11/12/2024

Στη μάχη μεταξύ του Γκρίζου Λύκου και του Ποσειδώνα, αυτό που καθορίζει τον νικητή είναι η θάλασσα

IMG_8318_Medium

https://www.hellenicnavy.gr/el/polymesa/fotografies/ploia.html

Του Δημήτρη Τσαϊλά*

Ο ανταγωνισμός ισχύος στη Μεσόγειο Θάλασσα είναι εξ ορισμού ναυτικό θέμα. Η ναυτική ιστορία και συγκεκριμένα, η ιστορία του τρόπου με τον οποίο αναπτύχθηκε το Διακλαδικό Σχέδιο Διοίκησης μπορεί να ενημερώσει το ζήτημα του πώς πρέπει να οργανωθούν οι Ένοπλες Δυνάμεις για την ισχυροποίησή τους και, γενικότερα, πώς να πετύχουμε στην οργανωτική αλλαγή.

Ο σχεδιασμός του Στόλου, με την πρόσκτηση νέων Φρεγατών δίνει σημαντική προσοχή στην τεχνολογία, τα όπλα και τα προγράμματα ανανέωσης που απαιτούνται για το μέλλον. Αυτά τα θέματα έχουν δημιουργήσει επίσης πληθώρα συζητήσεων. Εμπειρογνώμονες εξέτασαν την ταχέως αναπτυσσόμενη πρόκληση των μη επανδρωμένων αεροσκαφών στη θάλασσα, το μέλλον της τεχνητής νοημοσύνης σε ναυτικές συγκρούσεις και την αλληλεπίδραση μεταξύ του ναυτικού και του διαστημικού τομέα. Πέρα από την τεχνολογία, υπάρχουν επίσης πιο κλασικές ανησυχίες, όπως οι προκλήσεις της εφοδιαστικής αλυσίδας και των απαιτούμενων ανεφοδιασμών καυσίμων σε μελλοντικές συγκρούσεις σε θαλάσσιες περιοχές. Επιπλέον, μια ψύχραιμη συζήτηση του πώς να κρίνουμε την προηγούμενη και τη μελλοντική αποτελεσματικότητα των μη επανδρωμένων αεροσκαφών τόνισε τις επιπλοκές της αξιολόγησης νέων όπλων και νέων τεχνολογιών. Αυτό έχει σημαντικές συνέπειες για τα βελτιωμένα χρονοδιαγράμματα του Πολεμικού Ναυτικού για μη επανδρωμένα συστήματα που πλέον λαμβάνονται υπόψη στην πολεμική σχεδίαση.

Από την πλευρά του αντιπάλου, η ταχεία αναθεώρηση των δυνατοτήτων στις στρατιωτικές επιχειρήσεις απαγόρευσης περιοχής (Anti-Access/Area Denial) που δείχνει ότι επιθυμεί να εφαρμόσει η Τουρκία, σε συνδυασμό με την διακηρυγμένη στρατηγική στις θαλάσσιες περιοχές (Γαλάζια Πατρίδα) ως πρωταρχικό μέτωπο σε έναν ανανεωμένο ανταγωνισμό ισχύος στην ανατολική Μεσόγειο και το Αιγαίο, έχουν μετασχηματίσει θεμελιωδώς το περιβάλλον στο οποίο θα λειτουργήσουν οι ένοπλες δυνάμεις και ιδιαίτερα οι αεροναυτικές δυνάμεις μας στο άμεσο μέλλον. Για πρώτη φορά σε μια γενιά, ο έλεγχος της θάλασσας κινδυνεύει να μην αποτελεί πλέον το αδιαμφισβήτητο προνόμιο του Ελληνισμού.

Πέρα από την οικοδόμηση εξελιγμένων στρατιωτικών δυνατοτήτων, η Τουρκία είχε αξιοποιήσει τις ασυμμετρίες που απορρέουν από τις διαφορετικές κυβερνητικές και πολιτικές αντιδράσεις των διεθνών παικτών στην περιοχή, τα αλληλεπιδρόμενα οικονομικά συμφέροντα και φυσικά την κατανόηση των αιτιών του πολέμου. Αυτό έγινε σαφές από την πλευρά μας, ιδιαίτερα μετά τη σύναψη της συμφωνίας με τη Λιβύη. Με αυτή τη συμφωνία η Τουρκία, θεωρεί ότι αποκτά διεθνή νομιμοποίηση, και είναι διατεθειμένη να δεχτεί τριβές στην επιδίωξη ενός πιο εκτεταμένου συνόλου πολιτικών και οικονομικών συμφερόντων.

