28/03/2024

«Ημέρες 1914» σε Μέση Ανατολή και Ανατολική Μεσόγειο

Το γεωπολιτικό παιχνίδι σε Ιράν, Λιβύη και Συρία – Η χαρτογρά-φηση των συμμαχιών, η ασάφεια της αμερικανικής εξωτερικής πολιτικής και η εντυπωσιακή επανάκαμψη της Μόσχας.

Γράφει ο Άγγελος Αλ. Αθανασόπουλος

Τον περασμένο Αύγουστο, η γνωστή δεξαμενή σκέψης «International Crisis Group» δημοσίευσε μια έκθεση με τίτλο «Averting the Middle East’s 1914 Moment». Η προειδοποίηση του έγκυρου think tank ήταν σαφής. Περίπου έναν αιώνα μετά τον Α’ Παγκόσμιο Πόλεμο, η Μέση Ανατολή βρίσκεται αντιμέτωπη με μια κατάσταση όπως αυτή στην οποία βρισκόταν η Ευρώπη τις παραμονές του «Μεγάλου Πολέμου» και ένα τυχαίο περιστατικό θα μπορούσε να οδηγήσει στην καταστροφή. Το 1914, η σφαίρα που σκότωσε τον αρχιδούκα Φραγκίσκο Φερδινάνδο της Αυστρίας στο Σαράγεβο πυροδότησε μια σύγκρουση που σάρωσε τη Γηραιά Ηπειρο για τέσσερα χρόνια. Θα μπορούσε να συμβεί κάτι ανάλογο σήμερα;

Το ερώτημα αυτό επανέρχεται δριμύτερο μετά την εκτέλεση του ιρανού στρατηγού Κασέμ Σουλεϊμανί από πύραυλο αμερικανικού drone πριν από μερικές ημέρες στον ουρανό της Βαγδάτης και δεν αφορά απλώς στη Μέση Ανατολή.

Εκτείνεται σε μια ευρύτερη περιοχή, που περιλαμβάνει τόσο τη Βόρεια Αφρική όσο και το Κέρας της Αφρικής, σημείο στρατηγικής σημασίας για τη διασύνδεση της Μεσογείου με τον Ινδικό Ωκεανό μέσω της Ερυθράς Θάλασσας.

Τα ανοιχτά μέτωπα στη γεωπολιτική σκακιέρα

Η αντιπαράθεση Ουάσιγκτον – Τεχεράνης βρίσκεται στο επίκεντρο αυτής της «γεωπολιτικής σκακιέρας», στην οποία εμπλέκονται επίσης η Αίγυπτος, η Σαουδική Αραβία, τα κράτη του Κόλπου (ιδιαίτερα τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα και το Κατάρ), η Τουρκία, η Συρία, το Ισραήλ και η Ρωσία. Πέρα όμως από το αμερικανοϊρανικό μέτωπο, που δεν έχει ακόμη γίνει θερμό, άλλα δύο ανοιχτά μέτωπα έχουν περιπλέξει την κατάσταση.

Το πρώτο εξ αυτών εντοπίζεται στη Συρία και το δεύτερο στη Λιβύη. Οι δύο αυτές συγκρούσεις έχουν πλέον διεθνοποιηθεί και έχουν εμπλακεί σε αυτές όλες οι προαναφερθείσες χώρες (στην περίπτωση της Λιβύης έχουν επίσης αναμειχθεί οι μεγάλες ευρωπαϊκές χώρες: Γαλλία, Ιταλία, Γερμανία).

Παράλληλα, υπάρχουν τρεις παράμετροι που διαμορφώνουν περίπλοκα δεδομένα. Η πρώτη είναι η ασάφεια για τις πραγματικές επιδιώξεις και τους στόχους της αμερικανικής εξωτερικής πολιτικής.

Η πρόσφατη εκτέλεση Σουλεϊμανί εμπλέκει τις Ηνωμένες Πολιτείες βαθύτερα στον «μεσανατολικό βούρκο» από τον οποίο ο ίδιος ο πρόεδρος Ντόναλντ Τραμπ έχει επανειλημμένως δηλώσει ότι θέλει να βγάλει τη χώρα του.

Η δεύτερη είναι η εντυπωσιακή επανάκαμψη της Μόσχας. Ο πρόεδρος της Ρωσίας Βλαντίμιρ Πούτιν έχει καταφέρει να διαμορφώσει στενές σχέσεις με τους περισσότερους από τους βασικούς παίκτες στην ευρύτερη περιοχή και να θεωρείται ο πιο αξιόπιστος συνομιλητής. Μια οριστική ρήξη Ουάσιγκτον – Τεχεράνης θα διευρύνει ακόμη περισσότερο τις δυνατότητες παρέμβασης της Ρωσίας στη Μέση Ανατολή.

