Η ανωνυμία των Μέσων Κοινωνικής Δικτύωσης στην υπηρεσία της πολιτικής προπαγάνδας
Γράφει ο δρ Δημήτρης Γκίκας
Στα Μέσα Κοινωνικής Δικτύωσης επικρατεί η αντίληψη ότι η ιδιωτικότητα και η προστασία προσωπικών δεδομένων των χρηστών συνιστούν απαραίτητες προϋποθέσεις συμμετοχής και αλληλεπίδρασης των ανθρώπων που τα χρησιμοποιούν. Οι προϋποθέσεις αυτές, σε αρκετές περιπτώσεις, αποτελούν πλέον ζήτημα νομικής περιγραφής και ανάλυσης, αλλά και προστασίας από τα δικαιικά συστήματα ορισμένων κοινωνιών.
Αυτό που γνωρίζει ανησυχητική αύξηση τα τελευταία χρόνια είναι η σύγχυση μεταξύ των όρων «ιδιωτικότητα» και «ανωνυμία» και η χρήση αυτής της σύγχυσης για την παραγωγή πολιτικής προπαγάνδας. Βλέπουμε, δηλαδή χρήστες των Μέσων αυτών να χρησιμοποιούν ψευδώνυμα, δηλωτικά συνήθως της πολιτικής ή ιδεολογικής τους τοποθέτησης και ταυτότητας, οι οποίοι, πίσω από το πέπλο ανωνυμίας φτάνουν στο σημείο να προσβάλουν, να λοιδωρούν και, εν γένει, να «ακροβατούν» ανάμεσα στην ακραία πολιτική προπαγάνδα και την άσκηση ψυχολογικής βίας, ακόμα και την παρακίνηση σε βίαιες πράξεις (ή, έστω, τη συγκαλυμμένη δικαιολόγησή τέτοιων πράξεων).
Άξιο αναφοράς είναι ότι αυτού του είδους η ανωνυμία, εντελώς ανέντιμη πολιτικά και αμφισβητούμενη ηθικά, συγκεντρώνει πολλούς υποστηρικτές, αλλά και μιμητές. Ειδικά στο γνωστό Μέσο Κοινωνικής Δικτύωσης “Twitter”, αυτού του είδους η ανωνυμία και η χρήση της για την άσκηση πολιτικής προπαγάνδας θεωρείται πλέον ένα είδος “must”, μια αναμενόμενη διάσταση του προφίλ που προάγεται από την ίδια την πλατφόρμα. Έτσι, βλέπουμε ψευδώνυμα όπως «Κονκλάβιος» ή «Αναρχος», κ.ο.κ. να συγκροτούν οπαδικά δίκτυα πιστών ακολούθων/χειροκροτητών που θα ζήλευε ακόμα και ο πιο γνωστός ποδοσφαιριστής.
Η ανωνυμία εξασφαλίζει, στις περιπτώσεις αυτές, μια ιδιάζουσα «προστασία» που φτάνει ως την ατιμωρησία και στοχεύει στην «τοποθέτηση» συγκεκριμένων προπαγανδιστικών «προϊόντων», με την ίδια λογική που στις διαφημίσεις κάποιοι «ανώνυμοι» περαστικοί μιλούν με θαυμάσια λόγια για ένα προϊόν.
Έτσι, η πολιτική συζήτηση μετατρέπεται σε ανταγωνισμό διαφημιστικού τύπου με όρους μάρκετινγκ, χάνοντας την υπόσταση της ελεύθερης έκφρασης σκέψης, της εγκρατούς διατύπωσης απόψεων, του έντιμου διαλόγου. Μπορείς να μιλήσεις για τα πάντα χωρίς όρια, να προσβάλεις, να «ποδοπατήσεις» ατιμώρητα, να διαδώσεις ψευδείς ειδήσεις ή ψευδεπίγραφες αναλύσεις και, γενικότερα, να ευτελίσεις το επίπεδο της σοβαρής πολιτικής ανάλυσης και ανάπτυξης σκέψης σε ποδοσφαιρικό οπαδιλίκι.
