Stratfor: Πού οδηγεί το ξέσπασμα τζιχαντιστικής βίας στη Σρι Λάνκα
Τι δείχνουν τα στοιχεία από τους εκρηκτικούς μηχανισμούς για τις διεθνείς διασυνδέσεις των δραστών. Ο κίνδυνος περαιτέρω ανάφλεξης της βίας μεταξύ Βουδιστών και Μουσουλμάνων.
Σχεδόν δέκα χρόνια μετά τη λήξη του πολυετούς εμφυλίου πολέμου, ένα πρωτοφανές κύμα τρομοκρατικών επιθέσεων έπληξε τη Σρι Λάνκα. Με στόχο τις πασχαλινές λειτουργίες σε εκκλησίες καθώς και ξενοδοχεία στα οποία σύχναζαν ξένοι, σημειώθηκαν οκτώ εκρήξεις στο Κολόμπο, το Νεγκόμπο, το Κοτσικάντε και το Μπατικαλόα, οι περισσότερες από τις οποίες φαίνεται να έγιναν με ρήση γιλέκων φορτωμένων με εκρηκτικά και θραύσματα. Εκρηκτικοί μηχανισμοί βρέθηκαν επίσης κοντά στο διεθνές αεροδρόμιο του Κολόμπο και σε άλλες περιοχές, όμως δεν εξερράγησαν.
Από τις επιθέσεις σκοτώθηκαν τουλάχιστον 310 άτομα, καθώς ορισμένοι από τους 500 τραυματίες υπέκυψαν στα τραύματά τους. Σύμφωνα με τις επίσημες ανακοινώσεις, στους νεκρούς περιλαμβάνονται 31 ξένοι, ενώ άλλοι 14 ξένοι αγνοούνται. Το Στέιτ Ντιπάρτμεντ επιβεβαίωσε πως στους νεκρούς, τραυματίες και αγνοούμενους περιλαμβάνονται και αρκετοί πολίτες των ΗΠΑ και εξέδωσε ταξιδιωτική οδηγία για τη Σρι Λάνκα, λέγοντας πως θα μπορούσαν να υπάρξουν και άλλες επιθέσεις εκεί.
Για πρώτη φορά, η Σρι Λάνκα πρέπει να αντιμετωπίσει μια συνεχιζόμενη απειλή Ισλαμιστικής τρομοκρατίας, θέτοντας σε κίνδυνο τον ζωτικής σημασίας τουριστικό τομέα της χώρας αλλά και τις απαραίτητες ξένες επενδύσεις (σ.τ.μ. ήδη έχει αρχίσει να γίνεται λόγος για ανάγκη μεγαλύτερης βοήθειας από το ΔΝΤ, καθώς οι βομβιστικές επιθέσεις πλήττουν τον τουρισμό της χώρας).
Βραχυπρόθεσμα, η φύση των επιθέσεων αυτών εγείρει την πιθανότητα περαιτέρω ανάφλεξης της βίας μεταξύ των κοινοτήτων και εντάσεων μεταξύ των Βουδδιστών εθνικιστών πολιτικών και των Μουσουλμάνων Ταμίλ. Η αποτυχία της νυν κυβέρνησης να δράσει ενώ είχε προειδοποιήσεις για τον κίνδυνο επικείμενων επιθέσεων, είναι βέβαιο πως θα αποτελέσουν «ατού» για την τους διεκδικητές από την αντιπολίτευση –μεταξύ των οποίων και ο πρώην πρόεδρος Mahinda Rajapaksa- στις εθνικές εκλογές αργότερα φέτος.
Η κυβέρνηση της Σρι Λάνκα είπε πως οι δράστες είχαν δεσμούς με διακρατικές ομάδες, αν και η έκταση των δεσμών αυτών παραμένει ασαφής (σ.τ.μ: την Τρίτη υπουργός της κυβέρνησης είπε πως για τις επιθέσεις ευθύνονται δυο εγχώριες ισλαμιστικές οργανώσεις περιλαμβανομένης της National Thawheed Jama’ut).
Ο βαθμός της πολυπλοκότητας στην κατασκευή των βομβών δείχνει πως οι δράστες είχαν πράγματι βοήθεια απ΄έξω, η οποία θα μπορούσε να έχει έρθει μέσω του συντονισμού με εξωτερικές ένοπλες ομάδες όπως η Αλ Κάιντα ή το Ισλαμικό Κράτος, από μαχητές της Σρι Λάνκα που επέστρεφαν από τα πεδία των μαχών σε Ιράκ και Συρία, ή από έναν συνδυασμό και των δύο. Σημειώνεται πως σύμφωνα με την κυβέρνηση της Σρι Λάνκα, 32 πολίτες της ταξίδεψαν στη Συρία για να συμμετέχουν στον πόλεμο με το Ισλαμικό Κράτος.
