Πώς συνδέεται ο Καύκασος με τα σχέδια του Ερντογάν
Του Κώστα Ράπτη
Στην ένοπλη σύγκρουση που ξέσπασε την Κυριακή ανάμεσα στο Αζερμπαϊτζάν και την αποσχισθείσα (και μη αναγνωρισμένη) αρμενική “Δημοκρατία του Αρτσάχ” ο επικοινωνιακός πόλεμος καλά κρατεί – ίσως και με μεγαλύτερη ένταση απ’ ότι η πραγματική ανταλλαγή πυρών.
Η αρμενική πλευρά κατηγορεί τους αντιπάλους της ότι έχουν ενισχυθεί με έως και 4.000 (κατά τον πρεσβευτή της Αρμενίας στη Μόσχα) ισλαμιστές αντάρτες από τη Συρία, οι οποίοι μεταφέρθηκαν στον Καύκασο κατόπιν ενεργειών της Τουρκίας. Αλλά και η αζερική πλευρά κάνει λόγο επίσης για συστράτευση με τους Αρμένιους αυτονομιστές μαχητών από τη βόρεια Συρία – ειδικότερα, αν πιστέψουμε τουρκικά μέσα ενημέρωσης, Κούρδων ανταρτών της οργάνωσης PYD.
Επιβεβαιώνεται έτσι, έστω και στο επίπεδο της προπαγάνδας, η βαθύτερη αλήθεια της ρωσικής εμπλοκής στη Συρία από το 2015 και εξής: ο Καύκασος και η ανατολική Μεσόγειος αποτελούν συγκοινωνούντα δοχεία, και η Μόσχα διεξάγει προληπτικά στη χώρα του Μπασάρ αλ Άσαντ την μάχη που δεν θα επιθυμούσε να δώσει πολύ πλησιέστερα στα δικά της σύνορα.
Οι απορροφημένοι από τον στόχο της “ανάσχεσης” της “αναθεωρητικής” Ρωσίας θα προτιμούσαν βέβαια το ακριβώς αντίθετο. Εξ ού και έκθεση της (συνδεόμενης με το αμερικανικό Πεντάγωνο) Rand Corporation που εκπονήθηκε το 2019 προτείνει μεθόδους για να συρθεί η Ρωσία σε συγκρούσεις που θα την υποχρεώσουν να αναδιπλωθεί μπροστά στο φάσμα της “υπερεπέκτασης”. Οι κυριότερες προτάσεις αφορούν αφενός την ενίσχυση της σχέσης του ΝΑΤΟ με την Γεωργία και το Αζερμπαϊτζάν, ώστε η ρωσική πλευρά να δεσμεύσει δυνάμεις για την ενίσχυση της Νότιας Στρατιωτικής Διοίκησής της, και αφετέρου τον προσεταιρισμό της Αρμενίας, ώστε αυτή να τεθεί σε ευρω-ατλαντική τροχιά, με προοπτική ενδεχομένως και την διάλυση της ρωσικής βάσης του Γκιούμρι επί αρμενικού εδάφους.
Και τα δύο σκέλη του σχεδίου έχει ως έναν βαθμό υλοποιηθεί, μετά και την πολιτική ανατροπή που έφερε στην πρωθυπουργία της Αρμενίας, μετά από μια μίνι “έγχρωμη επανάσταση”, τον Νικόλ Πασινιάν. Ωστόσο, τη στιγμή που ηχούν τα όπλα, το Ερεβάν δεν έχει άλλη επιλογή από το να στραφεί και πάλι προς την κατεύθυνση της Ρωσίας, με την οποία τη συνδέει η συμμετοχή στο Σύμφωνο Συλλογικής Ασφάλειας.
Πληροφορίες που διακινούνται και από τις δύο αντιμαχόμενες πλευρές θέλουν την Μόσχα να έχει ήδη συνδράμει την Αρμενία με τη μεταφορά (και μάλιστα μέσω Ιράν, εφόσον η Γεωργία δεν άνοιξε τον εναέριο χώρο της για τον σκοπό αυτό) στρατιωτικού υλικού. Όμως οποιαδήποτε περαιτέρω εμπλοκή της Ρωσίας θα πρέπει να αποκλεισθεί, αφενός γιατί η Μόσχα επιθυμεί να διατηρήσει τόσο με την Αρμενία όσο και με το Αζερμπαϊτζάν εκείνο το επίπεδο σχέσεων που θα της επιτρέψει να διατηρήσει τον μεσολαβητικό ρόλο που μόνο αυτή μπορεί να έχει, ώστε να τερματισθεί η σύγκρουση. Επιπλέον, η ρωσική πλευρά δεν έχει κανέναν λόγο να “εφορμήσει” στο καυκασιανό ναρκοπέδιο, όπως θα επιθυμούσαν οι αντίπαλοί της, ούτε και βιάζεται να δώσει σωσίβιο στο Ερεβάν, όσο δεν έχει πεισθεί για την ειλικρίνεια των προθέσεών του.
Όλα αυτά, βεβαίως, ανατρέπονται σε περίπτωση που εκδηλωθεί επίθεση, ιδίως από τρίτο μέρος, εναντίον της καθαυτό Δημοκρατίας της Αρμενίας, οπότε θα ενεργοποιηθούν οι προβλέψεις του Συμφώνου Συλλογικής Ασφάλειας.
Σε ακριβώς το σενάριο παραπέμπει ο ισχυρισμός της Αρμενίας ότι μαχητικό της αεροσκάφος καταρρίφθηκε στον εναέριο χώρο της από τουρκικό F-16 (το Αζερμπαϊτζάν δεν διαθέτει τέτοια αεροσκάφη). Η Τουρκία διέψευσε την πληροφορία – αλλά το προηγούμενο της κατάρριψης το 2015 ρωσικού Suhoi-24 από τουρκικά μαχητικά στον εναέριο χώρο των τουρκο-συριακών συνόρων, μας υπενθυμίζει πώς κάποιοι μπορούν να φλερτάρουν με προκλήσεις που έχουν τη δυναμική να φέρουν αντιμέτωπο το ΝΑΤΟ με το Σύμφωνο Συλλογικής Ασφάλειας.
Άλλωστε, η ρητορική του Ταγίπ Ερντογάν σε ό,τι αφορά τη σύγκρουση του Καραμπάχ είναι ξεκάθαρη: “Ας μην ξεχνάμε ότι η έννοια της πατρίδας είναι για εμάς πολύ ευρεία. Δεν υπερβάλλουμε όταν λέμε ότι η ιστορία έχει επανεκκινήσει. Περιμένουμε μια νίκη και από τον Καύκασο” διακηρύσσει χωρίς περιστροφές.
Το ότι σε πολλούς στην Ευρώπη γεννά, μετά και το τελευταίο αυτό παράδειγμα, όλο και μεγαλύτερη ανησυχία η ετοιμότητά του να παρεμβάλλει την Τουρκία σε κάθε εστία αστάθειας στην περιοχή, να καταφεύγει με ευκολία στην στρατιωτικοποίηση των προβλημάτων και να στρατολογεί για την υπόθεσή του μισθοφόρους ισλαμιστές δεν επιλύει πάντως την αντίφαση ότι αυτός ακριβώς ο τυχοδιωκτισμός είναι την ίδια στιγμή πολύτιμος για την υλοποίηση ευρύτερων νεοψυχροπολεμικών σχεδιασμών.
πηγή: Capital.gr