Stratfor: Η ένταση Ιράν-ΗΠΑ και τα μαθήματα από τη μάχη του Σομ
Οι ΗΠΑ διαβεβαιώνουν πως δεν επιδιώκουν πόλεμο με το Ιρανικό καθεστώς, όμως είναι έτοιμες να απαντήσουν σε οποιαδήποτε επίθεση. H επίδειξη ισχύος του Τραμπ και τι κοινό έχει με τον Κάιζερ, τον Τσάρο και τον Βασιλιά της Αγγλίας το 1914.
του Charles Glass
Stratfor
Όταν οι αγρότες σε μια περιοχή της Βόρειας Γαλλίας οργώνουν τα χωράφια τους, ξεθάβουν λείψανα από τον πόλεμο που έληξε εδώ πριν από περίπου έναν αιώνα: κάλυκες, μάσκες αερίου, νεκροκεφαλές.
Το ήρεμο τοπίο, επίπεδο όσο και οι πεδιάδες του Κάνσας, έρχεται σε αντίθεση με τη μνήμη της πρώτης ημέρας της Μάχης του Σομ την 1η Ιουλίου του 1916, όταν 21.000 Βρετανοί στρατιώτες σκοτώθηκαν προσπαθώντας να διανύσουν μερικές εκατοντάδες γυάρδες γεμάτες κρατήρες από βομβαρδισμούς, αγριόχορτα και αγκαθωτά συρματοπλέγματα για να εφορμήσουν κατά των γερμανικών οπλοπολυβόλων.
Αυτή η μάταιη επίθεση συνεχίστηκε μέχρι τον επόμενο Νοέμβριο, όταν ο θάνατος είχε θερίσει 1,5 εκατομμύρια ζωές και από τις δυο πλευρές των χαρακωμάτων. Οι αρχιτέκτονες του πολέμου δεν είχαν προβλέψει μια τέτοια σφαγή όταν κινητοποιούσαν τους νεαρούς νεοσύλλεκτους τον Αύγουστο του 1914, με υποσχέσεις για μια εύκολη νίκη.
Ο ιστορικός Κρίστοφερ Κλαρκ περιέγραψε τις πολιτικές προσωπικότητες που οδήγησαν την Ευρώπη στον Μεγάλο Πόλεμο, ως άνδρες που βάδιζαν τυφλά στον ύπνο τους και έπεσαν από το ανοιχτό παράθυρο. Στο έξοχο βιβλίο του «The Sleepwalkers: How Europe Went to War in 1914» (σ.τ.μ.: «Οι υπνοβάτες. Πώς η Ευρώπη πήγε στον πόλεμο το 1914»), ο Κλαρκ έγραψε πως «η σύγκρουση που ξεκίνησε εκείνο το καλοκαίρι κινητοποίησε 65 εκατομμύρια στρατιώτες, στοίχισε τρεις αυτοκρατορίες, τις ζωές 20 εκατομμυρίων στρατιωτικών και πολιτών, και 21 εκατομμύρια τραυματίες». Δεν ήταν αυτή η πρόθεση, όπως άλλωστε και η πρόθεση της Συνθήκης που έβαλε τέλος στον πόλεμο δεν ήταν να δημιουργήσει έναν ακόμα κατακλυσμό 20 χρόνια αργότερα, ο οποίος θα κόστιζε τη ζωή άλλων 60 εκατομμυρίων ανθρώπων.
Περπατώντας πρόσφατα στα λασπωμένα μονοπάτια κοντά στον ποταμό Σομ, πέρασα από υπολείμματα κρατήρων από τους βομβαρδισμούς και από χαρακώματα που μετά βίας καλύπτονταν από το νέο χορτάρι της άνοιξης.
Χιλιάδες νέοι βρίσκονται θαμμένοι εκεί που έπεσαν, σε ένα τοπίο γεμάτο μεγαλόπρεπα μνημεία και νεκροταφεία. Μια πλάκα σε ένα νεκροταφείο υπενθυμίζει στους επισκέπτες πως «Οι στρατιώτες από το Ντέβονσαϊρ κράτησαν αυτό το χαράκωμα, οι στρατιώτες από το Ντέβονσαϊρ εξακολουθούν να το κρατάνε».
Τα παιδιά του συντάγματος από το Ντέβονσαϊρ, όπως και οι σύντροφοί τους από την Ιρλανδία, τη Σκοτία, την Ουαλία, την Αυστραλία, τον Καναδά και την υπόλοιπη Αγγλία, άφησαν πίσω τους νεαρές χήρες, παιδιά και απαρηγόρητους γονείς. Άξιζε;
Η επίδειξη ισχύος, πρελούδιο του πολέμου
Οι πόλεμοι σπανίως καταλήγουν έτσι όπως προβλέπουν οι σχεδιαστές τους. Για τις ΗΠΑ, αυτό συνέβη στην Κορέα, στο Βιετνάμ, στο Αφγανιστάν και στο Ιράκ. Το ίδιο μπορεί να λεχθεί μια ημέρα για το Ιράν, αν η απόφαση του Αμερικανού προέδρου Ντόναλντ Τραμπ να αναπτύξει το αεροπλανοφόρο USS Abramah Lincoln μαζί με μια ομάδα κρούσης πολεμικών πλοίων και βομβαρδιστικών στην Περσικό Κόλπο, οδηγήσει σε βίαιες συγκρούσεις.
