10/12/2024

Ο Ερτογάν, η Αγία Σοφία και η Ελληνική Εξωτερική Πολιτική

agia-sophia

του Γιώργου Χατζηθεοφάνους*

Ο Ερτογάν δεν θα τολμήσει δήλωνε ο αναπληρωτής υπουργός Εξωτερικών κ. Μιλτιάδης Βαρβιτσιώτης στις 9 Ιουλίου και την επομένη ο Τούρκος ηγέτης υπέγραφε το σχετικό Προεδρικό Διάταγμα μετατροπής της Αγίας Σοφίας σε Τζαμί. Ο Έλληνας Υπουργός θεώρησε, όπως προκύπτει από τις δηλώσεις του, πως οι συνέπειες για την Τουρκία από το διεθνές περιβάλλον θα λειτουργούσαν αποτρεπτικά. Προφανώς έκανε λάθος.

Το Πατριαρχείο Κωνσταντινούπολης επιβίωσε τόσα χρόνια απέναντι σε μια εχθρική και αδίστακτη Τουρκία εξαιτίας της στήριξής του από τις ΗΠΑ. Οι Αμερικανοί γνώριζαν πολύ καλά πως η διάλυση ή η απομάκρυνσή του θα  είχε ως αποτέλεσμα την ανάληψη του ρόλου του από το Πατριαρχείο Μόσχας κι αυτό με τη σειρά του την γεωπολιτική αναβάθμιση της Ρωσίας ως επικεφαλής των απανταχού ορθοδόξων.  Το ερώτημα λοιπόν που εδώ τίθεται είναι γιατί επέτρεψαν οι Αμερικανοί την μετατροπή της Αγίας Σοφίας σε τζαμί που οδηγεί στην απαξίωση του Πατριαρχείου της Κωνσταντινούπολης. Είναι άλλη μια απόδειξη της σταδιακής απόσυρσης των ΗΠΑ στην ήπειρό τους με συμφέροντα προσανατολισμένα στον Ειρηνικό Ωκεανό λόγω Κίνας ή οφείλεται στην Προεδρία Τραμπ και τις προσωπικές του σχέσεις με τον Τούρκο ηγέτη όπως πρόσφατα αποκάλυψε το CNN; Προφανώς το δεύτερο αν λάβουμε υπόψη κι άλλες πληροφορίες που κατά καιρούς βλέπουν το φως της δημοσιότητας για τις μεταξύ τους οικονομικές συναλλαγές στις οποίες εμπλέκονται και οι γαμπροί τους.

Η στάση της Ρωσίας, η οποία ουσιαστικά στήριξε τον Τούρκο Πρόεδρο, ήταν αναμενόμενη παρά τις διαχρονικές φαντασιώσεις πολλών στην Ελλάδα για το ξανθό γένος και το ομόθρησκο ρωσικό έθνος. Η μετατροπή της Αγίας Σοφίας σε τζαμί παρουσιάζει το Πατριαρχείο Κωνσταντινούπολης αδύναμο και μη ικανό να υποστηρίξει τα συμφέροντα της ορθοδοξίας.  Ως εκ τούτου οι απανταχού ορθόδοξοι όπως τα Πατριαρχεία Ιεροσολύμων και Αλεξάνδρειας υποχρεωτικά θα στραφούν στην Μόσχα με ότι αυτό συνεπάγεται στην γεωπολιτική αναβάθμιση της Ρωσίας. Κροκοδείλια βέβαια πέρα από κάθε αμφιβολία τα δάκρυα του Πατριαρχείου Μόσχας πίσω από τα οποία κρύβονται τα γνωστά παιχνίδια ισχύος στο χώρο των εκκλησιών.

Και η Ευρώπη; Φαίνεται πως αρχίζουν σιγά σιγά οι Έλληνες να κατανοούν πως η κοινή εξωτερική πολιτική και άμυνα, πριν την πολιτική ολοκλήρωση, απέχει μακράν των προσδοκιών μας.  Μέσα στην ΕΕ κάποια από τα εθνικά, κυρίως δευτερεύοντα, συμφέροντα κοινοτικοποιούνται όμως τα ζωτικά συμφέροντα παραμένουν στην ευθύνη του κάθε κράτους-μέλους χωριστά και βέβαια πολλές φορές είναι μεταξύ τους αντικρουόμενα. Κατά συνέπεια η αλληλεγγύη λειτουργεί υπό προϋποθέσεις.  Η αδυναμία της ΕΕ αλλά και του ΝΑΤΟ να ανταποκριθεί στις νέες προκλήσεις, στις οποίες εμπλέκονται πλέον, ως αντίπαλοι παίκτες, μέλη του, είναι βέβαιο πως σύντομα θα οδηγήσει σε νέες συμμαχίες, όπως π.χ. Γαλλίας-Ελλάδας-Κύπρου,  στο νέο υπό διαμόρφωση πολυπολικό σύστημα.

