Η απουσία της Ευρώπης από τη Μέση Ανατολή
Της Judy Dempsey
Carnegie Europe
Όταν τα πέντε μόνιμα μέλη του Συμβουλίου Ασφαλείας του ΟΗΕ μαζί με τη Γερμανία και την Ευρωπαϊκή Ένωση σύναψαν τη συμφωνία με το Ιράν για το πυρηνικό του πρόγραμμα το 2015, υπήρξαν ελπίδες ότι η συμφωνία θα οδηγούσε σε μια περίοδο σταθερότητας στη Μέση Ανατολή.
Αλλά όταν ο Donald Trump εξελέγη πρόεδρος των ΗΠΑ το 2016, τήρησε τον λόγο του και έστρεψε την πλάτη του στην συμφωνία για τα πυρηνικά, γνωστή ως Κοινό Ολοκληρωμένο Σχέδιο Δράσης (JCPOA). Υποστήριξε ότι η συμφωνία ήταν λάθος και ότι η Τεχεράνη δεν τηρεί τους όρους. Αυτό ήρθε παρά το περίπλοκο σύστημα επιθεωρήσεων που δημιουργήθηκε για την παρακολούθηση της συμμόρφωσης της συμφωνίας.
Τον τελευταίο χρόνο, η Ουάσιγκτον έχει επαναφέρει τις κυρώσεις απέναντι στο Ιράν. Και τις τελευταίες ημέρες, ο Trump έχει υπογράψει μια εκτελεστική εντολή που επιφέρει κυρώσεις σε Ιρανούς αξιωματούχους μεταξύ των οποίων ο Ayatollah Ali Khamenei, ο ανώτατος ηγέτης. Ο trump δεν έχει αποκλείει μια στρατιωτική επιλογή.
Οι Ευρωπαίοι διπλωμάτες και ο Ιάπωνας πρωθυπουργός Shinzo abe έχουν ταξιδέψει στην Τεχεράνη σε μια προσπάθεια να σώσει την συμφωνία, την οποία το Ιράν έχει απειλήσει να ακυρώσει και να μειώσει τις εντάσεις μεταξύ της Ουάσιγκτον και της Τεχεράνης. Αλλά μέχρι στιγμής, χωρίς αποτέλεσμα. Και αυτό διότι η πολιτική δυναμική που επικαλείται η συμφωνία, έχει θεμελιωδώς αλλάξει από το 2017 που ο Barack Obama έφυγε από τον Λευκό Οίκο. ΟΙ νέες συνθήκες δείχνουν πως οι Ευρωπαίοι δεν έχουν καμία πολιτική ή στρατηγική επιλογή είτε στη διάσωση της συμφωνίας για τα πυρηνικά είτε στην σταθεροποίηση της περιοχής γενικότερα.
Το Ισραήλ και η Σαουδική Αραβία είναι εναντίον της JCPOA. Ο Ισραηλινός πρωθυπουργός Benjamin Netanyahu επανειλημμένως τέθηκε εναντίον αυτής, υποστηρίζοντας ότι δεν θα περιόριζε τις φιλοδοξίες του Ιράν για την ανάπτυξη πυρηνικών όπλων που θα μπορούσαν να πλήξουν το Ισραήλ. Επιπλέον, υποστήριξε, η συμφωνία δεν έκανε τίποτα να σταματήσει το Ιράν από το να εμπλακεί στο Λίβανο, στη Γάζα, και στη Συρία και στην στήριξή του σε τρομοκρατικές οργανώσεις.
Η Σαουδική Αραβία είναι εναντίον της συμφωνίας επειδή θα βγάλει το Ιράν από την απομόνωση, παρέχοντας στην οικονομία του τις πολύ αναγκαίες ξένες επενδύσεις, και θα δώσει στην Τεχεράνη περισσότερο status στην περιοχή. Παρόλες τις ενστάσεις αυτές, ο Obama προχώρησε στη συμφωνία. Η κυβέρνησή του, είχε αν μη τι άλλο πολύ κακές σχέσεις με τον Netanyahu και στη Σαουδική Αραβία.
Πραγματικά, η Ουάσιγκτον δεν επεδίωξε καν διάλογο με το Ισραήλ και τους Σαουδάραβες ηγέτες και δεν είχε καμία στρατηγική για το πώς να τελειώσει ο πόλεμος στη Συρία -προς απογοήτευση των κάποτε στενότερων συμμάχων της Αμερικής στην περιοχή.
Ο trump ανέτρεψε εντελώς τις πολιτικές του Obama, και ριζικά. Με τον γαμβρό του, Jared Kushner, να διαδραματίζει έναν σημαντικό ρόλο στην περιοχή, ο Trump ανέτρεψε δεκαετίες αμερικανικής πολιτικής, με την μεταφορά της αμερικανικής πρεσβείας από το Τελ Αβίβ στην Ιερουσαλήμ. Προς ικανοποίηση της Ιερουσαλήμ και του Ριάντ, ο trump αποχώρησε από την JCPOA τον Μάιο του 2018.
