DW: «Κοινωνικός θάνατος» οι μαζικές απολύσεις στην Τουρκία
Πάνω από 134.000 Τούρκοι έχουν χάσει τις δουλειές τους μετά το αποτυχημένο πραξικόπημα του 2016. Η πλειονότητα των ανθρώπων παραμένουν άνεργοι και δίνουν καθημερινό αγώνα επιβίωσης.
Ο 56χρονος Ταχσίν Ουζάλ εργαζόταν ως δάσκαλος σε επαγγελματική σχολή της πόλης Άδανα στην νοτιοανατολική Τουρκία. Συγκαταλέγεται ανάμεσα στους δεκάδες χιλιάδες δημόσιους υπαλλήλους που έχασαν τη δουλειά τους μετά το αποτυχημένο πραξικόπημα του 2016, κατηγορούμενοι για δήθεν διασυνδέσεις με τρομοκρατικές οργανώσεις. Ο Ουζάλ κατηγορείται, συγκεκριμένα, ότι είναι μέλος συνδικάτου το οποίο πρόσκειται στο κίνημα Γκιουλέν που θεωρείται ο ενορχηστρωτής του πραξικοπήματος.
Επί δεκαετίες οπαδοί και μέλη του κινήματος Γκιουλέν είχαν υψηλόβαθμες κρατικές θέσεις, διηύθυναν σχολεία, συνδικάτα και τράπεζες. Σήμερα η κυβέρνηση αντιμετωπίζει ως εν δυνάμει τρομοκράτη οποιονδήποτε έχει έστω και τραπεζικό λογαριασμό σε μια από αυτές τις τράπεζες ή εάν στέλνει τα παιδιά του σε σχολείο που παλαιότερα διευθυνόταν από το κίνημα.
Ένας ατελείωτος Γολγοθάς
Ο Ταχσίν Ουζάλ εξέτισε ποινή φυλάκισης οκτώ μηνών. Όταν αφέθηκε ελεύθερος επιχείρησε να διεκδικήσει τα συντάξιμά του. Η υπόθεσή του έφτασε στη δικαιοσύνη, η οποία αν και τον δικαίωσε, του επιδίκασε αποζημίωση που μόλις κάλυψε τα δικηγορικά έξοδα. Η συνέχεια ήταν ακόμη πιο τραγική: οι αρχές πάγωσαν τους τραπεζικούς του λογαριασμούς και τις πιστωτικές του κάρτες ενώ στη συνέχεια η εισαγγελία κατέθεσε έφεση εναντίονς της απόφασης αποφυλάκισής του. Έτσι του επιβλήθηκε νέα ποινή κάθειρξης, αυτή τη φορά 6,5 χρόνων, η οποία ωστόσο δεν έχει επικυρωθεί ακόμη από το Ανώτατο Δικαστήριο.
Η οικογένειά του βίωσε επίσης το «μακρύ χέρι» του τουρκικού κράτους. Η κόρη του που ήταν ακαδημαϊκός, τέθηκε επίσης υπό προσωρινή κράτηση. Όχι στη βάση συγκεκριμένων κατηγοριών αλλά εξαιτίας του πατέρα της. Αν και αφέθηκε ελεύθερη, δεν της επετράπη να γυρίσει στη δουλειά της. Το οικογενειακό δράμα όμως δεν σταμάτησε εκεί αφού η σύζυγός του διεγνώσθη με καρκίνο. Παρά ταύτα ο ίδιος δεν φαίνεται να το βάζει κάτω: «Δεν θα σταματήσουμε να αγωνιζόμαστε. Κάποια στιγμή η αδικία θα έρθει στο φως. Δεν είμαστε ούτε τρομοκράτες, ούτε εχθροί του κράτους. Το μοναδικό μου παράπτωμα ήταν ότι ήμουν μέλος συνδικάτου».
Μετά το αποτυχημένο πραξικόπημα απολύθηκαν συνολικά 134.000 άνθρωποι μέσω διαταγμάτων. Τρία χρόνια μετά όμως εξακολουθεί να τους ακολουθεί μια μακρά λίστα απαγορεύσεων και «καψονιών».
Μέσω διαδικτύου οι παθόντες ανταλλάσσουν απόψεις και εμπειρίες. Εκεί θα διαβάσει κανείς για τις αγωνιώδεις προσπάθειες των περισσοτέρων να βρουν δουλειά, για κρατικές υπηρεσίες που αρνούνται να τους προσλάβουν, για υποθέσεις όπου γιατροί αρνούνται να τους εξετάσουν. Το μεγαλύτερο πρόβλημα για τους περισσότερους όμως είναι το οικονομικό. Πολλοί δεν έχουν πρόσβαση στις συντάξεις τους, δεν μπορούν να πάρουν δάνειο ή δεν μπορούν να πληρώσουν τις δόσεις των δανείων τους. Οι δε φοιτητές δεν λαμβάνουν οικονομική ενίσχυση. Άλλοι διηγούνται ότι δεν μπορούν να νοικιάσουν τα διαμερίσματα τους ή ότι δεν μπορούν να πουλήσουν τα ακίνητά τους. Οι παθόντες κάνουν λόγο για «κοινωνικό θάνατο».
Σύμφωνα με επίσημα στοιχεία περίπου 126.000 άνθρωποι έχουν αιτηθεί στην αρμόδια Επιτροπή Έκτακτης Ανάγκης την επαναπρόσληψή τους. Έχοντας εξετάσει το 78% των υποθέσεων, η επιτροπή απάντησε θετικά μόλις σε 9.600 περιπτώσεις. 88.700 προσφυγές απορρίφθηκαν.
Για μια «διαρκή κατάσταση έκτακτης ανάγκης» κάνει λόγο ο βουλευτής του φιλοκουρδικού κόμματος HDP Γκεργκερίογλου. «Εκατομμύρια άνθρωποι συνεχίζουν να βιώνουν τις συνέπειες. Πολλοί αναζητούν απελπισμένα δουλειά στον ιδιωτικό τομέα, σε άλλους απαγορεύεται να εγκαταλείψουν τη χώρα. Πολλές υπηρεσίες τους εμποδίζουν να στήσουν τις δικές τους επιχειρήσεις ενώ συχνά δεν μπορούν να πάρουν από την τράπεζα ούτε καν χρήματα που τους στέλνουν από το εξωτερικό».
Τούντσα Ογκρετέν
Επιμέλεια: Κώστας Συμεωνίδης