Το σχέδιο της Τουρκίας για τη Λιβύη και η προσπάθεια να γίνει περιφερειακή δύναμη
Παρότι συνηθίζουμε να χρησιμοποιούμε αναλογίες με την οθωμανική εποχή, στην πραγματικότητα η πολιτική της Τουρκίας μπορεί εξίσου καλά να περιγραφεί με όρους παρόντος: η Άγκυρα επιθυμεί η Τουρκία να πάρει χαρακτηριστικά περιφερειακής δύναμης στην ευρύτερη περιοχή της ανατολικής Μεσογείου. Δηλαδή, να είναι ρυθμιστής των εξελίξεων, να έχει προνομιακές οικονομικές σχέσεις και πρόσβαση σε ενεργειακούς και άλλους πλουτοπαραγωγικούς πόρους, και να έχει μια ευρύτερη στρατηγική παρουσία στην περιοχή, συμπεριλαμβανομένων και στρατιωτικών βάσεων.
Αυτό αποτυπώθηκε στον τρόπο που παρενέβη στη σύγκρουση στη Συρία, έστω και εάν οι εξελίξεις και η κατεύθυνση του εμφυλίου πολέμου διαμόρφωσαν νέα δεδομένα και σε συνδυασμό με τον κίνδυνο να διαμορφωθεί οιονεί κουρδική κρατική οντότητα ώθησαν την Τουρκία σε μια προσπάθεια κυρίως να αποτρέψει επιδείνωση της κατάστασης, όπως φάνηκα και με τους όρους που επέλεξε την ως ένα βαθμός συμπόρευση με τη Ρωσία, που τελικά τα βοήθησε να εξασφαλίσει (σε συνδυασμό με την μετατόπιση και του Ντόναλντ Τραμπ) τη ζώνη ασφαλείας στα σύνορα που επεδίωκε.
Αυτό αποτυπώνει και ο σχεδιασμός της για τη Λιβύη, έστω και εάν την έχει φέρει σε σύγκρουση με ένα ευρύτερο συσχετισμό δυνάμεων.
Το συνολικό τουρκικό σχέδιο για τη Λιβύη
Η επιλογή της Τουρκίας να εμπλακεί στην λιβυκή σύγκρουση μόνο τυχαία δεν ήταν.
Καταρχάς η Λιβύη είναι η χώρα με τα μεγαλύτερα αποθέματα πετρελαίου στην Αφρικανική Ήπειρο, με κοιτάσματα 49,3 δισεκατομμυρίων βαρελιών πετρελαίου και 1,5 τρισ. κυβικά μέτρα φυσικά αερίου. Ωστόσο, εξαιτίας των πολεμικών συγκρούσεων η παραγωγή της έχει υποχωρήσει από το 1.3 εκ. βαρέλια ημερησίως, μόλις στα 100.000 – 150.000. Αυτό σημαίνει ότι εάν επέστρεφε σε παραγωγή ύψους 1-1,3 εκατομμυρίων βαρελιών, αυτό θα αντιπροσώπευε πάνω από το 1% της παγκόσμιας παραγωγής πετρελαίου. Σε αυτά προστίθενται τα τυχόν αποθέματα στη θαλάσσια περιοχή της.
Επιπλέον, για την Τουρκία η Λιβύη ήταν σημαντική γιατί αναζητούσε μια διεθνώς αναγνωρισμένη κυβέρνηση που να ήταν διατεθειμένη να υπογράψει συμφωνία αμοιβαίας οριοθέτησης ΑΟΖ που συμπίπτει με τις θέσεις της Τουρκίας και κυρίως να μην αναγνωρίζει ότι τα νησιά διαθέτουν αυτοτελή υφαλοκρηπίδα και ΑΟΖ.
Και βέβαια σε όλα αυτά προστίθετο η δυνατότητα η Τουρκία να αποκτήσει στρατιωτικές βάσεις στη Λιβύη, μια που ξέρει καλά ότι δεν νοείται ρόλος περιφερειακής δύναμης χωρίς στρατιωτικές βάσεις σε κρίσιμες περιοχές.