Και τι πρέπει να κάνει η Ελλάδα; Η λανθασμένη εκτίμηση του Αναπληρωτή Υπουργού Εξωτερικών έχει πολλές αναγνώσεις.  Κατ αρχήν προδίδει μια αδυναμία αντίληψης των κοσμογονικών αλλαγών,  που συντελούνται πλέον στο διεθνές περιβάλλον με ταχύτητες που πολλές φορές προκαλούν ζάλη. Προφανώς στο ΥΠΕΞ συνεχίζουν τις αναλύσεις στη βάση των δεδομένων του παρελθόντος όπως προκύπτει από την εκτίμηση του κορυφαίου στην ιεραρχία πολιτικού παράγοντα στη διαχείριση των εθνικών θεμάτων.  Δεν μπορείτε πλέον να μας διαβάσετε είπε πρόσφατα ο Πρέσβης της Τουρκίας, “first class”διπλωμάτης κ. Burak Özügergin σε συνάντησή του με μέλη του ΕΛΙΑΜΕΠ. Προφανώς έχει δίκιο.  Ακόμη κι αν ο κ. Βαρβιτσιώτης εξέφρασε μια καθαρά προσωπική εκτίμηση είναι βέβαιο πως στη διαμόρφωσή της έχουν συμβάλει οι αναλύσεις του Υπουργείου Εξωτερικών.

Για άλλη μια φορά αναδεικνύεται το μεγάλο πρόβλημα της απουσίας Εθνικής Στρατηγικής (Στρατηγικού Σχεδιασμού) στη διαχείριση των εθνικών θεμάτων σε μια εξαιρετικά επικίνδυνη χρονικά περίοδο, λόγω των όσων λαμβάνουν χώρα στο διεθνές σύστημα.  Χωρίς εθνική στρατηγική, κάθε νέο γεγονός-περιστατικό, απειλή ή ευκαιρία, που προκύπτει και άπτεται των εθνικών συμφερόντων, αποτελεί για το Υπουργείο Εξωτερικών και μια νέα κρίση. Ουσιαστικά καλείται να διαχειρίζεται σε μόνιμη βάση κρίσεις και φυσικά το μόνο που μπορεί να πετύχει είναι μια καλή διαχείριση κρίσης, υπό την αναγκαία πάντα προϋπόθεση να είναι ικανοί οι εκάστοτε χειριστές. Μέχρι φυσικά την επόμενη κρίση που θα δημιουργήσει και πάλι η Τουρκία στο πλαίσιο επίτευξης των στόχων της όπως αυτοί προκύπτουν από την εθνική της στρατηγική που φρόντισε να διαμορφώσει. Κι εδώ όμως υπάρχει ένα λεπτό σημείο. Η διαχείριση κρίσης έχει περιεχόμενο και ουσία στο πλαίσιο της αποτροπής όταν η Τουρκία ανακοινώνει πως θα προβεί σε ενέργειες σε βάρος των εθνικών μας συμφερόντων (αντί άστοχων αναλύσεων που οδηγούν σε λανθασμένες εκτιμήσεις) κι όχι μετά την υλοποίηση των απειλών της όταν πλέον οι ενέργειές της  είτε αυτές αφορούν στο Τουρκολυβικό Σύμφωνο είτε στην μετατροπή της Αγίας Σοφίας σε τζαμί δημιουργούν τετελεσμένα.

Για να περιγράψουμε τις ελληνοτουρκικές σχέσεις όσο πιο απλά γίνεται η Τουρκία σήμερα παίζει μπάλα μόνη της. Εμείς αμυνόμαστε μπροστά από τον τερματοφύλακα σε μια απεγνωσμένη προσπάθεια να μην δεχθούμε (κι άλλο) γκολ σε κάθε επίθεση. Φτάσαμε ως εδώ εξαιτίας μιας αναποτελεσματικής κατευναστικής πολιτικής που οδήγησε στην υποβάθμιση της αποτροπής που σημαίνει αδυναμία προβολής μιας αξιόπιστης απειλής ως αντίδραση στις ενέργειες της Τουρκίας. Αποτροπή όχι μόνο σε ενδεχόμενες πολεμικές ενέργειες αλλά και στις πάσης φύσεως προκλήσεις ειδικά όταν αυτές παράγουν αποτελέσματα σε βάρος των εθνικών μας συμφερόντων. Θα προχωρούσε ποτέ ο Ερτογάν στην μονομερή ενέργεια της υπογραφής του Τουρκολυβικού Συμφώνου, εξαφανίζοντας από το χάρτη τα Δωδεκάνησα και την Κρήτη,  εάν γνώριζε πως την επομένη η Ελλάδα θα ανακοίνωνε την επέκταση των χωρικών της υδάτων στα 12 νμ; Είναι βέβαιο πως όχι. Το δεύτερο αυτό είδος αποτροπής είναι εξαιρετικά σημαντικό εάν λάβουμε υπόψη πως ο Ερτογάν δεν έχει προβεί μέχρι σήμερα σε στρατικοποίηση κρίσης με την Ελλάδα.

