24/04/2024

Bloomberg:Οι εμπορικές συνομιλίες ΗΠΑ-Κίνας βασίζονται στην έλλειψη εμπιστοσύνης και την αλαζονεία

 


Του David Fickling- Bloomberg

Ο εμπορικός πόλεμος επέστρεψε.

Το tweet του Donald Trump την Κυριακή το βράδυ, στο οποίο έκανε λόγο για ένα νέο κύκλο δασμών δεν μοιάζει να είναι μία παρόρμηση της στιγμής όπως πολλοί πίστευαν. Ενώ οι συνομιλίες θα συνεχιστούν και μια κινεζική αντιπροσωπεία θα επισκεφθεί τις ΗΠΑ αργότερα αυτή την εβδομάδα, οι δασμοί θα αυξηθούν πράγματι την Παρασκευή, σύμφωνα με τον εμπορικό αντιπρόσωπο των ΗΠΑ Robert Lighthizer, καθώς, σύμφωνα με τον ίδιο, η Κίνα αθέτησε τις υποσχέσεις της.

“Αισθανθήκαμε ότι ήμασταν σε καλό δρόμο να φτάσουμε κάπου. Κατά τη διάρκεια της περασμένης εβδομάδας παρατηρήσαμε μια διάβρωση των δεσμεύσεων της Κίνας. Αυτό είναι κατά τη γνώμη μας απαράδεκτο”, δήλωσε ο Lighthizer στους δημοσιογράφους αργά τη Δευτέρα.

Για πολλούς λόγους, αυτό δεν είναι πολύ περίεργο. Υπάρχει εδώ και καιρό μια μεγάλη διαφωνία γύρω από τις εκτεταμένες οικονομικές αλλαγές που τα “γεράκια” του εμπορίου όπως ο Lighthizer ήθελαν από την Κίνα και τις χαμηλού επιπέδου γεωργικές παραχωρήσεις που το Πεκίνο ήταν έτοιμο να προσφέρει. Η πρόδηλη έλλειψη εμπιστοσύνης μεταξύ των δύο πλευρών έχει ισχυροποιήσει αυτή τη διαφωνία.

Αυτή η έλλειψη εμπιστοσύνης είναι σαφώς ορατή στον τρόπο με τον οποίο εξελίχθηκαν τα πράγματα. Στην περίπλοκη διεθνή διπλωματία, δεν είναι καθόλου σπάνιο, ζητήματα που είχαν βγει από το τραπέζι να επανέλθουν στο παιχνίδι – άσχετα με το πώς βλέπει την κατάσταση ο Lighthizer. Υπάρχει λόγος που το ρητό που λέει ότι “δεν έχει συμφωνηθεί τίποτα μέχρι να συμφωνηθούν τα πάντα” χαρακτηρίζει το περιεχόμενο των εμπορικών συζητήσεων. Κάθε φορά που μια πλευρά θέλει να λάβει μια παραχώρηση σε ένα ζήτημα, η άλλη πλευρά θα θελήσει να αποκομίσει ένα αντισταθμιστικό όφελος, και αυτό μπορεί να συνεπάγεται και το να ξανα-ανοίγουν θέματα που είχαν προσωρινά διευθετηθεί.

Ταυτόχρονα, η απογοήτευσή του συνδέεται και με ένα χρόνιο παράπονο σχετικά με τον τρόπο με τον οποίο η Κίνα αντιμετωπίζει τις διεθνείς διαπραγματεύσεις. Πολύ συχνά, οι διπλωμάτες θεωρούν ότι οι δεσμεύσεις που αναλαμβάνει θεωρητικά το Πεκίνο δεν εφαρμόζονται ποτέ στην πράξη, ένα ζήτημα που εκδηλώνεται σε ζητήματα τόσο διαφορετικά μεταξύ τους, από τις ευρεσιτεχνίες, μέχρι την παραγωγή οπιοειδών. Αν αναρωτιέστε γιατί άνθρωποι όπως ο Lighthizer και ο υπουργός Εμπορίου Wilbur Ross ασχολούνται τόσο πολύ με το πώς θα εφαρμοστεί μια συμφωνία παρά με τους όρους της ίδιας της συμφωνίας, είναι επειδή δεν πιστεύουν ότι το Πεκίνο δεν είναι και πολύ αφοσιωμένο στην εφαρμογή των δεσμεύσεών του.

Φυσικά, η έλλειψη εμπιστοσύνης αποτελεί μέρος των διεθνών σχέσεων. Αυτό που συνήθως κρατάει τις ισορροπίες είναι ότι και οι δύο πλευρές βλέπουν ένα όφελος στο να έρθουν σε συμφωνία αντί να επιμένουν στο status quo τους – και αυτό μπορεί να είναι κάτι ακόμα που λείπει σε αυτήν την περίπτωση.

