Γιατί βομβαρδίστηκε το εργοστάσιο της Lafarge στη Συρία
Του Κώστα Ράπτη
O υπό τις ΗΠΑ διεθνής συνασπισμός εναντίον του Ισλαμικού Κράτους εξαπέλυσε χθες Τετάρτη αεροπορικό βομβαρδισμό, καταστρέφοντας το εργοστάσιο σκυροδέματος του γαλλικού ομίλου Lafarge στην Τζαλαμπία της βόρειας Συρίας (σε απόσταση 90 χιλιομέτρων από τη Ράκα και 65 χιλιομέτρων από τη Μάνμπιτζ), το οποίο είχε μετατραπεί σε στρατιωτική βάση, που πλέον είχε εγκαταλειφθεί, στο πλαίσιο της αποχώρησης των αμερικανικών δυνάμεων από την περιοχή.
Από το Ιράκ, όπου είναι εγκατεστημένος, ο Αμερικανός συνταγματάρχης Μάιλς Κάγκινς, εκπρόσωπος του διεθνούς συνασπισμού ανέφερε ότι τον βομβαρδισμό πραγματοποίησαν δύο αεροσκάφη F-15E του συνασπισμού, τα οποία έπληξαν το εργοστάσιο σκυροδέματος της Lafarge αφού αποχώρησαν από την εγκατάσταση όλες οι δυνάμεις του συνασπισμού.
Σύμφωνα με Αμερικανούς αξιωματούχους ζητούμενο ήταν να καταστραφούν τα πυρομαχικά και ο στρατιωτικός εξοπλισμός που είχαν αφεθεί πίσω, ώστε να μην πέσουν στα χέρια τρίτων.
Υπάρχουν όμως και άλλοι πιθανοί λόγοι για αυτή την ασυνήθιστη κίνηση.
Ο πρώτος είναι ο επικοινωνιακός: οι εικόνες που μετέδωσε το ρωσικό δίκτυο RT από την βιαστικά εγκαταλελειμμένη βάση των Αμερικανών πεζοναυτών στη Μάνμπιτζ (με το φαγητό ακόμη στο τραπέζι κ.ο.κ.) δεν είναι διόλου κολακευτικές για την αμερικανική πλευρά – και αντίστοιχες δεν θα πρέπει να υπάρξουν.
Ο δεύτερος αφορά την μελλοντική ανοικοδόμηση της Συρίας, καθώς ο βομβαρδισμός συνιστά ένα σημαντικό πλήγμα, έστω και αποχαιρετιστήριο, για την κυβέρνηση Άσαντ. Το εργοστάσιο της Lafarge είναι το μεγαλύτερο της Συρίας και αποτελούσε προπολεμικά την μεγαλύτερη ξένη άμεση επένδυση εκτός του πετρελαϊκού τομέα, ύψους 680 εκατ. δολαρίων. Η παραγωγική του δυναμικότητα έφθανε τα 3 εκατ. τόνους ετησίως, πολύ υψηλότερη από αυτήν οποιουδήποτε από τα άλλα έξι κρατικής ιδιοκτησίας εργοστάσια σκυροδέματος της χώρας. Μετά την λεηλασία που είχε υποστεί κατά την κατοχή του Χαλεπίου από τους αντάρτες η βιομηχανική υποδομή της έως τότε οικονομικής πρωτεύουσας της Συρίας (με τον μηχανολογικό εξοπλισμό να καταλήγει στην Τουρκία), η απώλεια του εργοστασίου της Lafarge θέτει την αφετηρία της μεταπολεμικής ανοικοδόμησης ακόμη πιο χαμηλά.
Υπάρχει όμως και ένας τρίτος, σκοτεινότερος πιθανός λόγος για τον βομβαρδισμό: ο ενταφιασμός του σκανδάλου που είχε ξεσπάσει γύρω από τη συγκεκριμένη εγκατάσταση της Lafarge.
Ο γαλλικός κολοσσός της τσιμετοβιομηχανίας, που ιδρύθηκε το 1833, συγχωνεύθηκε τον Ιούλιο του 2015 με την ελβετική ανταγωνίστρια εταιρεία Holcim έναντι 41 δισ. δολαρίων. Όμως ο πρώτος γενικός διευθυντής της Lafarge-Holcim, Έρικ Όλσεν υποχρεώθηκε να παραιτηθεί στον απόηχο της δικαστικής έρευνας που εγκαινίασε τον Ιούλιο του 2016 η γαλλική δικαιοσύνη για τις συριακές δραστηριότητες της εταιρείας, με την κατηγορία της “χρηματοδότησης της τρομοκρατίας” και της έκθεσης ζωών σε κίνδυνο.