Ενώ η κοινή στρατιωτική δράση με συμμάχους στην περιοχή μπορεί και πρέπει να ανταγωνιστεί τις τουρκικές απειλές, από την πλευρά μας χρειάζεται να αναγνωρίσουμε ότι θα δυσκολευτούμε να εξισορροπήσουμε την κάθε ασυμμετρία που θα παρουσιάζεται με τη διπλωματία, χωρίς να αναλάβουμε σαφείς πρωτοβουλίες για την ενίσχυση των αεροναυτικών μας ικανοτήτων. Η δέσμευση του Ελληνισμού στο Διεθνές Δίκαιο και κανόνες οπωσδήποτε θα καθοδηγεί πάντα τις στρατιωτικές μας επιλογές. Στο πλαίσιο αυτό μια ισχυρή αεροναυτική δύναμη μπορεί να λυγίσει τον χαρακτήρα του μελλοντικού πολέμου, ώστε να ανακτήσουμε το ανταγωνιστικό πλεονέκτημα. Για να γίνει όμως αυτό, οι αεροναυτικές δυνάμεις μας πρέπει να καινοτομούν για να δημιουργήσουν ευνοϊκές ασυμμετρίες δημιουργώντας στους αντιπάλους του Ελληνισμού κρίσιμα διλήμματα. Αυτό θα απαιτήσει νέες αντιλήψεις και προσεγγίσεις για να ανταγωνιστεί και να αποτρέψει την Τουρκία και άλλους πιθανούς αντιπάλους. Θα απαιτήσει επίσης τις αεροναυτικές δυνάμεις να επιχειρούν εκτός της παραδοσιακής Αιγιακής θαλάσσιας ζώνης και να αγκαλιάζουν μια νέα συμμαχική νοοτροπία για να μεγιστοποιήσουν την εμβέλεια της ελληνικής θαλάσσης.

Πώς μπορεί η Ελλάδα να ενσωματώσει και να αξιοποιήσει τις νέες αρχές του αεροναυτικού πολέμου, των διακλαδικών επιχειρήσεων, και της αλληλεγγύης για να αναπτύξει τη δική της στρατηγική προστασίας των ενεργειακών πόρων, περιπλέκοντας τον κύκλο αποφάσεων της Τουρκίας; Πώς θα επιχειρούν οι αεροναυτικές δυνάμεις σύμφωνα με αυτή τη στρατηγική σε συνεργασία με συμμάχους και εταίρους; Πώς θα κερδίσουμε τη μάχη των πληροφοριών;

Η στρατιωτική ενίσχυση του ανταγωνιστή μας, έχει αναγκάσει τις ναυτικές υπηρεσίες να επανεξετάσουν τις θεμελιώδεις παραδοχές πάνω στις οποίες έχουμε οικοδομήσει την ισχύουσα δομή δυνάμεως. Μέσα στο Πολεμικό Ναυτικό, οι υπάρχουσες διαδικασίες για την ανάπτυξη ναυτικής δύναμης οδήγησαν πολύ συχνά σε αδιαμφισβήτητα αποτελέσματα, καθώς τείνουμε να γίνουμε κρατούμενοι σκέψης βασισμένης στην πλατφόρμα, επιδιώκοντας βαθμιαία βελτίωση των σημερινών δυνατοτήτων και μεθόδων. Για να επανακτήσει την στρατηγική πρωτοβουλία, το Πολεμικό Ναυτικό χρειάζεται νέες δυνατότητες για να πολεμήσει με νέους τρόπους για να δημιουργήσει νέες στρατηγικές επιλογές για τους μελλοντικούς φορείς λήψης αποφάσεων.

Έχοντας αυτές τις προϋποθέσεις υπόψη, η ομάδα σχεδιασμού δυνάμεων εκτιμάται ότι εξετάζει τις παρακάτω παραδοχές. Πρώτον, οι μελλοντικές βάσεις, η  υποδομή και τα σκάφη στη ζώνη εμπλοκής των αντιπάλων είναι πλέον εξαιρετικά ευάλωτα. Δεύτερον, τα μεγάλα και δυσκίνητα πλοία, είναι ιδιαίτερα ευάλωτα στη ζώνη εμπλοκής των όπλων και σε αυξανόμενο βαθμό αμέσως έξω από αυτήν, χωρίς δυνατότητες αεράμυνας περιοχής και ανθυποβρυχιακής ικανότητας. Τρίτον, οι δυνάμεις των αντιπάλων με τη χρήση των μη επανδρωμένων εναερίων σκαφών (UAV’s) βελτιστοποιούνται για την αντιμετώπιση των ημετέρων δυνάμεων. Τέταρτον, ενώ ο έλεγχος ή η απαγόρευση περιοχής είναι κατά παράδοση ο αποκλειστικός τομέας των ναυτικών δυνάμεων, οι προσβολές όπλων ακριβείας και οι πύραυλοι μεγάλης εμβέλειας από το εχθρικό έδαφος είναι όλο και περισσότερο ικανές να επηρεάσουν τις θαλάσσιες επιχειρήσεις.

