07/10/2024

Η θαλάσσια διάσταση στη σχέση Ρωσίας- Τουρκίας- Ιράν

του Δημήτρη Τσαϊλά,
Υποναυάρχου ε.α.

Το ΝΑΤΟ και πιο συγκεκριμένα η ηγέτης της συμμαχίας, ΗΠΑ, αντιμετωπίζει ένα προβληματικό τοπίο απειλής στη Μεσόγειο και στην ευρύτερες θαλάσσιες περιοχές της Μέσης Ανατολής. Η Συμμαχία έχει μια σειρά καυτών θεμάτων που κυμαίνονται από την ισχυρή στρατιωτική στάση της Ρωσίας στη Συρία, τις παράπλευρες δονήσεις από τον εμφύλιο πόλεμο της Συρίας με την τρομοκρατία του ISIS, την κρίση του μεταναστευτικού, την ιρανική απειλή κατά των αμερικανικών συμφερόντων στην περιοχή και τελευταία το βαθύ ρήγμα με την Τουρκία. Για να απαντήσει σε όλες αυτές τις προκλήσεις, το ΝΑΤΟ θα πρέπει να ενισχύσει τη δέσμευσή του με τους αξιόπιστους συμμάχους και εταίρους, να παράγει μια νέα προσέγγιση ασφάλειας στη θάλασσα και να αντισταθμίσει το στρατηγικό σημείο στήριξης της Ρωσίας, της Τουρκίας και του Ιράν.

Η ανάπτυξη των ρωσικών στρατιωτικών δυνάμεων στη Συρία στο τέλος του 2015, ενώ φάνηκε στην αρχή ως μια απελπισμένη προσπάθεια της Ρωσίας να διασώσει έναν καταδικασμένο σύμμαχο, που πιθανότατα θα είχε ένα άσχημο τέλος, αντ’ αυτού η Ρωσική Πολεμική Αεροπορία απέκτησε άμεσα τον έλεγχο του εναερίου χώρου στο θέατρο των επιχειρήσεων, αποδεικνύοντας την ικανότητα τους να εκτελούν επιθέσεις με εξαιρετική ακρίβεια. Επίσης οι Ρώσοι στρατιωτικοί σύμβουλοι, κατάφεραν με σχετική ευκολία, την αναδιάρθρωση των συριακών ενόπλων δυνάμεων και την απόκτηση μιας σημαντικής ικανότητας ελιγμών κατά τις διεξαγόμενες εχθροπραξίες. Τελικά οι ρώσοι κατάφεραν και αναμείχθηκαν στη διαπραγμάτευση για την  πολιτική ειρήνευση, και ίσως το πιο εκπληκτικό επίτευγμά τους ήταν, να διαμορφώσουν ένα πλαίσιο επίλυσης σύγκρουσης που προφανώς η Μόσχα επέβαλε οριστικά στους συμμάχους του Ιράν και της Συρίας.

Προκειμένου να επιτευχθεί η πραγματική νίκη στη Συρία, ο Πούτιν και η ρωσική κυβέρνηση έπρεπε να εξισορροπήσουν τη διπλωματική επίλυση των συγκρούσεων, με την επιλογή τουλάχιστον ορισμένων από τους περιφερειακούς παίκτες και την περιθωριοποίηση των άλλων. Η ευκαιρία παρουσιάστηκε με το αποτυχημένο πραξικόπημα του Ιουλίου 2016 κατά του Ερντογάν στην Τουρκία, οπότε αμέσως είδαμε μια εντυπωσιακή αναθέρμανση των σχέσεων Τουρκίας-Ρωσίας. Σε αυτό το στάδιο, είναι δύσκολο να πούμε εάν οι Ρώσοι πίστευαν πραγματικά ότι θα μπορέσουν να πετύχουν σε αυτή την προσπάθεια τους ή αν απλά έθεταν τα θεμέλια για το επόμενο στάδιο της διπλωματικής στρατηγικής τους, που είναι η προσέγγιση του Ιράν και η διείσδυση στην Τουρκία με σκοπό τον κατακερματισμό της συμμαχίας και την απαξίωση της αμερικανικής επιρροής.

