Τα (γεω)πολιτικά συμφραζόμενα της πασχαλινής σφαγής στη Σρι Λάνκα
Του Κώστα Ράπτη
Οι εμπνευστές των αιματηρών επιθέσεων στη Σρι Λάνκα, με αρχικό στόχο τρεις ρωμαιοκαθολικούς ναούς και τρία δημοφιλή στους τουρίστες πολυτελή ξενοδοχεία και τραγικό απολογισμό τουλάχιστον 290 νεκρούς (ανάμεσά τους και περίπου 35 αλλοδαποί) απέβλεπαν προφανώς στο να προκαλέσουν την μεγαλύτερη δυνατή αίσθηση διεθνώς, στο πνεύμα της αυτο-εκπληρούμενης προφητείας της “σύγκρουσης των πολιτισμών”, αλλά και να παρέμβουν καταλυτικά στις εσωτερικές ισορροπίες μιας χώρας ήδη αποσταθεροποιημένης, αλλά και “πολιορκούμενης” από τις βλέψεις διαφορετικών πρωταγωνιστών των γεωπολιτικών ανταγωνισμών των ημερών.
Η επιλογή του χρόνου είναι χαρακτηριστική: ανήμερα του Πάσχα των Δυτικών, όπως έχουμε δει να συμβαίνει το 2012 με τις επιδρομές της οργάνωσης Μπόκο Χαράμ εναντίον χριστιανικών εκκλησιών της βόρειας Νιγηρίας (38 νεκροί), το 2015 με την επίθεση εναντίον Χριστιανών φοιτητών του Πανεπιστημίου της Γκαρίσσα στην Κένυα (148 νεκροί) ή το 2016 με τη βομβιστική επίθεση σε κατάμεστο πάρκο χριστιανικής συνοικίας της Λαχώρης στο Πακιστάν, μετά τη λειτουργία του Πάσχα (75 νεκροί). Αλλά και στην Αίγυπτο το Πάσχα των Κοπτών το 2017 σκιάσθηκε από τις εκρήξεις σε δύο εκκλησίες την Κυριακή των Βαϊων, με 45 θύματα.
Όμως τα τοπικά συμφραζόμενα είναι πάντοτε περισσότερο διαφωτιστικά. Στην περίπτωση της Σρι Λάνκα έχουν να κάνουν με το βεβαρημένο παρελθόν των εθνοτικών συγκρούσεων, αλλά και την συνταγματική κρίση του περασμένου φθινοπώρου.
Σύμφωνα με την απογραφή του 2012, το 74,9% των περίπου 21 εκατομμυρίων κατοίκων της Σρι Λάνκα, ανήκει στη σιναλέζικη εθνότητα, ενώ το 11,1% στην εθνότητα των Ταμίλ, είτε εγκατεστημένους από αιώνων στα βόρεια και ανατολικά της νησιωτικής χώρας, είτε φερμένους κατά την αγγλοκρατία τον 19ο αιώνα από το αντικρινό νότιο άκρο της Ινδίας. Η σιναλέζικη είναι γλώσσα Ινδοευρωπαϊκή, ενώ τα Ταμίλ γλώσσα Δραβιδική.
Θρησκευτικά, η πλειονότητα των Σιναλέζων (70,6% του συνολικού πληθυσμού) ακολουθεί τον Θεραβάντα Βουδισμό, ενώ οι Ταμίλ είναι κυρίως ινδουιστές. (12,6%). Σε αυτούς πρέπει να προστεθούν οι Μουσουλμάνοι (9,7%), οι οποίοι αποτελούν κατά βάση απογόνους Αράβων ή Μαλαίων εμπόρων. Οι Χριστιανοί (κυρίως Ρωμαιοκαθολικοί, αλλά και Πρεσβυτεριανοί ή αγγλικανοί) αποτελούν, με ποσοστό 7,6%, την μικρότερη και, όπως αποδεικνύεται, περισσότερο ευάλωτη θρησκευτική κοινότητα, που συγκεντρώνει πιστούς και από τις δύο μεγάλες εθνοτικές ομάδες, καθώς και τους απογόνους Πορτογάλων ή Ολλανδών πρωτοπόρων της αποικιοποίησης.
Η ιστορία της Σρι Λάνκα μετά την ανεξαρτητοποίηση to 1948 σημαδεύεται από ένοπλες συγκρούσεις, όπως οι εξεγέρσεις το 1971 και 1987-9 στα νότια της χώρας από μέρους του μαρξιστικού Λαϊκού Απελευθερωτικού Μετώπου (Janatha Vimukthi Peramuna), που όμως έχει εισέλθει πλέον στην πολιτική ζωή, ή πολύ περισσότερο ο πόλεμος του 1983-2009 με τους “Τίγρεις για την Απελευθέρωση της Πατρίδας των Ταμίλ”, που έληξε με νίκη των κυβερνητικών δυνάμεων, αφού πρώτα άφησε πίσω του σχεδόν 100.000 νεκρούς.
Η ειρωνεία της ιστορίας θέλησε να αποτελέσουν οι επιθέσεις αυτοκτονίας, πολύ προτού ταυτιστούν με τη δράση των ανά τον κόσμο ακραίων ισλαμιστών, το κατεξοχήν εργαλείο των (Ινδουιστών) “Τίγρεων Ταμίλ”, για την προώθηση ενός εθνικο-απελευθερωτικού σκοπού.
