Η μόνη απάντηση απέναντι στις γιγαντωμένες τουρκικές διεκδικήσεις
Ας ξεκινήσουμε αποδεχόμενοι ότι τα εθνικά θέµατα δεν θα έπρεπε να προσφέρονται για κοµµατική ή προσωπική (διότι υπάρχει και αυτή στον καιρό των social media) επικοινωνιακή εκµετάλλευση.
Εάν συμφωνούν σε κάτι όλοι όσοι αναµετρώνται µε τα εθνικά θέµατα, απ’ όπου και αν εκείνοι προέρχονται (πολιτικά µιλώντας), είναι ότι το ισοζύγιο στρατιωτικής ισχύος µεταξύ Ελλάδας και Τουρκίας βαίνει, όσο περνούν τα χρόνια, επιδεινούµενο σε βάρος της χώρας µας. Παράλληλα, όµως, µε το ετεροβαρές ισοζύγιο που γιγαντώνεται υπέρ της Αγκυρας, γιγαντώνονται και οι τουρκικές διεκδικήσεις. ∆ιότι θεωρία γκρίζων ζωνών, όπως τη γνωρίζουµε σήµερα, δεν υπήρχε πριν από τη δεκαετία του 1990. Οσο για την καλούµενη τουρκική «Γαλάζια Πατρίδα», και εκείνη αποτελεί σχετικά καινοφανές φαινόµενο, καθότι χρησιµοποιήθηκε ως όρος για πρώτη φορά το 2006, προτού αποτυπωθεί σε χάρτες το 2011 και τελικώς κοινοποιηθεί στον ΟΗΕ ως επίσηµη τουρκική θέση µόλις πριν από δύο εβδοµάδες, στις 13 Νοεµβρίου.
Η τάση λοιπόν, θα έπρεπε να είναι εµφανής σε όλους. Και η τάση δυστυχώς δικαιολογεί, είτε µας αρέσει είτε όχι, ένα… κάθε πέρυσι και καλύτερα. Ο γέγονε γέγονε, όµως. Το ζήτηµα είναι τώρα τι κάνουµε απέναντι σε µια Τουρκία de facto αναθεωρητική, που εργαλειοποιεί ως εκβιαστικό χαρτί τις προσφυγικές/µεταναστευτικές ροές και γιγαντώνεται στρατιωτικά, διεκδικώντας παράλληλα ολοένα και µεγαλύτερα κοµµάτια από τις θαλάσσιες ζώνες των γειτόνων στην ευρύτερη περιοχή της Ανατολικής Μεσογείου.
Ο κατευνασμός έχει αποδειχθεί στην πράξη ότι δεν αποδίδει, διότι εάν απέδιδε κάποιος θα είχε εν τω µεταξύ κατευναστεί και αυτός σίγουρα δεν είναι η Τουρκία.
Ο εξωραϊσµός (που θέλει την Τουρκία να προσφέρει «πολύτιµο έργο» στο Προσφυγικό «φιλοξενώντας» στο έδαφός της περίπου 4 εκατ. πρόσφυγες) το µόνο που κάνει είναι να αποπροσανατολίζει. Τόσο οι γκρίζες ζώνες όσο και η «Γαλάζια Πατρίδα» προηγούνται, άλλωστε, κατά πολλά έτη της προσφυγικής κρίσης, όπως εκείνη έχει εξελιχθεί κυρίως από το 2015 και µετά.
Οι επιθετικές µεγαλοστοµίες από την άλλη µπορεί να ικανοποιούν τα όποια πολεµοχαρή ώτα, αλλά επί της ουσίας δεν έχουν καµία αποτρεπτική ισχύ. Εκτός και αν θεωρεί κανείς ότι επί υπουργίας Πάνου Καµµένου στο ΥΕΘΑ η Τουρκία τρόπον τινά… απετράπη, περιορίζοντας τις προκλήσεις της, πράγµα που προφανώς και δεν έγινε. Τουναντίον.
Τι απομένει λοιπόν; Πώς στεκόµαστε απέναντι σε µια αναθεωρητική Τουρκία; Με σοβαρότητα και µετρηµένα λόγια. Με περισσότερα έργα και λιγότερα λόγια. Με επίγνωση των πραγµατικών δεδοµένων και στοιχειώδη εθνική οµοψυχία. Αποδεχόµενοι ότι τα εθνικά θέµατα δεν θα έπρεπε να προσφέρονται για κοµµατική ή προσωπική (διότι υπάρχει και αυτή στον καιρό των social media) επικοινωνιακή εκµετάλλευση.