Διπλωματικός πυρετός για λύση στον τουρκικό γόρδιο δεσμό
Γράφει ο Άγγελος Αλ. Αθανασόπουλος
Σοβαρή κινητικότητα, έστω και σε πρωτόλειο στάδιο, παρατηρείται στο παρασκήνιο σε σχέση με τις ευρωτουρκικές σχέσεις – στοιχείο που πέραν πάσης αμφιβολίας σχετίζεται με τα ελληνοτουρκικά και τη συνεχιζόμενη ένταση στην Ανατολική Μεσόγειο. Οπως πληροφορείται «Το Βήμα», το Βερολίνο εξετάζει σοβαρά διάφορα σενάρια για την αποκλιμάκωση της έντασης, επιχειρώντας παράλληλα να εκμεταλλευτεί το γεγονός ότι το τρέχον εξάμηνο ασκεί την εκ περιτροπής προεδρία του Συμβουλίου της Ευρωπαϊκής Ενωσης (ΕΕ).
Σύμφωνα με την ίδια γραμμή πληροφόρησης, γερμανικές δεξαμενές σκέψης εκπονούν εκθέσεις επί συγκεκριμένων σεναρίων που θα μπορούσαν να λάβουν πρακτική μορφή. Ενα από αυτά τα σενάρια είναι η αναβάθμιση της Τελωνειακής Ενωσης ως νέου «οχήματος» των σχέσεων, καθώς η ενταξιακή διαδικασία μοιάζει «κλινικά νεκρή». Το δε κρίσιμο ερώτημα είναι απλό: Τι θα μπορούσε να αλλάξει τη συμπεριφορά της Τουρκίας;
Ανησυχία
Στη γερμανική πρωτεύουσα εκδηλώνεται έντονη ανησυχία, όπως διατυπώθηκε πρόσφατα και δημοσίως από την Ανγκελα Μέρκελ, ότι η κατάσταση μεταξύ Αθήνας και Αγκυρας θα μπορούσε να βγει εκτός ελέγχου εντός του θέρους. Αυτός ήταν και ο λόγος της γερμανικής παρέμβασης με σκοπό την τηλεφωνική επικοινωνία των κ.κ. Κυριάκου Μητσοτάκη και Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν που πραγματοποιήθηκε την Παρασκευή 26 Ιουνίου – τις αναλυτικές λεπτομέρειες της οποίας απεκάλυψε «Το Βήμα» την περασμένη Κυριακή.
Είναι επίσης ενδεικτικό ότι μέσα σε σύντομο χρονικό διάστημα επισκέφτηκαν το Βερολίνο τόσο ο εξ απορρήτων σύμβουλος του τούρκου προέδρου, ο Ιμπραήμ Καλίν, που συναντήθηκε με τον διπλωματικό σύμβουλο της καγκελαρίου Γιαν Χέκερ, όσο και ο υπουργός Εξωτερικών Μεβλούτ Τσαβούσογλου που είχε συνομιλίες με τον γερμανό ομόλογό του Χάικο Μάας. Υπήρξε επίσης τηλεφωνική επικοινωνία μεταξύ της κυρίας Μέρκελ και του κ. Ερντογάν.
Κινητικότητα
Την ίδια στιγμή, κινητικότητα παρατηρείται και από τους εκπροσώπους των κοινοτικών θεσμών. Ο Χοσέπ Μπορέλ επισκέφθηκε χθες Δευτέρα 6 Ιουλίου, την Αγκυρα για συνομιλίες με την τουρκική ηγεσία. Η μετάβαση του ύπατου εκπροσώπου για την εξωτερική πολιτική της ΕΕ στην Τουρκία εντάσσεται στο πλαίσιο της προετοιμασίας της συζήτησης για τις ευρωτουρκικές σχέσεις στο Συμβούλιο Εξωτερικών Σχέσεων της 13ης Ιουλίου. Ο κ. Μπορέλ βρέθηκε πρόσφατα στην Ελλάδα και στην Κύπρο ώστε να ενημερωθεί για τις θέσεις των δύο πλευρών επί των ευρωτουρκικών σχέσεων.
