Ο Ερντογάν βάζει φωτιά και στον Καύκασο
Του Κώστα Ράπτη
Μοιάζει με το ερώτημα του αβγού και της κότας: Εκμεταλλεύονται οι πρωταγωνιστές μιας μικρής περιφερειακής σύγκρουσης τους ανταγωνισμούς των μεγάλων δυνάμεων για να δοκιμάσουν άλλη μία φορά την ευόδωση των “εθνικών δικαίων” τους; Ή, αντιθέτως, οι ισχυρότεροι τρίτοι ξεκαθαρίζουν τους λογαριασμούς τους δι’ αντιπροσώπων;
Στην περίπτωση του Ναγκόρνο Καραμπάχ (του αρμενικού θύλακα του Αζερμπαϊτζάν που αποσχίσθηκε, σχηματίζοντας την αυτοανακηρυχθείσα “Δημοκρατία του Αρτσάχ”), οι πηγές του προβλήματος ανάγονται στην προ τριακονταετίας διάλυση της Σοβιετικής Ένωσης και, ακόμη παλαιότερα, στις αντιφάσεις της εθνοτικής της πολιτικής. Όμως η (αιφνιδιαστική, για τους περισσότερους) αναζωπύρωση της σύγκρουσης σε όλη τη γραμμή του μετώπου από την περασμένη Κυριακή, με τουλάχιστον 127 νεκρούς, έρχεται σε μία χρονική συγκυρία κάθε άλλο παρά αθώα: με τις ΗΠΑ σχετικά αποτραβηγμένες από την περιοχή και τώρα πλέον ολότελα απορροφημένες από την προεκλογική μάχη, τον νέο “Ψυχρό Πόλεμο” με τη Ρωσία να γεννά διαρκώς νέα μέτωπα και (πραγματικά ή φανταστικά) επίδικα αντικείμενα και, κυρίως, την Τουρκία του Ταγίπ Ερντογάν να εμφανίζεται και πάλι πρόθυμη να εκβιάσει τους συνομιλητές της στη διεθνή σκηνή, εκμεταλλευόμενη άλλο ένα κενό ασφαλείας και προβάλλοντας τη στρατιωτική της ισχύ.
Όπως το έθεσε χαρακτηριστικά ο Τούρκος υπουργός Εξωτερικών, Μεβλούτ Τσαβούσογλου: “Είχαμε πει ότι μαζί με το Αζερμπαϊτζάν θα είμαστε και στο τραπέζι των συνομιλιών και στο πεδίο της μάχης. Αυτά δεν είναι λόγια του αέρα”. Ο δε Ταγίπ Ερντογάν υπήρξε ακόμη πιο γλαφυρός: “Ας μην ξεχνάμε ότι η έννοια της πατρίδας είναι για εμάς πολύ ευρεία. Δεν υπερβάλλουμε όταν λέμε ότι η ιστορία έχει επανεκκινήσει. Περιμένουμε μια νίκη και από τον Καύκασο”.
Ο συριακός “δάκτυλος”
Το προηγούμενο της Συρίας και της Λιβύης μοιάζει να επαναλαμβάνεται, ακριβώς σε μία στιγμή κατά την οποία αφενός η συριακή “περιπέτεια” του Ερντογάν κινδυνεύει με οριστική αποτυχία, λόγω της ολοένα και μεγαλύτερης πίεσης που δέχονται από τις δυνάμεις της Δαμασκού οι φιλότουρκοι ισλαμιστές αντάρτες του θύλακα της Ίντλιμπ, αφετέρου η λιβυκή κρίση βρίσκεται σε μία λεπτή φάση με την έως τώρα προστατευόμενη της Άγκυρας κυβέρνηση Σαράτζ να προβάλλει την αυτονόμησή της και να προαναγγέλλει την παραίτησή της, με την προσδοκία ενός αμοιβαία επωφελούς συμβιβασμού υπό διεθνή μεσολάβηση με τους αντιπάλους τους στη Βεγγάζη.
Όμως ο ισχυρός άνδρας της γείτονος έχει βασίσει την εξουσία του σε μία διαρκή φυγή προς τα εμπρός. Συνεπώς η προσφιλής απάντησή του σε μία κρίση είναι η δημιουργία μίας ακόμη. Εν προκειμένω: η αναθέρμανση ενός μετώπου στο μαλακό υπογάστριο της Ρωσίας, το οποίο θα καταστήσει πιο περίπλοκη και “ενδιαφέρουσα” τη διαπραγμάτευση Άγκυρας και Μόσχας για όλα τα άλλα μέτωπα όπου ήδη αντιπαρατίθενται.
Με αυτή την έννοια, το νέο στοιχείο δεν είναι τόσο το ότι Αρμένιοι και Αζέροι συγκρούονται για τον θύλακα του Ναγκόρνο Καραμπάχ, όσο το ότι η Τουρκία εμφανίζεται να ενθαρρύνει την πολεμική σύρραξη, να θέτει δημοσίως τους στόχους της (την απόδοση στο Αζερμπαϊτζάν όλων των κατειλημμένων εδαφών του) και να ενισχύει την αζερική πλευρά με την αποστολή εξοπλισμού ή και Σύρων ανταρτών, όπως τουλάχιστον καταγγέλλουν η Αρμενία αλλά και το ρωσικό υπουργείο Εξωτερικών. (Αντίστοιχα, Τουρκία και Αζερμπαϊτζάν ισχυρίζονται ότι η αρμενική πλευρά έχει ενισχυθεί με Κούρδους μαχητές από τη βόρεια Συρία).
