Παγκοσμιοποίηση και σύγχρονος κόσμος: ένα δυσεπίλυτο παζλ
Γράφει ο δρ Δημήτρης Γκίκας
Διαπιστώνεται εύκολα ότι ο κόσμος στον οποίο ζούμε βρίσκεται σε μεταβατικό στάδιο. Παρατηρούνται αυξημένες μετακινήσεις πληθυσμών που διαμορφώνουν προβλήματα ένταξης και αποδοχής. Η θρησκεία του Ισλάμ γνωρίζει μια έξαρση των πολιτικών εξάπλωσής της προς τον Δυτικό, λεγόμενο, κόσμο, ενώ τα τελευταία είκοσι χρόνια εγκαλείται για αναζωπύρωση των βίαιων τακτικών της που φτάνουν έως και τη στελέχωση τρομοκρατικών οργανώσεων. Στον αντίποδα, οι λοιπές μεγάλες θρησκείες (Χριστιανισμός, Ιουδαϊσμός, Βουδισμός) βρίσκονται σε σημείο κάμψης, τουλάχιστον από τη σκοπιά της επίδρασής τους στην καθημερινότητα, αλλά και στις γενικότερες πολιτικές και ευρύτερα κοινωνικές αντιλήψεις.
Στη θέση των θρησκειών αναδύονται είτε ρεύματα που προσεγγίζουν τον μυστικισμό που δεν έχει ξεκάθαρη θρησκευτική ταυτότητα, είτε κινήματα που συνιστούν νέες τάσεις συσπείρωσης και οπαδοποίησης των υποστηρικτών τους σε βαθμό θρησκοληψίας, με το οικολογικό να είναι το χαρακτηριστικότερο παράδειγμα.
Οι νέες αυτές τάσεις έχουν αποκτήσει κοινωνική βαρύτητα και πολιτική νομιμοποίηση, διαμορφώνοντας ένα δυσδιάκριτο παζλ που, όμως, διαθέτει ως κοινό πλαίσιο την πολυσυζητημένη έννοια της παγκοσμιοποίησης.
Η παγκοσμιοποίηση εδράζεται στην εύηχη φράση «ανοιχτή κοινωνία». Μια κοινωνία όπου, υποτίθεται, δεν υφίστανται διακρίσεις, δεσμά, φραγμοί (ηθικοί, πολιτικοί, κοινωνικοί, εθνικοί, φυλετικοί κ.ο.κ.). Μια πολυπολιτισμική, όπως αλλιώς ονομάζεται, κοινωνική δομή, στην οποία όλοι είναι αποδεκτοί και ίδιοι μεταξύ τους. Η αντίληψη αυτή έχει το σαφές προτέρημα ότι δεν διέπεται από σταθερές. Κάθε κίνημα, κάθε αντίληψη ή ιδέα, όσο περίεργη, παράξενη, ιδιόρρυθμη, αφύσικη, πολιτικά αδιέξοδη, κοινωνικά προβληματική, ηθικά αμφισβητούμενη, έχει μια θέση σ’ αυτήν την κοινωνία. Στόχος αυτής της αντίληψης είναι, υποτίθεται, να μην παρεμποδίζεται η ατομική ελευθερία. Τα πάντα μπορούν να ειπωθούν, να συμβούν και, εν τέλει, να δικαιολογηθούν στο όνομα αυτής της ανοιχτής κοινωνίας.
Απέναντι σ’ αυτήν την αντίληψη για την κοινωνία είναι δύσκολο να αντιτάξεις επιχειρήματα, έστω τους προβληματισμούς σου. Ο λόγος είναι απλούστατος: η ανοιχτή κοινωνία εδράζεται στην ελευθεριότητα, όχι στην ελευθερία. Η πρώτη παραπέμπει σε ορμέφυτα ένστικτα (πολύ πιο εύκολο), η δεύτερη απαιτεί λογική, σύνεση και πνευματική επαγρύπνηση (πολύ πιο δύσκολο). Οι περισσότεροι άνθρωποι επιλέγουμε πάντα τον ευκολότερο, όχι τον δυσκολότερο δρόμο.
Έστω κι έτσι, ας δούμε ορισμένους από τους προβληματισμούς σχετικά με την παγκοσμιοποίηση και το πώς κάποιος μπορεί να συνθέσει τα κομμάτια που την αποτελούν ως αντίληψη:
Α. Η ανοιχτή κοινωνία εξ ορισμού χαρακτηρίζεται αφηρημένη. Ακριβώς έτσι την αποκάλεσε ένας από τους υπέρμαχους της ανοιχτής κοινωνίας, ο Καρλ Πόπερ, παραδεχόμενος ουσιαστικά την έλλειψη συγκεκριμένων χαρακτηριστικών. Όμως, κάθε κοινωνική δομή δεν μπορεί να μη διαθέτει σταθερές δομικές συνθήκες. Είναι σα να θες να χτίσεις ένα σπίτι μέσα σ’ έναν ωκεανό. Το σπίτι θα πλέει, έρμαιο των κυμάτων, του αέρα, των υπόγειων ρευμάτων και, στο τέλος, θα καταλήξει ή να διαβρωθεί ή να καταστραφεί ολοσχερώς σε μια καιρική θεομηνία.
