Νικητής η τουρκική δημοκρατία από τις πρόσφατες εκλογές
Του Sinan Ulgen
Carnegie Europe
Οι πρόσφατες εκλογές στην Τουρκία οδήγησαν σε σημαντική αποτυχία για τον πρόεδρο Recep Tayyip Erdogan και τον κυβερνητικό συνασπισμό του. Το κυβερνών ΑΚΡ και το εθνικιστικό ΜΗΡ έχασαν τις μεγάλες πόλεις της Τουρκίας από μια αντιπολίτευση που προωθούσε μια εποχή αλλαγής σε τοπικό επίπεδο. Η πολιτική μετάβαση σε Κωνσταντινούπολη και Άγκυρα είναι κρίσιμες δεδομένου ότι αυτές οι πόλεις έχουν κυριαρχηθεί από την πολιτική “οικογενειακή” παράδοση του Erdogan από το 1994. Η απώλεια της Κωνσταντινούπολης, είναι επίσης γεμάτη συμβολισμούς διότι η πόλη συνδέεται με την έναρξη της ανόδου του Erdogan στην κορυφή της πολιτικής εξουσίας της Τουρκίας. Εισήλθε στην εθνική πολιτική ως ο νέος και υποσχόμενος δήμαρχος της Κωνσταντινούπολης, κερδίζοντας μια αμφίρροπη δημοτική μάχη πριν από 25 χρόνια. Επομένως το ερώτημα είναι πώς ο μέχρι τώρα αήττητος ηγέτης και πολιτικό κίνημα, έχουν χάσει το βηματισμό τους, αφού είχαν κατορθώσει να εδραιώσουν την εξουσία για τόσο μεγάλο χρονικό διάστημα.
Η πρώτη εξήγηση έχει να κάνει με την κατάσταση της τουρκικής οικονομίας, η οποία έχει αποδειχθεί με πολλούς τρόπους ότι είναι ο καλύτερος φίλος της δημοκρατίας της Τουρκίας,. Οι εκλογές έλαβαν χώρα σε ένα πλαίσιο ύφεσης, της πρώτης που περνάει η χώρα εδώ και μια δεκαετία. Τα νοικοκυριά είχαν αρχίσει να υποφέρουν από την επίδραση της νομισματικής κρίσης το περασμένο καλοκαίρι, η οποία οδήγησε σε άνοδο του πληθωρισμού και στη διάβρωση του επιπέδου διαβίωσης. Η οικονομική επιβράδυνση έχει πλήξει τις προοπτικές απασχόλησης, με την ανεργία να διαμορφώνεται στο 14% το Νοέμβριο και την ανεργία των νέων στο 24%. Σε αντίθεση με κάποια αυταρχικά καθεστώτα, η Τουρκία δεν είναι ένα κράτος που μπορεί να στηρίζεται σε έσοδα από τα εμπορεύματα για να “αγοράσει” την πολιτική αφοσίωση των πολιτών της. Οι τουρκικές κυβερνήσεις πρέπει να δημιουργήσουν τις συνθήκες για μια σταθερή οικονομία της αγοράς με εύρυθμη λειτουργία, προκειμένου να ικανοποιήσουν τις προσδοκίες του εκλογικού σώματος. Οποιαδήποτε μακρά αποχώρηση από τις αρχές τις καλής διακυβέρνησης -η οποία περιλαμβάνει την υποβάθμιση του κράτους δικαίου, της διαφάνειας και της ευθύνης, καθώς και των πολιτικών και οικονομικών ελευθεριών- θα έρθει με ένα οικονομικό πρώτα, και στη συνέχεια -αναπόφευκτα- με ένα πολιτικό τίμημα. Αυτό είναι το σοκ που ήρθε στην επιφάνεια την Κυριακή των εκλογών.
Η δεύτερη εξήγηση σχετίζεται με μια δραματική αλλαγή στην απόδοση της αντιπολίτευσης στην Τουρκία. Αυτή τη φορά, η αντιπολίτευση κατόρθωσε να νικήσει τους ελιγμούς του Erdogan και του κόμματός του. Πρώτον, η συμμαχία του κεντρο-αριστερού CHP και του εθνικιστικού/κεντροδεξιού ΙΥΙ κόμματος, τα πήγε καλύτερα από ό,τι η κυβερνητική συμμαχία με βάση τη συμπεριφορά των ψηφοφόρων. Σε περιοχές όπου υπήρχε ένας κοινός υποψήφιος με ιστορικό του CHP, το εκλογικό σώμα του ΙΥΙ ψήφισε μαζικά για το CHP, και αντιστρόφως. Σε αντίθεση, το εκλογικό σώμα της MHP ήταν μοιρασμένο στην στήριξή του για τους υποψηφίους του ΑΚΡ, ιδιαίτερα στις μητροπολιτικές περιοχές της Δυτικής Τουρκίας. Η συμμαχία της αντιπολίτευσης επίσης δέχθηκε μια ισχυρή ώθηση από τις ψήφους του εκλογικού σώματος του φιλοκουρδικού HDP.