Η Μόσχα για αυτές τις υπηρεσίες θέτει τις απαιτήσεις της. Ούτε λίγο, ούτε πολύ, θέλει να έχει και το σκύλο χορτάτο και την πίτα ολόκληρη σε ότι αφορά τη Σύμβαση του Μοντρέ στις σχέσεις της με την Τουρκία. Μια σύμβαση η οποία διέπει τη ναυσιπλοΐα των Στενών του Βοσπόρου και των Δαρδανελίων και ρυθμίζει την στρατιωτική δραστηριότητα στην περιοχή. Η σύμβαση παραχωρεί στη Τουρκία τον πλήρη έλεγχο των Στενών και εγγυάται την ελεύθερη ναυσιπλοΐα στα εμπορικά πλοία σε καιρό ειρήνης, ενώ για τα πολεμικά υπάρχουν περιορισμοί. Οι όροι της σύμβασης αποτέλεσαν πηγή διαμάχης για χρόνια, κυρίως όσον αφορά τη διέλευση πολεμικών σκαφών της Σοβιετικής Ένωσης από τα Στενά στη Μεσόγειο Θάλασσα. Έτσι εμφανίζεται  ως υποστηρικτής αυτής της συμβάσεως, όταν λειτουργεί προς όφελός της, αλλά παράλληλα την αγνοεί και εργάζεται με σκοπό να την υπονομεύσει όταν δεν συμφωνεί. Αυτή η εκούσια ταλάντωση αντιπροσωπεύει την τελευταία «υβριδική» προσπάθεια του Προέδρου Βλαντιμίρ Πούτιν να εκτοπίσει τις Δυτικές δυνάμεις από τη Μαύρη Θάλασσα, μια περιοχή όπου η Ρωσία θεωρεί ως το κρίσιμο εγγύς τμήμα της. Αυτή η “στρατηγική του εκκρεμούς” όμως, έχει όλα τα στοιχεία για να προκαλέσει σοβαρή σύγκρουση μεταξύ της Ρωσίας και του ΝΑΤΟ. Πράγματι, της συγκέντρωσης ναυτικών δυνάμεων υποδηλώνουν ότι ο κίνδυνος μπορεί να κλιμακωθεί.

Η σύμβαση του Μοντρέ που συνάφθηκε το 1936 περιορίζει τον αριθμό των ξένων ναυτικών δυνάμεων  που μπορούν να εισέλθουν στη Μαύρη Θάλασσα μέσω των στενών και υπαγορεύει τον χρόνο που θα μπορούν να παραμείνουν στην περιοχή αυτά τα πλοία. Υπάρχουν δύο αναγνώσεις της συνθήκης, στη Μόσχα. Η μια τη θεωρεί σημαντικό στοιχείο της ρωσικής εθνικής ασφάλειας, ενώ η άλλη τη βλέπει, ως ανοικτή πρόσκληση για τη δυτική ανάμειξη στα ύδατα που η Ρωσία θεωρεί ότι της ανήκουν με αποκλειστικότητα. Επιπλέον, οι επικριτές της συμφωνίας του Μοντρέ θεωρούν ότι η σύμβαση αυτή, ηλικίας άνω των 80 ετών, περιορίζει την ελευθερία της Ρωσίας να χρησιμοποιεί τα “Τουρκικά Στενά” για να προβάλει σκληρή ισχύ στις θερμές θάλασσες (Μεσόγειο). Κατά συνέπεια, προτρέπουν τη Ρωσία να επιδιώξει την αναθεώρηση της σύμβασης, ενώ υπάρχουν φωνές που προειδοποιούν ότι η Μόσχα μπορεί θα χάσει περισσότερα από ότι θα κέρδιζε με δεδομένη την επιθυμία της να αναπτύξει καλύτερες σχέσεις με την Τουρκία.

Η εμφάνιση των ναυτικών δυνάμεων από χώρες του ΝΑΤΟ πλην των τριών παράκτιων κρατών της Μαύρης Θάλασσας, τη Βουλγαρία, τη Ρουμανία και την Τουρκία, και συγκεκριμένα εκείνων των Ηνωμένων Πολιτειών και του Ηνωμένου Βασιλείου, είναι ένα πρόβλημα για τη Ρωσία, διότι αποτελούν ένδειξη ότι η Δύση είναι έτοιμη να αναμιχθεί στις ουκρανικές «προκλήσεις». Αυτός είναι και ο κύριος λόγος επιθυμίας να τεθεί σε ισχύ ένας ρωσικός έλεγχος των στενών, ώστε τα πλοία του ΝΑΤΟ να μην μπορούν να εισέλθουν και να εξέλθουν από τη Μαύρη Θάλασσα. Από τη μία πλευρά, βλέπουμε να αναζωογονείται το μακρόπνοο ρωσικό ενδιαφέρον για τον έλεγχο της Κωνσταντινούπολης, κάτι που η αυτοκρατορική Ρωσία ακολούθησε μέχρι το τέλος της. Από την άλλη όμως, είναι σαφής η αντίσταση της Άγκυρας στο ρωσικό έλεγχο.  Συγκεκριμένα, η Μόσχα επιθυμεί να γίνει πλήρης εταίρος στα στενά, ένα σχέδιο, που θα επιτρέψει στα ρωσικά πλοία να περάσουν στη Μεσόγειο χωρίς διατυπώσεις και περιορισμούς.

