Χατζηθεοφάνους: ο σεβασμός στην ισχύ και την αποφασιστικότητα αποτελεί βασικό κανόνα στις διεθνείς σχέσεις
Η Ελλάδα αιφνιδίασε τον Τούρκο πρόεδρο με την στάση της εξηγεί ο Υποστράτηγος ε.α. – Οικονομολόγος, Γεώργιος Χατζηθεοφάνους, στη συνέντευξη που παραχώρησε στη δημοσιογράφο Γιώτα Χουλιάρα για λογαριασμό του Geopolitics & Daily News όπου ρίχνει φως στην ελληνοτουρκική κρίση και εξηγεί τους σκοπούς της τουρκικής πλευράς να οδηγήσει την Ελλάδα υπό απειλές και φόβο σε απευθείας διαπραγματεύσεις.
Ο κύριος Χατζηθεοφάνους εξηγεί γιατί ΝΑΤΟ και ΕΕ δεν μπορούν να καλύψουν τις νέες απαιτήσεις για ασφάλεια και ειρήνη στην περιοχή, αναλύει τις παρεμβάσεις Μέρκελ και Τραμπ όπου και οι δύο επένδυσαν στο φόβο της Ελλάδας και στην «άνευ όρων παράδοση» στις τουρκικές απαιτήσεις και παρουσιάζει το νέο τοπίο που διαμορφώνεται με δραστική μετατόπιση ισχύος από την Δύση στην Ανατολή.
Ακολουθεί ολόκληρη η συνέντευξη
1) Τις τελευταίες εβδομάδες η Τουρκία κλιμακώνει διαρκώς την ένταση στην περιοχή της Μεσογείου δημιουργώντας μια απειλή διαρκείας. Ποια η εκτίμησή σας για τις τουρκικές κινήσεις; Πού, εκτιμάτε, ότι αποσκοπεί ο Ερντογάν;
Από τις δηλώσεις των Τούρκων αξιωματούχων, συμπεριλαμβανομένου του Προέδρου Ερντογάν, προκύπτει πως η Συμφωνία οριοθέτησης ΑΟΖ Ελλάδας Αιγύπτου αποτελεί την αιτία των τουρκικών προκλήσεων αρχικά νοτίως του Συμπλέγματος νήσων Μεγίστης (Καστελόριζο) και στη συνέχεια της Κρήτης. Η κινητοποίηση των Τούρκων είχε ως σκοπό αρχικά τη μη κύρωση της Συμφωνίας από την Ελληνική Βουλή. Στη συνέχεια κι όταν αυτή κυρώθηκε η ακύρωσή της τέθηκε ως προϋπόθεση της αναστολής των ερευνών, της αποκλιμάκωσης και έναρξης του διαλόγου.
Ο Ερντογάν και η Κυβέρνησή του αιφνιδιάστηκαν από την Ελληνική δραστηριότητα μετά το κατάπτυστο, σύμφωνα με το Δίκαιο της Θάλασσας, Τουρκολυβικό Σύμφωνο. Η Ελλάδα μετά από δεκαετίες εφαρμογής της αναποτελεσματικής, κρινόμενης εκ του αποτελέσματος, στρατηγικής του κατευνασμού για την αντιμετώπιση των τουρκικών προκλήσεων, στην οποία εντάσσεται και η βασική αρχή της μέχρι πρόσφατα εξωτερικής μας πολιτικής «δεν ανοίγουμε θέματα», αποφάσισε, επιτέλους, την υιοθέτηση επιθετικής εξωτερικής πολιτικής. Επιθετικής υπό την έννοια της δρομολόγησης των εξελίξεων αντί της προσφιλούς μας, μέχρι σήμερα πρακτικής, να τρέχουμε ασθμαίνοντας πίσω από αυτές που η Τουρκία δρομολογεί στο πλαίσιο επίτευξης των μαξιμαλιστικών της στόχων. Η αντίδραση της Τουρκίας με το σύνολο σχεδόν των διατιθέμενων στρατιωτικών μέσων, χωρίς αντίστοιχο προηγούμενο στις μέχρι σήμερα Ελληνοτουρκικές κρίσεις, ήταν αναμενόμενη για μια Χώρα με τη Στρατηγική νοοτροπία της Τουρκίας, απέναντι σε μια Συμφωνία που ήρθε να αμφισβητήσει (κι όχι να ακυρώσει όπως πολλοί ισχυρίζονται), με αξιώσεις, με βάση το Δίκαιο της Θάλασσας, τη Συμφωνία Τουρκίας Λιβύης και κατά συνέπεια το όραμα της «Γαλάζιας Πατρίδας» στην οποία επένδυσε προσωπικά ο Ερντογάν.