Στη λιβυκή εμφύλια σύγκρουση η Τουρκία επέλεξε να στηρίξει στην πλευρά που είναι πιο κοντινή στην εκδοχή πολιτικού Ισλάμ που πρεσβεύει και ο ίδιος ο Ερντογάν: αυτή της Μουσουλμανικής Αδελφότης. Εξ ου και ότι βρέθηκε να στηρίζει την κυβέρνηση της Τρίπολης μαζί με τον Κατάρ, τη χώρα του Κόλπου που εμφανίζεται πιο ανεκτική απέναντι στη Μουσουλμανική Αδελφότητα.
Όμως, αυτό ήταν και ένα μεγάλο ρίσκο για την Τουρκία, γιατί απέναντί της είχε έναν ευρύτερο συνασπισμό δυνάμεων που δεν επιθυμούσαν να δουν μια χώρα όπως η Λιβύη να πέφτει στα χέρια της Μουσουλμανικής Αδελφότητας.
Αυτό αφορούσε πρώτα από όλα την Αίγυπτο, όπου δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι η Μουσουλμανική Αδελφότητα κέρδισε τις εκλογές μετά τις κινητοποιήσεις στην Πλατεία Ταχρίρ, για να δει την κυβέρνηση Μόρσι να ανατρέπεται από το πραξικόπημα που έφερε τον στρατηγό Σίσι στην εξουσία. Είναι προφανές ότι το τελευταίο πράγμα που θα ήθελε η Αίγυπτος είναι μια κυβέρνηση της Μουσουλμανικής Αδελφότητας στα σύνορά της. Αφορούσε, όμως, και τη Σαουδική Αραβία και τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα, δύο χώρες που επίσης προσπάθησαν σε όλη τη διάρκεια της «Αραβικής Άνοιξης» να περιορίσουν όσο το δυνατό περισσότερο την επιρροή της Μουσουλμανικής Αδελφότητας.
Όμως, φάνηκε ότι πέραν της κλίμακας της βοήθειας που δέχεται κάποιος, μετράει και η δυναμική που έχει στα αλήθεια. Και έτσι ενώ ο στρατάρχης Χαφτάρ βρέθηκε κάποια στιγμή στα πρόθυρα της κατάληψης της Τρίπολής στη συνέχεια όχι μόνο απέτυχε σε αυτή την προσπάθεια αλλά είδε να χάνει και άλλες κρίσιμες θέσεις.
Η σημασία της Σύρτης
Αυτή τη στιγμή η αντιπαράθεση επικεντρώνεται στη μάχη της Σύρτης. Η συγκεκριμένη περιοχή αποτελεί τη δυτική έξοδο της «ημισελήνου του πετρελαίου» της περιοχής και το σημείο που πρέπει να ελέγξει κάποιος για να κυριαρχήσει στα σε μια σειρά από λιμάνια στα οποία καταλήγουν 11 αγωγοί πετρελαίου και 3 αγωγοί φυσικού αερίου.
Ουσιαστικά, η κατάληψη της Σύρτης σημαίνει την κατάληψη μιας ζώνης 350 χιλιομέτρων μέχρι τη Βεγγάζη γεμάτη από αγωγούς διυλιστήρια και αποθηκευτικούς χώρους. Το γεγονός ότι ο Χαφτάρ έλεγχε αυτή την περιοχή, ήταν ένας από τους βασικούς τρόπους να ασκεί πίεση προς την κυβέρνηση της Τρίπολης.
Βεβαίως και η προσπάθεια κατάληψης της Σύρτης δεν είναι τόσο απλή υπόθεση. Αυτό εξηγεί γιατί και η Γαλλία και η Ρωσία αντιδρούν τόσο στην τουρκική στήριξη προς την κυβέρνηση της Τρίπολης. Είναι ένας τρόπος να εξασφαλίσουν μια ισορροπία δυνάμεων που να επιτρέψει κάποιου είδους διαπραγμάτευση για μια ειρηνευτική διαδικασία.