Πάντως το ρωσικό ναυτικό, δεδομένης της γεωγραφίας και των εθνικών παραδόσεων, δεν έχει τη δυνατότητα να αντιμετωπίσει το στόλο του ΝΑΤΟ. Τα γηρασμένα πλοία βγαίνουν εκτός λειτουργίας πριν αντικατασταθούν από νέα και ως εκ τούτου, τα πλοία που είναι επιχειρησιακά ικανά να φτάσουν στη Μεσόγειο μπορούν να υπολογίζονται στα δάκτυλα του ενός χεριού. Ο αριθμός αυτός, στην πραγματικότητα, έχει συρρικνωθεί σε τρία και κανένα από αυτά δεν είναι φορέας αεροσκαφών. Όσο για τα υποβρύχια, δεν πιστεύω ότι η κατάσταση τους είναι καλύτερη από ότι τα πλοία επιφανείας.

Ακόμα πιο ξεκάθαρη, είναι η εικόνα για την πραγματική κατάσταση του ρωσικού ναυτικού, όταν έχουμε μηδενική ανταπόκριση στην πρόσφατη εμφάνιση δύο αμερικανικών πολεμικών ναυτικών ομάδων κρούσεως στη Μεσόγειο. Κάθε μία από αυτές τις ομάδες, δήλωσε ο John Huntsman, πρέσβης των ΗΠΑ στη Ρωσική Ομοσπονδία, αντιπροσωπεύει “100.000 τόνους διεθνούς διπλωματίας”

Έτσι η ναυτική ισχύς διαδραματίζει τον κρισιμότερο ρόλο στην περιοχή του μεγάλου ανταγωνισμού ισχύος στη Μεσόγειο και τη Μέση Ανατολή. Παρέχει ασφάλεια, σταθερότητα και προστατεύει την οικονομική ευημερία βοηθώντας στη διατήρηση της ελευθερίας των θαλασσών για τα έθνη. Αυτός είναι ο κύριος λόγος σήμερα που δύο από τα 11 αμερικανικά αεροπλανοφόρα το USS Abraham Lincoln (CVN-72) και το USS John C. Stennis (CVN-74) επιχειρούν ήδη με αντίστοιχες ομάδες κρούσεως στην περιοχή της Μεσογείου. Επίσης τα δύο αμερικανικά αεροπλανοφόρα επιχειρούν ταυτόχρονα και έχουν ενταχθεί προωθώντας τη διαλειτουργικότητα των ΝΑΤΟικών συμμάχων και των εταίρων, παρέχοντας μια άνευ προηγουμένου αποτρεπτική ισχύ κατά της όποιας μονομερούς επιθετικής ενέργειας, καθώς αποδεικνύει και τη δυνατότητα για συνδυασμό αεροναυτικών επιχειρήσεων.

Στη Μεσόγειο Θάλασσα η Τουρκία θέλει να επιβάλλει κατάσταση χάους. Στόχος της δημιουργίας χαοτικού πεδίου είναι η παράλυση του αντιπάλου. Το ανθρώπινο δυναμικό που αποφασίζει και εκτελεί τα σχέδια άμυνας μιας χώρας παρουσιάζει κόπωση λόγω της συνεχούς άγνοιας της κατάληξης μιας τακτικής κίνησης εκείνου που απειλεί. Υπό αυτούς τους όρους ο ”υπνωτισμός” του αντιπάλου, είναι η προϋπόθεση για την εξαπάτησή του, μέσω του αιφνιδιασμού. Το χάος εγγυάται και τον υπνωτισμό και την εξαπάτηση και τον αιφνιδιασμό. Στοιχεία που άλλωστε υπάρχουν έντονα στην ανατολική στρατηγική. Σκοπός της δημιουργίας χάους από μέρους της Τουρκίας είναι η διάλυση όλων των συμμετρικών σχεδίων που έχουν εκπονηθεί για την αντιμετώπιση ενός αντιπάλου.

Πώς αντιμετωπίζεται μια τέτοια κατάσταση; Με τον ίδιο τρόπο. Αν η επιθυμία μας είναι η ειρήνη τότε οφείλουμε να στοχεύσουμε στην ισορροπία. Οφείλει δηλαδή ο αντίπαλος να γνωρίζει ότι το χάος που επιθυμεί να επικρατήσει, μπορούμε να το εφαρμόσουμε και εμείς ώστε να φορτώσουμε με ερωτηματικά τους τρόπους αντιμετώπισης που επιθυμεί να σχεδιάσει.

