29/03/2024

Strator: Οι επικίνδυνες στρατηγικές των μεγάλων δυνάμεων στη Μ. Ανατολή

 

 

Οι κινήσεις των ΗΠΑ για να αναγκάσουν το Ιράν να έρθει στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων ή να προκαλέσουν εξέγερση κατά της κυβέρνησης. Πώς περιπλέκει τα πράγματα η στρατηγική Κίνας και Ρωσίας. Η στάση της Ευρώπης και η ευκαιρία της… Βενεζουέλας.

της Reva Goujon
Strator

Μέσα σε δυο μόλις εβδομάδες, ο Λευκός Οίκος έσπασε την εκεχειρία για τους δασμούς και κλιμάκωσε τον τεχνολογικό του πόλεμο με την Κίνα, η Βόρεια Κορέα πραγματοποίησε δυο δοκιμές βαλλιστικών πυραύλων μικρού βεληνεκούς, οι ΗΠΑ κατέλαβαν ένα πλοίο της Βόρειας Κορέας, η Τεχεράνη ανακοίνωσε πως θα σταματήσει να συμμορφώνεται με σημεία της πυρηνικής συμφωνίας του Ιράν, τέσσερα πετρελαιοφόρα δεξαμενόπλοια φέρεται να δέχθηκαν επίθεση κοντά στα ζωτικής σημασίας για την ενέργεια Στενά του Ορμούζ, ένας σημαντικός σαουδαραβικός αγωγός επλήγη από drone που πετούσαν αντάρτες Χούθι της Υεμένης και οι ΗΠΑ εκκένωσαν το μη απαραίτητο προσωπικό από το Ιράκ ως αντίδραση στις πληροφορίες περί απειλών για Ιρανικές επιθέσεις κατά στόχων των ΗΠΑ.

Όταν τα πράγματα εξελίσσονται τόσο γρήγορα, είναι όλο και πιο σημαντικό να κάνουμε μια παύση και να επανεκτιμήσουμε την πρόθεση των βασικών παικτών της παγκόσμιας σκηνής, προκειμένου να καταλάβουμε προς τα πού πηγαίνουν.  

 

 

Το σπιράλ του Ιράν

Η στρατηγική του Λευκού Οίκου για το Ιράν είναι σχετικά ξεκάθαρη: απαξίωση της πυρηνικής συμφωνίας του Ιράν, επέκταση και επιβολή κυρώσεων για να τσακιστεί η ιρανική οικονομία, δημιουργία των θεμελίων για μια ευρεία αναταραχή και εφαρμογή οικονομικών και στρατιωτικών πιέσεων ώστε να εξαναγκαστεί η κυβέρνηση του Ιράν να έρθει στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων. Αν το καθεστώς ανατραπεί υπό τις εσωτερικές πιέσεις, τότε αυτό θα είναι ένα επιπλέον δώρο.

Η στρατηγική βρίθει προβληματικών υποθέσεων. Η Τεχεράνη αντιμετωπίζει σοβαρή οικονομική πίεση, όμως, για να χρησιμοποιήσουμε την φράση του υπουργού Εξωτερικών της χώρας Javad Zarif, το Ιράν έχει διδακτορικό στην αποφυγή κυρώσεων. Το ιρανικό σύστημα ασφάλειας έχει ένα ισχυρό ιστορικό καταστολής διαμαρτυριών και οι αναταράξεις με «οδηγό» τις κυρώσεις έχουν περισσότερες πιθανότητες να ενισχύσουν το εθνικιστικό αίσθημα παρά να προκαλέσουν μια πανεθνική εξέγερση. Και ενώ υπάρχει πιθανότητα το Ιράν να προσπαθήσει να κρατήσει κάποιο κανάλι ανοικτό με τις ΗΠΑ προκειμένου να μετριάσει τις εντάσεις, η Τεχεράνη θα κάνει σχεδιασμούς για να αντέξει την οικονομική καταιγίδα και να περιμένει τα αποτελέσματα των προεδρικών εκλογών του 2020 στις ΗΠΑ, ελπίζοντας σε διαπραγμάτευση με μια λιγότερο επιθετική κυβέρνηση.

