FT: Πώς η υποτίμηση του γουάν μπορεί να γυρίσει μπούμερανγκ
Τέσσερις λόγοι για τους οποίους το Πεκίνο θα πρέπει να σκεφτεί διπλά πριν αποφασίσει να χρησιμοποιήσει το γουάν ως όπλο. Η προσπάθεια ανάδειξης ως «εναλλακτικός πυλώνας».
του David Lubin
Financial Times
Το γουάν φαίνεται πως κάνει δυναμική επιστροφή ως ένα εργαλείο που χρησιμοποιεί η Κίνα για αντίποινα έναντι των αμερικανικών δασμών. Η πτώση 1,5% που κατέγραψε το νόμισμα στις αρχές του μήνα ως αντίδραση στους προτεινόμενους νέους δασμούς των ΗΠΑ, ήταν μόνον η αρχή.
Από τα μέσα Αυγούστου το γουάν έχει αποδυναμωθεί ακόμα περισσότερο και πλέον είναι 4% χαμηλότερα σε όρους δολαρίου απ’ όσο ήταν στις αρχές του μήνα. Μπορεί κάλλιστα να δούμε περισσότερες περιστάσεις όπου το γουάν θα χρησιμοποιείται ως «όπλο», όμως υπάρχουν τέσσερις καλοί λόγοι για τους οποίους το Πεκίνο θα ήταν καλό να το ξανασκεφτεί προτού… πυροβολήσει.
Ο πρώτος έχει να κάνει με το πώς η Κίνα επιδιώκει να προωθήσει την θέση της στον κόσμο. Προσπαθεί σκληρά να διαχειριστεί την κατάρρευση των σχέσεών της με τις ΗΠΑ με τρόπο που της επιτρέπει να παρουσιαστεί ως εναλλακτικός πυλώνας της παγκόσμιας τάξης και ως πηγή σταθερότητας στο διεθνές σύστημα, για να μην αναφέρουμε και ως ηθική αρχή.
Αυτό έχει βαθιά τις ρίζες του. Οποιοσδήποτε ερευνά την ιστορία της κινεζικής πολιτικής δεξιοτεχνίας, σύντομα θα συναντήσει μια διαρκή διάκριση στην κινεζική σκέψη: μεταξύ του wang dao, δηλαδή του βασιλικού ή δίκαιου τρόπου, και του ba dao, του τρόπου του ηγεμόνα. Καθώς οι Κινέζοι διανοούμενοι και αξιωματούχοι κατά κανόνα περιγράφουν τη συμπεριφορά των ΗΠΑ από την Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο ως ηγεμονική, επιβάλλεται οι κινέζοι υπεύθυνοι χάραξης πολιτικής να κάνουν ό,τι μπορούν για να διατηρήσουν ηθικό πλεονέκτημα στη συμπεριφορά τους έναντι της Ουάσινγκτον. Μόνο με αυτόν τον τρόπο θα μπορέσει ο πρόεδρος Σι Τζιννπίνγκ να διεκδικήσει σωστά την αξίωση της Κίνας για ηγεσία.
Πράγματι, η Κίνα έχει αξιοσημείωτο ιστορικό χρήσης της σταθερότητας της συναλλαγματικής ισοτιμίας για να ενισχύσει τη φήμη της ως δύναμη για την παγκόσμια σταθερότητα. Στον απόηχο της Ασιατικής κρίσης το 1997 και της Παγκόσμιας Χρηματοοικονομικής Κρίσης το 2008, η σταθερότητα της κινεζικής συναλλαγματικής ισοτιμίας προσφέρθηκε ως τρόπος επίδειξης της αξιοπιστίας της Κίνας και της προσήλωσής της στην πολυμερή τάξη. Η υποτίμηση του γουάν με ουσιαστικό τρόπο τώρα μπορεί να έχει μια διαφορετική λογική, όμως το κόστος που θα έχει για την «αρετή» της Κίνας και την προσπάθειά της να προσφερθεί ως φύλακας της παγκόσμιας σταθερότητας, μπορεί να είναι σημαντικό.