Η τρίτη παράμετρος, η οποία θα πρέπει να ανησυχεί και την Ελλάδα, δεν είναι άλλη από τη συνεννόηση Αγκυρας και Μόσχας, που μετά και από την πρόσφατη συνάντηση του Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν με τον Βλαντίμιρ Πούτιν στο περιθώριο των εγκαινίων του αγωγού φυσικού αερίου TurkStream τείνει να επεκταθεί και στη Λιβύη.

Η δε παρουσία της Τουρκίας εκεί, όπως επισημαίνει σε ανάλυσή του το Stratfor, θα πρέπει να θεωρείται μακροπρόθεσμη, διότι αν η Δύση καθυστερήσει κι άλλο, τότε ο ρωσοτουρκικός συντονισμός θα μπορούσε να επιτύχει όχι μόνο μια εκεχειρία, αλλά και την επανάληψη του μοντέλου των κοινών περιπολιών για την εφαρμογή της, όπως στη Συρία!

Η κορωνίδα των συγκρούσεων

Αν χαθεί ο έλεγχος στη διαμάχη Ουάσιγκτον – Τεχεράνης, οι συνέπειες θα μπορούσαν να είναι καταλυτικές. Ο πρώην πρόεδρος των ΗΠΑ Μπαράκ Ομπάμα επέλεξε να λύσει το πρόβλημα του πυρηνικού προγράμματος της Τεχεράνης μέσα από την απευθείας διαπραγμάτευση με το ιρανικό καθεστώς, προκαλώντας σοκ τόσο στο Ισραήλ όσο και στην τριάδα Κάιρο – Ριάντ – Αμπου Ντάμπι που αιφνιδίως είδαν τον «νούμερο 1 εχθρό» τους να αναδεικνύεται σε προνομιακό συνομιλητή της Ουάσιγκτον.

Οι τρεις αυτές πρωτεύουσες δαπάνησαν πολλά χρήματα και διπλωματικό κεφάλαιο για να «σκοτώσουν» τη συμφωνία του 2015 (JCPOA), προσεγγίζοντας τον Ντόναλντ Τραμπ και ιδιαίτερα τον γαμπρό και σύμβουλό του Τζάρεντ Κούσνερ. Η JCPOA κρέμεται σήμερα, ιδιαίτερα μετά την εκτέλεση Σουλεϊμανί, από μία κλωστή.

Οι Ευρωπαίοι, δηλαδή οι Ε3 (Γαλλία, Γερμανία, Ηνωμένο Βασίλειο), δεν μπορούν να διαδραματίσουν ουσιαστικό ρόλο. Αναμφίβολα αναβαθμίζεται, στο πλαίσιο αυτό, η θέση της Ρωσίας, με την οποία το Ιράν συνεργάστηκε για τη διάσωση του Μπασάρ αλ Ασαντ στη Συρία (μία επίσκεψη του Σουλεϊμανί στη Μόσχα το 2015 θεωρείται κομβική για την απόφαση της Ρωσίας να επέμβει).

Η ανησυχία απώλειας ελέγχου έχει εξαπλωθεί ακόμη και σε χώρες όπως η Σαουδική Αραβία που εσπευσμένα έστειλε στην Ουάσιγκτον τον αναπληρωτή υπουργό Αμυνας Χαλίντ μπιν Σαλμάν, αδελφό του διαδόχου του θρόνου Μοχάμεντ μπιν Σαλμάν, για συνομιλίες με τον πρόεδρο Τραμπ και τον υπουργό Εξωτερικών Μάικ Πομπέο.

Τούτο δεν είναι διόλου τυχαίο διότι, παρά τη στρατηγική σύγκρουση Ριάντ – Τεχεράνης, η πρώτη έχει εσχάτως επιδιώξει μια προσέγγιση με τη δεύτερη μέσω τρίτων διαύλων (Πακιστάν, Ιράκ) μετά την επίθεση στις εγκαταστάσεις της Aramco. Ανάλογες κινήσεις προσέγγισης με την Τεχεράνη έχουν ξεκινήσει και τα ΗΑΕ, που αντελήφθησαν ότι η εκστρατεία τους στην Υεμένη εναντίον των υποστηριζόμενων από το Ιράν ανταρτών Χούθι δύσκολα θα ευοδωνόταν.