Αυτό που πλέον επιδιώκει ο Ερντογάν είναι να οδηγήσει την Ελλάδα υπό απειλές και φόβο σε απευθείας διαπραγματεύσεις για το σύνολο των διαφορών μας, που εάν εξαιρέσουμε ΑΟΖ και Υφαλοκρηπίδα, αποτελούν διεκδικήσεις της σε βάρος των κυριαρχικών μας δικαιωμάτων όπως αυτά προκύπτουν από το διεθνές δίκαιο και τις ισχύουσες διεθνείς συνθήκες.
2) Η Αθήνα ζητά κυρώσεις από την Ευρώπη προκειμένου να καμφθεί η επιθετικότητα της Άγκυρας. Για ποιο λόγο η γηραιά ήπειρος δείχνει να αδυνατεί να λάβει μια τέτοια πρωτοβουλία;
Νομίζω πως πάντα οι προσδοκίες μας από την Ένωση ήταν πολύ μεγαλύτερες από αυτά που μπορεί στην πραγματικότητα να κάνει. Θα μου πείτε μα υπάρχει η Κοινή Ευρωπαϊκή Εξωτερική Πολιτική και Άμυνα. Αντικειμενικά όμως δεν μπορεί να λειτουργήσει στο επίπεδο που πολλοί ευρωπαϊστές θα θέλαμε. Κι αυτό διότι, υπό τις υφιστάμενες συνθήκες, είναι αδύνατον να προστατεύσει το σύνολο των, αντικρουόμενων κάποιες φορές, συμφερόντων των χωρών-μελών της Ένωσης. Για να υπάρχει κοινή εξωτερική πολιτική με περιεχόμενο και ουσία πρέπει να υπάρχουν κοινά συμφέροντα, η προώθηση των οποίων αποτελεί το αντικείμενο της εξωτερικής πολιτικής. Για να υπάρχουν κοινά συμφέροντα πρέπει να υπάρχει τουλάχιστο κοινή δημοσιονομική πολιτική, που αποτελεί το μεγάλο βήμα για μια πραγματικά ενωμένη Ευρώπη. Σήμερα στην ΕΕ κάποια από τα εθνικά, κυρίως δευτερεύοντα, συμφέροντα «κοινοτικοποιούνται» όμως τα ζωτικά και ειδικά τα συμφέροντα επιβίωσης παραμένουν εθνική υπόθεση.
Το 1991, ο τότε Βέλγος Υπουργός Εξωτερικών, Μαρκ Εϊσκενς, χαρακτήρισε την ΕΕ οικονομικό γίγαντα, πολιτικό νάνο και στρατιωτικό σκουλήκι και η φράση αυτή φαίνεται να αποκτά διαχρονικό χαρακτήρα, αφού ισχύει και σήμερα μετά από τριάντα χρόνια. Υπάρχει βέβαια και η ρήτρα αμοιβαίας άμυνας σε περίπτωση κατά την οποία μια από τις χώρες της ΕΕ δεχθεί ένοπλη επίθεση στο έδαφός της, η οποία όμως δεν επηρεάζει την ουδετερότητα ορισμένων χωρών της ΕΕ και είναι συνεπής με δεσμεύσεις χωρών της ΕΕ που είναι μέλη του ΝΑΤΟ. Έχουμε δρόμο ακόμη για μια πραγματικά ενωμένη Ευρώπη. Να σας θυμίσω πως οι Ευρωπαϊκές πρωτοβουλίες δεν κατάφεραν μέχρι σήμερα να σταματήσουν τις τουρκικές παραβιάσεις στην ΑΟΖ της ανυπεράσπιστης Κύπρου κι αυτό αποτελεί ντροπή για την Ένωση. Παρόλα αυτά όμως η Ελλάδα, η Κύπρος όπως και οι άλλες χώρες-μέλη ενισχύουν την ικανότητά τους να υποστηρίξουν τα εθνικά τους συμφέροντα μέσα στην Ένωση. Αυτός άλλωστε είναι και ο βασικός λόγος που παρά την ύπαρξη ισχυρών, πολλές φορές, φυγόκεντρων δυνάμεων το εγχείρημα αυτό παραμένει ζωντανό και με θετικές προοπτικές.
