29/03/2024

Οι κοινότητες των Ελλήνων μεταναστών στην υφήλιο, η σχέση τους με την Ελλάδα και ο ρόλος της Ορθόδοξης Εκκλησίας

Γράφει ο Χαράλαμπος Καραπάνος*

 

Ειδικά σήμερα που η μετανάστευση από την Ελλάδα γνωρίζει -δυστυχώς- ξανά μια περίοδο ακμής πρέπει να είναι αντιληπτό ότι οι μετανάστες κατέχουν ένα ιδιαίτερο ρόλο για τις χώρες υποδοχής αλλά και προέλευσης τους. Στο πρόσωπο των ομογενών της διασποράς, η Ελλάδα ως χώρα προέλευσης πρέπει να βλέπει ένα ακριβώς ισότιμο και ισάξιο κομμάτι των Ελλαδιτών, το οποίο μεταξύ των άλλων μπορεί να αποτελεί στρατηγικής σημασίας εκπροσώπηση του μητροπολιτικού κέντρου στις χώρες διαμονής, τις νέες πατρίδες. Στο πλαίσιο αυτό είναι απαραίτητη η αναδιαμόρφωση των μέσων και τρόπων που οι Έλληνες της διασποράς επικοινωνούν και συνδέονται με τη μητροπολιτική Ελλάδα. Βασική παράμετρος προς αυτή την κατεύθυνση και απαραίτητη όσο ποτέ άλλοτε είναι η ψήφος των Ελλήνων του εξωτερικού καθώς και η διατήρηση ενεργούς και όχι λανθάνουσας της πολιτιστικής τους ταυτότητας. Επίσης ουσιαστικής σημασίας είναι η ενεργοποίηση όλων εκείνων των παραμέτρων που μπορούν να αποτελέσουν συνδετικό κρίκο μεταξύ του κέντρου και των αποδήμων. Από κοινού ‘’η θρησκευτική και στη συνέχεια η γλωσσική και η πολιτισμική παράμετρος» (Μ. Δαμανάκης). Σε όλον αυτόν τον κόσμο της διασποράς με συνθήκες και δεδομένα που αλλάζουν, αναδιαμορφώνονται, εξελίσσονται και δημιουργούν νέες προοπτικές, σημαντικό ρόλο έχει η Θρησκεία και εν προκειμένω στην περίπτωση της Ελλάδας η Ορθόδοξη πίστη.

Οι νοοτροπίες και η ίδια η ανθρωπότητα μεταβάλλονται σήμερα με αρκετά γρήγορους ρυθμούς. Πλέον ο σύγχρονος άνθρωπος δύσκολα πολλές φορές συμβιώνει με τον κόσμο που τον περιβάλλει ή -δυστυχώς παρατηρείται κι αυτό- ζει κατά κάποιο τρόπο σε βάρος του. Είναι περισσότερο από πότε άλλοτε διάχυτη μια αίσθηση κρίσεως που αφορά σε αξιακά ζητήματα και περιστάσεις που λειτουργούν έως και βλαπτικά για την εξέλιξη των κοινωνιών και την ειρήνη και τούτο το βιώνουμε έντονα τα τελευταία χρόνια. Προς επίρρωση των ανωτέρω έρχεται η σύγχρονα διαμορφούμενη σχέση του ανθρώπου με το φυσικό περιβάλλον, όπου για παράδειγμα υφίσταται αλόγιστη χρήση φυσικών πόρων, η οποία σχέση ενίοτε μας μεταμορφώνει ακόμη σε ένα είδος «περιβαλλοντικού τρομοκράτη». Αυτά είναι προβλήματα, των οποίων η επίλυση δεν απαντάται στο πλαίσιο πρωτοβουλίας και γνώσης ενός ατόμου ή και ενός κράτους και γι΄ αυτό απαιτούν τη συνεργασία και των κρατών αλλά και του συνόλου των πιστών κάθε θρησκείας που ζουν σε αυτά. Εδώ λοιπόν, σε αυτό το πλαίσιο (εν συντομία) η Θρησκεία, και ιδίως η Εκκλησία, έχουν ουσιώδη και περισσότερο έντονο από ποτέ, σήμερα, ρόλο.

