Τα τρία κρίσιμα ζητήματα που αντιμετωπίζει η Τουρκία
Του Marc Pierini
Carnegie Europe
Η Τουρκία επί του παρόντος βιώνει σημαντικές εξελίξεις, τόσο στο εξωτερικό όσο και στο εσωτερικό. Από στρατιωτικής πλευράς, η χώρα πρόκειται να αποκλειστεί από το πρόγραμμα των μαχητικών αεροσκαφών F35 εξαιτίας της ανάπτυξης των ρωσικών S400 στο έδαφός της. Από οικονομικής πλευράς, η τουρκική ηγεσία δεν μπορεί πλέον να κρύψει τη δεινή κατάσταση της χώρας. Από πολιτικής πλευράς, οι επικείμενες επαναληπτικές εκλογές για τον δήμο της Κωνσταντινούπολης θα αποτελέσουν σημαντικό “τεστ” για την πληγωμένη δημοκρατία της Τουρκίας. Οι εξελίξεις σε αυτά τα τρία μέτωπα θα σχηματίσουν την εικόνα που θα μεταφέρει ο Τούρκος πρόεδρος στη Σύνοδο της G20 στην Οσάκα στο τέλος Ιουνίου.
Μετά από χρόνια συζητήσεων σχετικά με την ταυτόχρονη ανάπτυξη των ρωσικών πυραύλων S400 και την τελευταία γενιά αμερικανικών μαχητικών αεροσκαφών F35, έχει φτάσει η στιγμή της αλήθειας για την Τουρκία. Έχοντας αγνοήσει προφανώς τις προειδοποιήσεις από την Ουάσιγκτον ότι οι πύραυλοι S400 δεν μπορούν να συνυπάρξουν με το αμερικανικής κατασκευής αεροσκάφος, στην Άγκυρα τώρα έχει διαμηνυθεί ξεκάθαρα ότι η συζήτηση έχει τελειώσει και η Τουρκία θα αντιμετωπίσει σημαντικές συνέπειες εάν τα ρωσικά όπλα αναπτυχθούν στο έδαφός της.
Μια επιστολή από τον υπηρεσιακό υπουργό Άμυνας των ΗΠΑ, Patrick Shanahan στον Τούρκο ομόλογό του στις 6 Ιουνίου ήταν εξαιρετικά ακριβής: η Ουάσιγκτον θα σταματήσει την εκπαίδευση Τούρκων πιλότων και συντηρητών, οι οποίοι θα πρέπει να αποχωρήσουν από τις ΗΠΑ μέχρι τις 31 Ιουλίου. Τα F35 που έχει παραγγείλει η Άγκυρα δεν θα παραδοθούν και η τουρκική αεροδιαστημική βιομηχανία θα αποκλειστεί από το πρόγραμμα των F35, για το οποίο έχουν ήδη εντοπιστεί εναλλακτικοί προμηθευτές. Επιπλέον, αναφέρει η επιστολή, η Ουάσιγκτον θα μπορούσε να λάβει περαιτέρω μέτρα με βάση την αμερικανική νομοθεσία, καθώς και βήματα που θα μπορούσαν να περιορίσουν τη μελλοντική τουρκική συνεργασία με τις ΗΠΑ και το ΝΑΤΟ.
Η αντίδραση από την τουρκική κυβέρνηση ήταν μια σύντομη ανακοίνωση από το υπουργείο Άμυνας στην οποία υπογράμμιζε τη “σημασία της συνέχισης των διαπραγματεύσεων”. Τα φιλοκυβερνητικά ΜΜΕ είναι εξίσου ασαφή, ουσιαστικά κρύβοντας από το λαό την σαφή πολιτική πραγματικότητα που διατυπώθηκε στην επιστολή της 6ης Ιουνίου: η Άγκυρα έχει αποκλειστεί από την συνεργασία αιχμής με τις ΗΠΑ και το ΝΑΤΟ να αποχώρησε από τη δέσμευσή της να συμμετέχει στο αμυντικό σύστημα του ΝΑΤΟ.