Νομίζω πως στο νέο-υπό διαμόρφωση διεθνές περιβάλλον και ειδικότερα στην ευρύτερη γειτονιά μας το ΝΑΤΟ και η ΕΕ ως σύνολο δεν μπορούν να καλύψουν τις νέες απαιτήσεις για ασφάλεια και ειρήνη στην περιοχή. Αυτό εκ των πραγμάτων οδηγεί σε νέες συνεργασίες όπως π.χ. Ελλάδας, Γαλλίας και Κύπρου που υπό συγκεκριμένες συνθήκες θα εξελιχθούν σε ισχυρές συμμαχίες με την προσθήκη ενδεχομένως κι άλλων χωρών.
Αυτό όμως που πρωτίστως έχει σημασία είναι η αποφασιστικότητα της Ελλάδας να υποστηρίξει τα κυριαρχικά της δικαιώματα ακόμη και με τις ένοπλες δυνάμεις της. Χωρίς αυτήν κανένας δεν θα προστρέξει για βοήθεια. Θυμηθείτε τί έγινε πρόσφατα στον Έβρο. Η απόφαση να προστατέψουμε με κάθε τρόπο τα σύνορά μας έφερε στη συνέχεια τους ευρωπαίους για ενίσχυση-βοήθεια. Η περιφρόνηση της αδυναμίας και ο σεβασμός στην ισχύ και την αποφασιστικότητα αποτελούν διαχρονικά βασικό κανόνα στις διεθνείς σχέσεις.
Στο σημείο αυτό θα ήθελα να επισημάνω το ρόλο του Αρχηγού ΓΕΕΘΑ, Στρατηγού Κώστα Φλώρου, τον οποίο προσωπικά γνωρίζω. Συγκεντρώνει όλα τα χαρακτηριστικά που πρέπει να έχει ένας Αρχηγός. Η εμπιστοσύνη που εμπνέει αποτελεί σημαντικό και απαραίτητο στοιχείο για τη στάση του Πρωθυπουργού στην κατεύθυνση της επίδειξης αποφασιστικότητας.
Θα σας αναφέρω ένα σχετικό ιστορικό παράδειγμα. «Εγώ κύριε Πρόεδρε δεν καταγίνομαι με το χι συν ψι και τας γωνίας αποκλίσεως. Ξεύρω να πω ένα πράγμα. Καράβια άνευ ικανού εμψύχου υλικού, είναι μόλυβδος βαρύς βυθιζόμενος εντός ύδατος. Σας διαβεβαιώ ότι με τα καράβια που έχομε θα κάμουμε καλά τη δουλειά μας». Ήταν η απάντηση του Αρχηγού Στόλου Παύλου Κουντουριώτη, προς τον απογοητευμένο από τις αναλύσεις των επιτελών περί αναλογίας δυνάμεων, Πρωθυπουργό Ελευθέριο Βενιζέλο που προήδευε του Πολεμικού Συμβουλίου το Σεπτέμβριο του 1912. Η απάντηση αυτή ανακούφισε τον Βενιζέλο και τον οδήγησε με αισιοδοξία να λάβει τη σημαντική για την Ελλάδα απόφαση να κατέβει η Χώρα στον πόλεμο μαζί με τις άλλες Βαλκανικές Χώρες εναντίον της Τουρκίας.