Για παράδειγμα, μπορείς να λοιδωρήσεις το θρησκευτικό αίσθημα του λαού και τις αντιδράσεις για το lockdown των εκκλησιών αποκαλώντας ειρωνικά την Παναγία “πρώτη μωρομάνα” ή να αποκαλέσεις «φασιστικό σκουπίδι» τον Υφυπουργό Πολιτικής Προστασίας – κι όλα αυτά κάτω από την εύσχημη δικαιολογία της «ιδιωτικότητας» και της προστασίας των προσωπικών δεδομένων των χρηστών.
Από τα «θετικά» που προβλήθηκαν και διαφημίστηκαν ιδιαίτερα όσον αφορά στα Μέσα Κοινωνικής Δικτύωσης ήταν η δυναμική της ελεύθερης έκφρασης και η δυνατότητα διάχυσης αυτής της έκφρασης πέραν του στενού φιλικού και οικογενειακού περιβάλλοντος. Προβλήθηκε, δηλ η δυνατότητα εικονικής αναδημιουργίας συνθηκών μιας συμμετοχικής δημοκρατίας πολύ κοντά στο πρότυπο της Αρχαίας Αθήνας, όπου όλοι (κι όχι μόνο οι λίγοι των κοινοβουλευτικών πολιτευμάτων) θα είχαν το δικαίωμα λόγου κι έκφρασης για όλα τα ζητήματα.
Δυστυχώς, αυτή η ελευθερία κατάντησε ένα άναρχο φαινόμενο «λέμε-ό,τι-μας-κατέβει», το οποίο εσχάτως μετεξελίχθηκε σε μια πρωτοφανή έξαρση ανώνυμου προπαγανδιστικού ακόμα και υβριστικού πολιτικού λόγου που δεν επιτρέπει ούτε τον υγιή αντίλογο (τι αντίλογο να κάνεις με κάποιον που ανωνύμως εκτοξεύει ό, τι κουταμάρα κι ό, τι ύβρι διαθέτει το ελληνικό, ενίοτε και το αγγλικό λεξιλόγιο), ούτε την ελεύθερη έκφραση (κάθε αντίθετη φωνή συνήθως χάνεται μέσα σ’ έναν κυκεώνα εικονικής οχλαγωγίας και κομματικής τσοπανολογίας).
Άνθρακες, λοιπόν ο θησαυρός. Ο λόγος είναι ότι δεν μπορείς να δημιουργήσεις συνθήκες συμμετοχικής δημοκρατίας και σοβαρής πολιτικής σκέψης μόνο και μόνο επειδή έχεις στη διάθεσή σου μια εξαιρετική τεχνολογική καινοτομία. Χρειάζεται πνευματική καλλιέργεια, σοβαρή πολιτική κουλτούρα, ανεπτυγμένη παιδεία…
* Ο Δρ Δημήτρης Γκίκας έχει σπουδές σε Θεολογία, Φιλολογία, Φιλοσοφία και Ιστορία. Αναγορεύτηκε Διδάκτωρ Πολιτικής Φιλοσοφίας από το Ιόνιο Πανεπιστήμιο. Έχει διδάξει σεόλες τις βαθμίδες εκπαίδευσης του ιδιωτικού τομέα (Δευτεροβάθμια, Μεταδευτεροβάθμια και Τριτοβάθμια). Ειδικεύεται στην Αρχαία Ελληνική Γραμματεία, τη Φιλοσοφία, τη Θρησκειολογία, την Ιστορία και τις Πολιτικές επιστήμες. Αρθρογραφεί σε πολλά ελληνικά και διεθνή περιοδικά και εφημερίδες. Είναι μέλος της διεθνούς εκπαιδευτικής πλατφόρμας 100mentors. Έχει δημοσιεύσει βιβλία και έρευνες κι έχει διοργανώσει/συμμετάσχει σε Ημερίδες, Συνέδρια και Σεμινάρια τόσο στην Ελλάδα, όσο και στο εξωτερικό. Είναι μέλος και Επιστημονικός/Ακαδημαϊκός Σύμβουλος σε Λογοτεχνικές και επιστημονικές εταιρείες, Συλλόγους και Ιδρύματα. Είναι εκλεγμένος Σύμβουλος της 1ης Κοινότητας του Δήμου Καλλιθέας.