Η Ευρωπαϊκή Υπηρεσία Εξωτερικής Δράσης (EEAS), της οποίας προΐσταται ο κ. Μπορέλ, θα επιθυμούσε να αναλάβει τον βασικό ρόλο σε μια «διαπραγμάτευση-πακέτο» μεταξύ ΕΕ και Τουρκίας. Υπάρχουν όμως ισχυρές ενστάσεις για κάτι τέτοιο τόσο σε ευρωπαϊκές πρωτεύουσες, όσο και σε άλλους κοινοτικούς θεσμούς και ιδιαίτερα από άλλους δρώντες εντός της Επιτροπής. Το γεγονός βέβαια ότι ο κ. Μπορέλ προέρχεται από την Ισπανία προκαλεί σε ορισμένους εύλογες ανησυχίες, λόγω και των στενών οικονομικών σχέσεων Μαδρίτης – Αγκυρας (και στον τομέα των αμυντικών προμηθειών), ανησυχίες που τροφοδοτούνται και από τη στάση συγκεκριμένων συνεργατών του.
Ανταλλαγή απόψεων
Η συζήτηση της 13ης Ιουλίου αναμένεται να είναι μια ανταλλαγή απόψεων επί όλου του εύρους των ευρωτουρκικών σχέσεων. Πληροφορίες αναφέρουν ότι η Αθήνα ίσως να επιθυμούσε την έκδοση Συμπερασμάτων από το Συμβούλιο, αλλά σε αυτή την περίπτωση ελλοχεύει ο σοβαρός κίνδυνος αυτά «να νερωθούν» (watered down) σε τέτοιο βαθμό που να απολέσουν την όποια χρησιμότητα. Το κρίσιμο σημείο είναι να βρεθεί ένας συνδυασμός «καρότου και μαστιγίου» ώστε να αποτραπεί περαιτέρω κλιμάκωση στην Ανατολική Μεσόγειο, όπου ενημερωμένες πηγές δεν απέκλειαν κάποιου είδους θερμό επεισόδιο ακόμη και εν μέσω του Δεκαπενταύγουστου, είτε νοτίως της Κρήτης είτε εντός του Καστελλορίζου.
Σύμφωνα με μια γραμμή πληροφόρησης, η Αθήνα θα ήθελε να μπουν στο τραπέζι και οικονομικές κυρώσεις, εφόσον η Τουρκία επιμείνει στην προκλητικότητα. Δεν μοιάζει όμως αυτό το πιθανότερο σενάριο σε αυτή τη φάση, κατά την οποία η ΕΕ εστιάζει τις προσπάθειές της να κλείσει θετικά η διαπραγμάτευση για τον επόμενο κοινοτικό προϋπολογισμό και το Ταμείο Ανάκαμψης.
Παράλληλα, έμπειροι παρατηρητές εκτιμούσαν ότι το ευρωσύστημα δεν έχει ακόμη απορροφήσει πλήρως ότι ήδη έχουν επιβληθεί κάποιες, έστω ελάσσονος σημασίας, κυρώσεις προς την Αγκυρα. Κρίσιμο επίσης στοιχείο θα είναι η σαφήνεια της αποτύπωσης των ελληνικών επιθυμιών, κάτι που μέχρι στιγμής δεν έχει λάβει χώρα. Η τουρκική κινητικότητα σε Ανατολική Μεσόγειο και Λιβύη προκαλεί νευρικότητα στο Βερολίνο αλλά και στις Βρυξέλλες, που την ίδια στιγμή επιδιώκεται να εξισορροπηθεί με την αναζήτηση μιας νέας ρύθμισης για το Μεταναστευτικό. Με τον έναν ή τον άλλον τρόπο, η Ελλάδα και η Κύπρος εμπλέκονται σε όλους τους σχεδιασμούς.
Η διαδικασία
Στην έδρα της ΕΕ πάντως υπάρχει μια διαθεσμική σύγκρουση σχετικά με τη διαδικασία που θα πρέπει να ακολουθηθεί. Ο κ. Μπορέλ θα ήθελε αυτή η διαδικασία να κινηθεί από τον ίδιο, αλλά στο γραφείο της Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν επικρατούν, σύμφωνα με πληροφορίες, άλλες σκέψεις. Δεν πρέπει να λησμονείται και η στενή σχέση της προέδρου της Κομισιόν με την Ανγκελα Μέρκελ. Παράλληλα, διάσταση απόψεων φαίνεται ότι υπάρχει μεταξύ του επιτρόπου με αρμοδιότητα τη διεύρυνση Ολιβερ Βαρχέλι με τη γραφειοκρατία της αρμόδιας διεύθυνσης (DG NEAR). Στο δε Συμβούλιο, ορισμένες χώρες εκδηλώνουν ανοικτά εχθρική στάση έναντι της Αγκυρας, με πρώτη τη Γαλλία, ενώ άλλες επιδιώκουν τη διολίσθηση των ευρωτουρκικών σχέσεων σε ένα στάδιο χωρίς επιστροφή, την ώρα που προσφέρουν, ανέξοδα και από μακριά, συμβουλές για τις ευρωτουρκικές σχέσεις (π.χ. Αυστρία).