Αργότερα ο Βενιζέλος θα του γράψει μεταξύ άλλων: «Φίλτατε Ναύαρχε… χωρίς την αδάμαστον αποφασιστικότητά σου και την πίστιν σου εις την κατά θάλασσαν νίκην μας, δεν θα απεφασίζαμεν να λάβωμεν μέρος εις τον πρώτον Βαλκανικόν Πόλεμον, με αποτέλεσμα ότι, αν μεν νικούσαν οι Σέρβοι και οι Βούλγαροι, τα όριά μας θα έμεναν οριστικώς εις την Μελούνα ή το πολύ θα έφθαναν στον Αλιάκμονα, αν δε νικούσαν οι Τούρκοι, η ζωή των ομογενών της Αυτοκρατορίας θα απέβαινεν ανυπόφορος. Με εξαίρετον τιμήν και αγάπην, Ελευθ. Κ. Βενιζέλος».
3) Πώς κρίνετε τις πρόσφατες παρεμβάσεις Τραμπ και Μέρκελ, οι οποίες μοιάζουν να ακολουθούν πιστά το δίλημμα που έχει θέσει ο Ερντογάν περί διαλόγου ή σύγκρουσης;
Νομίζω πως και οι δύο επένδυσαν στο φόβο της Ελλάδας και στην «άνευ όρων παράδοση» στις τουρκικές απαιτήσεις. Η σθεναρή αντίδραση της Ελλάδας τους χάλασε τη συνταγή. Η παρέμβαση του Τραμπ θεωρώ πως έγινε κατόπιν εισήγησης των συμβούλων του ενόψει των Προεδρικών εκλογών στοχεύοντας στην ψήφο της ομογένειας. Δεν ήταν προϊόν του προσωπικού του ενδιαφέροντος ούτε των συμφερόντων των ΗΠΑ όπως ο ίδιος τα αντιλαμβάνεται. Έχει άλλωστε δηλώσει θαυμαστής του δικτάτορα, και συνεταίρου του σύμφωνα με αξιόπιστα δημοσιεύματα, Ερντογάν. Και φυσικά δεν ενδιαφέρεται για την τύχη του ΝΑΤΟ όπως από την αρχή φρόντισε να μας ενημερώσει. Γι’ αυτήν όμως ενδιαφέρεται ο Πούτιν που διακαώς επιθυμεί να απαλλαγεί από τις παρεμβάσεις του στις όμορες της Ρωσίας χώρες όπως τώρα στη Λευκορωσία. Αντιλαμβάνεστε πως από μια πολεμική σύγκρουση Ελλάδας Τουρκίας θα είναι ίσως ο μόνος ωφελημένος. Κι ο Πούτιν ξέρει καλά να εκμεταλλεύεται τις ευκαιρίες με ότι αυτό συνεπάγεται κάτι που ελπίζω να λαμβάνουν υπόψη στους σχεδιασμούς τους οι διαχειριστές των εθνικών μας θεμάτων.
Η περίπτωση της Μέρκελ είναι διαφορετική. Προφανώς και δεν θα ήθελε μια χώρα-μέλος της Ένωσης να εμπλακεί σε πολεμικές περιπέτειες τη στιγμή που προεδρεύει. Η εύκολη λύση, στην οποία λανθασμένα, όπως προκύπτει από τις εξελίξεις, επένδυσε, ήταν η Ελληνική υποχώρηση. Δεν θα ήθελε να χαλάσει τις πολύ καλές σχέσεις της με τον Ερντογάν και την Τουρκία λόγω σημαντικών οικονομικών κι άλλων συμφερόντων. Οι δημόσιοι εναγκαλισμοί και τα χαριεντίσματα της Μέρκελ με το δικτάτορα Ερντογάν, που φυλακίζει και βασανίζει τους αντιφρονούντες, αποτελεί ντροπή για τους Γερμανούς πολίτες αλλά και την Ευρώπη. Περισσή η υποκρισία πίσω από τις πολυδιαφημιζόμενες αρχές και αξίες της Ευρώπης. Οι μονομερείς όμως ενέργειες, που απεχθάνεται το Δίκαιο της Θάλασσας και η επιθετικότητα του Ερντογάν εναντίον της Ελλάδας στην προσπάθεια δημιουργίας τετελεσμένων παραβιάζοντας τον Καταστατικό Χάρτη του ΟΗΕ, που από την αρχή μέχρι το τέλος τάσσεται εναντίον κάθε απειλής της ειρήνης, υποχρεώνουν την Γερμανία να συνταχθεί στη λήψη μέτρων εναντίον της Τουρκίας. Θα φροντίσει ωστόσο αυτά να έχουν μικρή σχετικά επίδραση που δεν θα σταματήσουν τον Ερντογάν όπως έγινε και γίνεται στην Κύπρο.