Οι περισσότερες διαπραγματεύσεις μπορούν να χαρακτηριστούν ως διανεμητικές (μηδενικού αθροίσματος) ή ολοκληρωμένες (μη μηδενικού αθροίσματος). Σε μια διανεμητική συμφωνία, ένας παίκτης προσπαθεί να εξάγει όσες περισσότερες παραχωρήσεις γίνεται από την άλλη χωρίς να δώσει τίποτα σε αντάλλαγμα. Σε μια ολοκληρωμένη, και τα δύο μέρη προσφέρουν κάτι για να φτάσουν σε ένα αμοιβαία αποδεκτό αποτέλεσμα. Αν δεν υπάρχει μια πολύ ακραία διαφωνία μεταξύ των δύο πλευρών, οι ολοκληρωμένες διαπραγματεύσεις είναι γενικά οι μόνες που έχουν επιτυχία.

Ενώ τα ένστικτα του Trump φαίνονται να κλίνουν προς το διανεμητικό στυλ, οι συμφωνίες με τη Νότια Κορέα, το Μεξικό και τον Καναδά που έχει συνάψει μέχρι σήμερα ο Lighthizer ήταν στην πραγματικότητα αρκετά μικρής κλίμακας συμφωνίες μη μηδενικού αθροίσματος. Εάν κέρδισαν παραχωρήσεις οι Η.Π.Α., είναι μικρές.

Οι διαπραγματεύσεις με την Κίνα είναι διαφορετικές. Ενώ η Ουάσιγκτον έχει μακρύ κατάλογο αιτημάτων, στα ζητήματα της πνευματικής ιδιοκτησίας, της μεταφοράς τεχνολογίας, των ξένων επενδύσεων, της βιομηχανικής πολιτικής, των αγροτικών αγορών, που φτάνουν μέχρι τον βασικό κορμό της κινεζικής οικονομίας – δεν προσφέρει πραγματικά τίποτα σε αντάλλαγμα, εκτός από την κατάργηση των δασμών που επέβαλε στην αρχή της διαδικασίας.

Πράγματι, οι εμπορικές συνομιλίες “κάνουν δύσκολη τη ζωή” του Πεκίνου σε διάφορα ζητήματα, όπου η Κίνα θα ήθελε να δει  αντίστοιχες παραχωρήσεις – όπως το αίτημα να περιορίσει τους εθνικούς πρωταθλητές όπως η Huawei Technologies Co. και η ZTE Corp., και να περιορίσει τις visa για τους Κινέζους φοιτητές.

Δεδομένου του τρόπου με τον οποίο η Κίνα έχει προσαρμόσει τις τεχνολογικές φιλοδοξίες της στις ανάγκες της όλο και πιο επιθετικής και όλο και πιο προσβλητικής για τα ανθρώπινα δικαιώματα κατάστασης επιτήρησης, αυτή μπορεί να είναι μια λογική προσέγγιση. Αλλά η άρνηση της Ουάσιγκτον να ανεχτεί οποιαδήποτε παραχώρηση όπως αυτές της Κίνας, καθιστά πολύ δύσκολο να καταλήξουν σε μια συμφωνία που δεν θα αφήσει το Πεκίνο να αισθάνεται “ριγμένο”.

Είναι εύλογο το ότι οι εμπορικοί διαπραγματευτές της Κίνας εξακολουθούν να σχεδιάζουν να ταξιδέψουν στις Η.Π.Α. αυτή την εβδομάδα και είναι πιθανό ότι η πρόσφατη ένταση να είναι μόνο σκληρά λόγια για να ληφθεί μια τελική συμφωνία με μεγαλύτερο όφελος. Αλλά σε αυτό το σημείο δεν υπάρχουν πολλά σημάδια για τις δεσμεύσεις που ο κινέζος αντιπρόεδρος της κυβέρνησης Liu He θα μπορέσει να φέρει πίσω στο Πεκίνο, ως απόδειξη της διαπραγματευτικής ικανότητάς του – και χωρίς αυτό, είναι ανησυχητικά εύκολο να παρασυρθεί η διαδικασία σε μια βαθύτερη διαμάχη.

Εάν οι διαπραγματευτές επιθυμούν να καταλήξουν σε μία συμφωνία, θα πρέπει να αποδεχθούν κάτι πολύ πιο μικρό από ό,τι μπορεί να ήλπιζαν. Ήρθε η ώρα να συμβιβαστούν, αλλιώς ας πάρουν απόφαση ότι δεν θα καταφέρουν τίποτα.

 

Capital.gr

Facebooktwitterredditpinterestlinkedinmail
Geopolitics & Daily News Copyrights Reserved 2024