Τι έμαθε ο Σι Τζινπίνγκ από την πλατεία Τιενανμέν
Του Κώστα Ράπτη
Η τριακοστή πρώτη επέτειος της εξέγερσης της Πλατείας Τιενανμέν βρίσκει την Κίνα να έχει απλώσει την σιγή για εκείνα τα ιστορικά γεγονότα όχι μόνο στην ηπειρωτική επικράτειά της, όπου παγίως αποφεύγεται κάθε αναφορά, αλλά και στην πρώην βρετανική αποικία του Χονγκ Κονγκ, όπου με το πρόσχημα της πανδημίας του κορονοϊού ακυρώθηκαν οι εκδηλώσεις μνήμης που άλλοτε συγκέντρωναν δεκάδες χιλιάδες ανθρώπους.
Το γεγονός ότι το ίδιο το Χονγκ Κονγκ βρίσκεται παραδομένο από πέρσι σε ένα κύμα διαδηλώσεων που αμφισβητούν την επικυριαρχία του Πεκίνου δίνει στην επέτειο χαρακτήρα πραγματικά εκρηκτικό.
Η 4η Ιουνίου 1989 αποτέλεσε τομή για την θέση της Κίνας στον κόσμο. Οι παραβιάσεις ανθρωπίνων δικαιωμάτων του κινεζικού καθεστώτος μπήκαν στην ημερησία διάταξη την στιγμή ακριβώς που αυτό επιχειρούσε το μεγαλύτερο άνοιγμά του στη διεθνή αγορά και οι χώρες της Δύσης απέκτησαν ένα όπλο ρητορικό, και όχι μόνο, για κάθε κατάλληλη γεωπολιτικώς ευκαιρία. Αρκεί να αναλογισθεί κανείς ότι κυρώσεις που υιοθετήθηκαν από τις ΗΠΑ και την τότε ΕΟΚ, όπως η απαγόρευση εξαγωγής οπλισμού στην Κίνα, παραμένουν μέχρι σήμερα σε ισχύ, χωρίς η ανάκλησή τους να επιτευχθεί ούτε κατά τις πρόσφατες και περίπλοκες σινο-αμερικανικές εμπορικές διαπραγματεύσεις.
Η ειρωνεία της Ιστορίας, βέβαια, θέλησε η υπόθεση της Τιενανμέν να παγιώσει τα χαρακτηριστικά της στροφής στην οικονομία της αγοράς “με κινεζικά χαρακτηριστικά”, ήτοι με ενίσχυση για τον φόβο της κοινωνικής αποσταθεροποίησης που θα έφερναν οι μεταρρυθμίσεις, του πολιτικού μονοπωλίου του Κομμουνιστικού Κόμματος και της εθνικιστικής ιδεολογίας ως νομιμοποιητικού υλικού.
Η δυναμική αυτή μοιάζει να έχει οδηγηθεί στο απόγειό της κατά την τωρινή κυριαρχία του Σι Τζινπινγκ, ο οποίος, σε αντίθεση με το μοντέλο συλλογικής ηγεσίας που επικρατούσε το 1989, έχει αναδειχθεί σε “μονοκράτορα”, απαλλαγμένο μάλιστα από το όριο των δύο προεδρικών θητειών που ίσχυε πριν από αυτόν.
Ο τρόπος με τον οποίο ο Κινέζος ηγέτης αντέδρασε στις μεγάλες προκλήσεις των τελευταίων μηνών, από το ξέσπασμα της πανδημίας στη Ουχάν, μέχρι την επιδείνωση των σχέσεων με τις ΗΠΑ, δείχνει πώς ο ίδιος αντιλαμβάνεται τα “διδάγματα της Τιενανμέν”.
Η κρυψίνοια και η γραφειοκρατική αδράνεια των τοπικών αρχών της Ουχάν, που τόσο μεγάλο ρόλο έπαιξε για την εξάπλωση του κορονοϊού, έδωσε από ένα σημείο και πέρα τη θέση της στην ανάληψη του ελέγχου από την κεντρική εξουσία, την καθαίρεση τοπικών αξιωματούχων, την μεταθανάτια αποκατάσταση του ηρωικού γιατρού Λι Ουελιάνγκ που είχε διωχθεί για τις προειδοποιήσεις του, καθώς και την επιστράτευση του ίδιου του Σι σε επικοινωνιακές κινήσεις καθησυχασμού του πληθυσμού.
Ο “έλεγχος του αφηγήματος”, η αξιοποίηση των ανεπαρκειών των υφισταμένων ώστε να αναδειχθεί η αποτελεσματικότητα του Ηγέτη, η μεγαλύτερη αξιοποίηση των μέτρων και τεχνολογιών επιτήρησης, η προβολή προς τα έξω του προσώπου μιας Κίνας αφοσιωμένης στην πολυμέρεια και πρόθυμης να βοηθήσει, αποτελούν την εφαρμογή του “διδάγματος της Τιενανμέν” στην συγκυρία της πανδημίας.
Προς το παρόν, το στοίχημα μοιάζει να αποδίδει, καθώς η Κίνα βρίσκεται ήδη σε φάση επανεκκίνησης της οικονομίας της, αντίθετα από τον υπόλοιπο πλανήτη. Όμως το “κοινωνικό συμβόλαιο” που προϋποθέτει την ανταλλαγή πολιτικών ελευθεριών με την εμπιστοσύνη σε μία ηγεσία “δραστήρια”, ικανή να φέρει την “ευημερία” και να “ενδυναμώσει το έθνος”, δεν είναι διόλου βέβαιο ότι μπορεί να μακροημερεύσει στο περιβάλλον κατακλυσμιαίων οικονομικών, δημογραφικών και χωροταξικών αλλαγών. Με κάθε κινεζική “επιτυχία” οι προσδοκίες και οι διεκδικήσεις της κοινωνίας γίνονται ακόμη μεγαλύτερες.
πηγή:Capital.gr