Αυτό ισχύει ιδιαίτερα λόγω του δεύτερου προβλήματος που έχει η Κίνα σκεπτόμενη ένα πιο αδύναμο γουάν: μπορεί να μην είναι και τόσο αποτελεσματικό για τη διατήρηση του κινεζικού εμπορίου.
Ένας λόγος είναι η αυξανόμενη παράλληλη κίνηση που έχουν με το γουάν νομίσματα χωρών με τις οποίες η Κίνα ανταγωνίζεται. Καθώς το γουάν αλλάζει έναντι του δολαρίου, το ίδιο συμβαίνει και με το δολάριο Ταϊβάν, το γουόν της Κορέας, το δολάριο Σιγκαπούρης και την ινδική ρουπία. Επιπλέον, η βραχυπρόθεσμη επίπτωση ενός πιο αδύναμου γουάν είναι πιο πιθανό να περιορίσει τις εισαγωγές παρά να αυξήσει τις εξαγωγές, άρα η επίδραση μπορεί να είναι συσταλτική.
Μια αναποτελεσματική υποτίμηση του γουάν θα ήταν ιδιαίτερα άχρηστη λόγω του τρίτου κινδύνου που πρέπει να λάβει υπ’ όψιν η Κίνα, δηλαδή του κινδύνου αντιποίνων από την αμερικανική κυβέρνηση.
Υπάρχουν, φυσικά, πολλές αποδείξεις επ’ αυτού. Η απόφαση του υπουργείου Οικονομικών των ΗΠΑ στις 5 Αυγούστου να κηρύξει την Κίνα ως χώρα που χειραγωγεί το νόμισμά της λίγη σχέση έχει με τα πραγματικά, επίσημα κριτήρια που χρησιμοποιεί το υπουργείο για να προσδιορίσει τον όρο του «χειραγωγού νομίσματος», όμως επίσης οι ΗΠΑ είχαν προειδοποιήσει τους Κινέζους τον Μάιο πως τα κριτήρια αυτά δεν θα τους «δέσουν τα χέρια». Με την εγκατάλειψη της προσέγγισης του ορισμού της χειραγώγησης νομίσματος με βάση συγκεκριμένους κανόνες, οι ΗΠΑ έχουν ανοίξει μια μεγάλη πόρτα στον περαιτέρω ανταγωνισμό, και το Πεκίνο δεν θα πρέπει να έχει καμία αμφιβολία πως η Ουάσινγκτον θα διαβεί αυτή την πόρτα αν το θελήσει.
Ο τέταρτος και πιθανότατα πιο αυτοκαταστροφικός κίνδυνος που πρέπει να λάβει υπ’ όψιν η Κίνα, είναι πως ένα πιο αδύναμο γουάν μπορεί να αποσταθεροποιήσει την κίνηση κεφαλαίου της, τροφοδοτώντας εκροές κεφαλαίου που θα έκαναν τους υπεύθυνους χάραξης πολιτικής της Κίνας να νοιώσουν πολύ άβολα.
Πράγματι, υπάρχουν ήδη ενδείξεις πως οι κινέζοι κάτοικοι δεν νοιώθουν τόσο σίγουροι πως το γουάν είναι ένα αξιόπιστο μέσο αποθήκευσης αξίας, τώρα που δεν υπάρχει πλέον η αίσθηση πως το νόμισμα είναι προορισμένο να ανατιμηθεί έναντι του δολαρίου. Η καλύτερη απόδειξη αυτού έρχεται από τα «λάθη και παραλείψεις», ή τις εκροές που δεν έχουν καταγραφεί, στο ισοζύγιο πληρωμών της Κίνας. Τα τελευταία χρόνια αυτές οι εκροές έχουν αυξηθεί πολύ, και ανέρχονται κατά μέσο όρο σε περίπου 200 δισ. δολάρια ετησίως τα τελευταία τέσσερα ημερολογιακά έτη, ή σχεδόν 2% του ΑΕΠ, και γύρω στα 90 δισ. ευρώ το πρώτο τρίμηνο του 2019. Πρόκειται για τρομακτικά μεγάλα νούμερα.