Ο φαύλος κύκλος που ξεκίνησε από την εγκατάλειψη της JCPOA από την Ουάσιγκτον οδήγησε σε μια σειρά κινήσεων εκ μέρους της Τεχεράνης, με τελευταία την επίθεση εναντίον αμερικανικών βάσεων στο Ιράκ, που προκάλεσε την εκτέλεση Σουλεϊμανί.

Το Ιράν έχει πλέον μια γκάμα επιλογών αντίδρασης (ακόμη και κυβερνοεπιθέσεων), ενώ οι Αμερικανοί επιδιώκουν μια νέα συμφωνία που θα περιορίζει και την άσκηση ιρανικής επιρροής στη Μέση Ανατολή. Πάντως, η ανακοίνωση της Τεχεράνης ότι δεν δεσμεύεται από τους περιορισμούς της JCPOA είναι εποικοδομητικώς ασαφής ώστε να αφήνει περιθώρια διαπραγμάτευσης. Το θέμα είναι μέσω ποιου διαύλου.

Ο ανταγωνισμός στον μουσουλμανικό κόσμο

Τα τελευταία χρόνια έχουν διαμορφωθεί εντός του ισλαμικού κόσμου δύο στρατόπεδα. Το πρώτο στρατόπεδο είναι αυτό των «μετριοπαθών σουνιτικών κρατών», στο οποίο κυρίαρχο ρόλο διαδραματίζουν η Σαουδική Αραβία, η Αίγυπτος και τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα (HAE).

Οι χώρες αυτές, με τις οποίες το Ισραήλ διατηρεί στενές σχέσεις, θέλουν με κάθε τρόπο να αποτρέψουν την επικράτηση του πολιτικού Ισλάμ, όπως αυτό εκφράζεται από κινήματα σαν τους Αδελφούς Μουσουλμάνους, ενώ διακατέχονται από εμφανή ανησυχία για την αύξηση της σφαίρας επιρροής του Ιράν από τον Περσικό Κόλπο ως τη Μεσόγειο.

Το δεύτερο και ευθέως ανταγωνιστικό στρατόπεδο εκφράζεται κυρίως από το Κατάρ και την Τουρκία – με τη δεύτερη να έχει πλέον μετατραπεί σε έδρα της ηγεσίας των Αδελφών Μουσουλμάνων. Στο ίδιο στρατόπεδο θα πρέπει να συμπεριληφθεί και η Μαλαισία, όπου και διεξάγεται η Σύνοδος της Κουάλα Λουμπούρ – στην οποία φέτος έλαβε μέρος και το (σιιτικό) Ιράν. Είναι σαφές ότι αυτή την περίοδο διεξάγεται μια (όχι και τόσο υπόγεια) μάχη για τη διαμόρφωση νέων ισορροπιών στον Οργανισμό Ισλαμικής Διάσκεψης (OIC) που ελέγχεται από τη Σαουδική Αραβία.

Φυσικά, σε μια περιοχή όπως η Μέση Ανατολή, οι βεβαιότητες καταρρέουν με μεγάλη ευκολία. Ακόμη και σφοδροί εχθροί μπορούν να βάλουν στην άκρη τις διαφορές τους και να συνομιλήσουν εφόσον οι συνθήκες μεταβάλλονται. Σε αυτό το πλαίσιο πρέπει να ενταχθεί η εντυπωσιακή αποκάλυψη της ιστοσελίδας ερευνητικής δημοσιογραφίας «The Intercept» τον περασμένο Νοέμβριο για τη μυστική συνάντηση που είχε πραγματοποιηθεί το 2014 μεταξύ εκπροσώπων της «Δύναμης αλ Κουντς» (της ένοπλης πτέρυγας των «Φρουρών της Επανάστασης») της οποίας τότε προΐστατο ο Κασέμ Σουλεϊμανί και των Αδελφών Μουσουλμάνων με σκοπό τη διαμόρφωση μιας συμμαχίας εναντίον της Σαουδικής Αραβίας – κοινού εχθρού και των δύο πλευρών.

Παράλληλα, τόσο οι Αδελφοί Μουσουλμάνοι όσο και η Τεχεράνη ανησυχούσαν τότε για την άνοδο του Ισλαμικού Κράτους. Αυτό που εντυπωσιάζει είναι ότι τη μυστική συνάντηση (που τελικώς δεν απέδωσε) δέχθηκε να φιλοξενήσει η Τουρκία, που διατηρεί καλές σχέσεις με τις δύο πλευρές.

