το γάντι, αποκαλώντας τον Τούρκο πρόεδρο «δικτάτορα». Έδωσε την ιδανική «πάσα» στον Ταγίπ Ερντογάν να ξεκινήσει μία σκληρή ρητορική επίθεση κατά του Ισραήλ, η οποία πιθανότατα να κλιμακωθεί. Ο Τούρκος πρόεδρος έχει δώσει χαρακτήρα άτυπου δημοψηφίσματος στις επερχόμενες δημοτικές εκλογές.
Μία επίθεση στο Ισραήλ είναι ότι πρέπει για να συσπειρώσει τους υποστηρικτές του. Αποτελούνται, στην συντριπτική τους πλειοψηφία, από ευσεβείς μουσουλμάνους, οι οποίοι δεν τρέφουν τα ευγενέστερα αισθήματα για το εβραϊκό κράτος. Είναι γνωστό πως ο Ταγίπ Ερντογάν, κατά καιρούς, υποδύεται τον προστάτη των μουσουλμάνων της οικουμένης.
Ανοίγει μέτωπα «προς άγραν» ψήφων
Προηγουμένως επέλεξε να ανοίξει μέτωπο με την Κίνα, στηλιτεύοντας την καταπίεση των Ουιγούρων μουσουλμάνων. Ως απάντηση, το Πεκίνο έκλεισε το κινεζικό προξενείο στην Σμύρνη, αιφνιδιάζοντας την Άγκυρα. Ουσιαστικά η Κίνα προειδοποίησε πως τα προεκλογικά παιχνίδια του Ερντογάν, μπορεί να έχουν βαρύτατο διπλωματικό κόστος. Το Ισραήλ είναι ένας πιο προσφιλής «στόχος» για τον Τούρκο πρόεδρο. Οι σχέσεις Άγκυρας και Τελ Αβίβ έχουν ήδη επιδεινωθεί σε τέτοιο βαθμό, ώστε να μην έχει πλέον καμία επίπτωση μία ακόμα αντιπαράθεση των δύο κυβερνήσεων. Μία αντιπαράθεση που έχει μακρά προϊστορία.
Ως πρωθυπουργός της Τουρκίας το 2009, ο Ερντογάν είχε προσβάλει δημοσίως τον Σιμόν Πέρες στο Νταβός για τους ισραηλινούς βομβαρδισμούς στην Γάζα. Το 2010 η Τουρκία αποπειράθηκε να σπάσει τον αποκλεισμό της Γάζας, συμμετέχοντας στην νηοπομπή του κινήματος Free Gaza. Ακολούθησε η επιδρομή των Ισραηλινών στο πλοίο Μαβί Μαρμαρά και ο θάνατος 9 Τούρκων ακτιβιστών. Ήταν τότε που η οργή κατά του Ισραήλ γενικεύτηκε σε όλη την Τουρκία.
Με τα αραβικά κράτη να τηρούν όλο και περισσότερο συγκαταβατική στάση στην αντιπαράθεση τους με το Ισραήλ, δημιουργήθηκε ένα κενό στην υπεράσπιση των Παλαιστινίων. Αυτό το κενό αποπειράθηκε να καλύψει ο Ερντογάν, φτάνοντας στο σημείο να υποστηρίξει ακόμα και την Χαμάς. Θεωρούσε πως κρατώντας σκληρή στάση έναντι του Ισραήλ, θα μετατραπεί σε ένα είδος ηγέτη του μουσουλμανικού κόσμου.
Πόνταρε πολλά στο Παλαιστινιακό
Όμως το Παλαιστινιακό ζήτημα δεν καθορίζει πλέον τις εξελίξεις στον αραβικό κόσμο, όπως τις παλαιότερες δεκαετίες. Χαρακτηριστικό παράδειγμα η στάση του αραβικού κόσμου στην μονομερή αναγνώριση της Ιερουσαλήμ ως πρωτεύουσας του Ισραήλ, στην οποία προχώρησε η κυβέρνηση Τραμπ. Όλοι ανέμεναν ένα «κύμα λαϊκής οργής», που θα συντάραζε τον αραβικό κόσμο. Όμως το «κύμα» αυτό δεν ήρθε ποτέ.
Το Παλαιστινιακό ζήτημα μοιάζει πια περισσότερο με ένα «βάρος» για τους Άραβες. Εξάλλου αραβικά κράτη, όπως η Σαουδική Αραβία, προχωρούν σε διπλωματικά «ανοίγματα» στο Ισραήλ, προκειμένου να εστιάσουν στην αντιμετώπιση του σιιτικού Ιράν. Ο Τούρκος πρόεδρος είχε αντιδράσει έντονα στο ζήτημα της Ιερουσαλήμ, περισσότερο από τους ηγέτες των αραβικών κρατών, ακόμα και από την Τεχεράνη.