Ο κίνδυνος εδώ είναι πως οι κινεζικές προσδοκίες για το γουάν είναι «προσαρμοστικές»: όσο πιο πολύ αποδυναμώνεται η συναλλαγματική ισοτιμία, τόσο περισσότερο οι Κινέζοι κάτοικοι περιμένουν πως θα αποδυναμωθεί, και έτσι η ζήτηση για το δολάριο αυξάνεται. Επί της αρχής, ο μόνος τρόπος για να αντιμετωπιστεί ο κίνδυνος αυτός θα ήταν η Λαϊκή Τράπεζα της Κίνας να εφαρμόσει μια μεγάλη, έκτακτη υποτίμηση του γουάν σε επίπεδο όπου το δολάριο θα είναι τόσο ακριβό που κανένας δεν θα θέλει πλέον να το αγοράσει. Αυτό, όμως, θα ήταν πολύ επικίνδυνο: προϋποθέτει πως η Λαϊκή Τράπεζα της Κίνας θα μπορούσε να γνωρίζει εκ των προτέρων την τιμή «ισορροπίας» του γουάν. Μόνο ένας ασυνήθιστα θαρραλέος κεντρικός τραπεζίτης θα μπορούσε να ισχυριστεί πως έχει μια τέτοια γνώση, ιδιαίτερα αφού η αξία ισορροπίας θα μπορούσε από μόνη της να αλλάξει από το γεγονός και μόνο μιας τέτοιας δραματικής αλλαγής στην πολιτική.
Κανείς δεν γνωρίζει ακριβώς ποιον μηχανισμό έχουν επιταχύνει τα τελευταία χρόνια οι εκροές κεφαλαίου από την Κίνα, όμως ένας πολύ καλός «υποψήφιος» είναι ο τουρισμός. Οι δαπάνες των κινέζων τουριστών στο εξωτερικό έχουν αυξηθεί πολύ τα τελευταία χρόνια και αυτή η αύξηση αντικατοπτρίζει την αύξηση των λαθών και παραλείψεων. Άρα πρέπει να υπάρχει η υποψία πως η αυξημένη ροή των κινέζων τουριστών –σχεδόν οι μισοί από τους οποίους πέρυσι απλώς μετέβησαν στο Χονγκ Κονγκ και το Μακάου που δεν έχουν capital controls – απλώς δημιουργεί ευκαιρίες για μη καταγεγραμμένη φυγή κεφαλαίων.
Αυτό εγείρει μια ανησυχητική πιθανότητα: ο πιο αποτελεσματικός τρόπος για να υποτιμήσει η Κίνα το γουάν χωρίς το «μπούμερανγκ» των εκροών κεφαλαίων, να είναι ο ταυτόχρονος περιορισμός των Κινέζων τουριστών που μεταβαίνουν προς το εξωτερικό.
Η Κίνα έχει ήδη εφαρμόσει κάτι παρόμοιο, αλλά για διαφορετικούς λόγους: αυτόν τον μήνα ανέστειλε πρόγραμμα που επέτρεπε σε μεμονωμένους τουρίστες από 47 κινεζικές πόλεις να ταξιδέψουν στην Ταϊβάν. Ένας πιο παγκόσμιος περιορισμός του Κινεζικού τουρισμού μπορεί να κάνει μια υποτίμηση του γουάν πιο «ασφαλή» και θα είχε το παράπλευρο όφελος του να συμβάλει στην αύξηση του ισοζυγίου τρεχουσών συναλλαγών της Κίνας, η εξαϋλωση του οποίου τα τελευταία χρόνια οφείλεται σε μεγάλο βαθμό στις αυξανόμενες τουριστικές δαπάνες, και που οπωσδήποτε αποτελεί πηγή δυσαρέσκειας για το Πεκίνο, όπου η εμποροκρατία παραμένει δημοφιλής.
Όμως, ένας κόσμος στον οποίον η Κίνα θα μπορούσε να επιβάλει τέτοια δρακόντεια μέτρα, θα ήταν ένας κόσμος όπου ο εθνικισμός έχει φτάσει σε ύψη που ακόμα δεν έχουμε δει. Ας ελπίσουμε πως δεν θα συμβεί αυτό.