Για όλα αυτά λοιπόν τα μείζονος σημασίας προβλήματα αλλά και τα διάφορα εθνικά μας ζητήματα, καθώς και τη διατήρηση και διαφύλαξη της πολιτισμικής μας ταυτότητας, η Ορθοδοξία, οι Ελληνορθόδοξες Αυτοκέφαλες Εκκλησίες, τα Πατριαρχεία από τη Φινλανδία μέχρι την Αφρική και από την Κορέα μέχρι την Αμερική, με πρώτο και βασικό παράγοντα στην παγκόσμια Ορθόδοξη κοινότητα αλλά και ιδιαίτερα στις ελληνικές διασπορικές κοινότητες το Οικουμενικό Πατριαρχείο, έχουν καταλυτική παρουσία και ενεργό ουσιαστικό ρόλο. Η Ελλάδα μέσω αυτών μπορεί να έχει επαξίως συμμετοχή στην διαμόρφωση του παγκόσμιου γίγνεσθαι. Δεν μπορεί κάποιος σήμερα, όπως διαμορφώνεται ο χάρτης της πολυπολιτισμικότητας και των συγκρούσεων -οικονομικών και άλλων- να ισχυριστεί ό,τι γνωρίζει την διεθνή πολιτική και τις διεθνείς σχέσεις αν δεν γνωρίζει τις διεθνείς εκκλησιαστικές σχέσεις, ως μία ήπια δύναμη και ενός παράγοντα της διεθνούς πολιτικής σκηνής, αφού πέραν της αμιγώς θρησκευτικής της διάστασης η κάθε θρησκευτική κοινότητα διαδραματίζει ένα ουσιαστικό ρόλο [ως κώδικας αρχών και συμπεριφορών, του οποίου η γνώση, μας βοηθά να αντιλαμβανόμαστε και τελικά να εξηγούμε καλύτερα αποφάσεις, αντανακλαστικά και αντιδράσεις των άλλων], εδώ εξαιρετικά σημαντικό εργαλείο αναδεικνύεται και ο διαθρησκειακός διάλογος.

Οφείλουμε λοιπόν να αντιληφθούμε το ρόλο και τις δυνατότητες των Πατριαρχείων, των Εκκλησιών και βέβαια των διασπορικών μας κοινοτήτων και υπό το πρίσμα της ορθοδοξίας, καθώς αποτελούν ενεργούς παράγοντες άσκησης της «soft power» θρησκευτικής διπλωματίας, αφού η τελευταία εμπλέκεται όχι μόνο σε επιμέρους τοπικό αλλά και σε παγκόσμιο επίπεδο.

Τι μπορεί όμως να κάνει η ελληνική πολιτεία και τα ελληνικά πολιτικά κόμματα σε σχέση με τις κοινότητες αυτές; Η ελληνική πολιτεία μπορεί οπωσδήποτε να ενδυναμώσει τις κοινότητες. Να καταλάβει καλύτερα το υλικό και τη βαθύτερη κατάσταση στην οποία βρίσκονται, να εμβαθύνει στον τρόπο δράσης και λειτουργίας τους, διότι πλέον είναι διαφορετικές από ότι ίσως τα κόμματα και οι πολιτικοί φορείς στην Ελλάδα αντιλαμβάνονται. Υπάρχουν π.χ κοινότητες που αποτελούνται κυρίως -αν όχι αμιγώς- από ανθρώπους που αποτελούν την 4η ή και 5η γενιά μεταναστών. Δεν ξέρουν καλά πλέον την Ελλάδα, τις συνθήκες ζωής της, τις διεθνείς σχέσεις και ισορροπίες της χώρας μας. Προκειμένου να συμβάλλουν στη βελτίωση της παγκόσμιας θέσης της κοινής μας Πατρίδας, όπως το επιθυμούν ακόμη, πρέπει να γίνουν κατανοητές από το κράτος μας μεταξύ άλλων και οι ανάγκες της Ορθοδοξίας και του ελληνικού στοιχείου, το τι συμβαίνει δηλαδή συγκεκριμένα στο Οικουμενικό Πατριαρχείο και τη Μέση Ανατολή, πρέπει να υπάρχει άμεση επαφή ή έστω προετοιμασμένη ευκαιρία για δυναμική και εποικοδομητική συζήτηση ανάμεσα στην διασπορά και το κέντρο.

Είναι ανάγκη στο σημείο αυτό να χρησιμοποιηθούν τα μέσα της τεχνολογίας που εκμηδενίζουν τις αποστάσεις, να υπάρξει παρουσίαση και επικοινωνία των αποτελεσμάτων ερευνών και εξελίξεων και να διατηρούμε ενημερωμένες τις κοινότητές μας για εμάς αλλά και τους εαυτούς μας για εκείνες. Δεν είναι δυνατόν να καυχόμαστε και να μιλάμε για την διασπορά αν δεν τη γνωρίζουμε και ακόμη περισσότερο αν δεν μας γνωρίζει, εάν δεν ενεργοποιούμε όλα εκείνα τα δεδομένα και τις παραμέτρους που λειτουργούν ως ομφάλιος λώρος αυτής με την μητέρα Πατρίδα. Δυστυχώς , εάν δεν υπάρξει αλληλοκατανόηση, δεν θα υπάρξει αποτελεσματική υποστήριξη, θα δημιουργούνται παρεξηγήσεις και θα γίνονται λάθη.

