11/12/2024

Κερδισμένοι και χαμένοι του πετρελαϊκού σοκ

dfb502a6b26b43a496549d9cb389434e

Του Κώστα Ράπτη

Η μεγαλύτερη απειλή που πλησιάζει αυτές τις μέρες τις αμερικανικές ακτές δεν είναι κάποιο πυρηνικό υποβρύχιο εχθρικής δύναμης, αλλά τα φορτωμένα δεξαμενόπλοια που εγκατέλειψαν την Σαουδική Αραβία πριν από την συμφωνία του OPEC+ στις 13 Απριλίου για την περικοπή της παραγωγής πετρελαίου κατά 9,7 εκατ. βαρέλια ημερησίως.

Με την υποχώρηση της παγκόσμιας ζήτησης, λόγω των περιοριστικών μέτρων για την πανδημία του κορονοϊού, να αναμένεται σύμφωνα με την Διεθνή Υπηρεσία Ενέργειας (ΙΕΑ) να φθάσει τα 29 εκατ. βαρέλια ημερησίως σε σύγκριση με την αντίστοιχη περσινή περίοδο, η παραγωγή εξακολουθεί να πλεονάζει και η χωρητικότητα των αποθηκευτικών χώρων πετρελαίου στις ΗΠΑ αναμένεται να εξαντληθεί στα μέσα Μαϊου. Ο μαύρος χρυσός έγινε ξαφνικά ανεπιθύμητος.

Η συμφωνία του OPEC+, με την οποία τερματίζονταν ο πόλεμος τιμών που είχαν εξαπολύσει τον Μάρτιο η Σαουδική Αραβία και η Ρωσία, αυξάνοντας την παραγωγή τους για να υπερασπισθούν το μερίδιό τους σε μια αγορά που συρρικνωνόταν ταχέως, χαρακτηρίσθηκε στην ώρα της “ιστορική”. Σε λίγες ημέρες, άλλες, πραγματικά ιστορικές εξελίξεις επρόκειτο να σημειωθούν στην ενεργειακή αγορά.

Το χαμηλότερο επίπεδο στο οποίο είχε οδηγηθεί ποτέ η τιμή του πετρελαίου ήταν τα 10 δολάρια ανά βαρέλι το 1986 (γεγονός όχι άσχετο με την κατάρρευση της Σοβιετικής Ένωσης λίγα χρόνια αργότερα).

Όμως χθες Δευτέρα σημειώθηκαν τρεις εξελίξεις χωρίς προηγούμενο στα χρονικά. Το προθεσμικό συμβόλαιο Μαϊου του αμερικανικού ελαφρού αργού πέρασε κάτω από το μηδέν, καταγράφοντας ημερήσια πτώση της τιμής άνω του 300%, αλλά και το μεγαλύτερο spread σε σχέση με το προθεσμιακό συμβόλαιο του επομένου μηνός.

Τα προθεσμιακά συμβόλαια αποτελούν εν μέρει αγοραπωλησία φυσικού πετρελαίου και εν μέρει χρηματιστηριακή πράξη πάνω στις διαφορές τιμής που καταγράφει το “χαρτί” μήνα τον μήνα. Εν προκειμένω, το timing ήταν εξαιρετικά ατυχές: το προθεσμιακό συμβόλαιο Μαϊου λήγει σήμερα Τρίτη και δεν μπορούσε να έχει αγοραστή παρά μόνο μεταξύ όσων εναδιαφέρονταν για άμεση παραλαβή φυσικού πετρελαίου – και τέτοιοι δεν υπάρχουν στις τωρινές συνθήκες.

Μιαν ακριβέστερη εικόνα της αγοράς αποτυπώνει το γεγονός ότι το συμβόλαιο Ιουνίου του αμερικανικού αργού, που λήγει στις 19 Μαϊου υποχώρησε κατά μόλις 18%, ισορροπώντας στα 20,43 δολάρια ανά βαρέλι και το συμβόλαιο Ιουλίου στα 26,18 δολάρια ανά βαρέλι, με πτώση κατά 11%. Το πετρέλαιο Brent, που αποτελεί και το διεθνές benchmark και έχει ήδη περάσει στην διαπραγμάτευση του συμβολαίου Ιουνίου, υποχώρησε κατά 8,9% στα 25,57 δολάρια ανά βαρέλι.

Πρόκειται για μια ένδειξη ότι παρά το σοκ της Δευτέρας, οι αγορές προσβλέπουν σε ένα μέλλον μετά το lockdown – όμως και έτσι η εικόνα είναι μεσοπρόθεσμα απογοητευτική.