Ο στόχος της άσκησης, σύμφωνα με τον σύμβουλο εθνικής ασφάλειας Τζον Μπόλτον, είναι να «στείλει ένα μήνυμα» στο Ιράν. Ο Τσάρος Νικόλαος Β’ της Ρωσίας και ο Κάιζερ Γουλιέλμος Β’ της Γερμανίας, που έτυχε να είναι ξαδέλφια, έστειλαν παρόμοια μηνύματα ο ένας στον άλλον το καλοκαίρι του 1914, μέσω της κινητοποίησης των στρατών τους. Αυτή η επίδειξη δύναμης δεν απέτρεψε τον πόλεμο. Αντιθέτως, τον ξεκίνησε.
Ο Πρώτος Παγκόσμιος Πόλεμος παρέχει πολλά μαθήματα σε αυτούς που είναι πρόθυμοι να μάθουν. Πέραν της βλακείας του στατικού πολέμου φθοράς στο Δυτικό Μέτωπο, υπήρξαν παραδείγματα καταστροφικών δευτερεύουσας σημασίας περιστατικών στην Αφρική, στα Βαλκάνια, στον Αραβικό κόσμο και, ναι, στο Ιράν.
Οι Ιρανοί θυμούνται, αν το έχουν ξεχάσει οι Δυτικοί, πως οι Ρώσοι και Βρετανοί σύμμαχοι κατέλαβαν την ουδέτερη χώρα τους το 1914. (Θα έκαναν το ίδιο πάλι το 1941.) Οι Βρετανοί έστειλαν αυτό που σήμερα θα ονομάζαμε απόσπασμα «ειδικών δυνάμεων» στο Ιράν για να ξεσηκώσουν τους φυλάρχους ώστε να αποτραπεί η κατάσχεση του πετρελαίου της Κασπίας Θάλασσας από τους Οθωμανούς Τούρκους και τους Γερμανούς συμμάχους τους.
Τον Δεκέμβριο του 1917, το υπουργείο Πολέμου ανέθεσε στον Αρχιστράτηγο Λάιονελ Ντάνστερβιλ (Lionel Dunsterville) να ηγηθεί μιας «Δύναμης Dunster» (Dunsterforce) 450 ανδρών. Ο φίλος του Ντάνστερβιλ, Ράντγιαρντ Κίπλινγκ (Rudyard Kipling), τον είχε απαθανατίσει ως έναν ήρωα της Αυτοκρατορίας στη Βρετανική Ινδία, με το όνομα «Stalky». Ο γραφικός Ντάνστερβιλ μιλούσε άπταιστα εννέα γλώσσες, περιλαμβανομένων των Φαρσί και των Κινέζικων –μια καλή αν και ανεπαρκής προετοιμασία για την αποστολή του στο Ιράν.
Η «Δύναμη Dunster» πέρασε τον θαλάσσιο διάδρομο Στα αλ-Αραμπ από το κατεχόμενο από το Βρετανία Ιράκ στο Ιράν, στις αρχές του 1918, καθ’ οδόν προς το Μπακού, την πετρελαϊκή πρωτεύουσα του Αζερμπαϊτζάν, το οποίο οι Ρώσοι είχαν εγκαταλείψει μετά την επανάσταση που έβγαλε τη Ρωσία από τον πόλεμο.
Η είσοδος στο Ιράν ήταν δύσκολη: τα χιόνια είχαν κλείσει τα περάσματα στα βουνά και οι τοπικές ομάδες ενόπλων εξαπέλυαν επιθέσεις. Το εθνικιστικό Κίνημα Jangali χτύπησε τη «Δύναμη Dunster» προτού φτάσει στο Μπακού, μειώνοντας τη δύναμή της και επιβραδύνοντας την κίνησή της. Ο Ντάνστερβιλ επιχείρησε να κερδίσει τη λαϊκή έγκριση εμποδίζοντας τους εμπόρους σιτηρών από το να μαζέψουν όλο το σιτάρι, αυτό όμως του γύρισε «μπούμερανγκ» όταν οι Jangali τον κατηγόρησαν ότι δηλητηρίαζε το αλεύρι του λαού.