Επίσης, το Ιράν δεν θα κάτσει με σταυρωμένα χέρια ενόσω θα σφυροκοπείται με κυρώσεις. Μάλιστα, το πρόσφατο περιστατικό με τα τάνκερ και οι επιθέσεις με drone σε σαουδαραβικούς σταθμούς άντλησης πετρελαίου, μπορεί να αποκαλύψουν μια συντονισμένη προσπάθεια από την Τεχεράνη να στείλει μήνυμα πως ένας πόλεμος με το Ιράν θα έχει τίμημα την διατάραξη της ενεργειακής μεταφοράς μέσω της ζωτικότερης σημασίας πετρελαϊκός «αρτηρίας» του κόσμου. (Υπάρχει επίσης πιθανότητα οι Χούθι να λειτουργούν πιο αυτόνομα ή πως υπάρχει δυσαρέσκεια με τη διοίκηση και τον έλεγχο μεταξύ της πιο μετριοπαθούς προεδρίας του Ιράν και των σκληροπυρηνικών στοιχείων του Σώματος της Ισλαμικής Επαναστατικής Φρουράς, αν και μέχρι στιγμής δεν έχουν υπάρξει αξιόπιστες ενδείξεις για βαθύ ρήγμα εντός του ιρανικού καθεστώτος).

Αν αποδειχθεί πως το Ιράν είχε βάλει το χέρι του στις επιθέσεις αυτές, τότε θα πρόκειται για μια απίστευτα τολμηρή κίνηση: αντί να χρησιμοποιεί πιο διακριτικά και κρυφά μέσα για να αντισταθεί στις ΗΠΑ, οι ενέργειες αυτές όχι μόνο είναι αρκετές για να εγείρουν το φάσμα της καταστροφής, αλλά επίσης για ορισμένα μέλη του Λευκού Οίκου μπορεί να είναι αρκετά και για να θεωρηθούν ως το έναυσμα για στρατιωτικές επιθέσεις.

Ακόμα και ένα αμερικανικό σχέδιο για περιορισμένες επιθέσεις κατά στόχων που θεωρούνται «μαριονέτες» του Ιράν στην περιοχή, ή κατά ευαίσθητων πυρηνικών και στρατιωτικών σημείων στο ίδιο το Ιράν, θα πρέπει να συνοδεύεται από εναλλακτικό σχέδιο για μια ευρύτερη στρατιωτική κλιμάκωση (εξ ου και η πρόσφατη υπερ-φημολογία μετά τις διαρροές από μια συνεδρίαση του συμβουλίου εθνικής ασφάλειας των ΗΠΑ κατά την οποία υποτίθεται πως συζητήθηκε σχέδιο για την αποστολή 120.000 στρατιωτών στην περιοχή).

Ο κόσμος έχει ήδη δει τις ικανότητες των ένοπλων αντιπροσώπων του Ιράν στο Ιράκ και στους εμφυλίους πολέμους της Συρίας και της Υεμένης· φανταστείτε τη στρατιωτική δύναμη που θα έφερνε το Ιράν για να υπερασπιστεί το δικό του έδαφος. Και ενώ το Ισραήλ, η Σαουδική Αραβία και τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα μπορεί να έχουν κοινό συμφέρον να αποδυναμώσουν το Ιράν όσο το δυνατόν περισσότερο όσο βρίσκεται στην προεδρία των ΗΠΑ ο πρόεδρος Ντόναλντ Τραμπ, παράλληλα αποτελούν βασικό στόχο των Ιρανικών αντιποίνων. Τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα, ιδιαίτερα, είναι απίθανο να είναι πρόθυμο να επωμιστεί το οικονομικό κόστος ενός πολέμου με το Ιράν.