Συγκεκριμένα, η δημοσιογράφος Ντοροτέ Μιριάμ Κελού δημοσιοποίησε στην εφημερίδα Le Monde και το δίκτυο FRANCE 24, στοιχεία για συμφωνίες στις οποίες φέρεται να είχε προβεί η Lafarge με μια σειρά ένοπλων οργανώσεων, συμπεριλαμβανομένου του Ισλαμικού Κράτους, προκειμένου το εργοστάσιο της Τζαλαμπίγια να συνεχίσει τη λειτουργία του.
Υπενθυμίζεται ότι το εργοστάσιο είχε καταληφθεί τον Σεπτέμβριο του 2014 οι οποίοι εκδιώχθηκαν τον Φεβρουάριο του επόμενου έτους από τους Κούρδους μαχητές του YPG, που το μετέτρεψαν σε στρατιωτική βάση.
Σύμφωνα με εσωτερική έρευνα της Lafarge, ο όμιλος κατέβαλε σε ένοπλες ομάδες της βόρειας Συρίας περίπου 5,5 εκατ. δολάρια μεταξύ 2011 και 2013, ενώ κατά τις γαλλικές δικαστικές αρχές το ποσό ανέρχεται συνολικά στα 15,3 εκατ. δολάρια για την περίοδο 2011-2015. Το ότι η εταιρεία έχαιρε ευρύτερης ανοχής μπορεί να συναχθεί και από τις διεθνείς προσωπικότητες που συμμετείχαν στο 15μελές Διοικητικό Συμβούλιό της, συμπεριλαμβανομένης για ένα διάστημα της Χίλαρι Κλίντον.
Πάντως η έρευνα σε ό,τι αφορά τον Όλσεν τερματίσθηκε τον περασμένο Μάρτιο, καθώς κρίθηκε ότι ο ίδιος δεν είχε εκτελεστική ευθύνη για όσα διαπράχθηκαν πριν από την συγχώνευση με την Holcim. Ο ίδιος δήλωσε ότι αποκατέστησε την τιμή του και θα μπορέσει να ξαναπιάσει το νήμα της καριέρας του. Όμως η ευρύτερη δικαστική έρευνα δεν έχει κλείσει: στις 24 Οκτωβρίου το Εφετείο του Παρισιού θα αποφανθεί για τις κατηγορίες κατά της εταιρείας, ενώ στο στόχαστρο της δικαιοσύνης παραμένουν ο πρώην γενικός διευθυντής Μπρυνό Λαφόν, ο πρώην επικεφαλής ασφαλείας Ζαν-Κλόντ Βεγιάρ και ο πρώην διευθυντής της συριακής θυγατρικής Φρεντερίκ Ζολιμπουά.
Κάποιος που σίγουρα θέλει να κρατήσει την υπόθεση ανοικτή είναι ο Ταγίπ Ερντογάν. Μιλώντας στην Τουρκική Εθνοσυνέλευση την παραμονή του βομβαρδισμού του εργοστασίου της Τζαλαμπία ο Τούρκος πρόεδρος υποστήριξε ότι η Lafarge είχε ενεργό ρόλο στην κατασκευή οχυρωματικών έργων στην περιοχή, εν προκειμένω υπέρ του YPG. “Βλέπουμε τούνελ μήκους 90 χιλιομέτρων στη βόρεια Συρία. Πώς χτίστηκαν; Από πού προήλθε το τσιμέντο για την κατασκευή τους; Προήλθε από το εργοστάσιο που έχει η Lafarge, εταιρεία γαλλική” είπε, προσθέτοντας ότι θα ζητηθούν για αυτό εξηγήσεις από τη Γαλλία και το ΝΑΤΟ.
Αντίστοιχα ερωτήματα είχε θέσει ο Ερντογάν και κατά την τουρκική επιχείρηση για την κατάληψη του Αφρίν στις αρχές του 2018. Όμως πλέον οι αιτιάσεις του είναι δύσκολο να επαληθευτούν.