Έτσι λοιπόν είναι σημαντικό σημείο στρατηγικής, ο τρόπος για παράδειγμα που αντιλαμβάνεται ένα διεθνές πρόβλημα το ελληνικό λόμπι (στις ΗΠΑ, στην Ευρώπη και αλλού), το πως οι διάφορες διασπορικές κοινότητες αντιλαμβάνονται τα προβλήματα του κέντρου και τέλος οι μηχανισμοί με τους οποίους γίνεται προσπάθεια να προωθηθούν κάποιες επωφελείς λύσεις. Οι κυβερνήσεις και ο πολιτικός κόσμος πρέπει να σκεφτεί πιο στρατηγικά, δηλαδή σε βάθος χρόνου, όσον αφορά στους ανωτέρω μηχανισμούς και τους φορείς που θέλει να προωθήσει για να εκφράσουν συγκεκριμένα θέματα της πολιτείας. Στο ίδιο πλαίσιο είναι επιτακτική περισσότερο από ποτέ άλλοτε η ανάγκη στήριξης του Οικουμενικού Πατριαρχείου από την ελληνική πολιτεία και του επιτελικού του ρόλου στην παγκόσμια Ορθόδοξη κοινότητα, καθώς πάντοτε έπραξε και πρέπει να συνεχίσει να πράττει το καθοριστικής σημασίας έργο του σε σχέση με την διατήρηση της πολιτισμικής ταυτότητας των Ελλήνων της οικουμένης.

Πρέπει εν προκειμένω να γίνει ειδική μνεία στην προσφορά των Εκκλησιών του εξωτερικού στην διαφύλαξη και προώθηση της ελληνικής γλώσσας και συλλογικής ιστορικής μνήμης, τη διαφύλαξη και διαμόρφωση της πολιτισμικής μας ταυτότητας, στον ρόλο που ως συνδετικός κρίκος διαδραματίζουν στην δημιουργία, συνοχή και τη συνέχεια των διασπορικών μας κοινοτήτων. Κατά περίπτωση πρέπει οι παραπάνω τομείς να τύχουν νέας προσεγγίσεως, αφού οι συνθήκες μεταξύ των τοπικών εκκλησιών διαφέρουν π.χ αλλιώς δραστηριοποιείται για παράδειγμα η Ελληνορθόδοξη Εκκλησία της Γερμανίας και με άλλον τρόπο η Αρχιεπισκοπή Αμερικής ή το Πατριαρχείο Αλεξανδρείας στην Αφρική, άλλες είναι οι απαιτήσεις και η ομοιογένεια των κοινοτήτων τους ειδικά στο πλαίσιο της πολυπολιτισμικότητας και λαμβανομένου υπόψη του διγλωσσικού και τριγλωσσικού στοιχείου κατά άτομο.

 

Θα είναι επομένως απολύτως γόνιμη αλλά και ουσιαστικά απαραίτητη για τους παραπάνω συνοπτικά εκτεθέντες λόγους μια προσπάθεια ουσιαστικής γνωριμίας του μητροπολιτικού κέντρου, της Ελλάδας, κατά περίπτωση με τις Ελληνορθόδοξες Εκκλησίες και τα Πατριαρχεία, το Οικουμενικό Πατριαρχείο, όπως και τις διασπορικές μας κοινότητες που ανάμεσα στα αλλά είναι πολλές φορές -ως μειονοτικοί θεσμοί- θεματοφύλακες των ανθρωπίνων δικαιωμάτων. Η γνωριμία μετά από έρευνα μπορεί να δώσει γνώση στην ελληνική πολιτεία για την σύγχρονη πραγματική κατάστασή τους και το διεθνή τους ρόλο αλλά και σε εκείνους για τα ζητήματα της Ελλάδας. Στο πλαίσιο αυτό πρέπει να εμβαθύνει η Ελληνική πολιτεία σε μια πιο εντατική και αδιάλειπτη συνεργασία, αναγνωρίζοντας τις δυνατότητες, την αξία και την προσφορά των Εκκλησιών του εξωτερικού προς την ίδια την Ελλάδα αλλά και προς αυτές τις ίδιες νέες πατρίδες τους και την ενσωμάτωση των πιστών τους στις τοπικές κοινωνίες.

 

 

 

*Ο Χαράλαμπος Καραπάνος είναι δικηγόρος, μέλος του Δικηγορικού Συλλόγου Αγρινίου και του Δικηγορικού Συλλόγου Σλέσβιχ-Χόλσταϊν Γερμανίας, μέλος της Επιτροπής Ευρωπαϊκής και Διεθνούς Πολιτικής FDP Σλέσβιχ-Χόλσταϊν.

 

 

Πηγή κεντρικής εικόνας:  oichalialive

 

Facebooktwitterredditpinterestlinkedinmail
Geopolitics & Daily News Copyrights Reserved 2024