Εάν, όπως έχει δηλώσει επανειλημμένως ο Τούρκος πρόεδρος, εφαρμοστεί η συμφωνία με τους S400, αυτό θα αποτελέσει μια αξιοσημείωτη στιγμή στην ιστορία του ΝΑΤΟ από το 1951 που η Τουρκία εντάχθηκε στη συμμαχία. Και αυτό θα συμβεί εκτός αν, ασφαλώς, η Άγκυρα στηρίζεται στον Αμερικανό πρόεδρο Donald Trump να αλλάξει τη θέση της κυβέρνησής του σε αυτό το στρατηγικό ζήτημα.
Στο οικονομικό μέτωπο, έρχεται μια δεύτερη στιγμή αλήθειας. Ένας συνδυασμός διαρθρωτικών τρωτών σημείων, το τεράστιο χρέος του ιδιωτικού τομέα σε σκληρό νόμισμα και οι κακοσχεδιασμένες πολιτικές επιτοκίων έχουν βάλει την τουρκική οικονομία σε μια πολύ δύσκολη θέση. Είναι δύσκολο να δούμε πώς άλλος οργανισμός εκτός του ΔΝΤ μπορεί να καλύψει αυτή την τεράστια εισροή κεφαλαίων που χρειάζεται η χώρα για να λύσει την κρίση χρέους της.
Η Άγκυρα έχει επανειλημμένως αποκλείσει αυτό το ενδεχόμενο, κυρίως για εκλογικούς σκοπούς. Αλλά η γυμνή πραγματικότητα είναι πως δεν υπάρχει άλλος μηχανισμός διαθέσιμος για την Τουρκία. Η Ρωσία δεν έχει ρευστό να προσφέρει, η ΕΕ και οι ΗΠΑ δεν έχουν τα χρηματοπιστωτικά μέσα, οι περισσότερες χώρες του Κόλπου έχουν περιορισμένους πόρους, ενώ η Κίνα και η Σαουδική Αραβία έχουν σημαντικές πολιτικές διαφορές με την Άγκυρα.
Η διεθνής χρηματοπιστωτική κοινότητα τώρα αναμένει από την Τουρκία να λάβει σειρά κρίσιμων βημάτων: να εισέλθει σε διάλογο με το ΔΝΤ, να αποκαταστήσει την πληγείσα ανεξαρτησία της τουρκικής κεντρικής τράπεζας, να σταματήσει τις ανόητες θεωρίες για τα χαμηλά επιτόκια και να αναβαθμίσει σημαντικά την ομάδα οικονομικής διαχείρισης της χώρας.
Μια τρίτη στιγμή αλήθειας αφορά σε έναν τομέα ζωτικής σημασίας για την Τουρκία: το κράτος δικαίου. Οι επαναληπτικές εκλογές της 23ης Ιουνίου για το δήμο της Κωνσταντινούπολης, έχουν μετατραπεί σε καρικατούρα. Στις τετραπλές εκλογές της 31ης Μαρτίου, οι ψηφοφόροι επέλεξαν δημάρχους, συμβούλους περιφερειών, δημοτικούς συμβούλους και τοπικούς αξιωματούχους. Στην Κωνσταντινούπολη, για τις πρώτες εκλογές από αυτές τις τέσσερις συνολικά, τις οποίες έχασε το ΑΚΡ, κηρύχθηκαν νομικά άκυρες, ενώ οι άλλες τρεις, στις οποίες το ΑΚΡ κέρδισε υπό τις ίδιες συνθήκες, δεν αμφισβητήθηκαν.