Επίσης οι Ηνωμένες Πολιτείες ανακοίνωσαν ότι θα αναπτύξουν την μια ναυτική ομάδα κρούσεως με αεροπλανοφόρο στη Μέση Ανατολή. Αυτό αποφασίστηκε όταν ο πρόεδρος του Ιράν, απείλησε να κλείσει το Στενό του Ορμούζ μετά την απόφαση της κυβέρνησης των ΗΠΑ να επιβάλλουν νέα μέτρα κατά του Ιράν. Δεν έχει ακόμη καταπλεύσει αυτή η ναυτική δύναμη και θα πάρει κάποιο χρόνο για να φτάσει στην περιοχή. Έτσι μπορούμε να υποθέσουμε ότι η απειλή δεν θεωρείται άμεση. Και θα υποθέσουμε ότι το είδος της απειλής που οι ΗΠΑ πιστεύουν ότι προκαλείται από το Ιράν μπορεί να αντιμετωπιστεί από την ναυτική ισχύ που αναπτύσσεται σε όλες τις θαλάσσιες περιοχές.

Το Στενό του Ορμούζ είναι ένα από τα βασικά θαλάσσια σημεία του κόσμου. Αυτή η στενή θαλάσσια δίοδος συνδέει τον Ινδικό Ωκεανό με τον Αραβικό / Περσικό Κόλπο. Ιστορικά, ο θαλάσσιος αυτός διάδρομος έχει συνδέσει τον αραβικό και τον περσικό πολιτισμό με την ινδική υποήπειρο, την Ασία του Ειρηνικού και την Αμερική. Για παράδειγμα, πριν από την άνοδο των ευρωπαϊκών αυτοκρατοριών στη θάλασσα τον 15ο και 16ο αιώνα, η πορσελάνη από την Κίνα και τα μπαχαρικά από την χερσόνησο της Ινδοκίνας περνούσαν συχνά από αυτόν το στενό δρόμο προς την Κεντρική Ασία και την Ευρώπη.

Σήμερα, το Στενό του Ορμούζ διαχωρίζει το σύγχρονο ιρανικό κράτος από τις χώρες του Ομάν και των Ηνωμένων Αραβικών Εμιράτων, οι οποίες έχουν ισχυρές αμυντικές συμφωνίες με τις ΗΠΑ και τη Σαουδική Αραβία. Όλη η εμπορική ναυτιλία από τις πετρελαιοπαραγωγές  χώρες του Κόλπου συγκλίνει στο στενό, συμπεριλαμβανομένων των εξαγωγών αργού πετρελαίου και υγροποιημένου φυσικού αερίου από το Ιράν, το Ιράκ, το Κουβέιτ, το Μπαχρέιν, το Κατάρ, τη Σαουδική Αραβία και τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα. Το τριάντα τοις εκατό του παγκόσμιου αργού πετρελαίου διέρχεται από αυτή την πλωτή οδό μήκους 21 μιλίων. Αυτό το θαλάσσιο σημείο ελέγχου (chokepoint) μετατράπηκε σε αρένα σύγκρουσης κατά τη διάρκεια του πολέμου Ιράν-Ιράκ τη δεκαετία του 1980. Κάθε πλευρά του επονομαζόμενου «πολέμου των δεξαμενοπλοίων» προσπάθησε να υπονομεύσει τις εξαγωγές ενέργειας του άλλου. Το Ιράν δεν χρειάζεται κάποια ειδική στρατιωτική δύναμη για να εκπληρώσει την απειλή του και να διαταράξει τις εμπορικές ροές μέσω του στενού. Θα μπορούσε να βλάψει την εμπορική ναυτιλία με σχετικά φτηνούς πυραύλους κατά των πλοίων, ταχύπλοα σκάφη και υποβρύχια.

Αντιλαμβανόμαστε, πως σε όλες αυτές τις αναπτύξεις ναυτικών δυνάμεων, υπάρχουν στρατιωτικά, ψυχολογικά και πολιτικά στοιχεία που απορρέουν από τη θαλάσσια διάσταση στη σχέση Ρωσίας-Τουρκίας-Ιράν. Φαίνεται ότι οι θάλασσες της Μεσογείου, της Ερυθράς, της Αραβικής και οι κόλποι του Άντεν, του Ομάν του Περσικού προσεχώς θα είναι διακεκαυμένη ζώνη στο θέατρο των ναυτικών επιχειρήσεων.

 

πηγή:http://www.anixneuseis.gr

Facebooktwitterredditpinterestlinkedinmail
Geopolitics & Daily News Copyrights Reserved 2024