04/10/2024

Σκιές στις σχέσεις της Τουρκίας με Ρωσία και Κατάρ

Του Κώστα Ράπτη

Την ώρα ακριβώς που οι τριβές στις σχέσεις Τουρκίας-ΗΠΑ φθάνουν σε σημείο πρωτοφανές, με τον Ταγίπ Ερντογάν να απειλεί με κλείσιμο της αμερικανικής βάσης στο Ιντσιρλίκ, εάν υλοποιηθούν οι κυρώσεις που έχει εγκρίνει κατά της χώρας του το Κογκρέσο, νέα μέτωπα προκύπτουν με τις χώρες στις οποίες κατεξοχήν στηριζόταν μέχρι τώρα η μεσανατολική πολιτική της Άγκυρας: την Ρωσία, ως συνεννοήσιμο συνδιαχειριστή της τελευταίας φάσης της συριακής κρίσης, και το Εμιράτο του Κατάρ που φάνταζε ως ακλόνητος εταίρος στην περιοχή.

Η καχυποψία στις σχέσεις της Τουρκίας με τη Ρωσία και το Κατάρ οικοδομούνταν εδώ και καιρό, εντάθηκε ωστόσο με την υπογραφή των δύο τουρκο-λιβυκών μνημονίων στις 27 Νοεμβρίου και τις επανειλημμένες δηλώσεις του Ερντογάν έκτοτε ότι η χώρα του είναι πρόθυμη να αποστείλει στρατιωτικές δυνάμεις στην Λιβύη, εάν προσκληθεί από την προστατευόμενή της κυβέρνηση Σαράτζ, που κινείται στο κλίμα της Μουσουλμανικής Αδελφότητας.

Άγκυρα και Μόσχα βρίσκονται σε διαφορετικά στρατόπεδα σε ό,τι αφορά τον εμφύλιο πόλεμο της Λιβύης, αφού αποτελεί κοινό μυστικό ότι η Ρωσία στηρίζει (όπως πράττουν και η Αίγυπτος και τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα) τον ανταγωνιστικό προς την κυβέρνηση Σαράτζ Ελεύθερο Συριακό Στρατό του στρατηγού Χάφταρ, χωρίς ωστόσο να κόβει τις γέφυρες και με την Τρίπολη.

Ήδη η απόκρουση της προέλασης των δυνάμεων του Χάφταρ προς την λιβυκή πρωτεύουσα αποδίδεται στην εξοπλιστική βοήθεια που ανοικτά προσφέρει η Τουρκία στην κυβέρνηση Σαράτζ, κατά παράβαση του διεθνούς εμπάργκο. Η προοπτική “αυτοπρόσωπης” τουρκικής εμπλοκής δεν μπορεί παρά να ανησυχεί τη Μόσχα – πόσω μάλλον που επίκειται η Διάσκεψη του Βερολίνου, με στόχο την πολιτική επίλυση της κρίσης στη Λιβύη.

Εξ ού και η ρωσική διπλωματία καταδίκασε τα τουρκο-λιβυκά μνημόνια.

Όμως η αντίδραση του Ερντογάν υπήρξε αποκαλυπτική. Προειδοποίησε για τον κίνδυνο να αποτελέσει η Λιβύη μια “νέα Συρία” που θα απομακρύνει την Ρωσία από την Τουρκία, ενώ επικαλέστηκε την παρουσία της ρωσικής εταιρείας μισθοφόρων Wagner στο λιβυκό έδαφος, για να δικαιολογήσει την προοπτική τουρκικών στρατιωτικών ενισχύσεων στην περιοχή.

Δεν λέει, ωστόσο, όλη την αλήθεια. Σύμφωνα τουλάχιστον με τον Ρώσο υπουργό Εξωτερικών Σεργκέι Λαβρόφ με ανησυχία παρατηρείται στη Λιβύη ολοένα και εντονότερη παρουσία μαχητών προερχόμενων από την Ίντλιμπ της Συρίας. Υπονοεί προφανώς ο επικεφαλής της ρωσικής διπλωματίας ότι μόνο με τη βοήθεια του τουρκικού κράτους θα μπορούσαν αυτοί να έχουν μεταφερθεί εκεί – αν δεν ανήκουν ευθέως στην τουρκική εταιρεία μισθοφόρων Sadat.

Υπενθυμίζεται ότι ο ανταρτοκρατούμενος θύλακας της Ίντλιμπ στην βορειοδυτική Συρία τελεί υπό την οιονεί προστασία της Τουρκίας, και πλήττεται κατά καιρούς από συριακές και ρωσικές δυνάμεις. Αν η ρωσοτουρκική συνεννόηση πάψει να λειτουργεί, η Ίντλιμπ θα αποτελεί το πεδίο αναθέρμανσης των εχθροπραξιών, ενώ παράλληλα η Μόσχα θα έχει τη δυνατότητα να ανασύρει το “κουρδικό χαρτί”, καθώς οι πολιτικές της σχέσεις με το PYD, που έχουν βάθος αναγόμενο μέχρι τους σοβιετικούς χρόνους, ακολουθούν την καμπύλη των σχέσεων με την Άγκυρα.