Ακόμη πιο σημαντικοί ωστόσο, ήταν οι ίδιοι οι υποψήφιοι. Και στην Άγκυρα και στην Κωνσταντινούπολη, η αντιπολίτευση “κατέβασε” υποψηφίους που ήταν πρόθυμοι και ικανοί να προσεγγίσουν ψηφοφόρους πέρα από τις βασικές και φυσικές τους περιφέρειες. Στην Άγκυρα, ο Mansur Yavaş πήρε την πλειοψηφία των εθνικιστικών ψήφων. Στην Κωνσταντινούπολη, ο Ekrem Imamoglu κατόρθωσε να κερδίσει ψήφους από τους συντηρητικούς. Εδραίωσε την εικόνα του ως αναδυόμενος ηγέτης με την έξυπνη διαχείριση της κρίσης την βραδιά των εκλογών όταν ο υποψήφιος του ΑΚΡ, ο πρώην πρωθυπουργός Binali Yildirim, κήρυξε πρόωρα τη νίκη του,
Οι συνέπειες της νίκης της αντιπολίτευσης σε αυτές τις τοπικές εκλογές θα είναι σημαντικές. Αλλά πρέπει να τοποθετηθούν στο σωστό πλαίσιο -το οποίο είναι ότι παρά την αποτυχία αυτή, ο Erdogan και το ΑΚΡ παραμένουν η κυρίαρχη δύναμη στην τουρκική πολιτική. Την Κυριακή των εκλογών, η κυβερνητική συμμαχία έλαβε περίπου το 51% του συνόλου των ψήφων. Αλλά η νίκη σε αυτές τις δημοτικές εκλογές θα ενισχύσει την πολιτική αντιπολίτευση. Πρόκειται να επωφεληθεί από τον έλεγχο των τοπικών κυβερνήσεων στην οικονομική καρδιά της Τουρκίας.
Η αντιπολίτευση έχει τώρα τον έλεγχο των πόλεων που συνιστούν το 65% του ΑΕΠ της χώρας. Η άμεση πρόκλησή της είναι να φτάσει και να ξεπεράσει το επίπεδο των υπηρεσιών που πέτυχαν κοι τοπικές κυβερνήσεις του ΑΚΡ στις περασμένες δεκαετίες. Μακροπρόθεσμα, θα πρέπει να εδραιώσει τη συμμαχία της σε εθνικό επίπεδο, πράγμα που θα διευκολυνθεί από ένα πιο περιεκτικό μοντέλο τοπικής διακυβέρνησης, περιλαμβανομένων των πολιτικών στελέχωσης για την αντικατάσταση της ιδεολογίας του ΑΚΡ για χρόνια.
Για τον Erdogan, η πρόκληση θα είναι να ξεπεραστεί η αίσθηση της αδυναμίας στον απόηχο μιας μεγάλης εκλογικής ήττας. Το άμεσο ενδιαφέρον του θα είναι να διαμορφώσει την οικονομία. Οι πολιτικές του τύχες θα εξαρτηθούν από το πόσο σύντομα μπορεί να επιστρέψει η Τουρκία σε ένα δρόμο βιώσιμης ανάπτυξης. Οι κίνδυνοι δεν είναι αμελητέοι, δεδομένου ότι τα επιφανειακά μέτρα δεν θα είναι πλέον αρκετά. Θα χρειαστούν επίσης βαθιές μεταρρυθμίσεις για να αντιμετωπιστεί το δημοκρατικό έλλειμμα της Τουρκίας και του κράτους δικαίου.
Οι τοπικές εκλογές έχουν αποδείξει ότι παρά το ότι έχει επιτευχθεί μια συγκέντρωση εξουσίας σε σημαντικό βαθμό, ο Erdogan και το ΑΚΡ παραμένουν ευάλωτοι στις οικονομικές και πολιτικές εξελίξεις, όπως θα συνέβαινε σε μια κανονική δημοκρατία. Επομένως με πολλούς τρόπους, ο νικητής των εκλογών της Κυριακής ήταν η εικόνα της Τουρκίας, τόσο στο εξωτερικό όσο και στο εσωτερικό. Παρά το ότι έχει πολλά μεγάλα προβλήματα, η τουρκική δημοκρατία απέδειξε την ευελιξία της και την ζωντάνιά της, και υποδηλώνει ότι θα συνεχιστεί ένα μέλλον πέρα από τις λαϊκιστικές και διχαστικές πολιτικές.
Το κείμενο δημοσιεύθηκε αρχικά στον Guardian