Νέος επικεφαλής της της ΕΕ στην Τουρκία
Νέος επικεφαλής της Αντιπροσωπείας της ΕΕ στην Τουρκία ανέλαβε ο Νικολάους Μάγερ-Λάντρουτ. Ο γερμανός διπλωμάτης δεν είναι τυχαία περίπτωση. Εχει διατελέσει την περίοδο 2011-2015 «sherpa» της καγκελαρίου Μέρκελ επί ευρωπαϊκών θεμάτων, γνωρίζει πρόσωπα και πράγματα για την Ελλάδα και αναμφίβολα θα έχει ανοικτή γραμμή με το Βερολίνο.
Ο «δαίδαλος» του Καστελλόριζου και οι οδηγίες Βενιζέλου από το 2014
Οι πρόσφατες δηλώσεις του ομότιμου καθηγητή του Πανεπιστημίου Αθηνών Χρήστου Ροζάκη περί της επήρειας του Καστελλόριζου σε σχέση και με τη γεωγραφική του θέση (αν δηλαδή είναι απομονωμένο από τα υπόλοιπα Δωδεκάνησα έναντι των τουρκικών ακτών), καθώς και για την ύπαρξη μαξιμαλιστικών θέσεων εκ μέρους της Ελλάδας έναντι της Τουρκίας, πυροδότησαν ακόμα έναν γύρο σφοδρής αντιπαράθεσης επί τη βάσει της γνωστής διελκυστίνδας πατριωτών – μειοδοτών στο ζήτημα των ελληνοτουρκικών σχέσεων. Ως συνήθως, τα πράγματα είναι πιο περίπλοκα. Απαιτούν εμβριθή ανάλυση και περίσκεψη, παρά λόγο καταγγελτικό και συχνά ανεύθυνο, στον οποίο επιδόθηκε η συντριπτική πλειονότητα των διαφωνούντων που έσπευσαν να κάνουν «ξεκαθάρισμα πολιτικών λογαριασμών».
Η τουρκική προσέγγιση
Πώς έχουν τα δεδομένα; Η περίπτωση του Καστελλόριζου είναι μία από τις πλέον ευαίσθητες στο πλαίσιο των ελληνοτουρκικών συνομιλιών. Η Αγκυρα προφανώς επιθυμεί να απομονώσει το Καστελλόριζο για να ενισχύσει τη διαπραγματευτική της θέση. Η Αθήνα δεν θα πρέπει όμως να αποδέχεται άκριτα την τουρκική προσέγγιση, για λόγους ευνόητους, αλλά να συνυπολογίζει όλα τα δεδομένα στη διαμόρφωση της θέσης της. Ιδιαίτερα κατατοπιστικές είναι, στο σημείο αυτό, οι οδηγίες που έδωσε σε έγγραφό του με ημερομηνία 6 Αυγούστου 2014 ο τότε υπουργός Εξωτερικών Ευάγγελος Βενιζέλος προς τη διαπραγματευτική ομάδα των διερευνητικών επαφών υπό τον πρέσβη ε.τ. Παύλο Αποστολίδη, λίγο πριν από την πραγματοποίηση του 55ου γύρου συνομιλιών που πραγματοποιήθηκε τον Σεπτέμβριο του 2014 στην Κωνσταντινούπολη, και το οποίο αποκαλύπτει «Το Βήμα».
Στο εν λόγω έγγραφο καταδεικνύεται η σημασία του να μην αντιμετωπίζεται το ζήτημα του συγκροτήματος του Καστελλόριζου ως αποκομμένο από τα υπόλοιπα Δωδεκάνησα ως νομό/περιφερειακή ενότητα – και αυτό ανεξαρτήτως της όποιας μελλοντικής απόφασης από ένα διεθνές δικαιοδοτικό όργανο σχετικά με την επήρειά του κατόπιν μιας οριοθέτησης θαλασσίων ζωνών. Αλλωστε το ζήτημα αυτό, κατά το Διεθνές Δίκαιο, αντιμετωπίστηκε ιστορικά ενιαία και με αυτόν τον τρόπο περιήλθαν τα Δωδεκάνησα από την Ιταλία στην Ελλάδα. Οι οδηγίες Βενιζέλου δεν έχουν ως σήμερα μεταβληθεί και παραμένουν θέση του υπουργείου Εξωτερικών. Υπενθυμίζεται δε ότι ο δίαυλος των διερευνητικών επαφών Ελλάδας – Τουρκίας «έχει παγώσει» από το 2016.
