Η ΣΥΝΘΗΚΗ ΤΗΣ ΛΩΖΑΝΝΗΣ ΔΕΝ ΑΦΟΡΑ ΜΟΝΟΝ ΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ
Γράφει ο Μελέτης Η. Μελετόπουλος
Η αναθεώρηση της Συνθήκης της Λωζάννης, που θέτει πλέον και επισήμως η Τουρκία, είναι νομικά ανυπόσταστη και πολιτικά αδύνατη. Δεν πρόκειται για διμερές ελληνοτουρκικό σύμφωνο, αλλά για πολυμερή συνθήκη. Η Συνθήκη υπεγράφη στις 24 Ιουλίου 1923 από την Μεγάλη Βρετανία, την Γαλλία, την Ιταλία, την Ιαπωνία, την Ελλάδα, την Τουρκία, την Ρουμανία και την Γιουγκοσλαβία. Επίσης η Συνθήκη δεν ρυθμίζει μόνον το καθεστώς μεταξύ Ελλάδος και Τουρκίας, αλλά και άλλα άσχετα με την Ελλάδα ζητήματα, όπως τα σύνορα Τουρκίας-Συρίας και Τουρκίας-Ιράκ (άρθρο 3). Ορίζει την παραίτηση της Τουρκίας υπέρ της Ιταλίας από την κυριότητα και παντός δικαιώματος στα Δωδεκάνησα «και των νησίδων των εξ αυτών εξαρτωμένων, ως και της νήσου Καστελλορίζου» (άρθρο 15). Την επιβεβαίωση της παραιτήσεως της Τουρκίας «από παντός δικαιώματος και τίτλου αυτής επί της Αιγύπτου και επί του Σουδάν» (άρθρο 17). Την αναγνώριση της προσάρτησης της Κύπρου από την Μεγάλη Βρετανία (άρθρο 20). Την οριστική απεμπόληση των δικαιωμάτων της Τουρκίας στην Λιβύη (άρθρο 22). Το δημόσιο οθωμανικό χρέος (άρθρα 36 κ.ε.). Επίσης ορίζει ότι «Αι νήσοι Ίμβρος και Τένεδος, παραμένουσαι υπό την τουρκικήν κυριαρχίαν, θα απολαύωσιν ειδικής διοικητικής οργανώσεως, αποτελουμένης εκ τοπικών στοιχείων και παρεχούσης πάσαν εγγύησιν εις τον μη μουσουλμανικόν ιθαγενή πληθυσμόν……Η διατήρησις της τάξεως θα εξασφαλίζηται εν αυταίς δι’αστυνομίας στρατολογουμένης μεταξύ του ιθαγενούς πληθυσμού» κλπ. (άρθρο 14). [Λέσχη των Νέων Ελλήνων, Η ΣΥΝΘΗΚΗ ΤΗΣ ΛΩΖΑΝΝΗΣ ΚΑΙ ΟΙ ΠΑΡΑΒΙΑΣΕΙΣ ΤΗΣ, εκδόσεις Παπαζήση, 1991, πρόλογος Μελέτη Η. Μελετόπουλου].
Επομένως, οιαδήποτε συζήτηση περί αναθεώρησης της Συνθήκης ανοίγει άμεσα τους ασκούς του Αιόλου για όλη την Ανατολική Μεσόγειο. Δεν θα τεθεί επί μηδενικής βάσεως μόνον η εδαφική υπόσταση της Ελλάδος, αλλά και πολλών άλλων κρατών, μεγάλων και ισχυρών, όπως η Αίγυπτος. Ίσως αυτό ακριβώς επιδιώκει ο Ερντογάν. Αλλά συμβαίνει ενίοτε οι ηγέτες μεσαίων περιφερειακών κρατών να φαντασιώνονται περασμένα μεγαλεία.
Όλα αυτά θα φάνταζαν γραφικά αν δεν ήταν εξαιρετικά επικίνδυνα. Η γραμμή της ελληνικής διπλωματίας πρέπει επομένως να βασιστεί όχι μόνον στην άρνηση οιασδήποτε συζήτησης για την ελληνική εθνική κυριαρχία, αλλά στην διεύρυνση της συζήτησης με την συμπερίληψη της διεθνούς αναταραχής που θα προκαλέσει τυχόν παρόμοια συζήτηση. Να σχηματίσει εναντίον της τουρκικής αναθεωρητικής παράνοιας μέτωπο, μαζί με τα άλλα κράτη της Ανατολικής Μεσογείου, που θίγονται από την παραφιλολογία περί αναθεώρησης της Λωζάννης που εκπέμπει η Τουρκία. Ώστε η συζήτηση να τελειώσει πριν καν αρχίσει.
Εάν η Τουρκία επιλέξει εναλλακτικά την μέθοδο της εθνικοσοσιαλιστικής Γερμανίας, που αποδύθηκε σε επιχείρηση αλλαγής της Συνθήκης των Βερσαλλιών με στρατιωτικά μέσα (μικρή αλλά υπαρκτή πιθανότητα), τότε δεν θα βρεθεί μόνον απέναντι στην σθεναρή ελληνική απάντηση αλλά και απέναντι στην διεθνή κοινότητα, που δεν πρόκειται ασφαλώς να επιτρέψει ένα ντόμινο χάους.
Δημοσιεύθηκε στην έντυπη έκδοση των Νέων στις 5/1/21