Η Ρωσία επανεξετάζει τις επιλογές της

Καθώς πυκνώνουν τα σύννεφα του πολέμου πάνω από το Ιράν, ο υπουργός Εξωτερικών των ΗΠΑ Μάικ Πομπέο φυσικά χρειάστηκε να πραγματοποιήσει συνάντηση με τον πρόεδρο της Ρωσίας Βλαντίμιρ Πούτιν. Το μήνυμα των ΗΠΑ στη Ρωσία είναι επίσης ξεκάθαρο: μην μπείτε στη μέση. Όμως δεν είναι εύκολο για τη Μόσχα να μην παρέμβει και η Ρωσία έχει επιλογές για να αποκομίσει το μεγαλύτερο όφελος από μια ιρανική κρίση. Παρά τη στενότερη σχέση με τον λευκό Οίκο του Τραμπ, το Κρεμλίνο εξακολουθεί να βρίσκεται στα πυκνά δίχτυα των αμερικανικών κυρώσεων και εν μέσω μιας κλιμακούμενης κούρσας εξοπλισμών με τις ΗΠΑ.Καθώς είναι η μόνη μεγάλη δύναμη που συμμαχεί με το Ιράν, η Ρωσία θα μπορούσε να ενισχύσει την ιρανική αεράμυνα και ίσως να στείλει το δικό της στρατιωτικό προσωπικό και πυρηνικούς τεχνικούς στις ιρανικές εγκαταστάσεις. Αυτή είναι μια δοκιμασμένη μέθοδος της Ρωσίας, που στόχο έχει να αυξήσει το κόστος των αμερικανικών στρατιωτικών ενεργειών και να δημιουργήσει πλεονέκτημα σε μια διαπραγμάτευση με τη Ουάσινγκτον. Το ίδιο συμβαίνει και στη Βενεζουέλα, όπου η Ρωσία έχει στείλει μια χούφτα δυνάμεων και απειλεί να στείλει περισσότερες εν μέσω των αμερικανικών απειλών για στρατιωτική παρέμβαση.Ακόμα και αν οι ρωσικές πράξεις παρεμπόδισης στο Ιράν αποτύχουν να αποτρέψουν μια αμερικανική στρατιωτική ενέργεια, η Ρωσία δεν πρόκειται να παραπονεθεί αν οι ΗΠΑ από μόνες τους μπλεχτούν σε έναν νέο κυκεώνα στη Μέση Ανατολή που θα φέρουν νέα απροσδόκητα πετρελαϊκά έσοδα στη Ρωσία. Άλλωστε, κατά τους εξαντλητικούς πολέμους των ΗΠΑ στο Αφγανιστάν και στο Ιράκ ήταν που η Ρωσία κέρδισε τον γεωπολιτικό χώρο για να διεκδικήσει εκ νέου τη σοβιετική της περιφέρεια.  

Το κινεζικό παιχνίδι

Και η Κίνα θα είχε κάποιο στρατηγικό όφελος αν κάτι μεγάλο αποσπούσε την προσοχή των ΗΠΑ, όμως η Κίνα ως καθαρός εισαγωγέας ενέργειας είναι πολύ πιο ευάλωτη στις οικονομικές αναταράξεις που θα συνόδευαν μια σημαντική διακοπή στις ενεργειακές μεταφορές στη Μέση Ανατολή.

Μετά από μια σημαντική υποτροπή στις σινοαμερικανικές εμπορικές διαπραγματεύσεις, ο Λευκός Οίκος του Τραμπ έχει δώσει στο Πεκίνο ένα στενό περιθώριο ενός μήνα να επιστρέψει στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων, διαφορετικά θα επιβληθούν δασμοί σε όλα τα κινεζικά προϊόντα που εισάγονται στις ΗΠΑ.

Την ίδια ώρα, ο Λευκός Οίκος έχει επιλέξει να κλιμακώσει σημαντικά τον τεχνολογικό πόλεμο με την Κίνα, βάζοντας τη Huawei σε «μαύρη λίστα» και περιορίζοντας σοβαρά την πρόσβασή της στους αμερικανούς προμηθευτές τεχνολογίας.