Β. Η αφηρημένου τύπου κοινωνία εξυπηρετεί μονάχα την οικονομική ελίτ της κοινωνίας αυτής. Ο λόγος; Όταν η κοινωνία έχει πολυπολιτισμικό χαρακτήρα επισυμβαίνει αυτό που ο Γιούργκεν Χάμπερμας αποκάλεσε «πληθυσμιακές νησίδες». Πρόκειται για μια κοινωνία όπου ο πληθυσμός που την αποτελεί δεν διαθέτει ξεκάθαρα πολιτισμικά χαρακτηριστικά, αλλά χωρίζεται σε μικρές πληθυσμιακές ομάδες που η καθεμία έχει τα δικά της πολιτισμικά χαρακτηριστικά, πολλές φορές εκ διαμέτρου αντίθετα μεταξύ τους. Όμως, αυτή η κοινωνία, μη διαθέτοντας συμπαγείς και στιβαρούς δεσμούς και ευρισκόμενη συχνά σε συμπλοκές και ρήξεις λόγω των αντίθετων ομάδων που την αποτελούν, καθίσταται πολιτικά ποδηγετούμενη, χειραγωγούμενη και αποτελεί αντικείμενο οικονομικής εκμετάλλευσης.
Γ. Ο θρησκευτικός αποχρωματισμός και η θρησκευτική μισαλλοδοξία, στοιχεία που χαρακτηρίζουν τις σύγχρονες παγκοσμιοποιημένες κοινωνίες, έχουν το ίδιο αποτέλεσμα: αλλοιώνουν τους ηθικούς κώδικες, τις πολιτικές αντιλήψεις και τις κοινωνικές πεποιθήσεις των κοινωνιών. Αυτό οδηγεί είτε σε πολιτισμικές συγκρούσεις, λόγω μισαλλοδοξίας, είτε σε πολιτισμική χαλαρότητα, αναγκαίες συνθήκες για τη δουλοποίηση ολόκληρων λαών.
Δ. Η παγκοσμιοποίηση δεν έχει ιδεολογικό χρώμα. Δεν είναι τυχαίο ότι τόσο η λεγόμενη «φιλελεύθερη δεξιά», όσο και η «διεθνιστική αριστερά» συμπλέουν στις απόψεις τους για θέματα όπως το μεταναστευτικό, το περιβάλλον κ.ο.κ. Πρόκειται για ιδεολογικό αποχρωματισμό της πολιτικής ζωής που δεν καθιστά τον πολίτη ελεύθερο, αλλά αντίθετα αδιάφορο για τα πολιτικά δρώμενα, άρα όχι σκεπτόμενο πολίτη μιας δημοκρατίας.
Ε. Η παγκοσμιοποίηση προωθεί παγκόσμια κινήματα, αλλά όχι ιδέες που θα αλλάξουν τον κόσμο. Προβάλλει ζητήματα ήσσονος σημασίας ή μεγεθύνει τις διαστάσεις υπαρκτών προβλημάτων. Ο στόχος είναι να κρατά απασχολημένους τους ανθρώπους με ζητήματα που διατηρούν τα συστήματα ή τα καθεστώτα όπως έχουν. Βλέπετε, για παράδειγμα, κάποια ιδέα που αναδιατυπώνει υπαρξιακά θέματα ή θεμελιώδη κοινωνικά και πολιτικά ζητήματα; Όχι. Δεν θέλουμε να αλλάξουμε τον κόσμο. Θέλουμε μόνο να μετακινούμε τους οπαδούς από το ένα κίνημα στο άλλο.
ΣΤ. Η παγκοσμιοποιημένη κοινωνία δεν είναι ανθρωπιστική. Είναι οικονομικοκεντρική. Βλέπει τους ανθρώπους ως μετρήσιμα αγαθά, ως προϊόντα προς διακίνηση ή παράπλευρα οικονομικά μεγέθη που προσμετρώνται ως κέρδη ή απώλειες, όχι ως υπάρξεις που έχουν ανάγκη, η καθεμία, θεμελιώδη δικαιώματα ζωής, περιουσίας, αξιοπρεπούς διαβίωσης.
Δεν ισχυρίζομαι ότι είναι εύκολο να γίνουν αντιληπτά τα παραπάνω. Από αυτά που η παγκοσμιοποίηση κατάφερε είναι να δημιουργήσει έναν σύγχρονο άνθρωπο που έχει πρόσβαση σε εκατομμύρια πληροφορίες, αλλά καθόλου κριτικό μυαλό για να την κατανοήσει. Χρειάζεται πολλή σκέψη κι οι άνθρωποι δεν έχουμε χρόνο να σκεφτούμε. Απαιτείται μελέτη που δεν έχει ως αντικείμενο να μάθουμε κάτι ωφελιμιστικό (π.χ. για τη δουλειά μας), αλλά μελέτη γενικότερη: φιλοσοφίας, κοινωνιολογίας, ιστορίας, πολιτικής επιστήμης, θεολογίας, εθνολογίας. Μελέτη, δηλαδή κατά βάση ανθρωπιστική. Μας έχουν, όμως πείσει πως αυτή η μελέτη είναι άχρηστη γι’ αυτό λίγοι άνθρωποι μελετούν πραγματικά. Οι περισσότεροι απλώς σπουδάζουμε για να βρούμε δουλειά, όχι για να ανοίξουμε πραγματικά το μυαλό μας.