Μια κοινωνιολογική ανάγνωση της Ιλιάδας του Ομήρου

O Πρίαμος ικετεύει τον Αχιλλέα (Alexandr Ivanov 005)
Γράφει ο ιστορικός Παναγιώτης Γέροντας
Σύμφωνα με τον κοινωνιολόγο Erving Goffman όλοι οι άνθρωποι “παίζουν” κοινωνικούς ρόλους. Ότι η λέξη προσωπείο προέρχεται από την λέξη πρόσωπο δεν είναι τυχαίο. Οι άνθρωποι επιθυμούν τα δαιδαλώδη συναισθήματα και σκέψεις να τα μετασχηματισουν σε ένα εύληπτο συμβολικό όλον. Επιδεικνύοντας μια συγκεκριμένη συμπεριφορά, το πρόσωπο επιθυμεί την «βράβευσή» και την «αναγνώρισή» του. Τελικά το προσωπείο γίνεται αληθινό, γίνεται το ίδιο το πρόσωπο αφού «είμαστε αυτό που θέλουμε να είμαστε».
Δεν πρόκειται για περίπτωση ανειλικρίνειας, κοινώς υποκρισίας. Τα πρόσωπα μεγαλώνουν σε ένα κοινωνικό περιβάλλον ήδη διαμορφωμένο, το οποίο επιζητά να αναπαραχθεί. Το άτομο δεν είναι τίποτε περισσότερο από ένα γρανάζι για την διατήρηση του κοινωνικού κόσμου. Παράλληλα η προσπάθεια του ατόμου να δημιουργήσει την επιθυμητή εικόνα απαιτεί όλες τις νοητικές και ψυχικές δυνάμεις. Με αυτόν τον τρόπο το πρόσωπο εξελίσσεται αλλά παράλληλα καταπινεται από τις κοινωνικές αναγκαιότητες.
Ένα σύνολο ατόμων αναπτύσσει μεταξύ τους κοινωνία, η οποία χαρακτηρίζεται από ένα σύνολο δομών που προέκυψαν από τις ανάγκες. Συγκεκριμένα, βασική μονάδα παραγωγής και κατανάλωσης στην ομηρική εποχή είναι ο οίκος. Είναι γνωστό ότι ο ποιητής, αν και αναφέρεται στην προηγούμενη μυκηναϊκή εποχή, περιγράφει αυτή που βλέπει, την αρχαϊκή. Η εποχή αυτή λοιπόν επιβάλλει το ιπποτικο ιδεώδες ανδρών, οι οποίοι, αν μη τι άλλο, μπορούν να υπερασπιστούν τις περιουσίες τους και κατ’ επέκταση τους «πελάτες» που βρίσκουν τροφή και στέγη στον οίκο τους.
Ακόμα και η τόσο γνωστή «φιλοξενία» έχει και έναν άλλο κοινωνικό ρόλο. Ο κόσμος έξω από τον οίκο ήταν αφιλόξενος και εχθρικός. Η επιβίωση του οίκου εξαρτιόταν από πλέγματα συμμαχιών. Ο ξένος ήταν ένας «εν δυνάμει» φίλος ή εχθρός. Η ευνοϊκή προδιάθεσή του ήταν προς το συμφέρον του άρχοντα του οίκου.
Οι ομηρικοί ήρωες είναι τραγικές υπάρξεις, οι οποίες άγονται και φέρονται από το κοινωνικό πρότυπο του κλέους. Το κλέος ως λέξη όμως τί σημαίνει; Η λέξη κλέος έχει στα δύο ομηρικά έπη δύο κύριες (συχνά συμπληρωματικές μεταξύ τους και επικαλυπτόμενες) σημασίες. Στην πρώτη, κάπως ουδέτερη, σημασία του το κλέος (με συναφές το ρήμα κλύω “ακούω”) αναφέρεται σε «ό,τι ακούγεται» για ένα πράγμα, γεγονός ή ηρωικό υποκείμενο· κατ᾽ επέκταση, στη φήμη και στις διαδόσεις που κυκλοφορούν από στόμα σε στόμα και αποτελούν συχνά είδηση. Στη δεύτερη, επιτονισμένη προέκταση της πρώτης, σημασία του το κλέος (με συγγενή τον επικό ρηματικό τύπο [ἐπι]κλείω “επαινώ”, “δοξάζω”), δηλώνει τη δόξα.