Στη Μόσχα η τουρκική διπλωματία

Στη Μόσχα μεταβαίνει τη Δευτέρα ο τούρκος υπουργός Εξωτερικών Μεβλούτ Τσαβούσογλου μαζί με τον αρχηγό της ΜΙΤ Χακάν Φιντάν για να συζητήσουν το θέμα της Λιβύης. Τουρκικά μέσα ενημέρωσης αναφέρουν ότι η επίσκεψη πραγματοποιείται μετά την άρνηση του στρατάρχη Χαφτάρ να αποδεχθεί την εκεχειρία που πρότειναν ο τούρκος πρόεδρος Ερντογάν με τον ρώσο ομόλογό του Βλαντίμιρ Πούτιν.

Την ίδια ώρα, την Παρασκευή το βράδυ, το υπουργείο Αμυνας της Τουρκίας ανέφερε ότι Μόσχα και Αγκυρα συμφώνησαν για την κατάπαυση του πυρός στο Ιντλίμπ της Συρίας, η οποία θα ξεκινήσει την Κυριακή 12 Ιανουαρίου και ώρα 00:01.

Η Λιβύη και το χάος στο Κέρας της Αφρικής

Η αντιπαράθεση των δύο στρατοπέδων του ισλαμικού κόσμου είναι ιδιαίτερα εμφανής αυτή την εποχή στη Λιβύη, όπου η τριάδα Αίγυπτος – Σαουδική Αραβία – ΗΑΕ στηρίζει με κάθε τρόπο την πλευρά του στρατάρχη Χαλίφα Χαφτάρ, ενώ το δίπολο Κατάρ – Τουρκία έχει συνταχθεί με τη διεθνώς αναγνωρισμένη κυβέρνηση του Φαγέζ αλ Σαράζ στην Τρίπολη.

Για αυτή την υπόθεση έχουν γραφεί πολλά. Υπάρχει όμως ένα άλλο μέτωπο όπου η διαμάχη είναι ακόμη πιο εκτεταμένη. Πρόκειται για το Κέρας της Αφρικής, μία περιοχή στρατηγικής σημασίας για τον έλεγχο της Ερυθράς Θάλασσας που σπανίως πρωταγωνιστεί στους τίτλους των μέσων ενημέρωσης. Υψηλόβαθμη ξένη διπλωματική πηγή με άριστη γνώση των εξελίξεων ξεκαθάρισε μιλώντας στο «Βήμα» ότι όσα συμβαίνουν στο Κέρας της Αφρικής πρέπει να ιδωθούν στο πλαίσιο μιας αλυσίδας από την Ανατολική Μεσόγειο, που περνά από την Ερυθρά Θάλασσα και καταλήγει στον Ινδικό Ωκεανό.

Ο ανταγωνισμός στο Κέρας της Αφρικής είναι τόσο εμπορικός (σε σχέση με τον έλεγχο κρίσιμων λιμένων) όσο και στρατιωτικός. Η δε παρουσία των χωρών του Κόλπου εκεί αποκτά ιδιαίτερη σημασία, ενώ το τελευταίο εξάμηνο η αντιπαράθεση Αιγύπτου – ΗΑΕ και Τουρκίας έχει ενταθεί. Αυτή τη στιγμή, η χώρα που ελέγχει την Ερυθρά Θάλασσα παραμένει η Αίγυπτος. Η δε ανατροπή του ισλαμιστή Ομάρ αλ Μπασίρ στο Σουδάν τον περασμένο Απρίλιο (που σαφώς υποστήριξαν το Ριάντ και το Αμπου Ντάμπι) ενίσχυσε τον ρόλο του Καΐρου και αποδυνάμωσε την Τουρκία που είχε συμφωνήσει, το 2017, με τον Μπασίρ για την ανακατασκευή του ιστορικού (επί οθωμανικής περιόδου) λιμανιού του Σουάκιν, με σχέδιο και για κατασκευή προβλήτας ελλιμενισμού πολεμικών πλοίων.

Η Αγκυρα ελέγχει βέβαια το λιμάνι του Μογκαντίσου, πρωτεύουσας της Σομαλίας, έχει δημιουργήσει βάση στρατιωτικής εκπαίδευσης στην αφρικανική χώρα και διαχειρίζεται το αεροδρόμιο, ενώ έχει επενδύσει πολύ στην Αιθιοπία. Αυτός είναι ο λόγος που τα ΗΑΕ, πέραν της στρατιωτικής βάσης στο λιμάνι Ασάμπ της Ερυθραίας, διατηρούν  βάση στο λιμάνι της Μπερμπέρα στην de facto ανεξάρτητη Σομαλιλάνδη. Πληροφορίες αναφέρουν ότι στο Σουδάν, το οποίο αποτελεί πηγή μισθοφόρων για συρράξεις όπως π.χ. η Λιβύη ή η Υεμένη, ενεργοποιείται παρασκηνιακά και η Μόσχα.