Η διεκδίκηση της ηγεσίας από αντίπαλες δυνάμεις των Jangali, των ντόπιων Κομμουνιστών, των Ισλαμιστών και των Χριστιανών περιέπλεξαν τα πράγματα για τον Ντάνστερβιλ. Πολλές από αυτές τις ομάδες άλλαξαν πλευρά πάνω από μια φορές, αναλόγως του αν φαινόταν πιθανότερο να νικήσουν οι Οθωμανοί ή οι Βρετανοί.
Μέρος της «Δύναμης Dunster» έφτασε στην Ούρμια του Ιρανικού Αζερμπαϊτζάν, όμως η παρουσία της επιδείνωσε την κακομεταχείριση των ντόπιων Χριστιανών που είχαν ταυτιστεί με τους σκοπούς των Συμμάχων. Μέχρι να τελειώσει ο πόλεμος, οι Χριστιανοί της Ούρμια, από το 40% του πληθυσμού της πόλης που ήταν, έφτασαν να έχουν σχεδόν εξαφανιστεί.
Στο Μπακού, ο Ντάνστερβιλ οργάνωσε άμυνες κατά μιας οθωμανικής επίθεσης. Η μάχη ξεκίνησε στις 26 Αυγούστου του 1918. Το πυροβολικό κατέστρεψε μεγάλο μέρος της πόλης, αναγκάζοντας τον Ντάνστερβιλ να εκκενώσει τις δυνάμεις του με δυο πλοία και να περάσει την Κασπία το βράδυ της 14ης Σεπτεμβρίου.
Συμμορίες Αζέρων στην πόλη κατέσφαξαν περίπου 8.000 Αρμένιους. Ο Αντιστράτηγος Λάιονελ Μάρσαλ (Lionel Marshall), ο Βρετανός διοικητής στη Μεσοποταμία που είχε χαρακτηρίσει την εκστρατεία του Ντάνστερβιλ «τρελό εγχείρημα», τη διέλυσε δυο ημέρες μετά.
Οι ίδιοι κίνδυνοι τότε και τώρα
Η εισβολή στο Ιράν ήταν κίνδυνος το 1918 και παραμένει κίνδυνος και σήμερα. Τα πλοία σε οποιοδήποτε σημείο του Περσικού Κόλπου βρίσκονται στο πεδίο βολής της Ιρανικής παράκτιας άμυνας. Οποιοδήποτε λάθος ή ανταλλαγή πυρών μπορεί να έχει ως αποτέλεσμα την ανάπτυξη 120.000 Αμερικανών στρατιωτών, όπως είχαν αναφέρει οι New York Times. Η απάντηση του Τραμπ στο σχετικό δημοσίευμα των New York Times έμοιαζε περισσότερο με επιβεβαίωση παρά με διάψευση: «αν το κάναμε αυτό, θα στέλναμε πολύ περισσότερους στρατιώτες».
Οι ΗΠΑ, όπως ο Κάιζερ, ο Τσάρος και ο Βασιλιάς της Αγγλίας το 1914, επιμένουν πως δεν θέλουν πόλεμο. «Οι Ηνωμένες Πολιτείες δεν επιδιώκουν πόλεμο με το Ιρανικό καθεστώς», δήλωσε ο Μπόλτον, «όμως είμαστε πλήρως προετοιμασμένοι να απαντήσουμε σε οποιαδήποτε επίθεση, είτε μέσω αντιπροσώπων, του Σώματος της Επαναστατικής Φρουράς του Ιράν, είτε μέσω τακτικών Ιρανικών μονάδων.». Η φύση της αμερικανικής «απάντησης» σε οτιδήποτε θεωρήσουν πως αποτελεί παράβαση από την πλευρά του Ιράν, θα καθορίσει το μέλλον τόσο των ΗΠΑ και του Ιράν, όσο της Μέσης Ανατολής και όλων των χωρών που εισάγουν πετρέλαιο από τον Περσικό Κόλπο, για πολλά χρόνια. Θα αξίζει;
Ο Siegfried Sassoon, ο οποίος κέρδισε τον Στρατιωτικό Σταυρό για τη διάσωση ενός τραυματισμένου συντρόφου του υπό καταιγισμό πυρών, την παραμονή της μάχης του Σομ, έκλεινε το ποίημά του με τίτλο «Αυτοκτονία στα Χαρακώματα» (Suicide in the Trenches) ως εξής:
«ω αυτάρεσκο πλήθος, με μάτια αναμμένα /
Ζητωκραυγάζεις βλέποντας τους στρατιώτες να περνούν /
Μα σαν γυρίσεις σπίτι προσευχήσου ποτέ σου να μη μάθεις /
Σε τι είδους κόλαση αυτοί οι νέοι και το χαμόγελό τους θα βρεθούν» (*)
(You smug-faced crowds with kindling eye
Who cheer when soldier lads march by,
Sneak home and pray you’ll never know
The hell where youth and laughter go.)
(*) Σημ: Η μετάφραση του ποιήματος έγινε από την κα. Ελένη Καρρά, δημοσιογράφο/μεταφράστρια