Bloomberg: Η τελευταία ευκαιρία της Βρετανίας
Από τη συντακτική ομάδα του Bloomberg Opinion
Η παράταση της προθεσμίας της Βρετανίας για την έξοδο από την Ευρωπαϊκή Ένωση έως τα τέλη Οκτωβρίου δεν απαντά σε κανένα από τα ερωτήματα που ταλανίζουν τη χώρα εδώ και τρία χρόνια. Το νέο χρονοδιάγραμμα απομακρύνει τον άμεσο κίνδυνο ενός ασύντακτου Brexit χωρίς συμφωνία, το οποίο θα συνέβαινε σήμερα. Αυτό είναι κάτι. Αλλά δεν απαντά στο τι πρέπει να γίνει αντ’αυτού.
Η κόπωση με κάθε πτυχή αυτής της παρωδίας είναι τώρα τόσο μεγάλη που κάθε σχέδιο που επιτρέπει στη Βρετανία να προχωρήσει μπροστά φαίνεται ελκυστικό. Το πρόβλημα είναι ότι δεν υπάρχει τέτοιο σχέδιο.
Η πρωθυπουργός Theresa May επιμένει να συνεχίζει να συνομιλεί με τους Εργατικούς της αντιπολίτευσης, μαζεύοντας στήριξη για μια ελαφρώς τροποποιημένη εκδοχή της συμφωνίας απόσυρσης που έχει συνάψει με την ΕΕ. Ελπίζει ότι η Βρετανία θα φύγει με τους δικούς της όρους πολύ πριν τη νέα προθεσμία -αρκετά γρήγορα για να αποφύγει τις ευρωεκλογές τον επόμενο μήνα. Ξέρει ότι οι αντιρρήσεις του Εργατικού Κόμματος για τη συμφωνία της είναι περισσότερο στρατηγικές παρά ουσιαστικές -μια προσπάθεια να συγκαλυφθεί το γεγονός ότι οι βουλευτές του Εργατικού Κόμματος είναι τόσο βαθιά διχασμένοι στο θέμα του Brexit όσο είναι οι Συντηρητικοί.
Στο τέλος, τόσο οι Remainers όσο και οι Leavers ενδέχεται να αποδεχθούν το αδύναμο σχέδιο της May μόνο και μόνο από εξάντληση. Όταν, όμως, η Βρετανία ξεκινήσει διαπραγματεύσεις για τις μελλοντικές εμπορικές της σχέσεις με την ΕΕ -οι οποίες δεν διευθετούνται στο σχέδιο της May- η διαμάχη τους θα ενταθεί. Η αστάθεια και η αβεβαιότητα θα συνεχίσουν να επιβαρύνουν την οικονομία. Και η Ευρώπη δεν θα μπορέσει να αποστασιοποιηθεί με ασφάλεια, ειδικά εάν το Ηνωμένο Βασίλειο αμφισβητήσει τις ευρωεκλογές, επειδή διακυβεύονται σημαντικά οικονομικά και διπλωματικά συμφέροντα στις καλές σχέσεις με τη Βρετανία.
Η παράταση της προθεσμίας του Brexit, χωρίς να υπάρχει σαφήνεια για το πού κατευθύνεται αυτή η διαδικασία, δεν θα πρέπει να φέρει ανακούφιση. Θα πρέπει να αναγνωριστεί ως μια επιβεβαίωση, αν χρειάζεται τέτοια, ότι το project του Brexit έχει καταρρεύσει. Δεν υπάρχουν “μπαλώματα” να γίνουν. Το σχέδιο πρέπει να εγκαταλειφθεί.
Πολλοί και ίσως οι περισσότεροι βουλευτές της Βρετανίας θα συμφωνούσαν με αυτήν την άποψη, αλλά αισθάνονται πολύ περιορισμένοι για να το αρνηθούν. Θεωρούν ότι δεσμεύονται από το δημοψήφισμα του 2016, φοβούμενοι την αντίδραση από τους θυμωμένους Leavers αν σκεφτούν διαφορετικά.
Το ζήτημα, επομένως, πρέπει να επιστρέψει στην κρίση του λαού. Δεν υπάρχει κανένας κανόνας κατά της διεξαγωγής δεύτερου δημοψηφίσματος – μια ιδέα με την οποία φλέρταραν πρόσφατα οι Εργατικοί. Τα τελευταία τρία χρόνια αποκάλυψαν στους ψηφοφόρους πράγματα που δεν γνώριζαν το 2016. Τώρα έχουν μια ιδέα για το τι θα σήμαινε το Brexit και τι έχουν να χάσουν εάν αυτή η κακή πρόταση γίνει πράξη. Υπό αυτές τις συνθήκες, η δημοκρατική νομιμοποίηση, όχι απλώς επιτρέπει μόνο μια δεύτερη λαϊκή ψηφοφορία: την απαιτεί.
Το αποτέλεσμα μιας δεύτερης ψηφοφορίας δεν είναι καθόλου βέβαιο. Αυτό οφείλεται εν μέρει στο γεγονός ότι τόσοι πολλοί Bρετανοί πολιτικοί έχουν συμβιβαστεί με το να νταντεύουν τους θορυβώδεις ψηφοφόρους τους αντί να λένε ξεκάθαρα τι πιστεύουν ότι είναι καλύτερο. Θα πρέπει να αναλάβουν την ευθύνη τους, που είναι να υπηρετήσουν τα συμφέροντα των εκλογέων τους, ακόμα και αν τους στοιχίσει τη θέση τους στο μέλλον. Είναι αδιανόητο το γεγονός ότι ένα Κοινοβούλιο που τάσσεται υπέρ της παραμονής, αναλώνεται σε ατελείωτους, ανούσιους ελιγμούς, την ώρα που εκτυλίσσεται αυτή η καταστροφή.
Αλλά εάν οι βουλευτές της Βρετανίας πεισθούν, με τον ένα ή τον άλλο τρόπο, να υποστηρίξουν το σχέδιο της May ή κάτι παρόμοιο, θα πρέπει να ζητήσουν για αυτό τη λαϊκή ετυμηγορία, βάζοντας το “Remain” ως επιλογή στην ψηφοφορία. Και τότε θα πρέπει να πουν στους ψηφοφόρους τους την αλήθεια.
Αυτή η παύση προσφέρει στη Βρετανία την τελευταία, καλύτερη ευκαιρία να αντιστρέψει ένα σοβαρό λάθος. Η ιστορία δεν θα είναι ευγενική με τους πολιτικούς που θα επιλέξουν να μην την εκμεταλλευτούν.