Αυτό είναι ένα πολιτικό παιχνίδι θάρρους, με το Πεκίνο να προσπαθεί να αξιολογήσει αν ο Λευκός Οίκος θα διακινδυνεύσει το πολιτικό κόστος των δασμών και του ενδεχόμενου οι εμπορικές σχέσεις να επιβαρύνουν τον μέσο Αμερικανό καταναλωτή σε μια προεκλογική περίοδο. Από την άλλη, ο Λευκός Οίκος του Τραμπ προσπαθεί να δοκιμάσει τη θεωρία του πως υπάρχουν όρια στα μέτρα τόνωσης της κινεζικής οικονομίας και πως το Πεκίνο δεν θα μπορεί να χειριστεί το οικονομικό βάρος από έναν ολοκληρωτικό, εκτεταμένο εμπορικό πόλεμο.

Ενώ υπάρχει ακόμα περιθώριο οι δυο οικονομικοί γίγαντες να επιστρέψουν σε μια ακόμα εκεχειρία δασμών, η παγκόσμια διαταραχή που προέρχεται από τον σινοαμερικανικό τεχνολογικό ανταγωνισμό αναμένεται να κλιμακωθεί και μια δυνητική στρατιωτική κλιμάκωση στον Περσικό Κόλπο σύντομα θα βραχυκύκλωνε μια ήδη υποτονική παγκόσμια οικονομική ανάκαμψη.

Ευρωπαϊκή παράλυση

Αυτός ο οικονομικός κίνδυνος είναι το τελευταίο που θέλει η Ευρώπη, όταν η παρατεταμένη αβεβαιότητα για το Brexit, η αύξηση του ιταλικού χρέους και η κλιμάκωση της εμπορικής μάχης για τους αμερικανικούς δασμούς στα αυτοκίνητα ήδη επιβαρύνουν την ανάπτυξη της ευρωζώνης. Επίσης, λίγα μπορεί να κάνει η Ευρώπη για να αποτρέψει τις ενέργειες των ΗΠΑ.

Οι Ευρωπαίοι δημιούργησαν ένα νέο κανάλι για να διατηρήσουν ένα μη δολαριακό εμπόριο με το Ιράν, όμως περιορίζεται σε ανθρωπιστικό εμπόριο και τελικά δεν κάνει και πολλά για να καθησυχάσει τις μεγάλες ευρωπαϊκές εταιρείες και τις τράπεζες που εξακολουθούν να υποψιάζονται πως θα υπάρξουν δευτερογενείς κυρώσεις από τις ΗΠΑ.

Ενώ υπάρχει πάντα η πιθανότητα οι αγανακτισμένες ευρωπαϊκές δυνάμεις να ενώσουν τις δυνάμεις τους με την Κίνα για να αυξηθεί η βαρύτητα της στρατηγικής παράκαμψης των κυρώσεων, ωστόσο οι επιθετικές κινήσεις του Ιράν προκειμένου να αντιμετωπίσουν τις ΗΠΑ, το κοινό συμφέρον που έχουν Ευρώπη και ΗΠΑ να παραμείνει η Κίνα υπόλογη για τις εμπορικές καταχρήσεις της και ο βαθύς διχασμός μεταξύ των αμερικανοσκεπτικιστών στα δυτικά της Ευρώπης και των ευρωσκεπτικιστών στα ανατολικά που αναζητούν τις αμερικανικές εγγυήσεις ασφαλείας, θα εμποδίσουν τις προσπάθειες της Ευρώπης να ορθώσει το ανάστημά της στις ΗΠΑ.

Η στάση της Βόρειας Κορέας

Η προοπτική ενός ακόμα αμερικανικού πολέμου στη Μέση Ανατολή θα τύγχανε θετικής υποδοχής στην Πιονγκγιανγκ. Οι ΗΠΑ μπορούν να σκεφτούν σοβαρά το ενδεχόμενο στρατιωτικής σύγκρουσης στο Ιράν μόνο αν μπορούν να είναι σίγουρες πως δεν θα υπάρξει ανάγκη για στρατιωτικές επιλογές στη Βορειοανατολική Ασία.