Το δίλημμα της Αιγύπτου και η προοπτική της διαπραγμάτευσης
Η Αίγυπτος είναι όντως η δύναμη εκείνη που θα μπορούσε να έριχνε το βάρος της κατά της κυβέρνησης της Τρίπολης. Άλλωστε, συνορεύει με τη Λιβύη και δεν θα ήθελε να έχει μια κυβέρνηση της Μουσουλμανικής Αδελφότητας δίπλα της.
Αυτό εξηγεί και τις δηλώσεις του Προέδρου Σίσι περί ενδεχόμενης στρατιωτικής επέμβασης που προκάλεσε και έντονες αντιδράσεις της Τουρκίας.
Ωστόσο, γρήγορα ο υπουργός Εξωτερικών της Αιγύπτου έσπευσε να διευκρινίσει ότι η «Αίγυπτος προωθεί την ενδολιβυκή συνεννόηση. Δεν υπάρχει στρατιωτική λύση στην κρίση της Λιβύης».
Άλλωστε, η Αίγυπτος είχε όντως πάρει πρωτοβουλία για την κατάπαυση του πυρός, κάτι που αποτελεί και θέση του Αραβικού Συνδέσμου που ζήτησε την αποχώρηση όλων των ξένων δυνάμεων από την Λιβύη και την έναρξη διαλόγου.
Για την Αίγυπτο, η κατάσταση είναι αρκετά δύσκολη, καθώς η χώρα έχει να αντιμετωπίσει την πανδημία και την οικονομική κρίση όπως και άλλα γεωπολιτικά (και οικονομικά προβλήματα) όπως είναι η εκκίνηση της λειτουργίας μεγάλου φράγματος της Αιθιοπίας στον Νείλο που θα μπορούσε να διακινδύνευε έως και το 30% της αιγυπτιακής γεωργίας, κάτι που θα μπορούσε να πυροδοτήσει μια μείζονα κοινωνική κρίση σε μια χώρα που μεγάλο μέρος του πληθυσμού ασχολείται με τη γεωργία.
Κινήσεις ΗΠΑ και Ιταλίας
Από τη μεριά τους οι ΗΠΑ έχουν προσπαθήσει να κρατήσουν επαφές και με τις δύο πλευρές, αν και δεν θα ήθελαν να δουν τη Ρωσία να βγαίνει ενισχυμένη, την ίδια ώρα που δεν θα ήθελαν να δουν την Αίγυπτο και τη Σαουδική Αραβία να υφίστανται ένα πλήγμα. Εξ ου και η επίσκεψη στις 22 Ιουνίου του επικεφαλής της Αφρικανικής Διοίκησης των αμερικανικών ενόπλων δυνάμεων (AFRICOM) στρατηγού Στήβεν Τάουνσεντ που μαζί με τον αμερικανό πρεσβευτή Ρίτσαρντ Νόρλαντ υπογράμμισαν ότι θεωρούν κίνδυνο την υποστήριξη από τη Ρωσία των μισθοφόρων που δρουν με τις δυνάμεις του Χαφτάρ, αλλά ταυτόχρονα υπογράμμισαν και την ανάγκη να υπάρξει διαδικασία διαλόγου υπό την αιγίδα του ΟΗΕ.
Από τη μεριά του, ο Ιταλός υπουργός Εξωτερικών Λουίτζι ντι Μάτζιο επισκέφτηκε την Τρίπολη και συναντήθηκε με τον Φαγιεζ αλ Σάρατζ, με κύριο σκοπό να εξασφαλίσει ότι η λιβυκή πλευρά θα συνεχίσει να προσπαθεί να αποτρέπει τις προσπάθειες προσφύγων και μεταναστών να φτάσουν στην Ιταλία, «με σεβασμό στις διεθνείς συμβάσεις», με τον Σάρατζ να ευχαριστεί την ιταλική κυβέρνηση για τη βοήθεια που θα προσφέρει για την αφαίρεση ναρκών που άφησαν οι δυνάμεις του Χαφτάρ στη Νότια Τρίπολη.