Γιατί οι τουρκικές βλέψεις ανησυχούν (και) την Αλγερία
Του Κώστα Ράπτη
Σε συνέντευξη Τύπου που έδωσε την περασμένη Πέμπτη, επισκεπτόμενος την Τύνιδα, ο Φάτι Μπασαγά, υπουργός Εσωτερικών της διεθνώς αναγνωρισμένης κυβέρνησης της Λιβύης υπό τον Φαγιέζ Σαράτζ, υποστήριξε ότι η χώρα του, η Τουρκία, η Τυνησία και η Αλγερία έχουν συγκροτήσει “συμμαχία”.
Ο Μπασαγά μιλούσε στον άμεσο απόηχο της αιφνιδιαστικής επίσκεψης που πραγματοποίησε στην Τύνιδα ο Τούρκος πρόεδρος Ταγίπ Ερντογάν, πρώτος ξένος ηγέτης που έγινε δεκτός από τον εκλεγέντα τον Οκτώβριο νέο Τυνήσιο πρόεδρο Κάις Σαγιέντ.
Ο ίδιος ο Λίβυος υπουργός έχει με την Τουρκία δεσμούς όχι μόνο πολιτικούς, αλλά και εθνοτικούς. Ανήκει, όπως δείχνει και το επώνυμό του, στην κοινότητα των Τουρκο-Λίβυων, απομεινάρι της αλλοτινής οθωμανικής κυριαρχίας στην βόρειο Αφρική, οι οποίοι είναι κυρίως συγκεντρωμένοι στο λιμάνι της Μισράτα, ελεγχόμενο στις μέρες μας από πολιτοφυλακή πιστή στην κυβέρνηση Σαράτζ.
Με τις δηλώσεις του ο Μπασαγά προεξοφλούσε ότι οι γείτονες της Λιβύης θα συνταχθούν με την προσπάθεια της Άγκυρας να στηρίξει, όχι μόνο πολιτικά αλλά και στρατιωτικά, την κυβέρνηση της Τρίπολης, απέναντι στα προελαύνοντα στρατεύματα του μεγάλου ανταγωνιστή της, του στρατηγού Χαλίφα Χάφταρ, ο οποίος εδρεύει στη Βεγγάζη και ενισχύεται από τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα, την Αίγυπτο, τη Σαουδική Αραβία και διακριτικότερα από τη Γαλλία και τη Ρωσία.
Άλλωστε την ίδια ημέρα, ο Ταγίπ Ερντογάν καθιστούσε σαφή την πρόθεσή του να αποστείλει τουρκικά στρατεύματα στη Λιβύη, μόλις η Εθνοσυνέλευση της Τουρκίας δώσει τη σχετική εξουσιοδότηση, μετά το τέλος των πρωτοχρονιάτικων διακοπών της.
Παράλληλα, ο Τούρκος υπουργός Εξωτερικών Μεβλούτ Τσαβούσουλου με δηλώσεις του, επίσης την Πέμπτη, έστελνε στους γείτονες της Λιβύης ένα περισσότερο ανησυχητικό μήνυμα: “Αν πέσει η Τρίπολη, θα πάρουν σειρά η Τύνιδα και το Αλγέρι”. Για τον επικεφαλής της τουρκικής διπλωματίας η σταθεροποίηση της κυβέρνησης Σαράτζ δεν αποτελεί παρά ανάχωμα στην εξάπλωση του χάους σε όλη τη Βόρειο Αφρική.
Το πρόβλημα όμως είναι ότι τόσο η Τυνησία όσο και η Αλγερία αρνούνται τους ισχυρισμούς του Μπασαγά, ενώ τουλάχιστον για το Αλγέρι η μεγαλύτερη απειλή προέρχεται από τις δυνάμεις που στηρίζει η Τουρκία και όχι από τους αντιπάλους τους.
Ο Κάις Σαγιέντ διέψευσε τις πληροφορίες ότι δέχθηκε από τον Ερντογάν αίτημα διέλευσης των τουρκικών στρατευμάτων από την τυνησιακή επικράτεια και πήρε τις αποστάσεις του από τις δηλώσεις Μπασαγά περί “συμμαχίας”.
Ο δε νέος πρόεδρος της Αλγερίας Αμπνετελματζίντ Τεμπούν, που εξελέγη στις 12 Δεκεμβρίου, απάντησε έμπρακτα στον Ερντογάν ανακοινώνοντας αυθημερόν την έκτακτη σύγκληση του Ανώτατου Συμβουλίου Ασφαλείας της χώρας του, με αντικείμενο την κατάσταση στη Λιβύη και το Μαλί και με τη συμμετοχή του προσωρινού πρωθυπουργού Σάμπρι Μπουκαντούμ, του αρχηγού του στρατού ξηράς, Σαΐντ Σενγκριχά, των υπουργών Δικαιοσύνης και Εσωτερικών, καθώς και των επικεφαλής της εθνικής χωροφυλακής και της Ασφάλειας.