Υποστήριξε την απόφαση του Mohammad Bin Salman, του Σαουδάραβα πρίγκιπα, να παρέμβει στρατιωτικά στην Υεμένη, όπου ο πόλεμος έχει προκαλέσει μια σοκαριστική ανθρωπιστική καταστροφή. Ο Trump υποβάθμισε τον ρόλο του bin Salman στη δολοφονία του Σαουδάραβα δημοσιογράφου Jamal Khashoggi τον Οκτώβριο του 2018. Συνολικά, οι πολιτικές του Trump απέναντι στο Ιράν έχουν αναβιώσει την γεωστρατηγική επιρροή της Σαουδικής Αραβίας στην περιοχή και έχουν καθησυχάσει το Ισραήλ. Έχουν επίσης αφήσει τους Ευρωπαίους ανίσχυρους.
Οι διπλωματικές προσπάθειες των Ευρωπαίων ηγετών έχουν αποτύχει, αν και οι ηγέτες αυτοί γνωρίζουν ότι η σύγκρουση μεταξύ Ουάσιγκτον και Τεχεράνης θα μπορούσε να κλιμακωθεί προς μια στρατιωτική αντιπαράθεση. Τα Στενά του Ορμούζ τώρα είναι εξαιρετικά ευάλωτα. Το ένα πέμπτο της παγκόσμιας προσφοράς πετρελαίου παγκοσμίως μεταφέρεται από αυτό το τμήμα του Κόλπου. Η επίθεση στις 13 Ιουνίου σε δύο τάνκερ στα Στενά -ένα περιστατικό για το οποίο η Ουάσιγκτον έχει κατηγορήσει το Ιράν και η Τεχεράνη το έχει αρνηθεί- θα πρέπει να λειτουργήσει ως καταλύτης για τη διπλωματία.
Αλλά οι Ευρωπαίοι ηγέτες είναι πολύ άσχημα προετοιμασμένοι να διαδραματίσουν έναν ρόλο στη Μέση Ανατολή. Η αδιαμφισβήτητη υποστήριξή τους στη συμφωνία για το Ιράν, έχει δεχθεί κριτική από το Ισράηλ. Ο ρόλος τους στη διαμεσολάβηση για το τέλος της σύγκρουσης Ισραήλ-Παλαιστινίων ήταν θλιβερός. Σε ό,τι αφορά στον πόλεμο στη Συρία, οι Ευρωπαίοι δεν είχαν καμία διπλωματική στρατηγική -όχι ότι άλλες χώρες θα μπορούσαν να καυχηθούν ότι έχουν. Και δεν έχουν καμία ικανότητα να πλήξουν την στρατιωτική εκστρατεία της Σαουδικής Αραβίας στην Υεμένη, ή να διαδραματίσουν έναν ρόλο στη Λιβύη.
Ο λόγος για αυτές τις αποτυχίες είναι διπλός. Πρώτον, όταν αφορά στην αντιμετώπιση του Ισράηλ και της Παλαιστίνης, η ΕΕ δεν έχει μια κοινή, αυστηρή στρατηγική. Έχοντας αφήσει την Ουάσιγκτον να αντιμετωπίσει αυτή την σύγκρουση, η ΕΕ έγινε απλώς ένας παράγοντας που εδραίωσε το status quo στο Ισραήλ και στην Παλαιστίνη. Δεύτερον, στην περίπτωση της Συρίας, η ΕΕ ξανά έγινε απλώς ένας παρευρισκόμενος εξαιτίας του ότι η άσκηση σκληρής δύναμης είναι ανάθεμα στην ΕΕ. Ο διπλωματικός της ρόλος είναι απών.
Τώρα που η Ουάσιγκτον υποστηρίζει τις φιλοδοξίες του Ριάντ να χαράξει σημαντικό ρόλο στην περιοχή, οι Ευρωπαίοι μπορούν μόνο να υποχωρήσουν περαιτέρω σε στρατηγική απουσία.
Αυτή η έλλειψη σημασίας ίσως μπορεί να τεθεί υπό αμφισβήτηση από τον trump. ΅Εάν η Ουάσιγκτον και η Τεχεράνη κινηθούν προς μια στρατιωτική αντιπαράθεση, οι Ευρωπαίοι ηγέτες και το ΝΑΤΟ θα πρέπει να αναμένουν μια τηλεφωνική κλήση από τον Λευκό Οίκο που να ζητάει στήριξη. Μια αντιπαράθεση που θα είχε ανυπολόγιστες συνέπειες. Εκτός από τις επιδράσεις στα Στενά του Ορμούζ και στις τιμές πετρελαίου και ασφάλισης ναυτιλίας, οποιοσδήποτε πόλεμος, όσο σύντομος και αν είναι, θα μπορούσε να παρασύρει και άλλους παράγοντες. Και εάν το Ισραήλ αποτελούσε στόχο, πώς θα αντιδρούσαν τότε οι Ευρωπαίοι;