4) Υπό ποιες συνθήκες θα μπορούσε η Ελλάδα να κάνει διάλογο με μια χώρα όπως η Τουρκία, η οποία έχει αποδείξει ότι δεν σέβεται το διεθνές δίκαιο έχοντας εισβάλλει το 1974 στην Κύπρο και συνεχίζοντας στις ημέρες μας παρόμοια τακτική με αποστολή στρατευμάτων σε Συρία και Λιβύη;
Η Ελλάδα δεν αρνείται το διάλογο. Όχι όμως υπό απειλές και φόβο. Οι ετεροβαρείς σε βάρος μας συμφωνίες με Ιταλία και Αίγυπτο αποτελούν ισχυρές αποδείξεις, τις οποίες ουδείς μπορεί να αμφισβητήσει, πως η Ελλάδα είναι μια Χώρα του διαλόγου και της επίλυσης των όποιων διαφορών στο πλαίσιο των κανόνων του διεθνούς δικαίου και των σχέσεων καλής γειτονίας, όπως ζητά επανειλημμένα η Γερμανία. Αυτό το επιχείρημα η Ελλάδα θα πρέπει να το προβάλει σε κάθε κατεύθυνση και είμαι βέβαιος πως το κάνει. Βλέπουμε λοιπόν πως τα οφέλη από τις Στρατηγικές αυτές Συμφωνίες είναι πολλά και σε πολλές κατευθύνσεις. Αυτό δεν σημαίνει φυσικά πως μπορούμε να συζητάμε για κάθε θέμα που η Τουρκία βάζει στο πλαίσιο των μαξιμαλιστικών σχεδίων όπως π.χ. η αμφισβήτηση της Ελληνικότητας νησιών που κατοικούνται από Έλληνες πολίτες επειδή θεωρεί πως η Συνθήκη της Λωζάνης αλλά και η Συνθήκη Ειρήνης των Παρισίων δεν εξυπηρετούν τα μαξιμαλιστικά της σχέδια. Δεν μπορούμε να κουβεντιάσουμε στη λογική της Τουρκίας «ότι είναι κοντά μου είναι δικό μου» αδιαφορώντας για τους «τίτλους ιδιοκτησίας» Αν μπούμε στη διαδικασία αυτή ο κατήφορος δεν θα έχει τελειωμό.