Τελικώς, απέτυχε να μετατραπεί σε ηγετική φιγούρα των μουσουλμάνων, όπως προσδοκούσε. Ο Ταγίπ Ερντογάν είναι παντελώς απομονωμένος στον αραβικό κόσμο και δεν αποτελεί πλέον παράδειγμα προς μίμηση. Ο ίδιος μοιάζει πλέον να το έχει συνειδητοποιήσει. Ουδόλως είχε αντιδράσει στην κλιμάκωση της βίας που παρατηρήθηκε στις αρχές Ιανουαρίου στην Γάζα. Η συμφωνία εκεχειρίας που συμφωνήθηκε ανάμεσα στην Χαμάς και το Ισραήλ έφερε ουσιαστικά την υπογραφή του Αιγύπτιου προέδρου Σίσι, όχι του Ταγίπ Ερντογάν.
Αφορμή για τη νέα αντιπαράθεση Ερντογάν-Νετανιάχου αποτέλεσε μία επίμαχη φράση του Ισραηλινού πρωθυπουργού. Ο Μπέντζαμιν Νετανιάχου δήλωσε πως το Ισράηλ είναι το κράτος-έθνος «αποκλειστικά του εβραϊκού λαού«. Η δήλωση αυτή ξεσήκωσε αντιδράσεις ακόμα στο Ισραήλ, όπου το 20% του πληθυσμού του είναι αραβόφωνοι. Ο Ισραηλινός πρωθυπουργός έμοιαζε να μιλάει περιφρονητικά για τους αραβόφωνους συμπολίτες του, οι οποίοι έχουν πλήρη δικαιώματα με τους υπόλοιπους Ισραηλινούς.
Οι Τούρκοι έχουν κάποιο δίκιο
Είναι αλήθεια πως το Ισραήλ αποτελεί την μοναδική δημοκρατία της Μέσης Ανατολής. Μοιάζει αστείο να του ασκεί κριτική ο Ταγίπ Ερντογάν, ο οποίος έχει υπερεξουσίες Σουλτάνου. Όμως η κριτική της Τουρκίας δεν είναι εντελώς παράλογη. Όντως δεν μπορούμε να ισχυριστούμε ότι κινδυνεύει η ισραηλινή δημοκρατία από μία δήλωση του Ισραηλινού πρωθυπουργού. Εξάλλου και το Ισραήλ είναι σε προεκλογική περίοδο, επομένως λογικό είναι να ακούγονται βαρύγδουπες δηλώσεις για εσωτερική κατανάλωση. Το πρόβλημα με τον Μπέντζαμιν Νετανιάχου είναι πως δεν αρκείται μόνο στις δηλώσεις.
Ο Ισραηλινός πρωθυπουργός, υπόδικος πλέον για δεκάδες σκάνδαλα, στρέφεται όλο και περισσότερο σε έναν αδιάλλακτο εθνικισμό. Κορυφαίο παράδειγμα αποτελεί η συμμαχία του με το εξτρεμιστικό κόμμα «Εβραϊκή Ισχύς», ένα κόμμα απροκάλυπτα ρατσιστικό. Η προεκλογική συμμαχία του Μπέντζαμιν Νετανιάχου προκάλεσε οργισμένες αντιδράσεις στις πιο επιφανείς οργανώσεις και προσωπικότητες του παγκόσμιου εβραϊσμού.
Η ηγεσία του κόμματος «Εβραϊκή Ισχύς» ομνύει στον Μέιρ Κεχάνε, μίας ιστορικής φιγούρας της εξτρεμιστικής ισραηλινής δεξιάς. Ο Κεχάνε διεκδικούσε την απέλαση όλων των αραβόφωνων από το Ισραήλ ακόμα και «δια της βίας». Η κυβέρνηση του Μεναχέμ Μπεγκίν είχε απαγορεύσει την δεκαετία του ’80 το κόμμα του ως «τρομοκρατικό». Λίγο δύσκολο να κατηγορηθεί ο Μπεγκίν ως «ειρηνιστής» και «απολογητής των Παλαιστινιών».
Ο Μπέντζαμιν Νετανιάχου ηγείται μίας συμμαχίας εθνικιστικών και θρησκόπληπτων κομμάτων, τα οποία ούτε που θέλουν να ακούν για Παλαιστινιακό κράτος. Οι υποστηρικτές του Ισραηλινού πρωθυπουργού εντοπίζονται στα πια ακραία στοιχεία της ισραηλινής κοινωνίας, όπως του εθνικιστές εποίκους και τους υπερορθόδοξους Εβραίους. Έχουν σύμμαχο τον ίδιο τον Αμερικανό πρόεδρο, ο οποίος απροκάλυπτα μεροληπτεί υπέρ του Ισραήλ.
Ο Ισραηλινός πρωθυπουργός έχει επιλέξει ένα επικίνδυνο μονοπάτι. Με τις επιλογές του δεν υπονομεύει μόνο την επίλυση του Παλαιστινιακού αλλά πλέον την ίδια την ισραηλινή δημοκρατία. Όλο και περισσότεροι Ισραηλινοί ανησυχούν από τις πολιτικές επιλογές του Ισραηλινού πρωθυπουργού. Προφανώς όμως ο Τούρκος πρόεδρος δεν είναι ο κατάλληλος άνθρωπος για να του ασκήσει κριτική. Όπως έλεγε ένας παλιός Έλληνας πολιτικός, ο Ταγίπ Ερντογάν δεν «δικαιούται να ομιλεί«.