Σύμφωνα με την επίσημη ανακοίνωση, το Συμβούλιο “αποφάσισε μια δέσμη μέτρων που θα ληφθούν για την προστασία των συνόρων και της εθνικής επικράτειας και την επανενεργοποίηση του ρόλου της Αλγερίας στο διεθνές επίπεδο”.
Η συγκυρία είναι λεπτή τόσο για την Τυνησία, όσο και για την Αλγερία. Η μεν πρώτη επιχειρεί να βρει τον βηματισμό της, εν μέσω των έντονων κοινωνικών προβλημάτων που παραμένουν άλυτα εννέα χρόνια μετά το ξέσπασμα της”Αραβικής Άνοιξης”, στο πλαίσιο ενός εύθραυστου συμβιβασμού ανάμεσα στις κοσμικές πολιτικές δυνάμεις και τους ισλαμιστές, κοντά στους οποίους βρίσκεται και ο Σαγιέντ. Η δε Αλγερία, βιώνει μιαν ανολοκλήρωτη και αβέβαιη μεταπολίτευση, καθώς το κίνημα διαδηλώσεων των τελευταίων μηνών, έθεσε εκτός παιδιάς τον πρόεδρο Μπουτεφλίκα και αμφισβητεί την κατεστημένη εξουσία που έχει ως τελικό εγγυητή της τον στρατό. Σε αυτό το πλαίσιο, ο Τεμπούν, που αποτελεί την περισσότερο ευπρόσωπη εκδοχή του καθεστώτος, εξελέγη απροσδόκητα μεταξύ πέντε υποψηφίων, εν μέσω αποχής που ξεπερνούσε το 60%. Παράλληλα, ο ξαφνικός θάνατος στις 23 Δεκεμβρίου του 79χρονου αρχηγού του γενικού επιτελείου ενόπλων δυνάμεων, στρατηγού Άχμεντ Γάιντ Σαλάχ εντείνει την αίσθηση του πολιτικού κενού.
Ο αλγερινός τύπος αντιμετωπίζει με ανησυχία την εμπλοκή της Τουρκίας στα βορειοαφρικανικά πράγματα, την οποία και αποδίδει στην εσωστρέφεια που γνωρίζει η ίδια η Αλγερία το τελευταίο διάστημα. Οι αναλυτές επισημαίνουν ότι τα τεκταινόμενα στη Λιβύη αποτελούν ζήτημα άμεσου εθνικού ενδιαφέροντος για την Αλγερία, καθώς οι δύο χώρες μοιράζονται κοινά σύνορα μήκους 982 χιλιομέτρων.
Για την ακρίβεια, η παρούσα κρίση περιγράφεται ως η σημαντικότερη που έχει αντιμετωπίσει η Αλγερία μετά τον πολύνεκρο πόλεμο της δεκαετίας του ’90 μεταξύ του στρατού και των ισλαμιστών. Επιπλέον, κανείς δεν ξεχνά ότι από το λιβυκό έδαφος εξαπολύθηκε η τρομοκρατική επίθεση τον Ιανουάριο του 2013 στις εγκαταστάσεις φυσικού αερίου της Τιγκεντουρίν στη Σαχάρα, όπου έχασαν τη ζωή τους 39 ξένοι εργαζόμενοι.
Το Αλγέρι διαπνέεται από το δόγμα ότι τα ζητήματα της περιοχής πρέπει να λύνονται χωρίς την ανάμιξη ξένων δυνάμεων, πόσω μάλλον μίας χώρας του ΝΑΤΟ, όπως είναι πάντα η Τουρκία. Εξ ού και η αλγερινή διπλωματία είχε στο πρόσφατο παρελθόν δραστηριοποιηθεί έντονα για την επίτευξη εθνικής συμφιλίωσης στη Λιβύη – ωστόσο δεν έχει κληθεί να συμμετάσχει στη Διάσκεψη του Βερολίνου που διοργανώνει τον Ιανουάριο η Γερμανία για την πολιτική επίλυση της λιβυκής κρίσης.
Για την Αλγερία, η οποία ουδέποτε αποτέλεσε τμήμα κάποιου στρατιωτικού συνασπισμού, όλοι αυτοί οι ελιγμοί ανάγονται στις προσπάθειες διαφορετικών δυτικών δυνάμεων να αποκτήσουν ισχυρότερο αποτύπωμα στην μετακανταφική Λιβύη – όμως οι βλέψεις της Τουρκίας (και του εταίρου της στην προώθηση της Μουσουλμανικής Αδελφότητας, Κατάρ) συνιστούν απόπειρα επιστροφής σε ένα οθωμανικό παρελθόν που η Βόρεια Αφρική έχει αφήσει πίσω της προ πολλού.