Η αποσαφήνιση της φύσης αυτών των δικτύων, ωστόσο, θα πρέπει να περιμένει να έρθουν στο φως περισσότερες λεπτομέρειες για τις επιθέσεις (σ.τ.μ. την Τρίτη υπουργός της κυβέρνησης της Σρι Λάνκα υποστήριξε πως οι επιθέσεις έγιναν ως αντίποινα για την επίθεση που σημειώθηκε κατά Μουσουλμανικών στόχων στη Νέα Ζηλανδία, ενώ το Ισλαμικό Κράτος, μέσω του πρακτορείου του AMAQ, ανέλαβε την ευθύνη για τις επιθέσεις).
Η ένοπλη ομάδα Τίγρεις για την Απελευθέρωση του Ταμίλ Ιλάμ (Liberation Tigers of Tamil Eelam) διενήργησε πολυάριθμες επιθέσεις αυτοκτονίας καθ’ όλη τη διάρκεια του εμφυλίου πολέμου του 1983-2009, όμως καμία από αυτές δεν είχε τέτοια έκταση ούτε είχε τέτοιον βαθμό συντονισμού. Οι αρχές μέχρι στιγμής έχουν συλλάβει 24 ύποπτους σε σχέση με τις βομβιστικές επιθέσεις, όλοι τους πολίτες της Σρι Λάνκα (σ.τ.μ. την Τρίτη έγινε γνωστό πως κρατείται ένας Σύριος για ανάκριση αναφορικά με τις επιθέσεις).
Σύμφωνα με ανώνυμες πηγές, η αστυνομία της Σρι Λάνκα σε εσωτερικό της σημείωμα στις 11 Απριλίου πως απροσδιόριστη ξένη μυστική υπηρεσία είχε προειδοποιήσει πως η σκληροπυρηνική Ισλαμιστική ομάδα National Thowfeek Jamaath σχεδίαζε επιθέσεις αυτοκτονίας στην Ανώτατη Επιτροπή της Ινδίας στο Κολόμπο και σε εκκλησίες. Ωστόσο, το αν η National Thowfeek Jamaath πράγματι εμπλέκεται στις επιθέσεις, δεν είναι σαφές. Μια στροφή προς τέτοιες βίαιες τακτικές θα σηματοδοτούσε σημαντική μεταβολή για μια ομάδα που μέχρι τώρα ήταν γνωστή για βανδαλισμούς και για σκληροπυρηνική ρητορική.
Η Σρι Λάνκα έχει μια μακρά ιστορία εθνικών διχασμών και διακοινοτικής βίας. Το μεγαλύτερο μέρος αυτών αφορούσε εντάσεις μεταξύ της πλειονότητας των εθνοτικών Σιναλέζων Βουδδιστών και των εθνοτικών Ταμίλ, όμως η πολύ μικρότερη Μουσουλμανική μειονότητα (περίπου το 10% του πληθυσμού) έχει βρεθεί στη μέση μιας περίπλοκης κοινοτικής ισορροπίας.
Πολλοί Μουσουλμάνοι, μετά τις έντονες διώξεις των Τίγρεων Ταμίλ κατά τη διάρκεια του εμφυλίου πολέμου, πήγαν στο εξωτερικό, και πολλοί επέστρεψαν στις κυρίως Σουφιστικές κοινότητές τους με πιο αυστηρές μορφές Ουαχαμπιτικού Ισλάμ. Οι Μουσουλμάνοι υπέστησαν επωμίστηκαν το μεγαλύτερο βάρος από την άνοδο του Βουδδιστικού Εθνικισμού της Σρι Λάνκα, που είδε εκατέρωθεν εξεγέρσεις από τους Σιναλέζους και τους Μουσουλμάνους τον Μάρτιο του 2018, καθώς και πολυάριθμα μικρότερα επεισόδια διακοινοτικών αναταράξεων πριν από αυτό και έκτοτε.
Όπως και στην Ινδονησία, έτσι και στη Σρι Λάνκα η Μουσουλμανική κοινότητα δεν ενδιαφέρονταν ιδιαίτερα για τον εξτρεμισμό, με τις Μουσουλμανικές ομάδες μάλιστα να φέρεται πως υπήρξαν η πηγή ορισμένων προειδοποιήσεων για τους National Thowfeek Jamaath. Ο περιορισμένος αριθμός δυνητικών εξτρεμιστών της χώρας και η νέα προσοχή που δίνει η κυβέρνηση της Σρι Λάνκα στις αντιτρομοκρατικές ενέργειες –οι δυνάμεις ασφαλείας της χώρας είναι ήδη ενισχυμένες λόγω των δεκαετιών εμφυλίου πολέμου- θα αποτελέσουν περιοριστικό παράγοντα για την ικανότητα οποιασδήποτε τζιχαντιστικής ομάδας να εξαπολύσει μια αδιάλειπτη εκστρατεία επιθέσεων.