Ας συγκρατήσουμε λίγο την σκέψη μας εδώ. Ποια κοινωνική ανάγκη έφερε τους ομηρικούς ήρωες να επιζητούν το κλέος; Οι ομηρικές “βασιλείες” δεν στηρίζονταν σε μια οργανωμένη δομή που συνήθως προστατεύει τον ηγεμόνα. Ο ομηρικός ηγεμών πρέπει κάθε μέρα να “τεκμηριώνει” την αξία του. Με δύο τρόπους: με την καταγωγή από τους Θεούς και με την αξιοσύνη που δίνει την βοήθεια των Θεών. Με την βοήθεια της Αθηνάς ο Οδυσσέας εξόντωσε τους μνηστήρες! Οι ανάξιοι βασιλείς ανατρέπονται και λησμονούνται.
Ο ποιητής όμως αντιλαμβάνεται ότι αυτός ο κόσμος οδηγείται στην καταστροφή του. Η Ιλιάδα ειδικότερα είναι μια καταγγελία εναντίον του κόσμου αυτού. Μια κοινωνική κραυγή εναντίον της πολεμικής φρενίτιδας. Πρόκειται τελικά για ενα αντιπολεμικό βιβλίο. Αυτό φαίνεται στις προσωπικές στιγμές των ηρώων, όταν αισθάνονται απελπισία, όταν χάνουν φίλους, όταν μιλούν με τους Θεούς.
Πουθενά όμως δεν φαίνεται περισσότερο το παραπάνω από την ραψωδία Ω της Ιλιάδας. Ο Έκτορας παρέμενε άταφος έξω από τη σκηνή του Αχιλλέα και ο βασιλιάς των Τρώων Πρίαμος αποφάσισε να πάει ο ίδιος στον Αχιλλέα με σκοπό να ζητήσει τον νεκρό του γιο προσφέροντας λύτρα. Ξεκίνησε μία νύχτα και τρύπωσε στο στρατόπεδο των Αχαιών. Με τη βοήθεια του θεού Ερμή, εκείνου που είχε αναλάβει να συνοδεύει τους νεκρούς στον Κάτω Κόσμο, έφτασε και χωρίς δισταγμό μπήκε στη σκηνή του βασιλιά των Μυρμιδόνων.
«Θυμήσου τον πατέρα σου, θεϊκέ Αχιλλέα, που είναι συνομήλικός μου, στο ολέθριο κατώφλι των γηρατειών. Ίσως κι εκείνον οι γύρω του να τον θλίβουν και κανείς να μην βρίσκεται κοντά του να τον υπερασπιστεί. Εκείνος όμως, ακούγοντας πως είσαι ζωντανός, να έχει χαρά μες στην καρδιά του. Διότι ελπίζει μια μέρα να δει τον αγαπημένο του γιο να επιστρέφει από την Τροία. Εγώ όμως, απ’ όλους πιο δυστυχής, αφού άριστους γέννησα γιους στην Τροία, ούτε ένας πια δεν μου έχει απομείνει…» τον ικετεύει.
Τα λόγια αυτά έχουν ιδιαίτερη σημασία καθώς και ο Αχιλλέας γνωρίζει ότι θα πεθάνει. Ήξερε από την αρχή ότι αν πήγαινε στην Τροία, θα τον περίμενε ο Θάνατος. Η μητέρα του τον είχε προειδοποιήσει γι’ αυτό και προσπάθησε να τον κρύψει. Ο Αχιλλέας κλαίει μαζί με τον εχθρό του, σε μία τρομερή στιγμή που και οι δύο αντικρίζουν την κοινή μοίρα των ανθρώπων. Είναι η τραγική συνειδητοποίηση ότι και οι δύο πλευρές έχουν χάσει. Η κοινωνία συνεθλιψε τα πρόσωπα.
Ήδη στην Οδύσσεια ο ομηρικός κόσμος οδηγείται στο τέλος του. Η πάλη με τους μνηστήρες στην Ιθάκη δείχνει ότι κάτι έχει αλλάξει. Η θεϊκή καταγωγή δεν μπορεί να προστατεύσει τους ήρωες από την ανερχόμενη αριστοκρατία…
About Post Author