Νομίζω όμως πως πλέον μετά το Τουρκολυβικό Σύμφωνο έχει αναπτυχθεί μια δυναμική που αναπόφευκτα θα οδηγήσει σε εξελίξεις έξω από το μέχρι σήμερα γνωστό πλαίσιο. Στο δρόμο για τη Χάγη (όπως και στους άλλους προβλεπόμενους από το Διεθνές Δίκαιο τρόπους επίλυσης των διαφορών) και στη διαπραγμάτευση που θα προηγηθεί για τη σύνταξη του συνυποσχετικού εκτός της ΑΟΖ και της Υφαλοκρηπίδας θεωρώ αναπόφευκτο να μπει και η χωρική θάλασσα , ένα ζήτημα εξαιρετικά σοβαρό για την Ελλάδα με δεδομένο πως απειλείται, από το 1995 με πόλεμο (Casus Belli), από την Τουρκία εάν προβεί στην επέκτασή της πάνω από τα 6νμ. Από το εύρος των χωρικών υδάτων εξαρτάται άμεσα ή έμμεσα και το ζήτημα της οριοθέτησης της υφαλοκρηπίδας και της ΑΟΖ αλλά και ο εναέριος χώρος στη βάση της αρχής «τα υπερκείμενα τοις υποκειμένοις». Η εξέταση της Χωρικής Θάλασσας θα ρυμουλκήσει εκ των πραγμάτων και το ζήτημα των αμφισβητούμενων, λόγω τουρκικών διεκδικήσεων, νησιών-βραχονησίδων που δεν μπορούν να εξαιρεθούν από τη διαδικασία αυτή ήτοι της οριοθέτησης των χωρικών υδάτων. Όχι όλων κι αυτό ίσως αποτελέσει το αντικείμενο πάνω στο οποίο θα κληθούν να δώσουν εξετάσεις οι διαπραγματευτές και από τις δύο πλευρές όπως φυσικά και στο ζήτημα της αποστρατικοποίησης των νήσων. Πρέπει η Ελλάδα να είναι καλά προετοιμασμένη από τώρα για όλα τα ενδεχόμενα.
5) Ποια η εκτίμησή σας για την παρούσα κατάσταση; Πώς μπορεί να υπάρξει αποκλιμάκωση τελικά;
Νομίζω πως η κατάσταση είναι εξαιρετικά σοβαρή. Όλα τα ενδεχόμενα είναι ανοικτά. Ο Ερντογάν θέλει απεγνωσμένα μια επιτυχία ως αντιστάθμισμα της Συμφωνίας με την Αίγυπτο. Αυτοί που μιλούν για ένα θερμό επεισόδιο προφανώς αγνοούν ή ξεχνούν πως με τέτοια συγκέντρωση δυνάμεων και από τις δύο πλευρές μιλάμε για μια σύγχρονη μεγάλη αεροναυμαχία που μπορεί να πυροδοτήσει ακόμη κι ένα ατύχημα. Δεν θεωρώ πως ο Ερντογάν επιδιώκει τέτοιας μορφής σύγκρουση διότι ανεξάρτητα από το τελικό αποτέλεσμα οι απώλειες που θα υποστεί θα είναι τέτοιου μεγέθους που θα τον απομακρύνουν από τα μαξιμαλιστικά του σχέδια, τα οποία δεν περιορίζονται στη θαλάσσια περιοχή νοτίως του Καστελόριζου. Αν κάτι πάει στραβά ξέρει πως αντιμετωπίζει ζήτημα όχι απλά πολιτικής αλλά και της βιολογικής του επιβίωσης με τόσους φυλακισμένους-βασανισθέντες αντιπάλους του κυρίως ανώτατους στρατιωτικούς.
Θα τον βόλευε μια ελεγχόμενη περιορισμένης έκτασης νικηφόρα για την Τουρκία σύγκρουση ώστε να οδηγήσει την Ελλάδα υπό απειλές και φόβο σε απευθείας διαπραγματεύσεις. Γι’ αυτό θα πρέπει η Ελλάδα να καταστήσει σαφές με τον πλέον ξεκάθαρο τρόπο, προς κάθε κατεύθυνση, πως δεν πρόκειται να συρθεί σε μια περιορισμένης μορφής σύγκρουση. Σε περίπτωση που η Τουρκία ανοίξει την πόρτα του φρενοκομείου ο ολοκληρωτικός πόλεμος είναι μονόδρομος. Τυχόν απώλειες σε ένα σημείο από μια επιθετική ενέργεια των Τούρκων δεν θα οδηγήσουν την Ελλάδα σε ανακωχή και παράδοση αλλά θα τύχουν ανάλογης απάντησης οπουδήποτε από τον Έβρο μέχρι το Καστελόριζο.