Αν όμως η όποια σύμπραξη της χώρας του Ερντογάν με την Ρωσία δεν μπορεί να περιγραφεί παρά ως λυκοφιλία, η σχέση της με το Κατάρ αξιολογείται ως στρατηγική. Συνεπώς τυχόν χαλάρωσή της δεν μπορεί παρά να εμπνέει ανησυχία στους Τούρκους ιθύνοντες.

Υπενθυμίζεται ότι Άγκυρα και Ντόχα έχουν συμπύξει έναν “άξονα” που στηρίζεται στην από κοινού προώθηση των κατά τόπους κλάδων της Μουσουλμανικής Αδελφότητας, στην αιμοδότηση της τουρκικής οικονομίας από καταριανά κεφάλαια και στην παρουσία 3.000 Τούρκων στρατιωτών στο Εμιράτο, η παρουσία των οποίων υπήρξε καταλυτική το 2017, όταν το Κατάρ τέθηκε σε απομόνωση από τους γείτονές του, με προεξάρχουσα την Σαουδική Αραβία και φαινόταν πιθανή ακόμη και μία στρατιωτική εισβολή τους.

Δύο μέρες πριν από την συνυπογραφή των τουρκο-λιβυκών μνημονίων, ο Ταγίπ Ερντογάν βρισκόταν στην Ντόχα για τη συνεδρίαση του Ανώτατου Συμβουλίου Συνεργασίας των δύο χωρών, εν μέσω πολλών φιλοδοξιών για την αναβάθμιση της στρατιωτικής τους συνεργασίας.

Μόνο που ήδη από τον Οκτώβριο το Εμιράτο βρισκόταν σε διακριτικές διαπραγματεύσεις με τους γείτονές του του Συμβουλίου Συνεργασίας του Κόλπου, οι οποίες πλέον δηλώνεται δημοσίως ότι προχωρούν εποικοδομητικά.

“Σπάσαμε το αδιέξοδο της μη επικοινωνίας με τους Σαουδάραβες” δήλωσε την Κυριακή στο CNN ο καταριανός υπουργός Εξωτερικών Μοχάμεντ μπιν Αμπτουλραχμάν αλ-Θάνι, προσθέτοντας πάντως ότι η χώρα του δεν πρόκειται να γυρίσει την πλάτη σε όποιον, όπως η Τουρκία, προσέφερε πολύτιμη στήριξη κατά την περίοδο του αποκλεισμού.

Το τελεσίγραφο 13 σημείων που είχαν απευθύνει το Ριάντ και οι δορυφόροι του στο Κατάρ το 2017 περιλάμβανε μεταξύ άλλων την παύση της ανάμιξης του Εμιράτου στα εσωτερικά των λοιπών αραβικών κρατών (δηλ. της προώθησης της Μουσουλμανικής Αδελφότητας) και το κλείσιμο της τουρκικής βάσης.

Είναι πολύ νωρίς για να προβλέψει κανείς ποιοι από τους όρους αυτούς θα υλοποιηθούν και κατά πόσον, όμως όσο χαλαρώνει ο αποκλεισμός του Κατάρ, τόσο μειώνεται η εξάρτησή του από την Τουρκία, που είναι μάλλον ασύμμετρη. Τα οφέλη για την Άγκυρα από τη σχέση με το Εμιράτο είναι πρωτίστως (γεω) πολιτικά, ενώ τα οικονομικά ανταλλάγματα υπήρξαν συγκριτικώς περιορισμένα.

Αξίζει να σημειωθεί ότι όταν εκδηλώθηκε η στρατιωτική επιχείρηση της Τουρκίας “Πηγή Ειρήνης” στη βορειοανατολική Συρία, η καταδίκη από μέρους του Αραβικού Συνδέσμου υπήρξε σχεδόν ομόφωνη, με μόνη αρνητική ψήφο αυτήν της Λιβύης του Σαράτζ. Το Κατάρ και η Σομαλία (που επίσης φιλοξενεί τουρκικά στρατεύματα) απλώς διατύπωσαν επιφυλάξεις, ενώ η κάλυψη από το καταριανό δίκτυο Al Jazeera υπήρξε άκρως κριτική.

Αν η “Πηγή Ειρήνης” ακολουθηθεί από κάποια τουρκική στρατιωτική περιπέτεια στην Λιβύη, όλοι οι ενδιαφερόμενοι θα έχουν πάρει το μήνυμα και η τάση συσπείρωσης των αραβικών χωρών, με παραμερισμό των προηγούμενων διαφορών τους, θα ενισχυθεί θεαματικά.

Ο διάδοχος των Ηνωμένων Αραβικών Εμιράτων, που φέρεται ως μέντορας και του Σαουδάραβα ομολόγου του και καταγγέλλεται από ερντογανικούς κύκλους ως χρηματοδότης του αποτυχημένου πραξικοπήματος του 2016 στην Τουρκία, καταβάλλει ήδη προσπάθειες για την επιστροφή της Δαμασκού στην αραβική οικογένεια και για κλείσιμο του δρόμου στις εξωαραβικές δυνάμεις της περιοχής. Άλλωστε η μεταπολεμική ανοικοδόμηση της Συρίας αποτελεί επενδυτική ευκαιρία δελεαστική για πολλούς, ενώ ακόμη και η Ρωσία ενδιαφέρεται για την στενότερη συνεργασία της με τα Εμιράτα. 

πηγή:Capital.gr 

Facebooktwitterredditpinterestlinkedinmail
Geopolitics & Daily News Copyrights Reserved 2024