Το μήνυμα στους ψηφοφόρους της Κωνσταντινούπολης είναι το εξής: οι εκλογές είναι ελεύθερες όσο το ΑΚΡ κερδίζει. Το ξέσπασμα και αυτά που διακυβεύονται για όλα τα πολιτικά κόμματα είναι τόσο υψηλά, που αυτές οι επαναληπτικές εκλογές έχουν αποκτήσει εθνική σημασία.
Το άλλο σύμβολο της εξαφανισμένης δημοκρατίας της Τουρκίας είναι η δίκη για το Gezi που θα αρχίσει στην Κωνσταντινούπολη στις 24 Ιουνίου, μία ημέρα μετά από τις επαναληπτικές εκλογές. Το κατηγορητήριο στην ακροαματική διαδικασία, κατηγορεί τους 16χρονους ότι ήταν αυτοί που οργάνωσαν τις διαδηλώσεις στο Πάρκο Γκεζί, σε ένα κύμα διαδηλώσεων και αναταραχών το 2013. Στα μάτια των φιλελεύθερων Τούρκων και των Δυτικών παρατηρητών, αυτή είναι μια πολιτική δίκη χωρίς κανένα στοιχείο, που στόχο έχει να δώσει το μήνυμα πως η ελεύθερη σκέψη και οι επαφές με ξένους πολιτιστικούς φορείς, δεν επιτρέπονται πλέον.
Παρά τις σκληρές συνέπειες για χιλιάδες οικογενειών, η δημοκρατική παρακμή της Τουρκίας έχει μια σαφή επίδραση: η πολιτική εικόνα της χώρας έχει υποβαθμιστεί και οι άμεσες ξένες επενδύσεις μένουν μακριά. Πιο γενικά, με το να ποινικοποιούνται οι ευρωπαϊκές δημοκρατικές αξίες και να παρουσιάζονται ως όργανα τρομοκρατίας, η ηγεσία της Άγκυρας έχει όχι μόνο γυρίσει την πλάτη στις δικές της διακηρυγμένες ευρωπαϊκές φιλοδοξίες, αλλά έχει επίσης εισέλθει η ίδια σε μια διαφορετική πολιτική, νομική και ηθική τροχιά.
Πολλά θα συμβούν στις επόμενες ημέρες και εβδομάδες. Αλλά είναι ήδη βέβαιο πως ο Τούρκος ηγέτης στο τραπέζι της Οσάκα για την G20, θα μοιάζει περισσότερο με τους ηγέτες από την Κίνα, την Βραζιλία, και τη Σαουδική Αραβία, παρά με εκείνους από τη Δύση. Αυτό μπορεί να φαίνεται καλό από την άποψη των χειραψιών στην τηλεόραση. Ωστόσο, οι μισοί πολίτες της Τουρκίας διαφωνούν με τον ηγέτη τους, και η οικονομία της Τουρκίας δεν μπορεί να επιβιώσει χωρίς τις δυτικές αγορές, τα δυτικά κεφάλαια και τη δυτική τεχνολογία. Εκεί είναι που χωλαίνει περισσότερο ο στρατηγικός διπολισμός, η οικονομική ασυνέπεια και η σκληρή απολυταρχία.
Τελικά, η πορεία που επέλεξε ο Τούρκος πρόεδρος ίσως να στηρίζεται σταθερά στην πεποίθησή του ότι το πολιτικό του μέλλον είναι καλύτερα διασφαλισμένο από μια συμμαχία με τη Ρωσία παρά με τις ΗΠΑ και την ΕΕ. Μεταξύ των “πλεονεκτημάτων” για τους υπερασπιστές τους, η Άγκυρα “ξεφορτώνεται” τις ανησυχίες για τα ανθρώπινα δικαιώματα, ενώ η Μόσχα προκαλεί μια σημαντική αναδιάρθρωση στην αμυντική αρχιτεκτονική του ΝΑΤΟ για την Ευρώπη. Αλλά οι Τούρκοι πολίτες θα δουν ότι η αποξένωση της Τουρκίας από τη Δύση, είναι η καλύτερη πορεία για αυτούς;