Σήμερα η Ελλάδα βρίσκεται υπό την απειλή τουρκικών γεωτρήσεων στην Ελληνική υφαλοκρηπίδα τις οποίες ανακοίνωσε ο Ερτογάν για το επόμενο χρονικό διάστημα. Κι αντί να προβάλουμε μια αξιόπιστη απειλή, πέραν των απλών-αναποτελεσματικών δηλώσεων περί αποφασιστικότητας, παραμένουμε εγκλωβισμένοι σε έναν δύσκαμπτο με εξαιρετικά χρονοβόρες διαδικασίες νόμο περί προμηθειών, που στερεί από τις ένοπλες δυνάμεις τα  απαραίτητα ανταλλακτικά και πυρομαχικά για την υψηλότερη δυνατή διαθεσιμότητα των μέσων και των οπλικών συστημάτων, ώστε να προβάλουμε την μεγαλύτερη δυνατή ισχύ ως αποτροπή. Προτιμούμε να τρέχουμε για βοήθεια στην ΕΕ και την Μέρκελ, η προεδρία της οποίας στην ΕΕ το επόμενο εξάμηνο κρύβει παγίδες για τα ελληνικά εθνικά συμφέροντα. Υπάρχει ο κίνδυνος να πιεστούμε σε επώδυνους συμβιβασμούς στο πλαίσιο της αποκλιμάκωσης της κρίσης με την Τουρκία.

Και γιατί συμβαίνουν όλα αυτά; Εξαιτίας της απουσίας Εθνικής Στρατηγικής.  Δυστυχώς και η Κυβέρνηση της ΝΔ, ανακόλουθη με τις προεκλογικές της δεσμεύσεις, αντί να προβεί στη σύσταση ενός αποτελεσματικού οργάνου (Συμβούλιο Εθνικής Ασφάλειας ή όπως αλλιώς θα ήθελε να το ονομάσει) εκπόνησης, διαμόρφωσης και εφαρμογής μιας αποτελεσματικής εθνικής στρατηγικής,  προέβη με το Νόμο 4622/2019 «Επιτελικό Κράτος: οργάνωση, λειτουργία και διαφάνεια της Κυβέρνησης, των κυβερνητικών οργάνων και της κεντρικής δημόσιας διοίκησης»  στην αντικατάσταση του αναποτελεσματικού, κατά κοινή ομολογία, Κυβερνητικού Συμβουλίου Εξωτερικών και Άμυνας, γνωστό σε όλους ως ΚΥ.Σ.Ε.Α., με το, χωρίς καμιά αμφιβολία, ακόμη πιο αναποτελεσματικό Κυβερνητικό Συμβούλιο Εθνικής Ασφάλειας, με το ίδιο ωστόσο ακρωνύμιο (ΚΥ.Σ.Ε.Α.). Κι αυτό έχει ως αποτέλεσμα να συνεχίζουμε να τρέχουμε, κατά την προσφιλή μας πρακτική, ασθμαίνοντας πίσω από τις εξελίξεις με εκθέσεις ιδεών. Οι παθογένειες καλά κρατούν. Οφείλουμε να αναγνωρίσουμε μια συνέπεια και συνέχεια στο πολιτικό σύστημα στο ζήτημα αυτό.  Μόνο που σήμερα η κατάσταση είναι πολύ πιο επικίνδυνη σε σχέση με το παρελθόν λόγω της δυναμικής που έχει αναπτυχθεί στο διεθνές σύστημα. Ο κίνδυνος να προσθέσουμε κι άλλες επετείους για χαμένες πατρίδες και νεκρούς ήρωες, εάν δεν αφυπνιστούμε έγκαιρα, είναι υπαρκτός και μεγάλος.

 

 

*Ο ΓΙΩΡΓΟΣ ΧΑΤΖΗΘΕΟΦΑΝΟΥΣ είναι υποστράτηγος ε.α., οικονομολόγος και συγγραφέας του βιβλίου «Εθνική Στρατηγική-Πρόταση για ένα νέο θεσμικό πλαίσιο», η Β’ έκδοση του οποίου έχει ήδη κυκλοφορήσει από τις εκδόσεις Ι. Σιδέρης.

 

Tο άρθρο δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα “Μακεδονία”  στις 19.07.20

πηγή: Ανιχνεύσεις 

 

Facebooktwitterredditpinterestlinkedinmail
Don`t copy text!