Η συμφωνία του OPEC+ (που τίθεται σε εφαρμογή την 1η Μαϊου και προβλέπει αποκλιμάκωση των περικοπών στα 8 εκατ. βαρέλια ημερησίως από την 1η Ιουλίου και στα 6 εκατ. βαρέλια από την 1η Ιανουαρίου 2021 μέχρι τον Απρίλιο) αντιμετωπίζεται πλέον από όλους τους ενδιαφερόμενους με τη φράση “πολύ λίγη, πολύ αργά”.

Άλλωστε η σύγκληση νέας συνάντησης του OPEC+ τον Ιούνιο ρίχνει σκιές στο μέλλον της συμφωνίας, ενώ ακόμη και το ύψος των περικοπών που έχουν αποφασισθεί σχετικοποιείται από τα ονομαστικά επίπεδα αφετηρίας (και την ροπή της Ρωσίας στην παραβίαση των σχετικών ποσοστώσεων σε αντίστοιχες προηγούμενες συμφωνίες).

Η Goldman Sachs επισημαίνει ότι σε αυτό το τοπίο κρίσης, συγκριτικό πλεονέκτημα έχουν όσοι παραγωγοί έχουν άμεση πρόσβαση σε θαλάσσια μεταφορά (εξ ού και η διαφορετική εικόνα του Brent), εξ ού και το γεγονός ότι τα ναύλα των υπερδεξαμενόπλοιων, που πλέον χρησιμοποιούνται ως αποθηκευτικοί χώροι εν αναμονή μιας επανεκκίνησης της διεθνούς οικονομίας, έχουν εκτοξευθεί.

Άλλοι αναλυτές σημειώνουν ότι θα διευκολυνθούν όσοι έχουν επενδύσει στην καθετοποίηση, δραστηριοποιούμενοι ταυτοχρόνως στην παραγωγή και την διύλιση (οι χώρες του OPEC είναι σε θέση να διυλίσουν μόνο το ήμισυ της τωρινής παραγωγής τους), καθώς και όσοι συναλλάσσονται με μακροπρόθεσμα συμβόλαια και όχι με την αγορά spot.

Στην τριγωνική αντιπαράθεση που εμπλέκει τους μεγαλύτερους παραγωγούς, ήτοι ΗΠΑ, Ρωσία και Σαουδική Αραβία, η τελευταία βρίσκεται παγιδευμένη. Εξαπέλυσε προ πενταετίας τον προηγούμενο γύρο πολέμου τιμών, υποτιμώντας την ικανότητα του αμερικανικού σχιστολιθικού κλάδου (shale oil) να μειώσει τα κόστη παραγωγής του και κήρυξε ανακωχή με την συγκρότηση του OPEC+, ο οποίος περιλαμβάνει μεν την Ρωσία (η οποία δεν τηρεί τις ποσοστώσεις της), αλλά όχι και τους υπερατλαντικούς ανταγωνιστές, οι οποίοι κατέκτησαν μεγαλύτερο μερίδιο αγοράς, αναδεικνυόμενοι σε υπ’ αριθμόν ένα παραγωγό.

Στην παρούσα φάση, η πίεση αρχίζει να αγγίζει και την αμερικανική πλευρά. Η ConocoPhillips ανακοίνωσε ότι περικόπτει οικειοθελώς την παραγωγή της σε ΗΠΑ και Καναδά κατά 200.000 βαρέλια ημερησίως, ενώ στην αμερικανική επικράτεια έκλεισαν 260 πηγάδια τις τελευταίες πέντε εβδομάδες.

Καθώς ειδικά η σχιστολιθική παραγωγή αποτελείται από υπερχρεωμένους ανεξάρτητους μικρομεσαίους παραγωγούς, ένα κύμα χρεωκοπιών θεωρείται πολύ πιθανό – με όλους τους κραδασμούς που θα μεταφερθούν στο χρηματοπιστωτικό σύστημα και το πολιτικό κόστος που θα έχουν οι χιλιάδες απολύσεις.

Είναι χαρακτηριστικό ότι, παρά τις προηγούμενες υποσχέσεις του (προς τους Σαούντ και τους μεγάλους offshore παραγωγούς των ΗΠΑ) να αφήσει το ζήτημα να ρυθμιστεί με όρους αγοράς, ο Ντόναλντ Τραμπ καταθέτει πλέον ευφάνταστες ιδέες κρατικής στήριξης του πετρελαϊκού κλάδου, λ.χ. με την αγορά πετρελαίου το οποίο δεν θα εξορύσσεται και δεν θα διοχετεύεται στην φρακαρισμένη αγορά, αλλά θα αποτελεί ονομαστικά τμήμα των εθνικών στρατηγικών αποθεμάτων.

πηγή:Capital.gr 

Facebooktwitterredditpinterestlinkedinmail
Don`t copy text!