Το Σύμφωνο Συλλογικής Ασφάλειας
Από την άλλη, και το Ερεβάν φροντίζει να ρίχνει λάδι στη φωτιά, με σκοπό κυρίως να “εκβιάσει” τη ρωσική στήριξη, παρά το ότι από το 2018 και εξής η νέα κυβέρνηση του Νικόλ Πασινιάν έχει πραγματοποιήσει φιλοδυτική στροφή.
Εξού και οι καταγγελίες της αρμενικής πλευράς ότι πολεμικό αεροσκάφος της καταρρίφθηκε από τουρκικά μαχητικά εντός του εναέριου χώρου της Αρμενίας – οι οποίες αν αληθεύουν σημαίνουν ότι μία χώρα μέλος του ΝΑΤΟ εξαπέλυσε επιθετική ενέργεια εναντίον μίας άλλης, η οποία συνδέεται με τη Μόσχα με δεσμεύσεις αμοιβαίας συνδρομής στο πλαίσιο του (μετασοβιετικού) Οργανισμού του Συμφώνου Συλλογικής Ασφάλειας.
Προφανώς το διεθνές σύστημα ουδόλως δελεάζεται από το εφιαλτικό σενάριο μιας σύγκρουσης των δύο αυτών στρατιωτικών συνασπισμών και πάντως η Ρωσία (παρότι πολιτικά δείχνει να μεροληπτεί, στον βαθμό που ο Βλαντίμιρ Πούτιν είχε έως τώρα τηλεφωνικές επικοινωνίες μόνο με τον Αρμένιο ομόλογό του) ούτε έχει λόγους να βιάζεται, ούτε να στερηθεί τους διαύλους που κρατά ανοικτούς, όπως άλλωστε και η Ουάσινγκτον, τόσο με το Μπακού όσο και με το Ερεβάν. Ο ρόλος του αξιόπιστου μεσολαβητή στον μετασοβιετικό Καύκασο απαιτεί λεπτούς και ψύχραιμους χειρισμούς.
Πρωτοβουλία Πούτιν, Τραμπ, Μακρόν
Για τους θιασώτες του Νέου Ψυχρού Πολέμου η ανάφλεξη στον Καύκασο αποτελεί μια πρώτης τάξεως ευκαιρία, ώστε η Ρωσία να υποχωρήσει από τις μεσανατολικές της φιλοδοξίες, στρεφόμενη σε κρισιμότερα μέτωπα κοντύτερα στα σύνορά της. Χαρακτηριστικά, έκθεση της (συνδεόμενης με το αμερικανικό Πεντάγωνο) Rand Corporation που εκπονήθηκε το 2019 προτείνει μεθόδους για να συρθεί η Ρωσία σε συγκρούσεις που θα την υποχρεώσουν να αναδιπλωθεί μπροστά στο φάσμα της “υπερεπέκτασης”. Οι κυριότερες προτάσεις αφορούν αφενός την ενίσχυση της σχέσης του ΝΑΤΟ με τη Γεωργία και το Αζερμπαϊτζάν, ώστε η ρωσική πλευρά να δεσμεύσει δυνάμεις για την ενίσχυση της Νότιας Στρατιωτικής Διοίκησής της, και αφετέρου τον προσεταιρισμό της Αρμενίας, ώστε αυτή να τεθεί σε ευρω-ατλαντική τροχιά, με προοπτική ενδεχομένως και τη διάλυση της ρωσικής βάσης του Γκιούμρι επί αρμενικού εδάφους.
Φαίνεται, ωστόσο, ότι ο ανεξέλεγκτος και “προβοκατόρικος” ρόλος που επιφυλάσσει για τον εαυτό του ο Ταγίπ Ερντογάν, να γεννά σε πολλούς δεύτερες σκέψεις – και σίγουρα στο επιτελείο του αφοσιωμένου στη μάχη της επανεκλογής του Ντόναλντ Τραμπ. Εξού και προχθές, με την ιδιότητα των συμπροέδρων της “Ομάδας του Μινσκ” που παρακολουθεί το ζήτημα του Ναγκόρνο Καραμπάχ στο πλαίσιο του ΟΑΣΕ, οι ηγέτες της Γαλλίας, της Ρωσίας και των ΗΠΑ με κοινή τους δήλωση ζητούν την άμεση κατάπαυση του πυρός, καλώντας τις αντιμαχόμενες πλευρές να επιστρέψουν άμεσα και χωρίς καθυστέρηση στο τραπέζι των συνομιλιών. Προς το παρόν, πάντως, οι αντιμαχόμενοι δεν έχουν εκδηλώσει διαθέσεις υποχώρησης.
πηγή: Capital.gr