Το Πολεμικό Ναυτικό είναι προετοιμασμένο να επιχειρεί σε ολόκληρο το φάσμα των συγκρούσεων, με πρώτη του προτεραιότητα να αποθαρρύνει τον αντίπαλο, καθώς το κόστος του ανταγωνισμού θα είναι πάντοτε μικρότερο από το κόστος σε αίμα και απώλειες. Γι’ αυτό έχει ευθυγραμμιστεί με την εθνική αμυντική στρατηγική στο πλαίσιο του ανταγωνισμού ισχύος. Ωστόσο πρέπει να εκπαιδευτεί και να εξοπλιστεί ως ναυτική εκστρατευτική δύναμη με ετοιμότητα να επιχειρήσει μέσα σε ενεργά αμφισβητούμενους θαλάσσιους χώρους για την υποστήριξη των επιχειρήσεων του Στόλου. Τόσο τα τακτικά όσο και τα επιχειρησιακά πολεμικά παίγνια υποστηρίζουν αυτή την υπόθεση και ενισχύουν το συμπέρασμα ότι οι ναυτικές δυνάμεις εκστρατείας ανοικτής θαλάσσης μπορούν υπό προϋποθέσεις να δημιουργήσουν αποδιοργάνωση και τακτικές δεσμεύσεις του αντιπάλου. Αυτό θα συμβεί με την επιδίωξη αύξησης των προηγμένων βασικών επιχειρήσεων, εκμεταλλευόμενοι τη σχετική δύναμη της σύγχρονης άμυνας και τις αναδυόμενες τεχνολογίες για τη δημιουργία μιας ολοκληρωμένης θαλάσσιας άμυνας που αντιμετωπίζει τους αντιπάλους με μια σειρά από προσιτές και αξιόλογες ικανότητες. Σε συνεργασία και συνεννόηση με τις αεροπορικές δυνάμεις περιπλέκουν σημαντικά τον υπολογισμό των αποφάσεων του αντιπάλου.

Επίσης σημαντική ενέργεια είναι η οικοδόμηση της ελληνικής ναυπηγοεπισκευαστικής δύναμης του μέλλοντος η οποία θα απαιτήσει μια ειλικρινή εκτίμηση σχετικά με τη συνάφεια τόσο των σημερινών όσο και των προγραμματισμένων δυνατοτήτων, του ναυτικού και του εξοπλισμού. Ο σύγχρονος σχεδιασμός των δυνάμεών μας ενισχύει την κατανόηση των επενδύσεων και των εκχωρήσεων που απαιτούνται για την ευθυγράμμιση της δύναμης με την Εθνική Αμυντική Στρατηγική. Είναι ολοένα και πιο σαφές ότι το Πολεμικό Ναυτικό θα επενδύσει υπερβολικά σε ικανότητες που προορίζονται για συνεχείς επιχειρήσεις στην ανοικτή θάλασσα.

Δεν είμαι τόσο αφελής να πιστεύω ότι η ανάληψη μιας τέτοιας τολμηρής προσπάθειας θα είναι απλή. Όμως, ο επείγων χαρακτήρας της πρόκλησης που μας απασχολεί απαιτεί δράση. Οφείλουμε να μην επιτρέψουμε σε μια αποτυχία φαντασίας να ορίσει αυτή την περίοδο της συλλογικής μας ναυτικής ιστορίας τις ενέργειες που απαιτούνται για την ισχυροποίηση των Ενόπλων Δυνάμεων. Να συνεχίσουμε να καθορίζουμε τη θαλασσοκρατορία και να συνεχίσουμε να απαντούμε όλες τις δύσκολες ερωτήσεις ανεξάρτητα από την ταλαιπωρία που προκαλούν. Να συνεχίσουμε να αγωνιζόμαστε αυστηρά και με πολύ ταχύτερο ρυθμό για να διευκολύνουμε την κατανόηση.

Καθώς ξεκινά η αναζήτηση για πρόσκτηση νέων όπλων πρέπει να βρούμε λύσεις για τα προβλήματα του ναυτικού. Η αντιμετώπισή τους θα απαιτήσει μια εκλεπτυσμένη γνώση του θαλάσσιου παρελθόντος και του παρόντος προκειμένου να προγραμματιστεί το θαλάσσιο μέλλον. Δεν μπορούμε και δεν επιτρέπεται να κάνουμε λάθος.

 

 

 Υποναύαρχος ε.αΔημήτριος Τσαϊλάς είναι Senior Researcher  of Strategy International και Member of Institute for National and international Security.

Σημείωση: Το άρθρο δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα “Μακεδονία” στις 22.11.20

πηγή: Ανιχνεύσεις 

Facebooktwitterredditpinterestlinkedinmail
Don`t copy text!