Η θέση της Ελλάδας και το ενδεχόμενο εμπλοκής σε μια πολεμική ανάφλεξη

Η Ελλάδα, με την εξαίρεση της Λιβύης, δεν έχει άμεση εμπλοκή σε αυτές τις κρίσεις. Βρίσκεται όμως τόσο κοντά σε αυτές που δεν μπορεί να τις αγνοήσει για μια σειρά από λόγους.

Ο πρώτος εξ αυτών είναι ότι η Ελλάδα φιλοξενεί στο έδαφός της μια σειρά αμερικανικών βάσεων και στρατιωτικών διευκολύνσεων που ενδέχεται να ζητηθεί να χρησιμοποιηθούν στο απευκταίο ενδεχόμενο μιας πολεμικής ανάφλεξης Ουάσιγκτον – Τεχεράνης. Αυτές οι εγκαταστάσεις θα μπορούσαν να ενταχθούν στον σχεδιασμό στρατιωτικών και ανθρωπιστικών επιχειρήσεων και δεν θα ήταν εύκολο για την Αθήνα να αποφύγει την εμπλοκή της στο πλαίσιο συνδρομής των συμμάχων της.

Δεύτερον, η γειτονική Τουρκία, που συνιστά τη «νούμερο 1» απειλή για την ελληνική ασφάλεια και τα περιφερειακά συμφέροντα της χώρας, έχει ευθέως εμπλακεί τόσο στη Συρία όσο και στη Λιβύη, ενώ διεκδικεί με επιμονή ρόλο περιφερειακής υπερδύναμης, όχι μόνο πολιτικά, αλλά και στρατιωτικά μέσα από τη δημιουργία βάσεων και την αποστολή (προς το παρόν μικρών) δυνάμεων στην Ανατολική Μεσόγειο και στο Κέρας της Αφρικής.

Τρίτον, οι εξελίξεις στη Λιβύη απειλούν ευθέως τα ελληνικά συμφέροντα σε θέματα οριοθετήσεων θαλασσίων ζωνών και ο κίνδυνος δημιουργίας τετελεσμένων είναι υψηλός, ανεξαρτήτως της τελικής έκβασης της αιματηρής εμφύλιας σύγκρουσης. Σύμφωνα με πληροφορίες του «Βήματος», οι μέχρι σήμερα προσπάθειες της Αθήνας να συμπεριληφθεί στη Διαδικασία του Βερολίνου έχουν προσκρούσει στην αντίδραση χωρών όπως η Γερμανία.

Αυτό έχει κοινοποιηθεί στην ελληνική πλευρά μέσω διαφόρων διαύλων, μεταξύ άλλων μέσω της πρεσβείας της Γερμανίας στην ελληνική πρωτεύουσα! Παράλληλα, ο συντονισμός Αγκυρας – Μόσχας και στη Λιβύη καθιστά επιτακτική την προσέγγιση με τη ρωσική πλευρά και για τον λόγο αυτόν επιδιώχθηκε η συνάντηση του υπουργού Εξωτερικών Νίκου Δένδια με τον ρώσο πρεσβευτή Αντρέι Μασλόφ.

Τέταρτον, η Ελλάδα είναι μια ισχυρή ναυτιλιακή δύναμη. Οι εξελίξεις σε περιοχές κομβικής σημασίας για τη διεθνή ναυσιπλοΐα, όπως τα Στενά του Ορμούζ ή η Ερυθρά Θάλασσα (και στο Στενό Μπαμπ αλ Μαντάμπ), δεν μπορούν να αγνοούνται.

Στο πρόσφατο παρελθόν ζητήθηκε τουλάχιστον δύο φορές η συμμετοχή της Ελλάδος στη δύναμη Sentinel που είχαν συστήσει οι Αμερικανοί για την προστασία της ναυσιπλοΐας στον Περσικό Κόλπο. Η Αθήνα είχε απαντήσει ότι δεν μπορεί να διαθέσει κάποιο πολεμικό πλοίο και τώρα συζητείται η συμμετοχή με προσωπικό στο αρχηγείο της νέας δύναμης που θα προκύψει από τη συγχώνευση της Sentinel με την αντίστοιχη ευρωπαϊκή δύναμη.

ΠΗΓΗ: Το Βήμα 

 

Facebooktwitterredditpinterestlinkedinmail
Geopolitics & Daily News Copyrights Reserved 2024