Υφαλοκρηπίδα και ΑΟΖ
Ο κ. Βενιζέλος, ο οποίος κατά τη διάρκεια της θητείας του επέμεινε στην ανάγκη να αλλάξει ο προσανατολισμός των διερευνητικών επαφών και να δοθεί έμφαση στην οριοθέτηση της υφαλοκρηπίδας και της ΑΟΖ στον ενιαίο χώρο του Αιγαίου και της Ανατολικής Μεσογείου έναντι των ατέρμονων συζητήσεων για την επέκταση των χωρικών υδάτων, πρότεινε επίσης να συγκριθεί από την Υδρογραφική Υπηρεσία η απόσταση μεταξύ Ρόδου και Καστελλόριζου ή και Καστελλόριζου και άλλων μικρότερων νησιών των Δωδεκανήσων σε σχέση με την απόσταση που χωρίζει νησιά άλλων νησιωτικών συμπλεγμάτων που αποτελούν και διοικητικές ενότητες (π.χ. στις Κυκλάδες). Είναι δε ενδεικτικό ότι η απόσταση των λιμένων Ρόδου – Καστελλόριζου είναι 68 ναυτικά μίλια και η αντίστοιχη των λιμένων Σύρου – Θήρας 66 ναυτικά μίλια, ένα στοιχείο που καταρρίπτει ελαφρώς το επιχείρημα της απομόνωσης του Καστελλόριζου.
Ο πρώην υπουργός Εξωτερικών εκτιμά στο ίδιο έγγραφο ότι η ιταλοτουρκική συμφωνία της οριοθέτησης χωρικών υδάτων και η σχετική διπλωματική αλληλογραφία της περιόδου 1932-1936 μπορεί να προσφέρουν χρήσιμα συμπεράσματα. Δεν πρέπει να λησμονείται ότι τα Δωδεκάνησα, ως ενιαία διοικητική περιοχή, συνιστούν μια ενότητα τόσο από οικονομικής πλευράς όσο και από πλευράς ασφαλείας, μετανάστευσης κ.ά.
«Τραβηγμένες» θέσεις
Ο νομικός δαίδαλος της οριοθέτησης θαλασσίων ζωνών απαιτεί επίσης ιδιαίτερη προσοχή. Αλλωστε η Αγκυρα επιδιώκει να αξιοποιήσει, επιλεκτικά, συγκεκριμένα σημεία τόσο του Δικαίου της Θάλασσας όσο και της νομολογίας για να στηρίξει θέσεις ενίοτε «τραβηγμένες». Στις οδηγίες Βενιζέλου επισημαίνεται χαρακτηριστικά ότι δεν υπάρχει στην πλούσια διεθνή νομολογία περί οριοθετήσεων θαλασσίων ζωνών νησιών σε σχέση με ηπειρωτικές ακτές άλλης χώρας περίπτωση ανάλογη της ελληνικής, με τέτοια γεωγραφική αλληλουχία και πυκνότητα νησιών και συγκροτημάτων νησιών όπως στο Αιγαίο και στην Ανατολική Μεσόγειο. Αυτό συνιστά, όπως είναι σαφές, μια κομβική διαφορά σε σχέση με σημαίνουσες αποφάσεις του Διεθνούς Δικαστηρίου της Χάγης περί οριοθετήσεων, όπως π.χ. εκείνες της Βόρειας Θάλασσας (1969), μεταξύ Νικαράγουας και Κολομβίας (2012) ή μεταξύ Κατάρ και Μπαχρέιν (2001).
Ειδικότερα, σε ό,τι αφορά την τελευταία απόφαση, σημειώνεται πως αφορούσε σε ζητήματα κυριαρχίας και όχι οριοθέτησης θαλασσίων ζωνών. Στις οδηγίες Βενιζέλου επισημαίνεται ότι η χρησιμότητα της υπόθεσης αυτής έγκειται στην ανάγκη να γίνεται εξαρχής η επίκληση όλων των επιχειρημάτων εν όψει μιας διαπραγμάτευσης, όπως συνέβη στην εν λόγω περίπτωση με τον αρχιπελαγικό χαρακτήρα του Μπαχρέιν.