Η Τουρκική εισβολή στην Κύπρο, η οποία ανέδειξε την αποφασιστικότητα της Τουρκίας στην υποστήριξη των ζωτικών της συμφερόντων και την ικανότητα των ενόπλων της δυνάμεων να εκτελέσουν με επιτυχία μια τέτοια επιχείρηση, έμελλε να αποτελέσει το κυρίαρχο γεγονός πάνω στο οποίο διαμορφώθηκαν οι Ελληνοτουρκικές σχέσεις στα χρόνια της μεταπολίτευσης. Η Τουρκία με τον αέρα του νικητή ήγειρε αξιώσεις και στο Αιγαίο και η Ελλάδα πάντα υπό τον φόβο μιας νέας Τουρκικής επιχείρησης, αυτή τη φορά στο Αιγαίο, επέλεγε τον κατευνασμό. Η κρίση των Ιμίων του 1996, στην οποία η Τουρκία μας υπενθύμισε την αποφασιστικότητά της και την ικανότητα των ενόπλων της δυνάμεων, λειτούργησε ουσιαστικά ως εργαλείο συντήρησης αυτού του πλαισίου πάνω στο οποίο οικοδομήθηκαν οι ελληνοτουρκικές σχέσεις από το 1974 μέχρι σήμερα. Αυτό το πλαίσιο πρέπει να αλλάξει με κάθε τρόπο. Θα είναι τραγικό λάθος να αντιμετωπιστεί η Τουρκική επιθετικότητα όπως στα Ίμια το 1996. Οι συνέπειες τότε δεν ήταν απλά το γκριζάρισμα των δύο βραχονησίδων όπως συνηθίζουμε να λέμε. Όπως είπε σε πρόσφατη συνέντευξή του στο ΒΗΜΑ ο φερόμενος «πατέρας» της θεωρίας της Γαλάζιας Πατρίδας Ναύαρχος Τζεμ Γκουρντενίζο, σε συνέχεια της κρίσης των Ιμίων, ένα νέο κεφάλαιο άνοιξε σχετικά με 153 νησιά, νησίδες και βράχους στο Αιγαίο.
6) Ως οικονομολόγος γνωρίζετε ότι η Τουρκία δέχεται πίεση στο εσωτερικό της. Υπάρχει περίπτωση η οικονομία να είναι η αχίλλειος πτέρνα του Ερντογάν;
Αυτή τη στιγμή έτσι φαίνεται. Μην ξεχνάμε πως η οικονομική ανάπτυξη προϋποθέτει ένα ασφαλές περιβάλλον όπως και το αντίστροφο δηλαδή η ασφάλεια προϋποθέτει μια υγιή και εύρωστη οικονομία. Όμως θα είναι λάθος να παραλληλίσουμε την οικονομική κρίση στην Τουρκία με αυτή που εμείς περάσαμε. Η Τουρκία είναι μια μεγάλη Χώρα με έναν αξιόλογο παραγωγικό ιστό. Τα ράφια στην Ελλάδα είναι γεμάτα προϊόντα “made in Turkey”. Η σημερινή δυσχερής οικονομική κατάσταση της Τουρκίας αποτελεί την Αχίλλειο πτέρνα του Ερντογάν, διότι θα τρωθεί το γόητρό του και η δημοτικότητά του από μια προσφυγή για δανεισμό στο ΔΝΤ, όχι όμως για την ίδια την Τουρκία, η οποία θεωρώ πως σύντομα θα ξεπεράσει την κρίση αυτή και θα εξελιχθεί σε μια από τις πλέον ισχυρές οικονομίες του πλανήτη αν δεν συμβεί κάτι συγκλονιστικό.