Κάθε tweet του Τραμπ που υποβαθμίζει μια δοκιμή ενός βορειοκορεατικού πυραύλου μικρού βεληνεκούς, επιβεβαιώνει στην Πιονγκιάνγκ πως ο Αμερικανός πρόεδρος θέλει να κηρύξει διπλωματική νίκη στο ζήτημα της Βόρειας Κορέας και πως αποτελεί ζωντανή απόδειξη πως η «μέγιστη πίεση» θα φέρει τους προβληματικούς παρίες στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων.

Ιδανικά, η Βόρεια Κορέα θα ήθελε να αποκομίσει τα περισσότερα από την προεδρία του Τραμπ, προτού αρχίσει να κλείνει το παράθυρο για ελάφρυνση των κυρώσεων και ενώ μια ανήσυχη Νότια Κορέα προσπαθεί να κρατήσει την Πιονγκγιάνγκ στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων.

Οι πρόσφατες πυραυλικές δοκιμές της Βόρειας Κορέας έχουν στόχο να υπενθυμίσουν στον Λευκό Οίκο να μην θεωρεί δεδομένο τον διπλωματικό περιορισμό της Πιονγκγιάνγκ. Ακόμα και αν αυτές οι προκλήσεις δεν καταλήξουν στο να σπάσει το διαπραγματευτικό αδιέξοδο, η Βόρεια Κορέα ωφελείται από την καθυστέρηση στις διαπραγματεύσεις χωρίς να κάνει βασικούς συμβιβασμούς στο πυρηνικό της πρόγραμμα. Και αν οι ΗΠΑ καταλήξουν να πάνε σε πόλεμο παρά την προηγούμενη δέσμευση του Ιράν να περιορίσει το πυρηνικό του πρόγραμμα, αυτό μπορεί να κάνει την Πιονγκγιάνγκ ακόμα πιο αποφασισμένη να κρατήσει τα πυρηνικά της.

Η Βενεζουέλα προσπαθεί να πετάξει κάτω από το ραντάρ

Ανάλογα με την εβδομάδα, η Βενεζουέλα μπορεί να ανεβαίνει ή να κατεβαίνει στην μακριά λίστα των αμερικανικών προτεραιοτήτων εξωτερικής πολιτικής. Όπως φάνηκε πρόσφατα από τον μεγάλο αριθμό των μη εμφανίσεων στρατιωτικών διοικητών της Βενεζουέλας στην απόπειρα πραξικοπήματος που έκανε τον Απρίλιο ο ηγέτης της αντιπολίτευσης Χ. Γκουαϊδό, οι υποσχέσεις για αμνηστία (μέχρι στιγμής) δεν είναι αρκετά πειστικές ώστε να αλλάξουν πλευρά αρκετοί στρατιωτικοί ηγέτες που αντιμετωπίζουν την απειλή έκδοσης στις ΗΠΑ.

Αυτός ο υπολογισμός θα μπορούσε να αλλάξει καθώς η παραγωγή πετρελαίου στη Βενεζουέλα –που είναι και η βασική οικονομική μηχανή που έχει η κυβέρνηση προκειμένου να διατηρήσει τη στρατιωτική στήριξη- κατρακυλά υπό το βάρος των κυρώσεων. Οι πιο πρόσφατες εκτιμήσεις για την παραγωγή κυμαίνονται από 175.000 μέχρι 550.000 βαρέλια ημερησίως, έναντι του ημερήσιου μέσου όρου των 770.000 βαρελιών τον Απρίλιο. Καθώς ο Λευκός Οίκος προσπαθεί να κρατήσει την προσοχή στραμμένη στο Ιράν, δεν υπάρχουν ιδιαίτεροι λόγοι ώστε να επιχειρήσει μια στρατιωτική επέμβαση στη Βενεζουέλα σ’ αυτή τη φάση. Οι κυρώσεις ίσως είναι πιο αποτελεσματικές απ’ όσο περίμενε ο Λευκός Οίκος και οι ΗΠΑ έχουν περισσότερα οικονομικά «όπλα στην άκρη, υπό τη μορφή δευτερευουσών κυρώσεων.