Ο βουδιστικός-σιναλέζικος εθνικισμός επηρεάζει έντονα την πολιτική ζωή της χώρας στιγματίζοντας ως “ξένα σώματα” όσους δεν ανήκουν στην κυρίαρχη εθνο-θρησκευτική ομάδα. Οι βουδιστές μοναχοί διακρίνονται για τον ακτιβισμό τους και απόπειρες να θεσπισθεί δρακόντειος νόμος κατά του προσηλυτισμού στόχευαν ευθέως κατά της χριστιανικής κοινότητας.
Όλα αυτά δημιουργούν όμως περισσότερες απορίες από όσες επιλύουν, διότι οι υποψίες για την πασχαλινή σφαγή στρέφονται εναντίον ισλαμιστών τρομοκρατών, μολονότι η μουσουλμανική κοινότητα της Σρι Λάνκα δεν έχει παρελθόν βίαιης δράσης και ασφαλώς δεν έχει τίποτε να κερδίσει από την παρόξυνση των εντάσεων.
Ήδη οι αρχές της Σρι Λάνκα έχουν συλλάβει 24 υπόπτους, ενώ τα μέσα ενημέρωσης κατονομάζουν τους ισλαμιστές Ζαχράν Κασίμ και Αμπού Μοχάμεντ ως τους βομβιστές αυτοκτονίας που ευθύνονται για δύο από τις επιθέσεις της Κυριακής. Μάλιστα ο πρώτος είχε προετοιμάσει βιντεοσκοπημένο μήνυμα με απειλές κατά των “απίστων”. Γίνεται λόγος για την καινοφανή οργάνωση National Thowheeth Jama’ath, η οποία ενέχεται σε περσινά περιστατικά βανδαλισμού βουδιστικών ναών.
Όπως ανέφεραν υπουργοί και ο αρχηγός της αστυνομίας και παραδέχθηκε και ο πρωθυπουργός Ρανίλ Βικρεμεσίνγκε, ειδοποιήσεις για επαπειλούμενες επιθέσεις της NTJ είχαν δοθεί από ξένες μυστικές υπηρεσίες από τις αρχές Απριλίου, αλλά δεν αξιοποιήθηκαν.
Τώρα, ο πρωθυπουργός καλωσορίζει τις υπηρεσίες οποιασδήποτε τρίτης χώρας μπορεί να συμβάλει στην αντιμετώπιση της τρομοκρατικής απειλής και παράλληλα θέτει υπό αποκλεισμό τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης για να αποφύγει τη διασπορά ψευδών ειδήσεων.
Η πολιτική συγκυρία είναι εξαιρετικά λεπτή. Μόλις τον περασμένο Οκτώβριο ο πρόεδρος της χώρας Μαϊθριπάλα Σιρισένα απέπεμψε την κυβέρνηση Βικραμεσίνγκε διορίζοντας ως πρωθυπουργό τον πρώην πρόεδρο Μαχίντα Ρατζαπάκσα (απέναντι στο οποίο ο ίδιος είχε επικρατήσει στις προεδρικές εκλογές του 2015) και παραλλήλως προκηρύσσοντας πρόωρες βουλευτικές εκλογές, καθώς το υφιστάμενο κοινοβούλιο ήταν πολύ αμφίβολο εάν θα παρείχε ψήφο εμπιστοσύνης στο νέο κυβερνητικό σχήμα. Ο ελιγμός αυτός ανατράπηκε με απόφαση του Ανώτατου Δικαστηρίου που οδήγησε τον Ιανουάριο σε αποκατάσταση της κυβέρνησης Βικρεμεσίνγκε και του κοινοβουλίου, σε μία τεταμένη πολιτική ανακωχή.
Η όλη αναταραχή επιτάχυνε την υποχώρηση του νομίσματος, που είχε δρομολογηθεί από την αλλαγή της αμερικανικής νομισματικής πολιτικής, και επέφερε την υποβάθμιση του αξιόχρεου της Σρι Λάνκα από τους οίκους Moody’s, S&P και Fitch.
Πρόκειται για μία κρίση που έφερε αντιμέτωπες της “λαϊκιστικές” δυνάμεις του νέου διδύμου Σιρισένα-Ρατζαπάκσα, που έχει την βάση εξουσίας του στην επαρχία, με τις φιλελεύθερες ελίτ της πρωτεύουσας Κολόμπο υπό τον Βικρεμεσίνγκε.
Πρόκειται, όμως και για αντιπαράθεση με γεωπολιτικό αντίκρισμα, καθώς ο Σιρισένα πλειοδοτεί σε ανοίγματα προς την Κίνα, ενώ ο Βικρεμεσίνγκε προβαίνει σε κινήσεις αντιστάθμισης προς την πλευρά της Ινδίας.
Σε μία συγκυρία κατά την οποία η Κίνα ξεδιπλώνει τα σχέδια για έναν θαλάσσιο “δρόμο του μεταξιού” και οι ΗΠΑ επιχειρούν την δημιουργία μίας αντικινεζικής “τετράδας” στην περιοχή του “Ινδο-Ειρηνικού” με την Ινδία, την Ιαπωνία και την Αυστραλία, η θέση της Σρι Λάνκα καθίσταται κρίσιμης σημασίας.
Στο επίκεντρο βρίσκονται οι κινεζικές επενδύσεις στα λιμάνια του Κολόμπο και της Χαμπαντότα, που είχαν παραχωρηθεί επί της προεδρίας του Rajapaksa με ευνοϊκούς όρους, οι οποίοι εν συνεχεία αναθεωρήθηκαν. Η μετατροπή της Σρι Λάνκα σε διεθνή πηγή ανησυχίας για ζητήματα ασφαλείας θα βάλει ασφαλώς πολύ περισσότερους παίκτες στο παιχνίδι.