7) Η Ελλάδα λόγω της θέσης της, ως σταυροδρόμι Ανατολής και Δύσης, αποτελεί περιοχή τριβών και συγκρούσεων καθώς στην ευρύτερη περιοχή της Μέσης Ανατολής παρατηρούμε την Ισλαμική Αναβίωση μέσω φανατικών. Ποια πρέπει να είναι η αντίδρασή μας σε εθνικό επίπεδο;
Ο κόσμος αλλάζει με ταχύτητες που πολλές φορές προκαλούν ζάλη. Σήμερα παρακολουθούμε μια δραστική μετατόπιση ισχύος από την Δύση στην Ανατολή με νέους πόλους την Κίνα, τη Ρωσία αλλά και την Ινδία. Βρισκόμαστε σε ένα μεταβατικό στάδιο από ένα σημείο ισορροπίας σε ένα άλλο την μορφή του οποίου αγνοούμε, όπως αγνοούμε το χρόνο και κυρίως τον τρόπο που θα φθάσουμε σε αυτό. Σε αυτό το δυναμικό περιβάλλον η Τουρκία επιλέγει να συμμετέχει ενεργά στη διαμόρφωση του νέου κόσμου, θεωρώντας πως αυτό αποτελεί ιστορική ευθύνη της, όπως φρόντισε από το 2001 να μας ενημερώσει ο κ. Νταβούτογλου μέσα από το βιβλίο του «Στρατηγικό Βάθος».
Η σταδιακή απόσυρση των ΗΠΑ στην ήπειρό τους με συμφέροντα προσανατολισμένα στο Ειρηνικό, λόγω Κίνας, προκαλούν στην Αν. Μεσόγειο γεωπολιτικούς στροβιλισμούς εξαιτίας της επιθυμίας χωρών, όπως η Τουρκία, με μαξιμαλιστικά σχέδια, να αλλάξουν το υφιστάμενο status quo. Σε αυτό το εξαιρετικά επικίνδυνο περιβάλλον η Ελλάδα πρέπει να συνεχίσει την επιθετική εξωτερική πολιτική στο πλαίσιο διαμόρφωσης των εξελίξεων που θα εξασφαλίσουν την εδαφική ακεραιότητα και την υποστήριξη των κυριαρχικών μας δικαιωμάτων, πρωτίστως χωρίς την ανάγκη προσφυγής σε πόλεμο. Αυτό προϋποθέτει την εκπόνηση και εφαρμογή μιας αποτελεσματικής Εθνικής Στρατηγικής μέσα από ένα κατάλληλο θεσμικό πλαίσιο, με συγκεκριμένες, σαφώς καθορισμένες διεργασίες-διαδικασίες και όργανα. Ο εντοπισμός των πάσης φύσεως απειλών και εκμετάλλευσης των ευκαιριών, στο διεθνές δυναμικό περιβάλλον που παραπάνω περιέγραψα, ο σχεδιασμός αντιμετώπισης και εκμετάλλευσής τους αντίστοιχα, και ο κεντρικός, από το Μαξίμου, συντονισμός εφαρμογής των αποφάσεων του πρωθυπουργού θα αυξήσει κατακόρυφα τα ποσοστά επιτυχίας. Θα σας αναφέρω ένα παράδειγμα. Όταν η Κυβέρνηση υποδεχόταν στην Αθήνα τον Χαφτάρ είχε προβεί στο risk management μέσα από το οποίο θα εντοπιζόταν οι πάσης απειλές και αν ναι ποιο ήταν τα contingency αλλά και fall back plans για την αντιμετώπισή τους; Οι εξελίξεις έδειξαν πως κάτι τέτοιο δεν έγινε. Το ζητούμενο λοιπόν είναι ένα αποτελεσματικό θεσμικό πλαίσιο σωστής διαχείρισης των εθνικών μας θεμάτων. Αυτό λογικά θα αποτελέσει βασικό lesson learned κι αυτής της κρίσης.
*Ο κύριος Γεώργιος Χατζηθεοφάνους είναι Υποστράτηγος ε.α.- Οικονομολόγος. Από τις Εκδόσεις «Ι.ΣΙΔΕΡΗ» η β΄έκδοση του βιβλίου του με τίτλο: «Εθνική Στρατηγική-Πρόταση για ένα νέο Θεσμικό Πλαίσιο», το οποίο προλογίζει ο Πρέσβης ε.τ. Αλέξανδρος Μαλλιάς. Αρθρογραφεί συχνά στον έντυπο και ηλεκτρονικό τύπο σε θέματα γεωπολιτικής. Είναι αντιπρόεδρος του Συλλόγου Αποφοίτων του Αριστοτέλειου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης (ΣΑΠΘ).