Ο πρόεδρος της Βενεζουέλας, Νικολά Μαδούρο, μπορεί να επιχειρήσει να κινηθεί ταχύτερα για να συλλάβει τον Guaido και να αποτρέψει μια στρατηγική υπό την ηγεσία των ΗΠΑ για αλλαγή καθεστώτος, όσο ο Λευκός Οίκος είναι απασχολημένος με το Ιράν. Αυτή είναι επίσης μια καλή εποχή για να ζητήσει ο Μαδούρο ρωσικές ενισχύσεις και να ανοίξει ένα κανάλι για διαπραγμάτευση προκειμένου να «αγοράσει» περισσότερο χρόνο.

Ακόμα και αν ο Μαδούρο μπορεί να καταφέρει να κρατηθεί για λίγο ακόμα, ωστόσο η Βενεζουέλα αντιμετωπίζει την προοπτική μιας εξαιρετικά χαοτικής πολιτικής μετάβασης, μιας μάχης για τα οικονομικά περιουσιακά στοιχεία και μιας προσφυγικής κρίσης με περιφερειακές επιπτώσεις. Οι ΗΠΑ μπορούν να προσπαθήσουν να βάλουν για την ώρα στον «αυτόματο πιλότο» τη στρατηγική για τη Βενεζουέλα για την ώρα, ενώ θα επικεντρώνουν την προσοχή τους στο Ιράν, όμως η Βενεζουέλα εξακολουθεί να αποτελεί έναν περισπασμό στην αυλή των ΗΠΑ που θα συνεχίσει να απαιτεί την προσοχή του Λευκού Οίκου.

Το Ιράν στο πλαίσιο του ανταγωνισμού των Μεγάλων Δυνάμεων

Δεν έχει ιδιαίτερη στρατηγική ή και πολιτική λογική ο Λευκός Οίκος να διακινδυνεύσει έναν πόλεμο με το Ιράν σε αυτή τη φάση. Οι ΗΠΑ έχουν ήδη μπει στον ανταγωνισμό των Μεγάλων Δυνάμεων με τους ευρασιάτες αντιπάλους, την Κίνα και τη Ρωσία. Η οικονομική ώθηση, η στρατιωτική εστίαση και η διπλωματική δεξιοτεχνία που απαιτούνται για να ανταγωνιστεί κανείς στο επίπεδο των Μεγάλων Δυνάμεων, δεν αφήνουν μεγάλο περιθώριο για τα κατάλοιπα από τον παγκόσμιο πόλεμο κατά της τρομοκρατίας. Και ενώ το Ιράν είναι ένας μεγάλος ιδεολογικός στόχος για τις ΗΠΑ, στην προεκλογική του εκστρατεία ο Τραμπ υποσχέθηκε επίσης πως θα βάλει τέλος στους κοστοβόρους πολέμους στον Ισλαμικό κόσμο (συμπεριλαμβανομένου αυτού στο Αφγανιστάν, που πλέον είναι ο πιο μακροχρόνιος πόλεμος στην αμερικανική ιστορία) και ότι θα επικεντρώσει την προσοχή σε εσωτερικές προτεραιότητες.

Ένας πόλεμος που θα κινδύνευε να μετατραπεί σε μια ακόμα κοστοβόρα στρατιωτική επιχείρηση και που θα έριχνε τον κόσμο σε ύφεση, δεν θα έδειχνε καλά σε μια πολιτική εκστρατεία το 2020. Ίσως γι’ αυτό και την τελευταία εβδομάδα, τα πολλαπλά σινιάλα πολέμου μπερδεύονται με τις πολλαπλές διαρροές και ατάκες του Τραμπ που με έμφαση δηλώνει πως δεν θέλει πόλεμο.

Όμως σε αυτή τη φάση της σύγκρουσης, αυτό είναι σαν να ρίχνεις ένα τεράστιο οπλοστάσιο πυροτεχνημάτων στη φωτιά και να λες, για να χρησιμοποιήσουμε την αγαπημένη φράση του αρχηγού των ενόπλων δυνάμεων, «θα δούμε τι θα συμβεί».

Facebooktwitterredditpinterestlinkedinmail
Geopolitics & Daily News Copyrights Reserved 2024